Βιβλιο

Η Λίνα Στεφάνου, η ποίηση και το Nomas

Συναντηθήκαμε για να μάθουμε για το βιβλίο ποίησης με το υπέροχο εξώφυλλο και το συλλεκτικό Nomas που μας ταξιδεύει στην Ανάφη μέσα από τα σχέδια του Δημήτρη Παπαϊωάννου

Ιωάννα Γκομούζα
ΤΕΥΧΟΣ 832
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Λίνα Στεφάνου μιλά στην ATHENS VOICE για την ποίηση, το νέο της βιβλίο «Κρακ / Τα δάκρυα της πόλης» και το περιοδικό Nomas

Έχει πάντα δίπλα στο κρεβάτι της «για ώρα ανάγκης» την Οδύσσεια και την Ιλιάδα του Ομήρου, ποιήματα του Σεφέρη και του, επίσης Νομπελίστα, Τούμας Τράνστρεμερ, της Έμιλυ Ντίκινσον και της Μάτσης Χατζηλαζάρου. Στη δική μας συνάντηση, βέβαια, εκείνο το απόγευμα στον αγαπημένο της κήπο του Βυζαντινού Μουσείου φθάσαμε και οι δυο κρατώντας τα δικά της «παιδιά»: το τελευταίο διπλό τεύχος του περιοδικού Nomas που μας ταξιδεύει στην Ανάφη μέσα από τα σχέδια του καταξιωμένου χορογράφου Δημήτρη Παπαϊωάννου και στην Αρχαία Ολυμπία και, φυσικά, τις δύο νέες ποιητικές συλλογές της που κυκλοφόρησαν πρόσφατα σε έναν τόμο με την προσεγμένη αισθητική που χαρακτηρίζει τις ομώνυμες εκδόσεις.

Ντυμένο με τη θαμπή εικόνα ενός πουλιού πάνω σ’ ένα γυμνό κλαδί (μια φωτογραφία της Αναστασίας Βουτυροπούλου), το κάλυμμα του εξωφύλλου κρύβει τον τίτλο. Αν αποφασίσεις να το αποκαλύψεις, «Κρακ», μια, πολλές ρωγμές και «Τα δάκρυα της πόλης» έρχονται να σε συναντήσουν σαν ψίθυροι για τα χρόνια που περνούν και τις ζωές που χαράξαμε βάσει προδιαγραφών, για τη μοναξιά και πάρτι βεγγαλικά, για το αργό δηλητήριο στις φλέβες που είναι ο έρωτας, για τον πόνο της γης. Στίχοι με λόγο άμεσο και απλό, με τρυφερότητα και μια λεπτή ειρωνεία, γέννα νυχτερινή χαραγμένη μέσα σε καπνούς τσιγάρων και άσεμνα μπλουζ στο αγαπημένο της μπαρ, αλλά και όπου αλλού, όποια στιγμή έρθει (και απαράβατα δεν το χάνει) το ραντεβού με τις λέξεις.

Δημοσιογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά, στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο από το 1980, η Λίνα Στεφάνου κυκλοφόρησε το μοναδικό της μυθιστόρημα, με τίτλο «Τσάρλυ», το 2002, ενώ το 2007 άρχισε να εκθέτει και την ποιητική της φλέβα. Πώς συστήνεται η ίδια; «Όταν πια με ρωτάνε λέω γράφω γιατί έχω διασχίσει τη ζωή μου γράφοντας. Δεν μου αρέσει να δηλώνω δημοσιογράφος, παλιά από σεβασμό, τώρα από ντροπή», μου λέει. Η σχέση της πάντως με την συγγραφή σε κάθε μορφή ήταν «προμελετημένο έγκλημα» και από νωρίς, παραδέχεται γελώντας. «Είχα πει πώς για να ζήσεις θα γίνεις δημοσιογράφος (η έμπνευσή μου ήταν ο Χεμινγουέι, βέβαια), αλλά θα γράψεις μετά τα τριάντα γιατί μέχρι τότε, εκτός αν είσαι η Φρανσουάζ Σαγκάν, δεν θα έχεις να πεις κάτι. Κάποια στιγμή, στα 26-27 μου χρόνια, πριν εκδώσω οτιδήποτε, αμφισβήτησα τον εαυτό μου και σταμάτησα να γράφω, εκτός από την εφημερίδα. Ούτε ημερολόγια ούτε άλλες απόπειρες. Ήταν τα πιο δυστυχισμένα χρόνια της ζωής μου».

Η ποιήτρια και συνδιευθύντρια του περιοδικού Nomas, Λίνα Στεφάνου © Γιάννης Μπουρνιάς

Πού σε συνάντησε η ποίηση;
Πάντα ήθελα να γίνω συγγραφέας. Στην ποίηση μπήκα από έλλειψη χρόνου. Όταν πήγα στην Πόπη Γκανά των εκδόσεων Μελάνι (που έχουν κυκλοφορήσει όλες τις προηγούμενες συλλογές μου), της είπα «σας έφερα κάτι μικρά». Δεν τολμούσα να τα χαρακτηρίσω ποιήματα, από το δέος που ένιωθα για τους ποιητές. Με γοητεύει η ποίηση σα φόρμα. Πλέον δεν ξέρω αν θα μπορούσα να γράφω μυθιστόρημα. Η ποίηση μπήκε στη ζωή μου εξαιτίας ενός άνδρα. Όχι στο σχολείο, όπου μας μαθαίνουν να τη μισούμε. Ήμουν 19 χρονών και εκείνος είχε έρωτα μεγάλο με τον Καβάφη. Έτσι ξεκίνησα να ανακαλύπτω τους ποιητές, αρχικά τους Έλληνες, μετά και τους ξένους. Καβάφης, Σεφέρης, Ελύτης. Ο Σεφέρης και ο Ελύτης είναι σαν το κόκκινο και το λευκό κρασί. Έχω μεγάλη αγάπη και για τα δύο, τα πίνω όμως σε διαφορετικές περιπτώσεις. Μου αρέσουν πολύ και ο Σαχτούρης, η Χατζηλαζάρου, η Τσβετάγεβα.

Διακρίνεις επιρροές στη δουλειά σου και πού τις εντοπίζεις;
Από όλους αυτούς. Και από τον Γκέοργκ Τρακλ. Με έχουν βοηθήσει να ελευθερωθώ, έχω δανειστεί κατά καιρούς ρυθμούς τους. Οι προηγούμενοι από μας ποιητές είναι οι πέτρες που πατάμε για να φθάσουμε εδώ πέρα σε αυτό το χείμαρρο που είναι η ποίηση, είναι τα σταθερά σημεία τα οποία μας συνδέουν και με το παρελθόν.

«Τι είναι ποίημα αν όχι μια ξαφνική αντίληψη στιγμής; Απόλυτη διαύγεια στο βλέμμα που ανάγει σε θεϊκό ό,τι κείται μες στη λάσπη», διαβάζω στη νέα σου συλλογή. Γι’ αυτό γράφεις; Για να ανυψώσεις το μικρό, το καθημερινό; Για να διαβάσεις, ίσως, με πιο καθαρό βλέμμα το βίωμα;
Ο Μπέι Ντάο – ο Κινέζος ποιητής τον οποίο γνωρίσαμε χάρη στον Ντίνο Σιώτη – έχει πει ότι η ελευθερία, αλλά και η ποίηση, δεν είναι παρά η απόσταση ανάμεσα στον κυνηγό και τον κυνηγημένο. Συμφωνώ, είσαι πότε το ένα και πότε το άλλο. Πρέπει κιόλας να έχεις απόσταση από κάποια πράγματα για να μπορέσεις να γράψεις. Για μένα η ποίηση μπορεί να είναι μόνο βιωματική, κάτι που μερικοί στην Ελλάδα δεν θεωρούν καλό. Όμως, οι περισσότεροι ποιητές που θαυμάζω βιωματική ποίηση γράφουν.

Nomas, το τελευταίο διπλό τεύχος του περιοδικού

«Η αγάπη σε θέλει γυμνό. / Ως το κόκαλο», γράφεις. Η ποίηση; 
Επίσης, δεν μπορείς να είσαι ανειλικρινής όταν γράφεις, θα εξαφανίσει το ποίημά σου ο χρόνος, όπως και αν κρυφτείς μέσα στις λέξεις. Μιλώ για την αλήθεια που δίνεις εσύ στον άλλο. Καλή ποίηση είναι ο στίχος που σε αγγίζει βαθιά, τον κουβαλάς στις αποσκευές σου και δεν σ’ αφήνει.

Τι είναι η ποίηση και πού τη βρίσκεις στην καθημερινότητά σου;
Τα πάντα μπορούν να είναι ποίηση. Το λουλούδι που κουνά ο αέρας, ο τρόπος που κρατά μια μητέρα το παιδί από το χέρι, το δάκρυ μιας φίλης, τα χέρια κάποιου που παρατηρείς. Οτιδήποτε συμβαίνει μπορεί λειτουργήσει ως έμπνευση, ακόμα κι αν περάσουν χρόνια για να αποτυπωθεί. Υπάρχει σκηνή που έχω ζήσει, κάποια γενέθλια σε ένα δάσος, που μου πήρε είκοσι χρόνια για να την εκφράσω σε ένα ποίημα. Η ποίηση είναι ο τρόπος να σχετίζομαι με την πραγματικότητα και να θεραπεύομαι από αυτήν.

Η έκθεση σε φόβισε ή μήπως είναι λυτρωτική;
Όταν δημοσιεύεις χρόνια με το όνομά σου μαθαίνεις και να εκτίθεσαι. Εκείνο που μου έμαθε η δημοσιογραφία είναι πως ο μόνος τρόπος να τη βγάλεις καθαρή είναι να λες πάντα την αλήθεια. Κι αυτό έχει απόλυτη εφαρμογή και στην ποίηση. Φοβάμαι περισσότερο την έκθεση όταν δίνω μία συνέντευξη παρά όταν δημοσιεύεται ένα ποίημά μου. Στο ποίημα υπερισχύει η αλήθεια μου. Στη συνέντευξη υπερισχύει η αλήθεια του δημοσιογράφου. Αυτό κάποιες φορές είναι καλό και κάποιες όχι. Εξαρτάται από τον δημοσιογράφο.

Έχεις ανάγκη την ποίηση; Την έχουμε ανάγκη;
Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτή. Έχω πολύ μεγάλη ανάγκη και να γράφω και να τη διαβάζω γιατί η ποίηση τρέφεται με ποίηση. Η τέχνη γενικότερα μπορεί να σε παρηγορήσει, να σε ξεκουράσει, να σε ωθήσει να βγεις από το σπίτι σου και να κάνεις κάτι που δεν είχες φανταστεί ποτέ. Ξέρουμε το χειρότερο για το οποίο είμαστε ικανοί, το βλέπουμε κάθε μέρα. Η τέχνη μας θυμίζει και το καλύτερο και έχουμε ανάγκη αυτή την ελπίδα.

Πώς βλέπεις την ποίηση στην Ελλάδα;
Σε πολύ καλό δρόμο, φαντάσου να είχαμε και σωστή παιδεία. Όλοι γράφουν βέβαια, και ελάχιστοι διαβάζουν. Αλλά αυτή τη στιγμή μέσα από το Ίντερνετ οι στίχοι σου φθάνουν πιο εύκολα στον κόσμο, έτσι καλλιεργείται ένα νέο κοινό. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ταχύτητα της εποχής ευνοούν τη μικρή φόρμα. Και φυσικά βλέπεις και πάρα πολλά σκουπίδια που θα τα καθαρίσει, όμως, ο χρόνος. Πάντως στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια ανακαλύψαμε νέους ποιητές μέσα από λέσχες ανάγνωσης, μικρά βιβλιοπωλεία και εκδοτικούς που κάνουν καλή δουλειά.

Περιοδικό Nomas - Ανάφη, σχέδιο του Δημήτρη Παπαϊωάννου

Από τι υλικά και συναντήσεις είναι φτιαγμένα το Κρακ και Τα δάκρυα της πόλης, οι νέες σου συλλογές;
Ήθελα στο Κρακ να ασχοληθώ με την αγάπη και τις σχέσεις και στα Δάκρυα με τις πολλές και αντιφατικές εικόνες που εισέπραττα από το κέντρο της Αθήνας τις σπάνιες φορές που κατεβαίνω – το σπίτι και η δουλειά μου είναι στα βόρεια, αλλά μου αρέσει πάρα πολύ η Αθήνα τη νύχτα, όπως στα τρωκτικά και τις γάτες… Μην ξεχνάς ότι το βιβλίο αυτό γράφτηκε ενώ είχαμε ήδη περάσει μία οικονομική κρίση και, πάνω που αρχίζαμε να βγαίνουμε από την κατάθλιψη που μας είχε προκαλέσει, ήρθε ο εγκλεισμός λόγω κορωνοϊού. Βέβαια, οι συλλογές αυτές δεν έμειναν στις αρχικές προθέσεις, εμπλουτίστηκαν με πολλά άλλα, η ζωή σε πάει όπου θέλει εκείνη.

«Κουβαλάμε τους τόπους μας / Αλυσίδα δεμένη σε πέτρα βαριά/ Μνήμη συμφορά / Καπίστρι θηλιά / και ζώου υποταγή». Πόσο μας καθορίζει η μνήμη, τα πρέπει, οι «προδιαγραφές»;
Όσο τους επιτρέπουμε. Χρειάζεται πολύ δουλειά για να ξεχωρίσεις τι είναι δικό σου και τι των άλλων. Υπάρχει δικό σου; Κάποια στιγμή αποδέχεσαι ότι δεν υπάρχει γιατί κουβαλάμε και όλο το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον μας. Είμαστε το άθροισμα των επιλογών μας. Αν όλα αυτά τα ψάξεις και τα αναλύσεις, εξελίσσεσαι και προχωράς. Αν δεν το κάνεις, είναι μια βαριά αλυσίδα που σε κρατά πάντα στο ίδιο σημείο. Το ίδιο ισχύει και για τις χώρες. Η Ελλάδα είναι δέσμια του παρελθόντος  της. Στα σχολεία η Ιστορία σταματάει στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον εμφύλιο δεν τολμάμε ακόμα να τον αγγίξουμε σαν θέμα. Δεν εξελίσσεσαι όμως έτσι σαν έθνος.

«Το μέλλον βυθίζεται αναπόφευκτα στο παρελθόν μηρυκάζοντας αλήθειες και ψέματα. Ένα σπίτι καταρρέει στις λεπτομέρειές του», διαβάζω σε έναν άλλο στίχο. Νιώθεις έτσι και για την εποχή και τον κόσμο μας;
Παρατηρώ τελευταία ότι ξεφυτρώνουν παντού κλινικές, φαρμακεία, διαγνωστικά κέντρα, δομές για άρρωστους ανθρώπους. Τα περισσότερα δέντρα στην πόλη έχουν σημάδια ασθενειών. Είναι λεπτομέρειες ενός κόσμου που αρχίζει να καταρρέει. Εάν είμαι αισιόδοξη για το μέλλον; Εξαρτάται από τη μέρα. Συνήθως λέω ότι αφού τα καταφέραμε μέχρι εδώ και ο άνθρωπος στον πυρήνα του τελικά δεν αλλάζει, κάπως θα επιβιώσουμε. Όταν, όμως, είμαι θυμωμένη με αυτά που κάνουμε, όταν μαίνονται οι πυρκαγιές παντού, σκέφτομαι ότι ίσως και να μη μας αξίζει τελικά. Θυμάμαι ένα εξαιρετικό βιβλίο που διάβασα, «Τα τελευταία μου λόγια» του Αμιγκορένα Οράσιο Σαντιάγο, το οποίο αφορά αναμνήσεις και σκέψεις του τελευταίου ανθρώπου στη την ώρα που ο πλανήτης καταστρέφεται. Το συστήνω ανεπιφύλακτα.

Διαβάζοντας το ποίημα «Γέγονε» ένιωσα πως προσδοκάς μια μεγάλη ανατροπή. Τι είδους;
Το Γέγονε είναι εμπνευσμένο από τη δυστοπική κατάσταση, τον διάχυτο φόβο που ζήσαμε στο πρώτο λοκντάουν. Όταν με τρομοκρατεί η πραγματικότητα, ανατρέχω στα βιβλία και δη στην Ιστορία. Αυτό που περνάς εσύ τώρα (πόλεμος, πλημμύρα, αρρώστια), έχει ξανασυμβεί στην ανθρωπότητα. Και βλέπεις και πώς διαμορφώνεται ο κόσμος μετά από κάτι τέτοιο. Το ποίημα αυτό εμπεριέχει μιαν ελπίδα, μιλά για τη γυναίκα που θα γεννήσει το καινούργιο. Ζούμε σε έναν κόσμο που άγεται και φέρεται από τον αρσενικό πληθυσμό που μας οδηγεί στο αδιέξοδο. Είναι η γυναίκα πάντα που απορροφά αυτόν τον κραδασμό και τον αλλάζει.

Τι διαβάζεις αυτή την εποχή;
Συνήθως διαβάζω δυο τρία βιβλία μαζί, ανάλογα με την ώρα την ημέρας και το πώς έχει κυλήσει. Μου άρεσε πολύ «Η τέχνη του στίχου» του Μπόρχες, μια σειρά διαλέξεών του στο Χάρβαρντ. Είναι φοβερά ταπεινός μπροστά στο ακροατήριό του, ο λόγος του έχει μια καθαρότητα και κάνει εγκεφαλικά άλματα τα οποία με κρατάνε σε εγρήγορση. Απολαυστικό και ανάλαφρο αποδείχθηκε το «Η λέσχη των φόνων της Πέμπτης» του Ρίτσαρντ Όσμαν, ένα ωραίο διάλειμμα μετά την «Εκμηδένιση» του Ουελμπέκ. Τώρα διαβάζω το «Utopia Avenue», ένα μυθιστόρημα σχετικά με τη δημιουργία ενός συγκροτήματος. Είμαι στην αρχή ακόμα, αλλά μου αρέσει γιατί περιγράφει το Λονδίνο, μάλλον στη δεκαετία του ’90, δεν είναι σαφές σε ποια εποχή τοποθετείται.

Περιοδικό Nomas - Ανάφη, σχέδιο του Δημήτρη Παπαϊωάννου

Εκδίδετε με τον σύζυγό σου, το γνωστό φωτογράφο Γιάννη Μπουρνιά, το περιοδικό Nomas. Γιατί ξεκινήσατε αυτό το ταξίδι;
Την περίοδο της οικονομικής κρίσης, όταν έκλειναν περιοδικά, εμείς βάλαμε τα τελευταία μας χρήματα σε μια πολύ ακριβή παραγωγή. Είναι ωραίο πράγμα να σε οδηγεί το πάθος στη ζωή. Ήταν περισσότερο ανάγκη του Γιάννη, ήθελε να δείξει ότι έχουμε ανθρώπινο δυναμικό στην Ελλάδα που μπορεί να δημιουργήσει καταπληκτικά concept. Ο Νομάς ως περιοδικό διακρίνεται για την περιέργεια και την αισθητική του, έχει πολύ μεγάλη για τις τέχνες, τη φωτογραφία και τον άνθρωπο. Ταξιδεύει σε διάφορα μέρη ή καμιά φορά εξερευνά θέματα. Μέσα από τις σελίδες του θέλουμε να αναδεικνύεται η ψυχή του τόπου, να νιώσεις ότι ήρθες μαζί μας, και μάλλον το έχουμε καταφέρει γιατί όποιος διαβάζει ένα τεύχος αναζητά και τα υπόλοιπα. Κάθε ταξίδι μας προσφέρει την έκπληξη, καινούργιες συνεργασίες και συναντήσεις. Το όνομα προέκυψε έχοντας κατά νου τους flaneurs με την μποντλερική έννοια. Βλέπαμε, άλλωστε, από τότε ότι ο κόσμος έμπαινε σε μια λογική νομαδισμού επαγγελματικά λόγω της κρίσης.

Περιοδικό Nomas - Ανάφη, σχέδιο του Δημήτρη Παπαϊωάννου

Τι έμαθες μέσα από αυτό το εγχείρημα;
Συνειδητοποίησα ότι κι εγώ λειτουργώ με στερεότυπα. Με έμαθε, λοιπόν, να τα βάζω στην άκρη και να είμαι πιο ανοιχτή. Όταν πηγαίνω σε έναν τόπο να δέχομαι ότι δεν ξέρω τίποτα, ότι αυτό που νομίζω ότι ξέρω είναι ένα κλισέ και καλά θα κάνω να το αφήσω στο σπίτι μου.

Είναι βιώσιμο;
Τώρα πια ναι. Σε κάθε τεύχος γινόμαστε καλύτεροι και η ποιότητα τελικά ανταμείβεται. Ξεκινήσαμε να βγάλουμε το πρώτο τεύχος, το δεύτερο, το τρίτο και είμαστε σε αυτή την πορεία οκτώμισι χρόνια τώρα. Έχουμε διαμορφώσει καταστάσεις, έχουμε ανοίξει πόρτες, μας έχουν ανοίξει πόρτες, γιατί είναι ένα διαφορετικό περιοδικό, είναι συλλεκτικό, το βάζεις στη βιβλιοθήκη σου και το δείχνεις περήφανα. Σταδιακά δημιουργεί μία τάση και τώρα πια έχουμε και μιμητές…

Είσαι με κάποιο τρόπο ή ονειρεύεσαι να γίνεις νομάδας;
Έχω διασχίσει όλη μου τη ζωή στη δημοσιογραφία σαν νομάς. Δεν έχω μείνει ποτέ σε δουλειά περισσότερο από ενάμισι χρόνο διότι πίστευα ότι πρέπει να δεις το παρακάτω, να ξεβολευτείς, να αρχίζεις από την αρχή. Η περιέργεια για μένα είναι κινητήριος δύναμη. Τότε, βέβαια, αυτό θεωρούνταν πολύ περίεργο έως και αρνητικό. Με ρώτησε κάποτε ένας εκδότης σε μια σουρεάλ συνέντευξη για δουλειά, τι έχω πάντα μαζί μου και του είπα μια κιμωλία διότι όταν δημιουργείται ένα αδιέξοδο τη βγάζω, σχεδιάζω μια πόρτα στον τοίχο και έτσι μπορώ και δραπετεύω. Αυτός ο άνθρωπος με προσέλαβε!  

Τι διαδρομές και συναντήσεις θέλεις να γράψει το GPS σου;
Έμαθα πολύ νωρίς να μην κάνω σχέδια. Είμαι χορτάτη σε σχέση με όσα κατάφερα ως τώρα. Το επόμενο τεύχος θα βγει τον Ιούλιο. Θέλαμε να πάμε στο εξωτερικό αλλά τα ανέτρεψε όλα ο πόλεμος στην Ουκρανία. Οργανώσαμε, λοιπόν, το ταξίδι μας στην Ελλάδα. Δεν λέω πού, είναι έκπληξη. Ονειρεύομαι όμως ο Nomas να φτάσει στην άκρη του κόσμου. Στην καρδιά μου έχω την Αργεντινή, το Περού, την Αφρική και την Ιαπωνία.