Θεατρο - Οπερα

Χουβαρδάς σκηνοθετεί Μαρμαρινό

Μπορεί ένας σκηνοθέτης να ενταχθεί στο όραμα ενός άλλου; Μιλήσαμε με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Μιχαήλ Μαρμαρινό για τον «Μισάνθρωπο» που παίζεται στο Εθνικό

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 694
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γιάννης Χουβαρδάς, Μιχαήλ Μαρμαρινός
Γιάννης Χουβαρδάς & Μιχαήλ Μαρμαρινός / © Θανάσης Καρατζάς

Μια σύμβαση αμοιβαίας εμπιστοσύνης

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Δεν πιστεύω στη δημοκρατία στο θέατρο. Ένας έχει την ευθύνη. Και αυτόν πρέπει να εμπιστευθείς ως ηθοποιός. Η εμπιστοσύνη έχει μεγάλη σημασία.

Γιάννης Χουβαρδάς: Η θέση των δυο μας έχει την εξής διαφορά: Εγώ έχω αναγκαστικά θέση ευθύνης ή «εξουσίας» εντός πολλών εισαγωγικών μέσα στη διαδικασία της παράστασης, αλλά ο Μιχαήλ είναι πιο ευάλωτος, γιατί εκτός από ηθοποιός είναι και σκηνοθέτης και πνευματικός άνθρωπος και άνθρωπος του θεάτρου, οπότε έχει μια πιο σφαιρική εικόνα για τα πάντα. Ξέρω πολύ καλά πόσο σημαντικό είναι να βάλει στην άκρη την οποιαδήποτε ανάγκη του, από τη φύση του, να βλέπει τα πράγματα σφαιρικά και να προσπαθήσει να ενταχτεί στο όραμα ενός άλλου. Κι εδώ έρχεται το θέμα της εμπιστοσύνης. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη, καθώς δεν είναι αυτονόητο ότι θα μου δείξει εμπιστοσύνη κάποιος.

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Εγώ αισθάνομαι όμως τη χαρά και την πολυτέλεια ότι ένας άλλος άνθρωπος έχει την ευθύνη και όχι εγώ. Αυτό δεν ξέρω αν μπορούν να το αισθανθούν οι καθ’ έξιν ηθοποιοί.

Οι παλαιές τεχνικές και οι νέες τεχνολογίες της αλήθειας και του ψέματος

Γιάννης Χουβαρδάς: Δεν έχω προγραμματική αντίληψη σε σχέση με το τι θέλω να αποκομίσει το κοινό από την παράσταση. Συνήθως τα έργα με διαλέγουν και δεν τα διαλέγω. Νομίζω πως αυτό ισχύει σε πολύ μεγάλο βαθμό για όλους τους σκηνοθέτες. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να διατηρήσω την ισχύ του πρωτότυπου, με έναν τρόπο όμως όχι μουσειακό. Σημαντική είναι η χρήση μιας μετάφρασης, όπως στην προκειμένη περίπτωση της Χρύσας Προκοπάκη, μια μετάφραση με μεγάλη λογοτεχνική αξία που αναφέρεται με τον τρόπο της σε μια άλλη εποχή. Δεν είναι μια μετάφραση που θα έκανε κανείς εξαρχής σήμερα. Έχει μια απόσταση από το σήμερα, από την επιλογή της γλώσσας, από τον τρόπο που αντιμετωπίζει εν γένει το θέμα μετάφραση. Η μετάφραση της Προκοπάκη συνεισέφερε ώστε να κρατήσω έμμεσα την εποχή ως το κοινωνικό σύστημα που παρήγαγε αυτό το έργο και αυτόν τον προβληματισμό. Από την άλλη, αυτό συνήθως που προσπαθώ να κάνω είναι να μιλήσω για το σήμερα με τον τρόπο που το αντιλαμβάνομαι εγώ. Αλλά δεν είναι μια προγραμματική κίνηση από μέρους μου: αυτό βλέπω και αυτό θα καταλάβουν οι θεατές. Συμβαίνουν πάρα πολλά πράγματα και στην προετοιμασία και στις πρόβες, όπου στοιχειοθετείται ένα άλλο σύμπαν, παράλληλο με το σύμπαν του πρωτότυπου έργου. Αυτά τα δύο πάνε σαν δύο παράλληλες ράγες που πάνε ένα τρένο κάπου.

Γιάννης Χουβαρδάς
Γιάννης Χουβαρδάς © Θανάσης Καρατζάς

Το «τρένο» της παράστασης πάει πολύ απλά στην κατεύθυνση «αλήθεια και ψέμα». Αυτός είναι ο πυρήνας του προβληματισμού του έργου, και τον βρίσκω πολύ σημερινό. Και είναι και ο πυρήνας του φιλοσοφικού οράματος του Αλσέστ. Αυτό που λέει, πέραν όλων των άλλων, είναι ότι ο κόσμος που οραματίζεται δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο μέσα από την αλήθεια. Αυτός ο κόσμος στον οποίο ζει και στον οποίο ζούμε όλοι είναι βασισμένος στο ψέμα, άρα θέλει να τον κατεδαφίσει ολοκληρωτικά. Αυτό είναι το ρομαντικό αίτημά του. Και βασίζεται στο ότι δεν μπορεί να χτιστεί κόσμος αληθινός χωρίς αλήθεια.

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Η έννοια του ψέματος έχει συνώνυμο: κοινωνία του θεάματος. Είναι μια κοινωνία του φαίνεσθαι, που στοιχειοθετεί έναν τρόπο ζωής είτε με στυγνή υποκρισία είτε με ασυνείδητη υποκρισία. Έχει μετατοπιστεί το υπαρξιακό ζήτημα: το cogito ergo sum έχει γίνει video ergo sum, φαίνομαι άρα υπάρχω. Κι όχι ανώδυνα, όχι μόνο σε επίπεδο social media, αλλά και ως τρόπος ζωής. Και αυτό κάνει ακόμα πιο ουτοπικό το αίτημα για αλήθεια. Είμαστε τόσο κατακλυσμένοι από το βασίλειο της εικόνας μας και της εικόνας των άλλων, που είναι τελείως ουτοπικό το να επανέλθει η αλήθεια μέσα από τον τρόπο που κοιτάμε τα πράγματα, ο οποίος τρόπος γίνεται όλο και πιο έμμεσος.

Γιάννης Χουβαρδάς: Στην παράσταση χρησιμοποιούμε μια σύγχρονη γλώσσα, και αναφέρομαι στη χρήση της τεχνολογίας. Όχι αυθαίρετα βέβαια. Η δική μου αρχική σκέψη ήταν ότι ο Αλσέστ μοιάζει πάρα πολύ με έναν σκηνοθέτη και δη του κινηματογράφου, ο οποίος έχει το προνόμιο και την κατάρα να βλέπει τη συνολική εικόνα και να μην μπορεί να αποσπαστεί από τη συνολική εικόνα. Δεν μπορεί να εστιάσει σε έναν άνθρωπο, σε μία συναναστροφή, να περάσω τη ζωή μου ωραία εγώ και ο κυκλάκος μου. Βλέπει τη συνολική εικόνα, είναι καταδικασμένος, λειτουργεί σαν σκηνοθέτης.

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Ο Γκοντάρ μέσα από το βασικό μηχάνημα απεικόνισης της εικόνας προσπαθεί να ξεγυμνώσει το ψέμα και να βρει την αλήθεια.

Μιχαήλ Μαρμαρινός
Μιχαήλ Μαρμαρινός © Θανάσης Καρατζάς

Αποκρυπτογραφώντας τον Μισάνθρωπο

Γιάννης Χουβαρδάς: Ο «Μισάνθρωπος» είναι ένας διάλογος συγκρουσιακός με την πραγματικότητα. Απέναντι σε μια συγκεκριμένη κοινωνία με μια συγκεκριμένη δομή οι αξίες και του Μολιέρου και του ήρωά του, Αλσέστ, βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση. Αυτό συμβαίνει σε πολλές κοινωνίες, υπάρχουν κάπου κάπου τέτοια πρόσωπα που συγκρούονται με μια πραγματικότητα. Έτσι προχωράει η τέχνη, η πολιτική, η ιστορία, θα έλεγα. 

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Η πραγματική σύγκρουση του Αλσέστ είναι με την κοινωνία. Υπάρχει όμως και μια δεύτερη, εσωτερική σύγκρουση, σε σχέση με τη Σελιμέν, τη γυναίκα που αγαπά. Ο έρωτας είναι ένα υπαρξιακό συμβάν, είναι ένα απόλυτο συμβάν. Η γυναίκα είναι ένα αποκούμπι γι’ αυτόν τον άνθρωπο, αλλιώς θα έπρεπε να «αναχωρήσει» με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Στα έργα του Μολιέρου εμφανίζεται συχνά μια νεαρή κοπέλα δίπλα σε έναν ώριμης ηλικίας άνδρα –ο Μισάνθρωπος αποκλείεται να μην είναι ώριμης ηλικίας με αυτή τη σκευή που κουβαλάει, με όσα σκέφτεται, λέει, πρεσβεύει. Στο τέλος, ο Αλσέστ αντιλαμβάνεται πως η δεύτερη σύγκρουση είναι μη πραγματική και την τελειώνει, τουλάχιστον στα λόγια - λέει «σε απορρίπτω». Ενώ η άλλη σύγκρουση παραμένει ζωντανή μέσα του.

Γιάννης Χουβαρδάς: Υπάρχει και η σύγκρουση του Αλσέστ με τον Φιλέντ. Η σύγκρουση αυτή ξεκινά από θετική θέση, από ένα όραμα: να αλλάξουμε τον κόσμο. Ο Αλσέστ περιγράφει με πολύ συγκεκριμένο τρόπο τι είδους οικοδόμημα θέλει. Λέει «δεν μου αρέσει αυτό, αλλά μου αρέσει εκείνο», λέει «δεν μπορώ να ζήσω με αυτό, αλλά μπορώ να ζήσω με εκείνο». Επομένως στη βάση της όλης ιστορίας υπάρχει μια θετική στάση.

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Παρά τις συγκρούσεις και την κριτική που ασκεί τόσο στον Φιλέντ όσο και στη Σελιμέν, ο Αλσέστ είναι πάντα ευάγωγος. Επίσης, πάντα διεκδικεί την ουσιαστική παρουσία του μέσα στην κοινωνία, τη φιλία, τον έρωτα.


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Ο Μισάνθρωπος» στο Guide της Athens Voice

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ