Βιβλιο

Ραντεβού με το αναπάντεχο

Για τη συλλογή ιστοριών του Stephen King, «Μόνο αν μυρίζει αίμα» (Εκδόσεις Κλειδάριθμος)

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Για τη συλλογή ιστοριών του Stephen King, «Μόνο αν μυρίζει αίμα» (Εκδόσεις Κλειδάριθμος)

Το comfort reading στα καλύτερά του: Stephen King, «Μόνο αν μυρίζει αίμα»

Είμαι Πιστός Αναγνώστης του Βασιλιά μια ζωή τώρα, και σαν τέτοιος έχω ζήσει μια καλή ζωή. Και βέβαια,μια ζωή όλο εκπλήξεις. Αυτό δεν είναι κάτι που μπορείς να το καταλάβεις αν δεν είσαι κι εσύ Πιστός Αναγνώστης, ή αν είσαι πιστός αναγνώστης κάποιου άλλου δασκάλου. Δεν γίνεται, άλλωστε,καθώς δεν υπάρχει άλλος τέτοιος. Ούτε στο genre, ούτε στη «λογοτεχνική μυθοπλασία», ούτε γενικώς στην πεζογραφία που στηρίζεται στην πλοκή (και όχι στους χαρακτήρες, ή σε μια κάποια ατμόσφαιρα, ή «στη γλώσσα», ή σε οποιονδήποτε μεταμοντερνισμό, ή σε κάτι τάχα μεταφυσικό), ούτε πουθενά.

Η ζωή ενός Πιστού Αναγνώστη του Στίβεν Κινγκ είναι μία ζωή εκπλήξεων, και χαράς. Και εδώ ακριβώς είναι που κρίνεται η λογοτεχνία: η λογοτεχνία μάς δόθηκε από τον καλόντε και κεφάτο Θεούλη για να περνάμε καλά και για να υποφέρουμε λιγότερο σ’ αυτή τη γη, για να αντέχουμε και για να παίρνουμε δυνάμεις·η λογοτεχνία είναι παραμυθία και απαντοχή, και όχι, πέστε,οδός για να γίνουμε «καλύτεροι άνθρωποι» ή για ν’ αλλάξουμε κανέναν κόσμο. Τα βιβλία είναι παρέα, δηλαδή παρηγοριά.

Και, για εμάς τους Πιστούς Αναγνώστες, το είπαμε: είναι και όλο εκπλήξεις.

* * *

Προχθές ξεσκόνιζα την αποκλειστική Βιβλιοθήκη Κινγκ που έχουμε στην κρεβατοκάμαρα, μακριά από τα άλλα βιβλία και όσο πιο κοντά γίνεται στον ονειρικό εαυτό μας, και λίγο τα ανακάτεψα βγάζοντάς τα από τα ράφια, καθώς σε ένα από αυτά παραήταν σφιχτά βαλμένα και ζορίζονταν — και, όταν τράβηξα ένα τους έξω, το γύρισα στα χέρια μου, το ξεφύλλισα λιγάκι και, με ένα drumrollκαρδιοχτύπι, συνειδητοποίησα ότι ΔΕΝ ΤΟ ΕΙΧΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙ.

Ήταν σοκαριστικό, καθώς (πίστευα ότι) έχω διαβάσει όλο το έργο του Βασιλιά, και πολλά βιβλία του —προφανώς— πολλές φορές. Αλλιώς, τα είπαμε, πώς να αντέξεις όλο αυτό το κακό, και το κρύο; Όμως νά που δεν είχα διαβάσει αυτό εδώ. Πώς; Δεν έχω ιδέα. Από λάθος προφανώς, ή ίσως επειδή η έκδοσή του έπεσε πάνω στο πικ της πανδημίας — δεν ξέρω. Αλλά νά που, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, βρέθηκα με ένα «νέο» βιβλίο του Κινγκ στα χέρια μου, με ένα αδιάβαστο, wow, τι τύχη. Είναι όπως όταν βρίσκεις ένα ξεχασμένο εικοσάευρο στην τσέπη ενός παλιού πανωφοριού. Το βιβλίο ήταν το «Μόνο αν μυρίζει αίμα» (μεγαλειώδης μετάφραση από την Έφη Τσιρώνη, Κλειδάριθμος 2020).

Τώρα, το «Μόνο αν μυρίζει αίμα» δεν είναι μυθιστόρημα, είναι μία συλλογή από τέσσερις μεγάλες ιστορίες: ας τις πούμε νουβέλες (αν και καναδυό είναι νουβελέτες).

Για τη συλλογή ιστοριών του StephenKing, «Μόνο αν μυρίζει αίμα» (Εκδόσεις Κλειδάριθμος)

[ΜΙΑ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Για να μην μπερδευόμαστε με μεγάλες και πιο εξειδικευμένες κατηγοριοποιήσεις, και καθώς σε χώρες όπως, ας πούμε, η Ελλάδα οι κατηγορίες είναι όλες κι όλες τρεις, μιας και στα μέρη μας δεν θελήσαμε να υπάρχει η «νουβελέτα»/«νοβελέτα», το είδος που βρίσκεται ανάμεσα στο διήγημα και στη νουβέλα, αλλά ούτε καν η ίδια η… νουβέλα, όπως άλλωστε δεν υπάρχει ούτε καιτο «μικρό μυθιστόρημα», ενώ κανείς δεν μιλά για short-short stories, για κείμενα δηλαδή λίγων εκατοντάδων λέξεων: τα λέμε όλα διηγήματα και ξεμπερδεύουμε — εν πάση περιπτώσει, λοιπόν, ας θυμόμαστε τα εξής: Από ~1.000 έως ~15.000 λέξεις: διήγημα. Από ~15.000 έως ~50.000 λέξεις: νουβέλα. Από ~50.000 και πάνω: μυθιστόρημα. Το διήγημα είναι ό,τι η φωτογραφία για τις οπτικές τέχνες, και το μυθιστόρημα ό,τι τα μεγάλου μήκους φιλμ. Η νουβελέτα κάτι σαν τις μικρού προς μεσαίου μήκους ταινίες. Οπότε ας φανταστούμε τη νουβέλα σαν μία τηλεταινία: είναι μικρότερη από το μυθιστόρημα σαν προοπτική, σαν σύνθεση, σαν ποσότητα χαρακτήρων. Ακόμη και σαν μπάτζετ: γράφεται πολύ πιο γρήγορα από ένα μυθιστόρημα, οπότε απαιτεί πολύ λιγότερους από τους πόρους σου. Σε αντίθεση με το μυθιστόρημα, που είναι ένα μεγάλο υφαντό, η νουβέλα είναι στην ουσία ένα εκτενές διήγημα που, αν ήθελε, θα μπορούσε να συμπεριλάβει και άλλους ήρωες, να συνθέσει μεταξύ τους τις ζωές και τις τύχες τους και να μεγαλώσει πολύ: κάτι που δεν μπορεί, ούτε θέλει, ούτε πρέπει, να κάνει το διήγημα].

Σε κάθε περίπτωση: έκανα μάγια να ’ρθει γρήγορα το απόγευμα, πήρα γατιά-σκυλιά γύρω μου, έβαλα καφέ, γέμισα τη σύριγγα ατμίσματος (στην οποία, αλί μου, κατέπεσα εδώ και δυόμισι χρόνια) και στρώθηκα στο διάβασμα. Και, ξαφνικά, όλα ήταν καλύτερα. Ψέματα: όλα ήταν ΚΑΛΑ. Ο Κινγκ είναι το όπιο του αναγνώστη.

* * *

Ο Κινγκ είναι ο καλύτερος συγγραφέας στον κόσμο. Μπορεί να έχουν γραφτεί καλύτερα βιβλία από τα δικά του. Καμία αντίρρηση. Για την ακρίβεια, έχουν γραφτεί ΠΟΛΛΑ καλύτερα βιβλία από τα δικά του. (Αν και όχι genre βιβλία: καλύτερα βιβλία του είδους —των ΕΙΔΩΝ— που γράφει ο Βασιλιάς γράφτηκαν μια χούφτα, αναλογικά μιλώντας). Αλλά αυτά είναι καλά ΒΙΒΛΙΑ. Ο Κινγκ είναι ο καλύτερος συγγραφέας όλων ΣΥΝΟΛΙΚΑ. Χρόνος + ποσότητα + ποιότητα + διάρκεια + ποικιλία = δεν μπορεί να ξαναγεννηθεί άλλος τέτοιος, πώς να το κάνουμε τώρα, δεν γίνονται κάθε μέρα αυτά τα πράγματα.

Κι εδώ, στη σχετικώς μικρή φόρμα, δεν έχει όμοιό του. Στη σχετικώς μικρή φόρμα, ξεπερνάει ακόμη και τον εαυτό του.

Προσοχή: δεν εννοώ πως δεν αγαπώ τα μεγάλα του βιβλία, τα τούβλα. Τα λατρεύω. Με τη διαφορά πως, όλοι εμείς οι μιας κάποιας Πιστοί Αναγνώστες, νιώθουμε εδώ και κάμποσα χρόνια ότι δύσκολα πλέον θα συγκινηθούμε σε Αποκαλυπτικό βαθμό από ένα καινούργιο του πολυσέλιδο μυθιστόρημα. Βασικά, δεν το θέλουμε καν. Θέλουμε να μείνουμε με τα παλιά του μεγάλα βιβλία στο μυαλό, γιατί το έχουμε ανάγκη. Και είναι και κάτι ακόμη: δεν φταίει αυτός αν δεν μας αρέσουν πια τα μεγάλα βιβλία του όσο μάς άρεσαν όταν ήμασταν φρέσκοι στα πράγματα. Καμία σχέση.Φταίμε εμείς που μεγαλώσαμε, και φταίει ο χαιρέκακος κόσμος που μας τραβάει από το μανίκι του πουκαμίσου, με λύσσα. Τα ογκώδη βιβλία του Κινγκ είναι για τους καινούργιους εφήβους. Οι τυχεροί και οι ευλογημένοι ανάμεσά τους θα τα ανακαλύψουν αργά ή γρήγορα. Και θα αλλάξει η ζωή τους. Κι εμείς απλώς θα τα ξαναδιαβάζουμε όποτε τα πράγματα γύρω μας ζορίζουν πιο πολύ από το κανονικό.

* * *

Στο προκείμενο τώρα. Έχουμε τέσσερις ιστορίες εδώ, τη μία καλύτερη από την άλλη. Οι τίτλοι τους:«Το τηλέφωνο του κυρίου Χάριγκαν»,«Η ζωή του Τσακ»,«Αρουραίος», «Μόνο αν μυρίζει αίμα».

Στην πρώτη ο Βασιλιάς μιλά (ξανά) για τη φιλία ενός εφήβου και ενός ηλικιωμένου άντρα. Είναι ο εαυτός του, πάντα, αυτός ο έφηβος, και —δεν γίνεται αλλιώς— είναι και ο δικός μας εαυτός: είμαστε εμείς. Η ιστορία περιλαμβάνει ένα iPhone, ένα από τα πρώτα που κυκλοφόρησαν, έναν νεκρό που δέχεται κλήσεις μέσα στον τάφο του, και μερικές παραγγελίες φόνων και εκδίκησης. Αριστούργημα.

Η δεύτερη μιλά για το τέλος του κόσμου, είναι γραμμένη ανάστροφα, από το τέλος στην αρχή, και έχει μία σκηνή χορού στον δρόμο που απλώς θα κάνει τα μάτια σου να τρέχουνε ποτάμι όπως τη διαβάζεις. Μπορεί να πεθαίνει, να σβήνει, όλο το σύμπαν, αλλά εντάξει, αυτό δεν σε νοιάζει — εκεί που θα κλάψεις είναι όταν θα κάνει moonwalkο πρωταγωνιστής, ο 39 ετών λογιστής Τσακ, χορεύοντας με εκείνο το κορίτσι. Ονειρικό.

Η τρίτη (στην πραγματικότητα είναι αυτή που κλείνει το βιβλίο, αλλά ας μας επιτραπεί να τη βάλουμε εδώ εμείς) είναι ό,τι καλύτερο έχουμε διαβάσει εδώ και πολύ καιρό σχετικά με το γράψιμο, ένα μάθημα δημιουργικής γραφής υψηλού επιπέδου, και μαζί μια ιστορία που, στ’ αλήθεια, δεν υπάρχει άλλος στον κόσμο που να του καρφωθεί στο μυαλό και να τη γράψει. Δεν γίνεται να γίνεται. Δέκα στα δέκα, εύκολα.

Η τελευταία ιστορία (είναι και η μεγαλύτερη της συλλογής) είναι ένα δώρο του Βασιλιά σε όσους από εμάς αγάπησαν με πάθος τη Χόλι Γκίμπνι. Ναι, τη γνωστή μας Χόλι Γκίμπνι από τον «Κύριο Μερσέντες» και την τριλογία του Μπιλ Χότζες, την ιδιόρρυθμη ερευνήτρια που ήρθε από το πουθενά, σε μια φαινομενικά κορεσμένη αγορά —αυτήν της αστυνομικής λογοτεχνίας—, για να προσθέσει έναν σπουδαίο χαρακτήρα στο πάνθεον των ιδιωτικών ντετέκτιβ. Τι να λέμε τώρα…

* * *

Ήρωες που μοιάζουν έτοιμοι να ξεπηδήσουν από τις σελίδες του βιβλίου και ν’ αρχίσουν να ψαχουλεύουν τη βιβλιοθήκη σου, αισθήματα δυνατά και ειλικρινή, πρόζα που κυλά σαν σπαρταριστό νερό γεμάτο τρελούς σολομούς που κολυμπάνε ανάποδα, μαίανδροι που κρύβουν παγίδες, και πολλή νοσταλγία, και πολλή αγάπη, και πολλή κατανόηση, και ένα διαρκές κλείσιμο ματιού: το comfort reading στα καλύτερά του.

Τα βιβλία του Stephen King κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος.

ΥΓ1. Εκεί που διάβαζα κατασυγκινημένος, έπεσα πάνω σ’ αυτό: «Μερικές φορές η μαγεία υπάρχει. Όχι σε ποσότητες, λίγη όμως υπάρχει. Είναι όπως όταν βρίσκεις ένα ξεχασμένο εικοσαδόλαρο στην τσέπη ενός παλιού πανωφοριού». Άσε μας.

ΥΓ2. Κι εκεί που έγραφα αυτό το σημείωμα, διάβασα κι αυτό. Να ’σαι καλά, mister Steve.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ