Βιβλιο

Πέτερ Χάντκε: Όταν το παιδί ήταν παιδί

Ανατρέχοντας στις λέξεις και τις σκέψεις του αυστριακού λογοτέχνη

giorgos-florakis.jpg
Γιώργος Φλωράκης
ΤΕΥΧΟΣ 902
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Peter Handke
© EPA/ANTONIO COTRIM

Πέτερ Χάντκε: άπαντα τα ποιήματα - Το βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν με το έργο του βραβευμένου με Νόμπελ λογοτέχνη

Κάποτε έβριζε το κοινό κι αμέσως μετά άρχισε να σκάβει βαθιά. Με τα πεζά, τα θεατρικά, τα σενάρια και τα ποιήματα άλλαξε τον δικό του, αλλά και τον δικό μας, κόσμο

Όσοι από εμάς ξεκίνησαν να παρακολουθούν τα «Φτερά του έρωτα» του Wim Wenders, δέχτηκαν σαν γροθιά στο στομάχι «Το τραγούδι του παιδιού», το ποίημα του Πέτερ Χάντκε, που ξεκινούσε «Όταν το παιδί, ήταν παιδί, περπατούσε με τα χέρια ανοιχτά, ήθελε το ρυάκι να ’ναι ποτάμι, το ποτάμι χείμαρρος και η λίμνη θάλασσα. Όταν το παιδί, ήταν παιδί, δεν ήξερε ότι ήταν παιδί, κι ότι όλα είναι ζωή, κι η ζωή είναι μία».

Πριν από μερικές ημέρες κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Βακχικόν (μετ. Ιωάννα Διαμαντοπούλου-Νότντουρφτ) ένας τόμος που περιλαμβάνει «Άπαντα τα ποιήματα» του γεννημένου στην Αυστρία και τιμημένου με το βραβείο Νόμπελ το 2019 λογοτέχνη. Φυσικά, «Το τραγούδι του παιδιού» δεν περιλαμβάνεται, καθώς δεν θεωρείται ποίημα αλλά απόσπασμα σεναρίου.

Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ειδικό στο θέατρο και τον κινηματογράφο, κι έτσι μπορώ παρά να πω ελάχιστα για το έργο του Χάντκε στις συγκεκριμένες τέχνες. Εκείνο που μπορώ με βεβαιότητα να πω είναι ότι η πρώτη έκδοση της «Αγωνίας του τερματοφύλακα τη στιγμή του πέναλτι» (μετ. Αλέξανδρος Ίσαρης, εκδόσεις Εκκρεμές, 1983) διαμόρφωσε σε πολύ μεγάλο βαθμό την οπτική μου για τη λογοτεχνία. Η ανάγνωση αυτού του βιβλίου ήρθε για μένα ελάχιστους μήνες μετά την ανάγνωση του «Ξένου» του Αλμπέρ Καμύ και οι αναλογίες ήταν πολλές: Έχουμε δύο χαρακτήρες που βρίσκονται σε υπαρξιακή κρίση. Ο Μερσώ του Καμύ έχει μόλις χάσει τη μητέρα του και ο Γιόζεφ Μπλοχ του Χάντκε τη δουλειά του. Ή τουλάχιστον έτσι νόμισε. Και οι δύο χαρακτήρες κάνουν από έναν εντελώς αδικαιολόγητο φόνο. Κι αν ο Μερσώ βρίσκεται κατευθείαν στη φυλακή, ο Μπλοχ προσπαθεί να ξεφύγει. Ο Χάντκε δεν στήνει ένα αστυνομικό. Άλλωστε, δεν ταιριάζει ιδιαίτερα στο είδος ένα βιβλίο που περιλαμβάνει έναν φόνο με γνωστό από την αρχή τον δράστη και άγνωστο αν τελικά αυτός συλλαμβάνεται. Ο Χάντκε θέλει να δημιουργήσει το πορτρέτο ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε κρίση. Το ίδιο ακριβώς κάνει και σε πολλά ακόμη βιβλία του: στην «Ώρα της αληθινής αίσθησης», ας πούμε, που και πάλι υπάρχει ένας φόνος (μέσα σε όνειρο), στο «Μεγάλο γράμμα για έναν μεγάλο αποχαιρετισμό» που υπάρχει ένας χωρισμός, στον «Κινέζο του πόνου» που ο Αντρέας Λόζερ κάνει έναν ακόμη φόνο ξεπερνώντας κάθε «κατώφλι», όπως το ορίζει ο Χάντκε.

Ανοίγοντας τον «Κινέζο του πόνου» (μετ. Ιάκωβος Κοπερτί, Άγρωστις 1989) η πρώτη φράση που αντικρύζεις είναι: «Κλείσε τα μάτια κι απ’ το μαύρο των γραμμάτων θα σχηματιστούν τα φώτα της πόλης». Διαβάζοντας Χάντκε, εκείνα τα πρώτα ή και τα μεταγενέστερα κείμενά του, πολύ συχνά κλείνω τα μάτια. Και, πραγματικά, κάθε φορά απ’ το μαύρο των γραμμάτων σχηματίζονται τα φώτα της πόλης.

Είχα μια πρώτη βασική εικόνα για τα ποιήματα της πρώτης εποχής του Χάντκε, κείμενα ενός εικοσιπεντάρη συγγραφέα που ευκαιριακά και μόνο εκφραζόταν με την ποίηση. Όμως το κείμενο που έχει τον πιο βαρύνοντα ρόλο στον τόμο που εξέδωσε το Βακχικόν είναι το «Ποίημα για τη διάρκεια», γραμμένο το 1986 από έναν 44άρη λογοτέχνη που έχει ενεργοποιήσει με τον βαθύτερο τρόπο –λόγω και της μοναχικής παιδικής ηλικίας– τον εσωτερικό του μονόλογο. «Με τη στήριξη της Διάρκειας, Κουβαλάω όλα αυτά τα πλάσματα μιας μέρας, προγόνων και απογόνων στους ώμους μου» γράφει. Και προς το τέλος: «Διάρκεια είναι η περίπτωση, που στο παιδί, που δεν είναι πια παιδί –ίσως είναι πλέον γέρο– τα μάτια του παιδιού ξαναβρίσκω». Και με τις λέξεις αυτές, επιστρέφω εκεί απ’ όπου ξεκίνησα. Στο «Τραγούδι του παιδιού», ίσως του πιο προσωπικού κειμένου που εξέδωσε ποτέ ο Χάντκε: «Όταν το παιδί ήταν παιδί, τα μούρα βάραιναν στη χούφτα του μόνο σαν μούρα και το ίδιο είναι και τώρα· η γλώσσα του γινότανε στυφή απ’ τα χλωρά καρύδια όπως και τώρα, σε καθεμιά βουνοκορφή ένιωθε μια λαχτάρα για μια ακόμα πιο ψηλή, σε κάθε πόλη λαχταρούσε μια ακόμα πιο μεγάλη και το ίδιο είναι και τώρα. Σκαρφάλωνε να φτάσει τα κεράσια της ψηλότερης κορφής με μια τρελή χαρά και το ίδιο παραμένει και τώρα· είχε για τους αγνώστους την ίδια ντροπή που νιώθει και τώρα· περίμενε το πρώτο χιόνι, όπως το περιμένει και τώρα. Όταν το παιδί ήταν παιδί, σημάδεψε το δέντρο μ’ ένα ξύλο μακρύ, που εκεί πάλλεται ακόμα και τώρα».

Έργο μεικτής τεχνικής του Γιώργου Φλωράκη για τη στήλη του Σημειώσεις Ενός Μονομανούς
Έργο μεικτής τεχνικής του Γιώργου Φλωράκη για τη στήλη του Σημειώσεις Ενός Μονομανούς

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ