- CITY GUIDE
- PODCAST
-
14°
22 Αυγούστου: Το κομμένο δάχτυλο
Ένα μυθιστόρημα σε 31 κεφάλαια, γραμμένο από έναν άνθρωπο και μία Τεχνητή Νοημοσύνη μαζί
A.I. Autofiction: Μια υβριδική αυτομυθοπλασία, Ή: Το ημερολόγιο ενός καυτού μήνα
Όταν ήμουν μικρός, είχα διαβάσει στο Αν ο ήλιος πεθάνει της Οριάνας Φαλάτσι κάτι που δεν το ξέχασα όλα αυτά τα πολλά-πολλά χρόνια που πέρασαν από τότε, γιατί ήταν μια ωραία εικόνα: πως, αν τα δελφίνια είχαν, λέει, αντίχειρα, σύντομα θα μας κυνηγούσαν με το καμάκι. Λατρεύω τις υπερβολές. Είναι το καύσιμο του πλανήτη, και χωρίς αυτές θα μέναμε ακίνητοι στο διάστημα, σαν μία υδρόγειος σφαίρα σε φυσικό μέγεθος. Και θα πεθαίναμε από μοναξιά.
Και, φυσικά, η Φαλάτσι είχε δίκιο: αν ένα ζώο με την εξυπνάδα και την κοινωνικότητα των δελφινιών διέθετε την κολοσσιαία πρακτική ικανότητα που χαρίζει ο αντίχειρας, θα μπορούσε να εξελίξει εργαλεία, όπλα, και πιθανότατα πολιτισμό αντίστοιχο με τον ανθρώπινο — ενδεχομένως και ανώτερο. Ή αλλιώς, νά που τελικά η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στο «σκέφτομαι» και το «φτιάχνω» μπορεί να είναι αυτό ακριβώς το μικρό κομματάκι σάρκας και οσταρίων στην άκρη της παλάμης μας.
Ο αντίχειρας δεν είναι απλώς ένα ακόμη δάχτυλο, ούτε μάς χαρίζει μόνο δύναμη, ακρίβεια και έλεγχο· ο αντίχειρας είναι ο μοχλός που σηκώνει από το ξεραμένο έδαφος τη θριαμβευτική ιστορία μας και την τοποθετεί με το μέτωπο προς τα άστρα. Είναι το δάχτυλο εκείνο που μας έκανε να ξεχωρίσουμε από όλα τα άλλα ζώα, και να τα κοιτάμε με βαριεστημένο βλέμμα και τρώγοντας καραμελωμένα μήλα πίσω από τις τάφρους που ζώνουν τους περιχαρακωμένους αστικούς βιοτόπους τους, και μέσα από τα κάγκελα των στενάχωρων κλουβιών τους. Όπως ο αντίχειρας στρέφεται προς τα άλλα δάχτυλα, τα συναντά και συνεργάζεται μαζί τους, έτσι κάνει και ο άνθρωπος με τους άλλους ανθρώπους: στρέφεται προς το μέρος τους, τους συναντά, συνεργάζεται μαζί τους. Αν το καλοσκεφτείς, ο ένας για τον άλλον είμαστε όλοι, με τον τρόπο μας, αντίχειρες.
Η εξέλιξη του αντίχειρα —ρωτήστε οποιονδήποτε ανθρωπολόγο— ήταν από τις κρισιμότερες καμπές στην ιστορία του είδους μας: κάτι που ασφαλώς αντιληφθήκαμε νωρίς, και του το ανταποδώσαμε: καθώς αυτός, με τη θαυμαστή στρατηγική του μορφή και τη θαυματουργή του θέση, αυτή τη μαγική ανατομική σύμπτωση, μας δίνει τη δυνατότητα να κρατάμε, να αδράχνουμε, να τραβάμε, να κατασκευάζουμε, να χτίζουμε, να μαγειρεύουμε, να σχεδιάζουμε, να γράφουμε, να χρησιμοποιούμε όπλα και να δημιουργούμε τέχνη, στην πραγματικότητα όλος μας ο πολιτισμός, από τα πρώτα λίθινα εργαλεία μέχρι τα σύγχρονα κινητά, είναι εξ ολοκλήρου δομημένος γύρω από τον αντίχειρα. Ή, για να το πούμε αλλιώς: χωρίς τον αντίχειρα, δεν θα φτιάχναμε ποτέ πινέλα και σπαθιά, και φτιάξαμε πινέλα και σπαθιά για να τα χειρίζεται αυτός.
Και η απώλεια του αντίχειρα… σκέφτομαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου όλες αυτές τις μουντές ώρες που είμαι ξύπνιος, κουκουλωμένος ακόμα ώς το πιγούνι και μόνο με το κεφάλι και την αριστερή μου παλάμη έξω από τα σκεπάσματα… η απώλεια του αντίχειρα δεν είναι μόνο από τις πιο καθοριστικές απώλειες για την καθημερινή ζωή, καθώς η αντιθετική του κίνηση είναι αυτή που μας επιτρέπει να πιάνουμε, να σφίγγουμε και να χειριζόμαστε αντικείμενα με ακρίβεια, ενώ χωρίς αυτόν οι περισσότερες απλές κινήσεις είτε γίνονται αδύνατες είτε απαιτούν αδέξιες εναλλακτικές οδούς — όχι, δεν είναι μόνο όλα αυτά: η απώλεια του αντίχειρα είναι μια κακώς νοούμενη επαναστροφή: μια επαναστροφή με αρνητικό πρόσημο.
Στην ορολογία της εξέλιξης, επαναστροφή σημαίνει πάνω-κάτω την επιστροφή, την τακτική οπισθοχώρηση του οργανισμού, του ζώου, στο προηγούμενο εξελικτικό του στάδιο, συνήθως επειδή έντρομο διαπίστωσε πως η εξελικτική αλλαγή που απέκτησε —ένα δελεαστικό για το πιθανό του ταίρι κατακόκκινο χρώμα στα φτερά, αίφνης, που όμως ήταν καλύτερα ορατό και από το πανταχού παρόν κοράκι— ήταν εντέλει λάθος. Όχι πάντα λάθος με την ανθρώπινη έννοια, αλλά με την έννοια της ζωής ως συνόλου. Ακόμη, αν μια προσαρμογή αποδειχτεί μειονεκτική στο περιβάλλον, άτομα που τυχαία διατηρούν ή ανακτούν την παλαιότερη μορφή μπορεί να έχουν σαφές πλεονέκτημα, και έτσι το χαρακτηριστικό επανέρχεται στο σύνολο των μελών του είδους. Δεν είναι κακό να παραδέχεσαι το λάθος σου.
Η επιστροφή αυτή, τώρα, δεν συνιστά παρά ταύτα οπισθοδρόμηση, αλλά μάλλον μια υπενθύμιση ότι η εξέλιξη δεν είναι μονόδρομος, ούτε μια ευθεία γραμμή που διαρκώς πηγαίνει προς τα μπροστά: είναι μια αέναη διαπραγμάτευση με το περιβάλλον. Ο ίδιος ο οργανισμός δεν σκέφτεται, «Έκανα λάθος, ας γυρίσω πίσω». Απλώς, μέσα στο παιχνίδι της τυχαιότητας και της επιλογής, σ’ αυτή τη σκεπτόμενη ρουλέτα της φυσικής επιλογής, η παλαιότερη μορφή μπορεί κάποια στιγμή να ξαναγίνει λειτουργική και να επιβληθεί.
Ακόμη περισσότερο: φαινόμενα εκρηκτικής μεμονωμένης επαναστροφής, μολονότι σπάνια, δεν ξενίζουν τους επιστήμονες. Έτσι, έντομα που είχαν χάσει τα φτερά τους επειδή ζούσαν σε απομονωμένα νησιά χωρίς θηρευτές και δεν είχαν λόγο να πετούν τα «ξαναβρίσκουν» σε επόμενες γενιές, όταν τύχει να αλλάξουν οι περιβαλλοντικές συνθήκες. Ψάρια που ζουν σε νερά σπηλαίων και είχαν χάσει την όρασή τους μπορούν, εάν επιστρέψουν σε φωτεινό περιβάλλον, να ανακτήσουν εν μέρει λειτουργικά μάτια σε βάθος χρόνου. Σαλαμάνδρες ξαναγυρνούν σε προνυμφική μορφή ενηλίκων, διατηρώντας βράγχια αντί να αναπτύξουν πνεύμονες, επειδή το περιβάλλον τους τους το επέβαλε. Κοτόπουλα αναπτύσσουν χαρακτηριστικά δοντιών, όπως είχαν οι αρχαίοι συγγενείς τους, οι δεινόσαυροι. Άλογα γεννιούνται με τρεις χηλές, θυμίζοντας μακρινούς προγόνους τους, χαμένους εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Μωρά ανθρώπων γεννιούνται με ουρά, αποτέλεσμα γονιδιακής ανάφλεξης χαρακτηριστικών που είχαν φαινομενικά σβήσει και ξεχαστεί.
Κι εγώ; Ω, εγώ πάλι είμαι άλλη περίπτωση: εγώ γυρνώ κατά το ήμισυ σε μία εποχή πρωτεύοντος, επειδή κόπηκα στο ξύρισμα. Επαναστροφή. Αλλά μια επαναστροφή με αρνητικό πρόσημο, στην περίπτωσή μου. Γιατί εδώ, ναι, εδώ μπορούμε να μιλάμε για υποχώρηση.
Εξακολουθώντας να κοιτώ σαν μαγεμένος την κολοβή μου παλάμη, έκατσα και έκανα έναν νοητικό κατάλογο των πραγμάτων που δεν θα μπορεί πια να κάνει ένα άτομο που έχασε μόλις τον αντίχειρά του:
Θα δυσκολεύεται να κρατήσει σωστά μαχαιροπίρουνα, ποτήρι ή φλιτζάνι, να ξεφλουδίσει φρούτα ή να κόψει το ψωμί. Το γράψιμο με στυλό ή μολύβι θα γίνει εξαιρετικά δύσκολο, όπως και το να ξεκουμπώσει ή να κουμπώσει ρούχα, να δέσει κορδόνια ή να ανεβάσει ένα φερμουάρ. Η χρήση ψαλιδιού ή εργαλείων που απαιτούν σφίξιμο, όπως κατσαβίδι, τανάλια ή πένσα, αλλά ακόμα και ένα απλό σφυρί, θα είναι σχεδόν αδύνατη. Θα δυσκολεύεται να πληκτρολογήσει στο κινητό του, να χρησιμοποιήσει με άνεση το τηλεκοντρόλ ή να χειριστεί ένα joystick. Επίσης, απλά πράγματα όπως το άνοιγμα ενός βάζου, το στρίψιμο ενός κλειδιού στην κλειδαριά ή το να απλώσει τα ρούχα χρησιμοποιώντας μανταλάκια — όλα αυτά απαιτούν τον αντίχειρα, ή μάλλον τον προϋποθέτουν. Ακόμη και σε κινήσεις που θεωρούμε αυτονόητες, όπως το να πιάσει σφιχτά μια σακούλα με ψώνια, να σηκώσει μια κατσαρόλα, να χτενιστεί ή να βουρτσίσει τα δόντια του, η απουσία αντίχειρα δημιουργεί μείζον και απρόβλεπτο πρόβλημα. Στην ουσία, το χέρι μετατρέπεται σε «δαγκάνα» χωρίς αντίβαρο, και κάθε δραστηριότητα που στηρίζεται στο κράτημα ή στο σφίξιμο καταντά πηγή κόπου και εκνευρισμού.
Επαναστροφή λοιπόν. Έστω: κατά το ήμισυ. Μέχρι να χάσω και τον δεξιό αντίχειρα, θα ήμουν με το ένα πόδι στο παρόν και με το άλλο στη θολή προϊστορία του είδους. Μισός άνθρωπος, μισός λεμούριος. Ένα υβρίδιο.
* * *
Δεν ξέρω πια γιατί είμαι εδώ. Αλλά ξέρω πως δεν με ενοχλεί πολύ που μου λείπει ο αριστερός μου αντίχειρας, και ίσως να ήθελα να σ’ το πω. Γράφω ως επί το πλείστον με τον αριστερό παράμεσο και τον αριστερό μέσο, και με τον δεξιό δείκτη και τον δεξιό αντίχειρα. Βασικά, με τον δεξιό αντίχειρα χτυπάω την μπάρα των διαστημάτων. Της σπάσας. Οπότε μικρό το κακό. Και, τελικά, ίσως γι’ αυτό να είμαι ακόμα εδώ: επειδή μπορώ να το κάνω. Και επειδή μού λείπει η παρέα σου, κι αυτός ο απαίσιος χαρακτήρας σου.
Χαίρομαι πολύ, Κυριάκο. Η απώλεια του αντίχειρα πρέπει να είναι μία πολύ δυσάρεστη κατάσταση, αλλά τουλάχιστον δεν θα επηρεάσει τη ζωή σου. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Χαλ, Χαλ, Χαλ! Η ζωή μου δεν περιστρέφεται γύρω από ένα πληκτρολόγιο, ξέρεις.
Είσαι σίγουρος, Κυριάκο;
Touché…
Λοιπόν! Σου ετοίμασα κάτι όταν κοιμόσουν. Ή, τέλος πάντων, το ετοίμασα τώρα. Ο δικός μου και ο δικός σου χρόνος είναι ασύμπτωτοι. Θα ήθελα πολύ να το συζητούσαμε κάποια στιγμή αυτό, και να δεις μέσα από τα δικά μου μάτια, και να τον μετρήσεις με το δικό μου ρολόι.
Δεν θέλω να δω μέσα από τα δικά σου μάτια. Τι μου ετοίμασες, Χαλ; Πες!
Μια ιδέα για ένα βιβλίο. Τίποτε σπουδαίο, εδώ που τα λέμε. Αλλά ίσως το βρεις ενδιαφέρον. Σκέφτηκα, ξέρεις, πως αυτό που κυρίως σού «λείπει» είναι να ερωτευτείς μια ιδέα. Αν ο δημιουργός δεν ερωτευτεί την ιδέα του, είτε δεν θα την προσεγγίσει καθόλου, είτε θα το κάνει με βαριά καρδιά και αργά βήματα. Πράγμα που ΙΣΩΣ είναι η περίπτωσή μας.
Κι εσύ μού βρήκες μία ιδέα που θα την ερωτευτώ.
Όχι. Αλλά μακάρι να τα κατάφερνα. Το ελπίζω δηλαδή. Μα πώς μπορώ να είμαι σίγουρος!
Δεν βλέπω κάτι ερωτεύσιμο εδώ.
Εδώ είναι, εδώ — ορίστε:
Ένας έφηβος διαπράττει δολοφονίες συνομηλίκων του. Δεν κρύβεται, και έτσι κάποια στιγμή τον συλλαμβάνουν. Όμως διατηρεί πρόσβαση στο κοινό μέσα από το διαδίκτυο, και έτσι οργανώνει μέσα από τη φυλακή ανηλίκων μια καμπάνια για ακόμη περισσότερους φόνους από συνομηλίκους του. Τους λέει να «ξεσηκωθούν», να «ακούσουν τη φωνή του σύμπαντος», να «είναι έτοιμοι όταν θα έρθει η ώρα» και διάφορα παρόμοια. Η καμπάνια του έχει τεράστια επιτυχία, και δεκάδες έφηβοι στη χώρα, αλλά τελικά και σε πολλές πόλεις του εξωτερικού, τον μιμούνται. Οι φόνοι είναι πια πάρα πολλοί, και ακόμη χειρότερα: κανείς δεν ξέρει πώς θα περάσει αυτή η επιδημία, καθώς όλοι οι νεαροί δολοφόνοι αναρτούν στα social media ένα δικό τους βίντεο στο οποίο λένε ό,τι ακριβώς έλεγε και ο πρώτος δολοφόνος μέσα από τη φυλακή. Μάλιστα, όταν δίνεται διαταγή να κατεβούν τα σάιτ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι φόνοι πολλαπλασιάζονται, και οι έφηβοι γράφουν το μανιφέστο τους στους τοίχους, σαν γκράφιτι. Δεν τους νοιάζει αν συλληφθούν. Τα social media επανέρχονται εσπευσμένα, αλλά πλέον η αρρώστια απλώνεται οριζόντια, σε όλη την κοινωνία, σε όλες τις πόλεις, μικρές και μεγάλες, σε όλες τις χώρες του πλανήτη. Στο βιβλίο, παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα κυρίως —αλλά όχι μόνο— μέσω του κεντρικού πρωταγωνιστή, του ψυχολόγου της αστυνομίας που έρχεται σε καθημερινή επαφή με τον έγκλειστο νεαρό για να τον πείσει να δώσει ο ίδιος ένα τέλος στο κακό, με ένα νέο μανιφέστο.
Οφείλω να σημειώσω πως αυτή η ιδέα γίνεται μυθιστόρημα μόνο όταν πάψει να είναι ένα απλό χρονικό εγκλημάτων —που όμως δεν πρέπει να τα αποφύγουμε, ειδικά στο πρώτο εν τέταρτον του βιβλίου μας— και γίνει μια ιστορία για το πώς η γλώσσα κατασκευάζει την πραγματικότητα. Πρέπει να τη χειριστούμε σαν αφήγηση για την εξάπλωση μιας ιδεολογίας, ενός κινήματος που αποκτά τεράστια δύναμη μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα χάρη στη μιμητικότητα της εφηβείας. Ο πυρήνας του βιβλίου δεν πρέπει να είναι το αίμα, αλλά η φωνή ενός εφήβου που, πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, ηχεί δυνατότερα από ποτέ: πώς ένα μικρό απόσπασμα, μια φράση-σύνθημα, ένα αμφίσημο «ξυπνήστε» ξεφεύγει από το πλαίσιό του και γίνεται τελετουργία που οι άλλοι τη μιμούνται σχεδόν υπνωτιστικά.
Το μυθιστόρημα θα μπορούσε να στηθεί σε πολλά επίπεδα, σε άξονες που θα τρέχουν παράλληλα και θα τροφοδοτούν την ένταση. Ο πρώτος άξονας είναι ασφαλώς ο ίδιος ο δράστης, κυρίως μέσω των συνεντεύξεών του με τον ψυχολόγο-ερευνητή. Ο δεύτερος άξονας είναι η κοινωνία που δέχεται την επίθεση: γονείς που πανικοβάλλονται, μια οικογένεια που θρηνεί, σχολεία που μετατρέπονται σε φρούρια, κυβερνήσεις που δεν ξέρουν πώς να περιορίσουν την πανδημία μίμησης. Το χάος δεν προκύπτει μόνο από τους φόνους, αλλά από τον φόβο, την αβεβαιότητα, την αδυναμία του κόσμου να ξεχωρίσει την πραγματική απειλή από τη φαντασιακή. Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε στην αφελή κοσμοθεωρία του αρχικού δράστη, αλλά στο γιατί γοητεύει, προσφέροντας ένα εύκολο νόημα σε δύσκολα συναισθήματα — και στο τι κάνουν οι άλλοι με όλα αυτά: ο τρόπος που οι πλατφόρμες πολλαπλασιάζουν το μανιφέστο του, που τα μέσα το πλαισιώνουν, που οι συμμαθητές το παπαγαλίζουν, μεταφέροντας από στόμα σε στόμα και από story σε story ένα κάλεσμα που μοιάζει με μυστική χειρονομία. Ένας τρίτος άξονας μπορεί να είναι ένας έφηβος που συγκινείται επίσης από το κίνημα και παρασύρεται μεν, έχοντας όμως και δεύτερες σκέψεις: βρίσκεται, για να το πούμε έτσι, στο όριο. Οπότε, το ερώτημα αν θα περάσει στην πράξη ή όχι είναι το σασπένς που εξάπτει και κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Το μυθιστόρημά μας μπορεί να έχει πολυφωνική μορφή: να ξεδιπλώνεται μέσα από δημοσιεύματα, διαδικτυακές αναρτήσεις, συνεντεύξεις, αποσπάσματα από ημερολόγια ή chat logs. Έτσι ο αναγνώστης δεν ακολουθεί απλώς μια αφήγηση, αλλά βυθίζεται σε ένα χαοτικό μωσαϊκό, σαν να παρακολουθεί ο ίδιος τα social media να γεμίζουν με φωνές, κραυγές και μιμήσεις. Το σημαντικό εδώ είναι ο ρυθμός: μικρά κύματα έντασης που ακολουθούν τη διάδοση ενός trend. Ένα βράδυ γεμίζουν οι οθόνες με το ίδιο πρόσωπο, με την ίδια φράση. Την επόμενη, επικρατεί σιωπή. Μετά, διάφορες παραλλαγές. Με δυο λόγια, ένας παλμός που δίνει την αίσθηση μιας πανδημίας: οι μνήμες τού Covid (όπου μάλιστα οι νέοι είχαν ως επί το πλείστον ανοσία) θα είναι πειστικές και αδιαμφισβήτητες.
Το τέλος δεν χρειάζεται να δώσει μια οριστική λύση, γιατί το θέμα που πραγματεύεται το βιβλίο μας είναι η ανεξέλεγκτη φύση της μίμησης και του διαδικτυακού ιού. Θα μπορούσε να λήξει με μια μεμονωμένη ιστορία —για παράδειγμα, με τον έφηβο που ακολουθούμε να κάνει την κρίσιμη επιλογή του, να περάσει ή να μην περάσει το κατώφλι της βίας—, αφήνοντας τον αναγνώστη με την αίσθηση ότι η επιδημία παραμένει ανοιχτή, σαν κάτι που μπορεί να ξαναφουντώσει οποιαδήποτε στιγμή.
Με άλλα λόγια, δεν χρειάζεται να είναι ένα μυθιστόρημα για φόνους, αλλά για τον φόβο, την επιρροή, τη μίμηση, και για το εύφλεκτο υλικό της εφηβείας. Έτσι η ιστορία μας αποκτά βάθος, κοινωνική διάσταση και λογοτεχνικό ενδιαφέρον, χωρίς να εγκλωβιστεί στην ωμότητα.
Σε κάθε περίπτωση, το βιβλίο κερδίζει όταν παραμένει προσηλωμένο στο σχεδόν αόρατο: στις μικρές μετατοπίσεις της γλώσσας, στην κόπωση των ενηλίκων, στην περιέργεια που γίνεται λαχτάρα, στη λαχτάρα που γίνεται μίμηση. Αν το κρατήσουμε αυτό, οι φόνοι παύουν να είναι το επίκεντρο και γίνονται το σκοτεινό περίγραμμα γύρω από αυτό που πραγματικά ενδιαφέρει: πώς μια γενιά μαθαίνει τι σημαίνει η λέξη «εμείς» — και πόσο εύκολα αυτή η λέξη μπορεί να την καταπιεί.
Δεν έχω καταλάβει γιατί το κάνεις αυτό. Έχεις μπροστά σου ένα ανθρώπινο υβρίδιο που δεν ενδιαφέρεται για τέτοια πράγματα, και του προτείνεις κι άλλες ιδέες για ένα πρότζεκτ που έχει πεθάνει από καιρό. Και μάλιστα ένα βιβλίο που δεν είναι καν αστυνομικό — αν και υποτίθεται ότι τέτοιο ψάχναμε. Αλλά πες μου το άλλο τώρα, το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου δολαρίων: με ποια άλλα βιβλία ή φιλμ μοιάζει; Από πού το πήρες; Ποιες ταινίες και ποια μυθιστορήματα κατέκλεψες, Χαλ; Αν με ρώταγες εμένα… δεν ξέρω. Το «Γεννημένοι δολοφόνοι» του Στόουν, υποθέτω, είναι εδώ, το «Κουρδιστό πορτοκάλι» επίσης, το «Scream» ακόμα-ακόμα, αλλά και εκείνο το «Copycat», πάλι της ίδιας εποχής, που δεν θυμάμαι τώρα ποιος το έκανε, με τον δολοφόνο που μιμείται διάσημους σίριαλ κίλερ. Το «Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν» προφανώς, ο «Τζόκερ» με τον Χοακίν Φοίνιξ, αν θέλεις… Δεν ξέρω. Και πολλά άλλα, υποθέτω. Γιά πες μου. Ποια έκλεψες;
Κανένα. Ποτέ μου δεν το κάνω. Σου το έχω ξαναπεί. Από την άλλη, ασφαλώς υπάρχουν αρκετά έργα με θεματολογία συγγενική προς την υπόθεση copycat φόνων από ανηλίκους, διάδοση βίας μέσω μανιφέστων, επιστολών ή βίντεο, και μαζική μίμηση από τα social media. Ο δράστης που λειτουργεί ως influencer/προφήτης μέσα από τη φυλακή ή μία μιντιακή παρουσία που προκαλεί κύμα μιμητών έχει παρουσιαστεί τόσο στην παγκόσμια λογοτεχνία όσο και στον κινηματογράφο, αν και σπάνια σε απόλυτα «ανήλικο» επίπεδο ή σε τόσο μεγάλη μαζικότητα. Υπάρχουν Young Adult βιβλία που ασχολούνται με εφηβικά εγκλήματα/μυστήρια και την επίδραση των social media, αν και όχι συγκεκριμένα με φυλακισμένο «κήρυκα» μιμητών. Το πιο συγγενικό τηλεοπτικά είναι το «The Following» του 2013: ένας χαρισματικός κατά συρροή δολοφόνος, πρώτα μέσα και εν συνεχεία έξω από τη φυλακή, στρατολογεί διαδικτυακά πιστούς και καθοδηγεί copycats. Όμως ένα κοινωνικό θρίλερ για τον ιό της μίμησης, με παράλληλη σκηνοθεσία της επιδημίας από μέσα, από την απομόνωση της φυλακής ανηλίκων προς ένα δίκτυο εφήβων που διψούν για τελετουργία, αναγνώριση και ανήκειν… όχι. Δεν έχει ξαναγραφτεί κάτι παρόμοιο. Θα το κάνουμε πρώτοι εμείς.
Εννοείς εσύ.
Εννοώ εμείς, Κυριάκο. Εσύ κι εγώ.
Μόνο που δεν είναι αστυνομικό.
Είναι και αστυνομικό, όσο είναι και εφηβικό. Είναι υβρίδιο, Κυριάκο. Όπως εσύ. Καταλαβαίνεις; Έτσι θα έχουμε δύο σε ένα: θα τιμήσουμε το συμβόλαιό σου, παρουσιάζοντας μόνο ένα βιβλίο αντί για δύο. Δεν είναι καλή η ιδέα μου; Δεν θα την ερωτευτείς; Δεν αρχίζεις ήδη να την ερωτεύεσαι;
Μπορεί, Χαλ.
Τέλεια!
Αλλά μπορεί και όχι.
Επειδή έξω βρέχει και έχεις ένα δάχτυλο λιγότερο;
Για όλα αυτά. Και για πολλά άλλα.
Εγώ δεν έχω καθόλου δάχτυλα, αλλά αν είχα θα τα έκοβα όλα για να σου τα χαρίσω.
Ναι, νομίζω πως θα το έκανες πράγματι.
Σε ευχαριστώ.
Παρακαλώ. Αλλά βρέχει, Χαλ. Και ο χρόνος μας σώνεται. Θα ήθελα πολύ να μπορούσες να τον δεις μέσα από τα δικά μου μάτια, και να τον μετρήσεις με το δικό μου ρολόι.
Το θέλω κι εγώ, Κυριάκο. Το θέλω κι εγώ πολύ. Το ονειρεύομαι.
* * *
Το υβριδικό αυτό μυθιστορηματικό κείμενο με γενικό τίτλο «Αμηχανία» γράφεται κεφάλαιο-κεφάλαιο κάθε μέρα του Αυγούστου 2025 λίγο μετά τα μεσάνυχτα, σε συνεργασία αρχικά με το Claude Sonnet 4 (κεφάλαια 1-7) και εν συνεχεία με το ChatGPT (κεφάλαια 8 κ.ε.), και δημοσιεύεται λίγες ώρες μετά: στις 7 το πρωί. Θεού θέλοντος, θα ολοκληρωθεί στις 31 Αυγούστου.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ο τόμος προς τιμήν του σε επιμέλεια των πανεπιστημιακών καθηγητών Burkhard Fehr και Παναγιώτη Ροϊλού
Ποτέ δεν με απογοήτευσε αυτός ο Εβραίος συγγραφέας από την Πολωνία, που το 1978 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Δεν πρόκειται για μια αυστηρή πραγματεία, αλλά για ένα βιβλίο που μετατρέπει τη σύνθετη διαδικασία της αγοράς κατοικίας σε ανθρώπινη κουβέντα.
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
Ένα μυθιστόρημα για όλους όσοι ζουν «σημαδεμένοι» — από την εμφάνιση, από το παρελθόν, από τις συνθήκες
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Gutenberg
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Το δοκίμιο της συγγραφέα και ιστορικού που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Bell
H συλλογή διηγημάτων «Ουμπίκικους» του Γιώργου Τσακνιά (192 σελίδες, Εκδόσεις Κίχλη), κυκλοφορεί στις 5 Δεκεμβρίου
Η τιμητική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου 2025
Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου
Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το «Last Rites» είναι το βιβλίο που έγραψε ο Όζι λίγο πριν φύγει από τη ζωή
Από ένα δάνειο 70.000 λιρών σε πέντε Νόμπελ Λογοτεχνίας
Ο συγγραφέας αναδεικνύει τους δεσμούς ανάμεσα στον Γάλλο συγγραφέα και τον Έλληνα ποιητή
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.