Βιβλιο

Ο Βαγγέλης Γιαννίσης ήρθε για να σε παρασύρει στον «Χορό των νεκρών»

Δημήτρης Καραθάνος
ΤΕΥΧΟΣ 623
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Με αθόρυβο, μεθοδικό τρόπο σκαρφαλώνει την κλίμακα των αξιών του ελληνικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Δεν βιάζεται, δεν καίγεται, αρκείται στο να δουλεύει με σταθερό ρυθμό και να δίνει πολύτιμες ενέσεις φρεσκάδας στη λογοτεχνία του σασπένς. Ο Βαγγέλης Γιαννίσης ξέρει να παίρνει ρίσκα και είναι σαφές ότι το διασκεδάζει. Στο νέο του βιβλίο, «Ο χορός των νεκρών» (εκδόσεις Διόπτρα), ο επιθεωρητής Άντερς Οικονομίδης καταδύεται στις πιο σκοτεινές γωνιές του Έρεμπρο για να περιπλανηθεί στην άγρια πλευρά της Σκανδιναβίας που δεν περιλαμβάνουν οι τουριστικοί οδηγοί. Ένα κύκλωμα παιδόφιλων και το ανθρωποκυνηγητό του επιθεωρητή με τον τρομερότερο εχθρό του συνθέτουν το σκηνικό του τρίτου καταιγιστικού θρίλερ του συγγραφέα που ζει μεταξύ Ελλάδας, Σουηδίας και ΗΠΑ. Ο δημιουργός της σειράς που σπάει ρεκόρ αναγνωσιμότητας, μίλησε στην Athens Voice.

Οι διαθέσεις σας γίνονται σαφείς από την εισαγωγή: Ο υπόκοσμος του Έρεμπρο επιστρέφει, ακόμη πιο ωμός και νοσηρός. Περίφημα νέα για τους αναγνώστες σας! Πώς ήταν όμως η εμπειρία για εσάς;

Πονεμένη ιστορία! Μπορώ να πω με βεβαιότητα πως ήταν το πιο δύσκολο από τα τρία βιβλία για να γραφτεί – και λόγω της θεματολογίας, αλλά και επειδή έψαχνα να βρω την ιδανική φόρμουλα παρουσίασής της.

«Κάθε σκηνή ενός εγκλήματος ήταν σαν ένα μικρό παιδί το οποίο θέλει απελπισμένα να πει στον γονιό του πως κάτι κακό του συνέβη». Ποια η θέση του συγγραφέα σε αυτό το μότο; Είναι ο γονιός; Είναι το μικρό παιδί; Είναι εκείνος που θα βρει τα λόγια;

Είναι εκείνος που θα κρατήσει το χέρι του γονιού, του ερευνητή, δηλαδή, όσο εκείνος ερευνά τη σκηνή. Θα του δώσει κουράγιο να ακούσει με προσοχή την ιστορία της σκηνής (η οποία, όσο μπαρουτοκαπνισμένος κι αν είναι ο ερευνητής, πάντοτε του προκαλεί σοκ, είναι μία διαρκής υπενθύμιση της άσχημης πλευράς της ανθρωπότητας) και στο τέλος θα βρει τα λόγια να την περιγράψει.

Μιλώντας για ενσαρκώσεις του απόλυτου κακού, τίποτα δεν μπορεί να το περιγράψει ακριβέστερα από την παιδοφιλία. Να υποθέσω ότι δεν ήταν ανώδυνη η συγγραφή του μυθιστορήματός σας. Γιατί διαλέξατε το θέμα;

Προσπάθησα να μιλήσω με σεβασμό για τα θύματα και να αφαιρέσω εντελώς τα «περιττά καρυκεύματα», τον παράγοντα του σοκ που αρκετές φορές χρησιμοποιείται στα αστυνομικά μυθιστορήματα, γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν αναγκαία η χρήση του. Και μόνο η αναφορά της λέξης παιδοφιλία σφίγγει το στομάχι. Το θέμα προέκυψε από «σπόντα». Ήδη προτού γραφτεί ο σκελετός της ιστορίας, ήξερα πως ήθελα να γράψω ένα βιβλίο, στο οποίο κεντρικό μοτίβο θα είχε η σύγκρουση του Άντερς με έναν ανταγωνιστή ισάξιο, ο οποίος είναι ικανός να τον καταστρέψει. Δημιουργώντας το παρελθόν του Σαμαήλ, προέκυψε και η χρήση της παιδοφιλίας στις αναφορές του βιβλίου.

Τι σας υποδηλώνει η στενή επαφή σας με την ειδησεογραφία του εγκλήματος; Έχει γίνει βαναυσότερος ο κόσμος μας παρά την ανθρώπινη πρόοδο; Παραμένουμε αδυσώπητοι ή μήπως είναι η δημοσιότητα εκείνη που μεγεθύνει το κακό;

Στατιστικά, το βίαιο έγκλημα μειώνεται σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες σε αρκετές χώρες. Παρόλα αυτά, ο κόσμος συντηρεί την ψευδαίσθηση πως πριν από τριάντα-σαράντα χρόνια κοιμόταν με τις πόρτες ξεκλείδωτες, ενώ σήμερα ένας βιαστής, ή ένας δολοφόνος παραμονεύει σε κάθε γωνία, επειδή τότε δεν υπήρχε η πληροφόρηση που υπάρχει σήμερα. Και, κύριο χαρακτηριστικό της τωρινής πληροφόρησης, είναι η ταχύτητά της. Πριν τριάντα χρόνια ο κόσμος μάθαινε ό,τι προλάβαινε να φτάσει στην αίθουσα σύνταξης, προτού εκτυπωθεί η εφημερίδα. Σήμερα, η ροή των ειδήσεων είναι διαρκής, δημιουργώντας μία αίσθηση ανασφάλειας στον κόσμο. 

Πρωταγωνιστώντας για τρίτη φορά στο έργο σας, ο Άντερς Οικονομίδης είναι ένας άνδρας με βαρύ βιογραφικό. Με μαχαιριές που επουλώνονται αλλά μνήμες που δεν σβήνουν, με κρίσεις πανικού, με δυσκολία να αφήσει ελεύθερο τον εαυτό του να νιώσει, πέρα από την περιστασιακή παρηγοριά στην αγκαλιά της Λίσμπεθ. Πού το πάει ο επιθεωρητής;

Στον «Χορό» είναι η αλήθεια ότι μαζεύεται μεγάλο φορτίο στους ώμους του, μεγαλύτερο συγκριτικά με τα προηγούμενα βιβλία. Έχει τσαλακωθεί αρκετά, σε σύγκριση με τον Άντερς του Μίσους. Εδώ, ωστόσο, για πρώτη φορά συνειδητοποιεί πως κάτι δεν πάει καλά και ότι ίσως να μην μπορεί να το αντιμετωπίσει μόνος του. Το αν θα ζητήσει βοήθεια ή θα συνεχίσει την πρακτική του κεφαλιού στην άμμο θα φανεί στο τέταρτο βιβλίο.

Στο τόσο απαραίτητο σύμπαν των δεύτερων χαρακτήρων για το νουάρ, ο Οικονομίδης πλαισιώνεται από μια ολόκληρη ερευνητική ομάδα με τις δικές της ιδιαιτερότητες. Πόσο κοντά βρίσκεστε στους ήρωές σας; Είναι δίπλα σας, συνομιλείτε τακτικά μαζί τους;

Τους αγαπώ όλους, ανεξαιρέτως του ρόλου τους. Μπορεί, άλλωστε, σε ένα βιβλίο να μας τραβάει περισσότερο ο κυρίως χαρακτήρας, αλλά τελικά, οι δυνατοί βηταρολάδες είναι αυτοί που μας κρατούν στο σύμπαν ενός βιβλίου. Στην επόμενη ιστορία του Άντερς, δύο από αυτούς, η Σέλμα Μοντίν και ο Μπόζινταρ Τζατζάνοβιτς, θα πάρουν μεγαλύτερο χώρο κινήσεων.

Τι κάνει καλό ένα αστυνομικό; Γιατί ορισμένοι πετυχαίνουν εκεί που τόσοι άλλοι αποτυγχάνουν;

Παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες και αρκετοί από αυτούς βρίσκονται εκτός του βιβλίου. Οι αναγνωστικές τάσεις, για παράδειγμα. Υπήρχαν καλά βιβλία και καλοί συγγραφείς προτού το αστυνομικό μπει στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων, ωστόσο δεν λάμβαναν την αναγνώριση που πιθανόν τους άξιζε – και ίσως αυτό να μη συνέβαινε ποτέ, αν δεν είχαμε το φαινόμενο Μιλένιουμ. Σε ό,τι έχει να κάνει με το βιβλίο, ωστόσο, πιστεύω πως είναι σημαντικό ο συγγραφέας να τηρήσει την υπόσχεση που έχει δώσει στον αναγνώστη: θα σου παρουσιάσω ένα αίνιγμα. Θα κρύψω στοιχεία κάτω από το χαλί. Θα σου δώσω την ευκαιρία να το λύσεις και θα κάνω ό,τι μπορώ για να περάσεις καλά.

Η Σουηδία αλλάζει, μαζί με την Ευρώπη, μαζί με τα θέματα που διαπραγματεύεστε στο έργο σας. Τι μας αποκαλύπτουν για τη φύση του κόσμου μας οι ιστορίες του Άντερς Οικονομίδη;

Σίγουρα δεν μπορώ να αφήσω απ’ έξω τις εξελίξεις. Το έγκλημα, άλλωστε, τοποθετείται μέσα στην κοινωνία, δεν γίνεται σε ένα δωμάτιο αποστειρωμένο. Και οι ήρωες ζουν στον κόσμο μας. Μέχρι και το 2001 (και την επίθεση στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου) ζούσαμε σε έναν κόσμο, ο οποίος είχε φτάσει, σύμφωνα με τον Φουκουγιάμα, στο τέλος της ιστορίας του. Η πραγματικότητα αυτή κλονίστηκε απότομα. Και στα τρία βιβλία βλέπουμε έναν κόσμο ο οποίος προσπαθεί να ξαναβρεί την ταυτότητά του και ήρωες οι οποίοι προσπαθούν να διαχειριστούν τις απότομες αλλαγές που συντελούνται καθημερινά.

Τρία μυθιστορήματα σε διάστημα τριών ετών δεν είναι καθόλου κακός απολογισμός. Είναι ζήτημα αφοσίωσης; Πείσματος; Ταλέντου; Βρίσκετε απολαυστικό ή επίμοχθο το γράψιμο;

Η συγγραφή είναι πρωτίστως ζήτημα αφοσίωσης και σκληρής δουλειάς. Το όποιο ταλέντο δεν αρκεί για την ολοκλήρωση του βιβλίου. Είμαι σίγουρος πως υπάρχουν ανάμεσά μας εξαιρετικά ταλαντούχα άτομα, τα οποία δεν έχουν ολοκληρώσει κάποιο έργο τους επειδή δεν είχαν την επιμονή και την πειθαρχία να καθίσουν δύο, πέντε, οχτώ ώρες την ημέρα μπροστά στον υπολογιστή και να γράψουν. Σίγουρα, το γράψιμο δεν είναι εύκολο. Και δεν είναι απολαυστικό όλες τις ώρες. Προσωπικά, όμως, το απολαμβάνω με όλες του τις δυσκολίες.

Ποιος θα θέλατε να υποδυθεί τον Άντερς Οικονομίδη σε μια ενδεχόμενη τηλεοπτική μεταφορά του από το HBO;

Πιστεύω ιδανικός θα ήταν ο Eric Bana. Έχει μία «ήρεμη τρέλα» στο μάτι, η οποία μου αρέσει πολύ.