Βιβλιο

Μένιος Σακελλαρόπουλος: «Οι πραγματικά αληθινές ιστορίες έχουν μια τρομακτική δυναμική»

Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας μιλάει για τη συγγραφική του πορεία

Ηρώ Σκάρου
ΤΕΥΧΟΣ 911
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Μένιος Σακελλαρόπουλος: Τα βιβλία του «Ο αρχάγγελος των βράχων» και «Η παγίδα των χρωμάτων» (εκδ. Ψυχογιός) και η συγγραφική του πορεία

Το πρόσωπό του μου ήταν οικείο από την τηλεοπτική οθόνη. Ξεχώριζα τα ρεπορτάζ του για το ιδιαίτερο ύφος και το χιούμορ τους. Όταν ανακάλυψα ότι ο Μένιος Σακελλαρόπουλος δεν είναι μόνο αθλητικός συντάκτης αλλά και συγγραφέας, και μάλιστα με είκοσι βιβλία και δύο επανεκδόσεις, ήμουν σίγουρη ότι θα διέκρινα στα έργα του τη μεθοδολογία, την έρευνα και τη λεπτομερή καταγραφή που τον χαρακτηρίζουν ως δημοσιογράφο. Διάβασα τις ιστορίες του –κοινωνικές, σκοτεινές, κάποιες απ’ αυτές αληθινές– είδα τις εικόνες του και άκουσα τους ήρωές του. Ήρθε η στιγμή να συναντήσω και τον ίδιο.

― Ξεκινήσατε τη συγγραφική σας πορεία το 2003 με το «20 χρόνια ταξίδια με τον Παναθηναϊκό στην Ευρώπη», ένα βιβλίο όχι τόσο για το ποδόσφαιρο, αλλά περισσότερο για όσα συνέβαιναν πέρα από το χορτάρι. Ακολούθησε άλλο ένα «αθλητικό» βιβλίο με θέμα παρασκηνιακά γεγονότα των Ολυμπιακών Αγώνων κι έπειτα ήρθαν τα μυθιστορήματα. Πώς αποφασίσατε να κάνετε αυτή τη στροφή στη μυθοπλασία;
Ήταν, και είναι ακόμα, βαριά η ποδοσφαιρική γη και ο χάρτης της, με τεράστια ένταση και τοξικότητα, με συγκρούσεις και ακρότητες, με μίσος! Ήθελα λοιπόν να καθαρίσω το μυαλό και την ψυχή μου, να φύγω μακριά απ’ όλα αυτά. Γραφιάς από τα μικράτα μου, είχα την ανάγκη να πω ιστορίες με τον δικό μου τρόπο. Ιστορίες που να βασίζονται στην έρευνα, με την πλήρη απογύμνωση των ηρώων μου. Τους ακολουθούσα παντού. Και για χάρη τους μπήκα σε φυλακές, ψυχιατρεία, χειρουργεία, ανακριτικά γραφεία, οίκους τυφλών, ακόμα και μοναστήρια. Ήταν ένα στοίχημα με τον εαυτό μου. Και μια υπόσχεση. Ότι θα σεβαστώ την κάθε δεκάρα που δίνει ο αναγνώστης. Κι αυτό απαιτεί ατέλειωτο τρέξιμο. Κάθε φορά είναι σαν να ανεβαίνω ένα βουνό. Αλλά κάθε ταξίδι είναι συναρπαστικό, μοναδικό, είναι σαν να ζω επιπλέον ζωές!

― Με το όνομα που φτιάξατε στην αθλητική δημοσιογραφία, πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να εισχωρήσετε στον εκδοτικό χώρο;
Πίστεψέ με, ήταν πολύ δύσκολο. Αντιμετώπισα στην αρχή από ειρωνείες ως και εχθρικότητα. Αυτό το περίφημο… «τι δουλειά έχει η αλεπού στο παζάρι», το διάβαζα συχνά σε ανώνυμα σχόλια! Σε πολλούς ήταν αδιανόητο «ο τύπος που γράφει για πέναλτι και οφσάιντ» να γράφει και μυθιστορήματα. Πείσμωσα περισσότερο. Και θεώρησα ότι το περιεχόμενο του εκάστοτε βιβλίου ήταν αρκετό για να απαντήσει. Μάτωσα, κατέθεσα την ψυχή μου για να φτάσω ως εδώ. Και δεν σταμάτησα ποτέ, έχω την ίδια ένταση όπως στην αρχή. Κι ο όρκος προς τον αναγνώστη είναι πάντα ενεργός. 

― Μεταξύ των είκοσι ως τώρα βιβλίων σας, τρία αφορούν αληθινές ιστορίες που σας έχουν διηγηθεί. Κι αναρωτιέμαι, πόσο δύσκολο είναι για τον αφηγητή να παραμείνει αντικειμενικός, να μην εμπλακεί επιτρέποντας στο συναίσθημά του να παρέμβει;
Οι αληθινές ιστορίες είναι απείρως δυσκολότερες από τη μυθοπλασία. Τον χάρτινο ήρωα τον κάνεις ό,τι θέλεις, τον… δολοφονείς, τον εξαφανίζεις. Όμως με τους αληθινούς ήρωες ακολουθείς τη ρότα τους. Γράφοντας το «Πικρό γάλα», θυμόμουν το τρέμουλο του Φώτη, τους εφιάλτες του στα ορφανοτροφεία της Φρειδερίκης, τις σπαρακτικές περιγραφές. Στο «Κορίτσι της στάχτης» άκουγα το κλάμα και τον οδυρμό της Παρασκευούλας όταν μου περιέγραφε το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων όπως το έζησε. Στα «Δεκαέξι γράμματα», έβλεπα στις σελίδες τα πικρά δάκρυα του γιου που παράτησε τον πατέρα του να πεθάνει στο γηροκομείο. Συμπάσχεις μαζί τους αλλά δεν επεμβαίνεις στη δική τους οπτική γωνία. Θα το ξανακάνω όμως! Οι πραγματικά αληθινές ιστορίες έχουν μια τρομακτική δυναμική. 

― Ανάμεσα στους ήρωες των βιβλίων σας συναντάμε ποδοσφαιριστές, υπουργούς, δικηγόρους, φυλακισμένους, μαυροπουκαμισάδες, αρχαιοκάπηλους, ψυχικά ασθενείς, πρόσφυγες και πολλούς ακόμη ιδιαίτερους χαρακτήρες. Ποιος απ’ αυτούς σας δυσκόλεψε περισσότερο στην έρευνα και την απόδοση;
Εκείνο που έμαθα καλά από το επάγγελμά μου είναι να ερευνώ, να ανοίγω πόρτες, να εφαρμόζω το… επί τον τύπον των ήλων! Το ακολουθώ με ιερή ευλάβεια γιατί θεωρώ ότι έτσι το βιβλίο «σπαρταράει». Άλλο να περιγράφει κάποιος μια ιστορία κι άλλο να τη βλέπεις ο ίδιος, να τη βιώνεις πριν γράψεις. Όμως γονάτισα όταν μπήκα στις φυλακές ανηλίκων για να γράψω «Το σημάδι». Παιδιά, δικά μας παιδιά, ισοβίτες στα δεκαπέντε τους! Πώς να το αντέξεις; Θυμάμαι ότι μετά τις επισκέψεις αυτές στις φυλακές, μια εβδομάδα έβλεπα ντοκιμαντέρ με δελφίνια και φάλαινες για να συνέλθω. Ακόμα χειρότερα ήταν τα πράγματα στα ψυχιατρεία, βλέποντας ανθρώπους που πέρασαν στην «απέναντι όχθη». Μάτωσε η καρδιά μου! Ένιωσα και δέος, μια ανατριχίλα που με έκανε να τρέμω όταν πήρα στα χέρια μου τον περίφημο «Πορφυρό κώδικα» στο καστρομονάστηρο της Πάτμου, μια περγαμηνή του Ιουστινιανού δεκαπέντε αιώνων! Ίσως είναι η πιο μεγάλη εμπειρία της ζωής μου. 

― Για την έρευνα του τελευταίου βιβλίου «Ο αρχάγγελος των βράχων», μείνατε για ένα διάστημα στη Μυτιλήνη όπου επισκεπτόσασταν τακτικά τις δομές, γνωρίσατε πρόσφυγες και ντόπιους και ακούσατε τις ιστορίες τους. Πόσο σας άλλαξε αυτή η εμπειρία;
Ακολουθώντας τον Πάπα στην επίσκεψή του στη Μυτιλήνη και φτάνοντας ως τη Μόρια και το Καρά Τεπέ, «μια χωματερή ανθρώπινων ψυχών» στην ουσία, συγκλονίστηκα με τα όσα είδα. Βούρκωσα βλέποντας ανθρώπους που έφυγαν από τις πατρίδες τους για να σωθούν, να είναι πλέον… σκουπίδια! Αυτό ακριβώς μου είπε ο ήρωας του βιβλίου, ο Ασκάν. «Στην πατρίδα μου ήμουν γιατρός και έσωζα ζωές, εδώ είμαι απλώς ένα σκουπίδι». Είδα ανθρώπους να θέλουν να πετάξουν στη θάλασσα «αυτά τα σκουπίδια που διέλυσαν τον τόπο μας», άλλους να απλώνουν ολόψυχα χέρι βοηθείας για της γης τους κολασμένους. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι αυτό το δυνατό θέμα θέλω να είναι το εικοστό μου βιβλίο. Πήγα άλλες δύο φορές στη Μυτιλήνη, έμεινα στις δομέςψυχ των προσφύγων, συναναστράφηκα με τους ανθρώπους κι έτσι προέκυψε το βιβλίο, στο οποίο υπάρχουν κι αληθινοί ήρωες. Ήταν μια απίστευτη εμπειρία που με άλλαξε πολύ.

― Η παρουσίαση του βιβλίου, στα τέλη του περασμένου έτους, ήταν ξεχωριστή και εντυπωσιακή. Μια θεατρική παράσταση με εξαιρετικούς ηθοποιούς που ερμήνευσαν οκτώ ρόλους παρουσιάζοντας έτσι τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος. Οκτώ θεατρικοί μονόλογοι γραμμένοι από εσάς. Να υποθέσω ότι σκέφτεστε να δοκιμαστείτε και στη συγγραφή θεατρικών έργων;
Ήθελα να γιορτάσω με ξεχωριστό και διαφορετικό τρόπο αυτό το εικοστό βιβλίο, ένα ορόσημο για μένα. Κι ήταν κάτι συγκλονιστικό και θεωρώ ανεπανάληπτο ότι μια… dream team στη σκηνή του θεάτρου Άλφα –με Αιμίλιο Χειλάκη, Τάσο Νούσια, Γιάννη Στάνκογλου, Λεωνίδα Κακούρη, Γούλικα Σκαφιδά, Θάλεια Ματίκα, Νίκο Μέλλο, Ιφιγένεια Πιερίδου, συν Τάσο Ιορδανίδη και Ιφιγένεια Τζόλα– ερμήνευσαν τα κείμενα που έγραψα. Βλέποντάς τους να υποδύονται ήρωες του βιβλίου, δάκρυσα. Για μένα ήταν η ύψιστη τιμή! Ίσως και ένας ρόλος για το μέλλον. Μου άρεσε όλο αυτό το θεατρικό, με ενέπνευσε. Και ναι, μπήκε στο μυαλό μου και με τσιγκλάει…

― Στην ίδια παρουσίαση, στο θέατρο Άλφα, ο φίλος σας και συνάδελφος Βασίλης Σκουντής σας αποκάλεσε «τρελό». Δεν αντιδράσατε, οπότε υποθέτω πώς ενστερνίζεστε τον χαρακτηρισμό. Μιλήστε μου λίγο γι’ αυτήν την τρέλα. Είναι πάθος, ορμή, παρατολμία;
Μα για να μπει κανείς σε φυλακές, ψυχιατρεία, χειρουργεία και εκατοντάδες άλλα παράτολμα, για τρέλα δεν πρόκειται; Το έχω κάνει χιλιάδες φορές και στα ρεπορτάζ, από μικρό παιδί. Ήταν πάθος και ορμή, το λέω και πρωτοτυπία. Κάποτε έκανα την κηδεία μιας μπάλας, με τσάπα και φτυάρι, κανονικά, για να δείξω ότι με τα επεισόδια το ποδόσφαιρο πεθαίνει. Έπαιξε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων και έκανε πάταγο! Πιο μικρός, μπήκα σε μια κρίσιμη δίκη κεκλεισμένων των θυρών ενός ποδοσφαιριστή που είχε κατηγορηθεί για αποπλάνηση ανήλικης, λέγοντας ότι είμαι ο… ανακριτής Μαντάς. Ανακριτής είκοσι χρονών! Ήθελα να έχω το ρεπορτάζ. Και το είχα, μέχρι που με συνέλαβαν. Ποτέ δεν ήθελα ένα θέμα μου να είναι «ευθεία γραμμή», συνηθισμένο. Και το παίδευα πολύ για να είναι διαφορετικό. Μπορούσα να ξεκινήσω ένα βίντεο με… πυραύλους πάτριοτ ή με τραγούδι της Χαρούλας. Δι’ ευχών των αγίων ημών στους ναούς των μεγάλων λυγμών! Και τα γήπεδα, ναοί είναι. Η αλήθεια είναι, για να γυρίσω στην ερώτηση, ότι έχω κάνει τρομερά παράτολμα πράγματα. Αν αυτό λέγεται τρέλα, οκ. Αυτό που με έκανε ευτυχισμένο είναι ότι κατάφερα να επιβάλω το στιλ μου. Περνούσε!

― Πρόσφατα επανεκδόθηκε το βιβλίο σας «Η παγίδα των χρωμάτων». Δέκα χρόνια μετά την πρώτη του κυκλοφορία. Ποια είναι η αίσθηση όταν βλέπετε ένα δημιούργημά σας να ξεκινάει καινούργια ζωή;
Λένε ότι πεθαίνει κάτι μόνο όταν το ξεχνούν. Είχα μεγάλο βάρος μέσα μου όταν τα έντεκα βιβλία που είχα γράψει στον προηγούμενο εκδοτικό οίκο δεν υπήρχαν πουθενά. Είχαν χαθεί. Ήταν σαν πένθος για μένα γιατί ήταν παιδιά μου, είχα ματώσει γι’ αυτά, είχα δώσει ψυχή. Έτσι ένιωσα απέραντη ευτυχία όταν οι εκδόσεις Ψυχογιός άρχισαν από πέρσι να τα επανεκδίδουν. Τους ξανάδωσαν ζωή! Πέρσι ήταν ο «Πορφυρός κώδικας», πριν λίγες μέρες «Η παγίδα των χρωμάτων», ευτυχία! Κι αυτή «Η παγίδα» είναι ένα θρίλερ από τον Πειραιά ως τη Φλωρεντία του Μιχαήλ Άγγελου με ένα απίθανο φινάλε!

― Όταν ανατρέχετε στα βιβλία που έχετε γράψει στο παρελθόν, σκέφτεστε ποτέ «θα έπρεπε να το είχα γράψει διαφορετικά»;
Πριν ξεκινήσω το εκάστοτε βιβλίο, για το οποίο έχει προηγηθεί μια τεράστια έρευνα, ξέρω πώς θα κινηθώ αφού έχω στο μυαλό τα βασικά: αρχή, μέση τέλος. Σπάνια αλλάζω ρότα, εκτός αν με πάει η ίδια η ιστορία κάπου αλλού. Άρα, δεν μετανιώνω για κάτι που εκείνο τον καιρό είχα σχεδιάσει προσεκτικά. Βέβαια, με το πέρασμα των χρόνων και των βιβλίων, έρχεται κι άλλη εμπειρία, στοχασμός, αξιολόγηση. Ξέρω ότι πάντα πρέπει να μελετάω, να μαθαίνω, να βελτιώνομαι. Έχω επιλέξει τα κοινωνικά θέματα, ένα τεράστιο πεδίο που μου δίνει υπέρτατες συγκινήσεις.

― Ο Νταν Μπράουν έχει δηλώσει πως όταν το κεφάλι του αρχίζει να ξεχειλίζει από πολύπλοκες ιδέες και πλοκές, κρεμιέται ανάποδα από δέστρες αναστροφής. Ο Τρούμαν Καπότε σχυριζόταν ότι ποτέ δεν ξεκινούσε ή τελείωνε μια δουλειά Παρασκευή. Έχει ο Μένιος Σακελλαρόπουλος κάποιο ιδιαίτερο τελετουργικό στη συγγραφή;
Τα παλιότερα χρόνια ξεκινούσα να γράψω με την πρώτη βροχή του Γενάρη. Γύριζα σπίτι το βράδυ, κλεινόμουν στο γραφείο, άναβα ένα μικρό πορτατίφ, έβαζα ένα λικέρ, άκουγα ορχηστρική μουσική για μισή ώρα και ξεκινούσα το πρώτο κεφάλαιο. Πάντα νύχτα. Σύντομα έφευγα για την Ακράτα, δίχως κινητό και ίντερνετ για να είμαι απόλυτα συγκεντρωμένος και άρχιζε η… καλογερική του βιβλίου. Βαριά! Μόνος, εγώ και η πάλη με το κείμενο, ακούγοντας από κάτω έναν σκύλο κι έναν κόκορα, η μοναδική παρέα. Πλέον άφησα στην άκρη τα τελετουργικά και ξεκινάω όταν έχω συγκεντρώσει το υλικό. Αρκετά έκανα τον καλόγερο!

― Έχετε ενεργή παρουσία στα social media. Κατά πόσο θεωρείτε ότι η αμφίδρομη επικοινωνία που προσφέρουν αυτές οι πλατφόρμες βοηθούν στην αύξηση αναγνωσιμότητας λογοτεχνικών δημιουργιών;
Προφανώς τα κοινωνικά δίκτυα βοηθούν στο να μαθευτεί η δουλειά κάποιου. Κρατάω ευλαβικά το μέτρο και η συντριπτική πλειοψηφία των αναρτήσεών μου αφορά το βιβλίο. Δεν μου αρέσει ούτε ο «βομβαρδισμός» ούτε το να κουράζω τον κόσμο με συνεχείς αναρτήσεις. Για μένα τα κοινωνικά δίκτυα δεν είναι επάγγελμα. Το να μπαίνω καθημερινά και να στέλνω χαιρετίσματα παντού για να γίνω δημοφιλής, δεν με αφορά. Όπως δεν με αφορά το κυνήγι των likes. Ναι, έχει αλλάξει η εποχή, αλλά δεν μπορεί ο συγγραφέας να γίνεται έρμαιο της εικόνας του κατά βάση και όχι του βιβλίου του. Βεβαίως ο καθένας πράττει κατά το δοκούν, αναφαίρετο δικαίωμα. Ανατρίχιασα πάντως διαβάζοντας ότι αρκετοί ηθοποιοί προσλαμβάνονται ανάλογα με το πλήθος των ακολούθων τους. Να γίνεται δηλαδή και με τα βιβλία των συγγραφέων; Μπορεί!

© Studio Kominis