Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Anser: Απαντήσεις από τη Σπάρτη
Anser: Συνέντευξη με τον ράπερ από τη Σπάρτη για τα νέα τραγούδια του, τη μουσική και τη ζωή του.
Πέντε διόδια μετά την Αθήνα, ο Anser, μας υποδέχεται στη Σπάρτη. Πρώτη στάση για έναν καλό καφέ στο Sportsbook, δεύτερη στάση παραδίπλα, στις Ρίζες – το μπαρ που πήγαινε μικρός με την παρέα του και αποφάσισαν να του δώσουν μια καινούργια ζωή. Φύγαμε για τα κτήματα, με στροφές απότομες, με αμιξάριστο νέο κομμάτι σε πρώτη ακρόαση, με τον Ταΰγετο να μας κοιτά αγέρωχα. Οι ελιές φέτος έδεσαν πολύ νωρίς, πιο γρήγορα από κάθε άλλη φορά. Οδηγός σαν τους «Σέρπα», τους τουρίστες της ραπ μας πηγαίνει στην κορυφή για να δούμε τη θέα, να μάθουμε τα νέα, να φωτογραφηθούμε, να φύγουμε. Στον δρόμο εργάτες τον σταματούν και τον ρωτούν για τα χωράφια. Στο χωριό η Ράφα και ο Ρότζερ, τα δύο σκυλιά που έχει ονομάσει δίνοντας kudos στους πασίγνωστους τενίστες, δεν κρύβουν τη χαρά τους με το που τον παίρνουν μυρωδιά. Λίγο πριν φτάσουμε στον Μυστρά, κάνουμε στάση για τη συνέντευξη που εξ αρχής συμφωνήσαμε να είναι ζωντανή και να γίνει στα μέρη του. Ο Anser επιστρέφει τη Δευτέρα 10 Ιουνίου στην Αθήνα, στην Τεχνόπολη, και την Παρασκευή 14 Ιουνίου στη Θεσσαλονίκη, στο WE, για να αποδείξει πως ό,τι αγαπάει δεν έχει τέλος. Δεν φοβάται τον θάνατο, φοβάται μήπως δεν ζήσει. Επιστρέφει με νέο δίσκο για να αφήσει ως παρακαταθήκη τραγούδια που θα μείνουν. Πώς να πατήσει στραβά το παιδί που ’χει μάθει να ζει στα κατσάβραχα;
Πώς ξεκίνησε όλο αυτό;
Κατά τύχη. Πιο πολύ ήταν μια προσπάθεια να «αντιγράψουμε» τη μουσική που ακούγαμε τότε, στις αρχές του 1996, στη Σπάρτη. Ήταν η πρώτη επαφή με κάτι που δεν είχαμε ξανακούσει. Κι επειδή δεν είχαμε φίλους που να ξέρουν αυτή τη μουσική για να μας δείξουν άλλα πράγματα, ό,τι μάθαμε το μάθαμε τελείως μόνοι μας, ψάχνοντας.
Τι έψαχνες να βρεις ξεκινώντας να γράφεις στίχους;
Όταν ξεκίνησα δεν έψαχνα να βρω απαντήσεις. Με το πέρασμα του χρόνου, και κυρίως όταν διαβάζεις πράγματα που έχεις γράψει πιο παλιά, μαθαίνεις τον εαυτό σου. Διαβάζω κομμάτια που έγραφα μικρότερος και στην ουσία ανακαλύπτω ποιος ήμουν και πώς σκεφτόμουν. Πιο αγνά και συναισθηματικά. Ήταν πολύ ρομαντικός ο τρόπος που έβλεπα τον κόσμο τότε. Προσπαθώ να τον βλέπω ακόμη έτσι, αλλά η πραγματικότητα φέρνει παραπάνω κυνισμό. Έρχονται σε σύγκρουση αυτά τα δύο... να δούμε ποιος θα επικρατήσει στο τέλος.
Και σκάει η «Σέρπα» τώρα…
Η Σέρπα είναι μια φυλή του Νεπάλ που ζει σε μεγάλο υψόμετρο. Στην ουσία πρόκειται για τους άνθρωπους που χρειάζονται, ως «αχθοφόροι» και οδηγοί του βουνού, για να πάνε τους ορειβάτες στην κορυφή του κόσμου. Μου άρεσε αυτό. Ώρες ώρες σκέφτομαι, ρε παιδί μου, ότι αυτή η διαδρομή είναι και δική μου, ότι προσπαθώ να παίρνω κάποιους μαζί μου και να πηγαίνω προς τα κάπου. Κάπως έτσι το βλέπω.
Πότε κατάλαβες ότι αυτό που κάνεις μεγαλώνει;
Δεν υπήρχε YouTube όταν ξεκινήσαμε εμείς. Υπήρχαν μόνο sites που δίναμε τη μουσική μας για download – κάτι που βοήθησε να φτάσει η μουσική μας πιο εύκολα στον κόσμο. Η διαδρομή μας ήταν πιο δύσκολη, κάναμε μουσική στα τυφλά, δεν ξέραμε ποιος μας ακούει. Κάναμε συναυλίες μην έχοντας ιδέα ποιος θα έρθει, ούτε καν προπώληση εισιτηρίων δεν υπήρχε. Πηγαίναμε στο μαγαζί να παίξουμε και μπορεί να υπήρχαν από 5 μέχρι 700 άτομα. Τώρα είναι αλλιώς τα πράγματα, ανεβάζεις ένα κομμάτι, διαβάζεις τις κριτικές του κόσμου στα σχόλια…
Τις διαβάζεις;
Ναι, αμέ. Τα διαβάζω πάντα όλα. Και γενικά μπαίνω σε αυτό το τριπάκι. Θα ήθελα να διαβάσω περισσότερες γνώμες για τη μουσική, σαν καλύτερη κριτική, αντί να μένουμε στο «α είναι ωραίο», «α είναι μαλακία». Γιατί σου αρέσει ή δεν σου αρέσει κάτι;
Είναι ανοιχτόμυαλο το ραπ κοινό στην Ελλάδα;
Αναλόγως τις ηλικίες. Οι πιο πιτσιρικάδες δεν δίνουν χρόνο, βγάζουν πολύ γρήγορα συμπεράσματα και δεν ακούν σε βάθος – μιλάμε πάντα για την πλειοψηφία, δεν μου αρέσει το τσουβάλιασμα. Οι μεγαλύτεροι ηλικιακά ακούν λίγο πιο βαθιά. Δεν έχω απαίτηση από έναν πιτσιρικά 17 χρονών να ακούσει βαθιά μουσική και να αναλύσει τους στίχους. Υπάρχουν βέβαια κάποιοι που το κάνουν.
Εσύ όταν ήσουν πιτσιρικάς το έκανες;
Ναι, ανέλυα πάρα πολύ τους στίχους και τη μουσική, μου άρεσε. Πιο πολύ εστίαζα στο τι θέλει να μου πει ο άλλος και στον τρόπο που ήθελε να το πει. Αλλά υπήρχαν και κομμάτια που τα έβρισκα ρηχά. Επιδερμικά. Υπάρχουν φυσικά και τραγούδια που σε κάνουν να προβληματίζεσαι, να σκέφτεσαι, να βλέπεις στιγμές της ζωής σου – αυτά είναι και τα κομμάτια που μένουν στον χρόνο. Λες ότι αυτό το κομμάτι το έχω συνδυάσει με έναν έρωτα, με έναν χωρισμό, με μια αποτυχία, με μια επιτυχία, με ένα ταξίδι.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο κλισέ στο ραπ;
Πάει ανάλογα με τη χρονολογία. Τα κλισέ παλιά ήταν «το κρατάω αληθινό», «δεν το κάνω για τα λεφτά», «είμαστε underground, είμαστε έτσι, είμαστε αλλιώς». Μετά ήρθε το κλισέ και έφερε το trap, «χρυσά σπρώχνω, κάνω, είμαι G». Πλέον έχουμε περάσει στο κλισέ «έχω κάνει περήφανη τη μάνα μου», «τα πετύχαμε όλα, τα κάναμε όλα από το μηδέν». Αυτό είναι το κλισέ της εποχής, ότι τα πετύχαμε όλα μόνοι μας, και δεν μας πίστευε κανείς. Αυτό είναι το καινούργιο κλισέ από το 2023 και μετά. Να δούμε το επόμενο ποιο θα είναι.
Τι σημαίνει underground για σένα;
Το underground είναι πολύ παρεξηγημένο. Όταν λέμε underground εννοούμε ότι κάνουμε τη μουσική μας και τον ήχο μας μακριά από δισκογραφικές και μόδες. Είναι αυτό που παράγουμε εμείς σε ένα στούντιο, χωρίς κανένας άλλος να επεμβαίνει. Εμείς ηχογραφούμε μόνοι μας, πληρώνουμε τις ηχογραφήσεις μας, γράφουμε αυτά που θέλουμε, φτιάχνουμε τον ήχο μας, κάνουμε μόνοι μας τις συναυλίες – εγώ αυτό θεωρώ underground. Αν αυτό πετύχει, και γίνει γνωστό, δεν σημαίνει ότι αλλάζει, πάλι underground είναι, DIY μουσική. Εγώ έτσι το βλέπω.
Έπρεπε να μεγαλώσει πολύ το rap στην Ελλάδα για να αρχίσουν οι δισκογραφικές να λένε «α υπάρχουν και αυτοί». Για να σε πάρουν στα σοβαρά. Η δισκογραφία βλέπει νούμερα, είδη και εισιτήρια, δεν βλέπει τίποτε άλλο.
Τι έζησες στην Αθήνα και τι σου αρέσει στη Σπάρτη; Γιατί επέστρεψες;
Εγώ μεγάλωσα εδώ μέχρι τα 18 μου. Μετά έφυγα για σπουδές, ήθελα πώς και πώς να φύγω. Σπούδασα στο Πολιτικό της Νομικής, και γύρισα στα 29 μου. Πήγα πρώτη φορά στη σχολή στο 3ο έτος. Εκεί είχαν απεργίες, εγώ έκανα γκράφιτι και βρήκα διάφορες δουλειές για να βγαίνει το μηνιάτικο. Δούλευα σε έναν ζωγράφο, σε ένα εργαστήριο, σε μαγαζί με σπρέι. Μετά ασχολήθηκα πολύ, δούλευα σαν «δημοσιογράφος» όταν άνοιξε το Sport 24, γράφοντας για NBA, για στοιχήματα, τέτοια πράγματα. Στη μεγάλη κρίση, το 2009, δούλευα σε τράπεζα, συγκεκριμένα στα δάνεια, και κάναμε στην ουσία ψηφιοποίηση δεδομένων. Έτσι κατάλαβα ότι η ζωή του γραφείου δεν είναι αυτή που μου ταιριάζει. Στα 29 μου είπα θα φύγω, θα γυρίσω για να ασχοληθώ με τα χωράφια. Πέρασα φανταστικά στην Αθήνα, έναν χρόνο στο Παγκράτι και τα υπόλοιπα στη Σεβαστουπόλεως, στην Πανόρμου, αλλά κατάλαβα ότι μου αρέσει σαν επισκέπτης, όχι για να ζω μόνιμα. Στη Σπάρτη μου αρέσει η ηρεμία, δεν υπάρχει ένταση στη ζωή σου, είναι τα πάντα δίπλα σου – δάση, βουνά, θάλασσα. Κερδίζεις πάρα πολύ χρόνο και η καθημερινότητά σου είναι πολύ πιο ανθρώπινη. Θα βγω έξω, θα βρω ανθρώπους χωρίς να έχω κανονίσει μαζί τους, θα πιούμε έναν καφέ. Μιλάω με ανθρώπους που δεν θα έβρισκα ποτέ στην Αθήνα. Όλο αυτό βελτιώνει και τον τρόπο σκέψης σου. Σε μια επαρχία βλέπεις τα πράγματα πιο σφαιρικά.
Τι θέλεις να αλλάξει;
Η Σπάρτη είναι μια μικρή και απομονωμένη πόλη. Μετρά χιλιάδες χρόνια ιστορίας, χωρίς να έχει βέβαια σχέση με την αρχαία πόλη. Αυτό που πρέπει να αλλάξει όχι μόνο στη Σπάρτη αλλά σε όλο τον κόσμο, είναι ότι για να εκτιμήσει την ιστορία του ο κάθε άνθρωπος πρέπει να τη μάθει. Οι περισσότεροι, και δεν εξαιρώ τον εαυτό μου, δεν γνωρίζουμε απόλυτα την ιστορία μας.
Θραύσματα...
Ακριβώς αυτό που είπες γνωρίζουμε. Θραύσματα. Και πώς το κατάλαβα· βρέθηκα κάποια στιγμή, εντελώς τυχαία, στην Αρχαία Σπάρτη όταν είχαν έρθει φοιτητές από το πανεπιστήμιο του Yale. Είχαν μια εργασία για την Αρχαία Σπάρτη και έκαναν ξενάγηση, ελεύθερη για το κοινό. Σκέφτηκα, λοιπόν, να πάω και πήγα. Ξαφνικά βλέπω ένα Κινεζάκι 19 χρονών να μου κάνει ξενάγηση στην Αρχαία Σπάρτη και να μου λέει πράγματα που δεν τα ήξερα – ούτε τα είχα διαβάσει ούτε είχα ασχοληθεί ποτέ. Ντράπηκα, σκέφτηκα πώς είναι δυνατόν να μένω 500 μέτρα από την Αρχαία Σπάρτη και να έρχεται ένα παιδί 19 χρονών, Κινεζάκι, που σπουδάζει στο Yale, να μου πει τι ήταν εδώ; Ξέρεις, ήταν ντροπιαστικό. Έχουν πάρει τον πατριωτισμό πάνω τους άνθρωποι που δεν πρέπει, και πλέον όταν πεις εσύ κάτι για την Ελλάδα ή για τον πολιτισμό της ή για την Ιστορία της, κατευθείαν ταυτίζεσαι με αυτούς. Οπότε αυτό είναι το πρόβλημα, ότι υπάρχει ένα τσουβάλιασμα γενικά, ότι όποιος μιλήσει για την Ελλάδα ή την αρχαία Ελλάδα, ξαφνικά θεωρείται «φασίστας». Το οποίο είναι αστείο.
«Πάσχουμε γιατί κανείς δεν θέλει να αλλάξει. Εγώ βλέπω ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν μάθει κάτι στα παιδικά τους χρόνια και αυτό είναι, δεν είναι έτοιμοι να διαπραγματευτούν τις βεβαιότητές τους» - Anser
Πώς ξεκίνησες να ταξιδεύεις στον κόσμο για τα video clips σου; Ισλανδία, Κίνα, Ιταλία…
Έψαχνα τοπία ασυνήθιστα. Όταν κάναμε τα πρώτα video clip στη Σπάρτη πηγαίναμε σε βουνά, γιατί πάντα θεωρούσα ότι τις πιο ωραίες εικόνες τις προσφέρει η φύση. Κι έτσι γεννήθηκε η ιδέα της Ισλανδίας. Τα βάλαμε κάτω οικονομικά, επειδή όλα αυτά είναι πληρωμένα από εμένα κι είναι πολύ δύσκολο να γίνουν, είναι πολύ ακριβά. Όταν άρχισε να ανεβαίνει η μουσική και οι συναυλίες πήγαιναν καλύτερα, ένιωσα κι εγώ, ξέρεις... ότι πρέπει να δώσω και κάτι καλύτερο. Επί της ουσίας στήριξε ο κόσμος για να γίνει αυτό. Βρεθήκαμε εκεί την περίοδο της πανδημίας, το τοπίο ήταν απόκοσμο. Όταν πήγαμε στη Μαύρη Παραλία και έβλεπα τον Ατλαντικό, στα βράχια, εκεί που είχε γυριστεί το «Game of Thrones», ήταν φανταστικά, αυτό το τοπίο δεν θα το ξαναδείς πουθενά. Ήταν αδιανόητο το σκηνικό και γενικά έπαθα σοκ με την Ισλανδία σε όλους τους τομείς και στον τρόπο που λειτουργεί. Ερωτεύτηκα το Ρέικιαβικ, ήταν φανταστική πόλη. Έπαθα πλάκα με αυτό το ταξίδι και νομίζω ότι πρέπει ο καθένας να πάει εκεί έστω μια φορά στη ζωή του.
Για την Κίνα ξέρεις τι κατάλαβα; Ότι είναι μια πολύ οργανωμένη χώρα με μεγάλη αυστηρότητα, που οι κανόνες είναι κανόνες, αλλά κατά βάθος, αν οι Κινέζοι μείνουν ελεύθεροι, είναι χειρότεροι από εμάς. Ίσως να τους λείπει η ελευθερία τους τόσο πολύ; Τα πάντα είναι by the book, δεν παρεκκλίνει κανείς. Δεν μπορείς σε μια πόλη που έχει 15 εκατομμύρια να ζεις χωρίς κανόνες.
Χρειάζονται κανόνες στη ζωή;
Εννοείται, χρειάζονται. Χωρίς κανόνες κάνει ο καθένας του κεφαλιού του και καταλαβαίνεις τι γίνεται...
Τι σου έδωσαν αυτά τα ταξίδια;
Τα ταξίδια σε αλλάζουν γιατί διευρύνουν τα όρια του κόσμου σου. Όταν πήγα 18 χρονών στο Βερολίνο, έπαθα πολιτισμικό σοκ. Αυτά που είδα στην Ελλάδα 15 χρόνια μετά, τα είχα δει ήδη στο Βερολίνο το 2001. Που το Βερολίνο αργότερα έγινε πρωτεύουσα της Ευρώπης, της νεολαίας, των πάρτι. Όσο πιο πολύ ταξιδεύεις καταλαβαίνεις πόσο ασήμαντος είσαι. Και εσύ και η χώρα σου. Να στο πω και αλλιώς. Κάποια στιγμή με την οικονομική κρίση είχαμε πιστέψει ότι όλος ο κόσμος θέλει το κακό μας, νομίζαμε ότι η Ελλάδα και το χρέος της ήταν το κέντρο του κόσμου. Και ξέρεις, όσο φεύγεις και ταξιδεύεις, δεν ασχολείται κανένας μαζί σου. Ούτε που τους νοιάζει τώρα τι κάνει η Ελλάδα, δεν ενδιαφέρεται κανείς.
Θυμάμαι όταν είχα πάει στο Βερολίνο, ήταν Κυριακή του Πάσχα στην Ελλάδα, με παίρνει ο πατέρας μου τηλέφωνο και ακούω «Γιάννη, χρόνια πολλά!», κοιτάω γύρω μου... είναι άλλη μια Κυριακή στο Βερολίνο, κανονική Κυριακή, ενώ στην Ελλάδα ήταν κάτι σημαντικό, ήταν Πάσχα. Ο κόσμος προχωράει με τους ρυθμούς του. Όσο ταξιδεύεις καταλαβαίνεις πόσο μικρός είναι ο κόσμος. Γιατί και αυτό έχει σημασία, το πόσο ταξιδεύεις. Εμείς μεγαλώσαμε και σε μια εποχή που ήταν πιο δύσκολα τα ταξίδια, πλέον έχουν γίνει πανεύκολα. Το να μπεις σε αεροπλάνο και να φτάσεις σε 8 ώρες στην Αμερική, δεν είναι κάτι. Αν ξεκινήσω από εδώ να πάω στην Κομοτηνή θέλω 15. Η γιαγιά μου παλιά είχε πάρει δάνειο για να πάει στην Αμερική, τώρα είναι τόσο απλά τα πράγματα που πρέπει να το εκμεταλλευτούμε. Όταν μπορείς να ταξιδέψεις με 100€ για τη Γαλλία π.χ., είναι πολύ κρίμα να μην το κάνεις... Να μην πάρεις το αεροπλάνο να πας ένα Σαββατοκύριακο να πιεις έναν καφέ και να γυρίσεις.
Πόσο βλαβερός είναι ο οπαδισμός;
Δεν είχα ποτέ το καφριλίκι του οπαδισμού. Πήγα σε πάρα πολλά παιχνίδια, σε πολλά ντέρμπι, σε μετακινήσεις οπαδών και μάλιστα σε επικίνδυνα παιχνίδια, και ανησυχούσα για τον άλλον που ήταν απέναντί μου. Θυμάμαι έναν πετροπόλεμο στη Νέα Σμύρνη, ήξερα ότι στην άλλη κερκίδα είναι ο κολλητός μου. Κι έλεγα, ρε φίλε, τι κάνεις τώρα; Το τραγούδι «Οπαδός» μιλάει για μια ευρύτερη νοοτροπία. Για τους αρχηγούς σε πολλές εξέδρες, στην πολιτική, στη θρησκεία…
Μιλάω με ανθρώπους που είναι σε πολιτικές παρατάξεις, σε νεολαίες... Είναι σαν κάποιος να τους έχει δώσει ένα εγχειρίδιο και να τους λέει: «Αυτό είναι. Δεν υπάρχει παραπέρα». Mένουν προσκολλημένοι εκεί. Aυτή η στάση γενικά με ενοχλεί. Σε όλα. Δες την αντίδραση της Εκκλησίας π.χ. στον νόμο που ψηφίστηκε για τα ομόφυλα ζευγάρια… Όπου υπάρχει οπαδισμός, υπάρχει πρόβλημα. Όποιος άνθρωπος κολλάει σε τέτοια κουτιά, σίγουρα έχει πρόβλημα.
Τι έμαθες ως tipster για την κοινωνία;
Ήταν άθλημα σοβαρό. Η όλη μου διαδρομή σε αυτό το θέμα, μου έμαθε ότι ο κόσμος πάσχει πολύ από γνώση. Κανένας δεν σκέφτεται ότι όταν πας να παίξεις ένα στοίχημα, παίζεις απέναντι σε κάποιον, σε μια εταιρεία. Κανένας δεν σκέφτεται ότι αυτές τις αποδόσεις τις έχουν βγάλει μερικοί από τους καλύτερους στον κόσμο, ότι η εταιρεία παίζει με μαθηματικό πλεονέκτημα απέναντί σου. Όταν χάνεις απορείς, λες τα παιχνίδια είναι στημένα.
Τι έμαθες ως αγρότης για τη φύση;
Όταν ασχολείσαι με τα δέντρα βλέπεις ότι τα πάντα είναι ένας κύκλος που συνεχίζει. Νομίζω ό,τι έχει φτιάξει ο άνθρωπος είναι αμφισβητήσιμο. Ό,τι λέμε εμείς εδώ πέρα μπορεί να αμφισβητηθεί. Οι νόμοι είναι αμφισβητήσιμοι, οι θρησκείες κι οι πολιτικές το ίδιο, όλα... Αν μας παγώσουν σήμερα και ξυπνήσουμε σε 100 χρόνια, όλα αυτά που πιστεύουμε, που έχει δημιουργήσει ο άνθρωπος, μπορεί να έχουν αλλάξει. Μπορεί σε 100 χρόνια από τώρα να έχει αποδειχτεί κάτι διαφορετικό, η Αστροφυσική να έχει προχωρήσει.
Μπορεί να αμφισβητηθούν πολλά, αλλά αυτό που συμβαίνει στη φύση θα είναι πάντα ίδιο. Η φύση δεν θα αλλάξει ποτέ, αυτά που φτιάχνει ο άνθρωπος θα αλλάξουν και μπορούμε να τα συζητήσουμε – δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Αυτό είναι το σκεπτικό μου.
Πάσχουμε από το να συζητάμε;
Εντάξει μωρέ, πάσχουμε γιατί κανείς δεν θέλει να αλλάξει. Εγώ βλέπω ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν μάθει κάτι στα παιδικά τους χρόνια και αυτό είναι, δεν είναι έτοιμοι να διαπραγματευτούν τις βεβαιότητές τους.
Ποιο από τα τραγούδια σου έχει για σένα τη μεγαλύτερη συναισθηματική αξία;
Αν έπρεπε να διαλέξω ένα θα σου έλεγα το «Εκείνο το τίποτα», έτσι που το ακούω λέω αυτό είμαι εγώ. Το πιο έντονο για μένα. Υπάρχουν και άλλα κομμάτια, αλλά αυτό είναι που ακούω και λέω «συγκινούμαι».
Τι συμβαίνει με τον δίσκο που ετοιμάζεις;
Έχει περάσει από πολλά κύματα. Πέρασα μια άσχημη διετία που με κράτησε πολύ πίσω – όχι ότι δεν είχα τον χρόνο, δεν είχα τη διάθεση όμως, και μπήκα σε άλλα τριπάκια. Άρχισα να με αμφισβητώ. Αυτό είναι το χειρότερο, αμφισβήτησα πάρα πολύ αυτό που κάνω. Έγιναν και κάποια πράγματα που δεν μπορούσα να ελέγξω, δεν περνούσαν από το χέρι μου και με κράτησαν πίσω στο ψυχολογικό κομμάτι του να έχω τη διαύγεια, την όρεξη, τη θέληση να ολοκληρώσω τον δίσκο.
Τώρα νομίζω έχω μπει σε έναν ρυθμό, έχω φτιάξει ήδη πάρα πολλά κομμάτια, και θεωρώ ότι σύντομα θα είναι έτοιμος. Θα κυκλοφορήσει αυτή τη χρονιά. Δεν βάζω χρονοδιαγράμματα γιατί δεν τα τηρώ, όσες φορές το έχω κάνει έχω αποτύχει. Θέλω να βγάλω έναν δίσκο που να τον ακούω και να λέω «Μου αρέσει. Δεν λείπει κάτι, έτσι τον ήθελα». Δεν θέλω να βιαστώ, ούτως ή άλλως δεν έχω να ικανοποιήσω κάποιον.
Ποια πρόκληση ανυπομονείς να αντιμετωπίσεις τώρα στη ζωή;
Την πτώση μου. Ετοιμάζομαι σκεφτόμενος πώς θα είναι η ζωή μου όταν πλέον οι συναυλίες δεν θα είναι έτσι, όταν πλέον η μουσική μου δεν θα είναι τόσο της εποχής. Γιατί είναι ωραία τώρα που βγάζω ένα κομμάτι και το ακούει ο κόσμος, θα έρθει μια μέρα όμως –μπορεί και σύντομα– που ούτε τόσο νέος θα είμαι για να το κάνω, ίσως να μην μπορώ να πω και κάτι... Αυτό θα με αλλάξει πολύ ψυχολογικά, οπότε προετοιμάζομαι γι’ αυτό.
Πώς προετοιμάζεσαι για τις συναυλίες σου;
Απλά κάνω πολλές πρόβες. Στις μεγάλες συναυλίες έχω έναν φόβο και δεν με αφήνει να τις χαρώ – μην ξεχάσω τα λόγια μου, μη γίνει αυτό, το άλλο. Θυμάμαι μια συναυλία, για μένα η καλύτερη που είχα παίξει, στο Θέατρο Πέτρας, τον Οκτώβριο του 2022. Τότε είπα: θα παίξεις λες και παίζεις στο δωμάτιό σου. Έπαιξα έτσι και το χάρηκα πάρα πολύ. Στον κόσμο βέβαια δεν ξέρω πώς βγαίνει, λέω πώς νιώθω εγώ. Και σε εκείνο το live ένιωσα πραγματικά ότι έπαιζα στο δωμάτιό μου.
Τι αγαπάς σε αυτή τη ζωή περισσότερο και δεν θέλεις να τελειώσει ποτέ;
Στο είπα πριν... για να προετοιμάζω τον εαυτό μου για κάτι, σημαίνει ότι δεν θέλω να τελειώσει ποτέ αυτό που ζω τώρα. Μου αρέσει πάρα πολύ η μουσική, οι συναυλίες, να φεύγω από τη Σπάρτη με το αμάξι για άλλες πόλεις. Η αγαπημένη μου στιγμή είναι να ταξιδεύω με το αμάξι για κάπου. Δεν με νοιάζει το πού. Αύριο φεύγω για να γυρίσω ένα video clip. Απολαμβάνω να ξυπνάω το πρωί, να φτιάχνω τα πράγματα, να μπαίνω στο αμάξι και να πηγαίνω κάπου. Να είμαι συνέχεια σε μια τέτοια διαδικασία. Δεν θέλω να κάθομαι και να λέω τα φτιάξαμε όλα, τι ωραία που είναι κ.λπ. Δεν θέλω αυτό να τελειώσει και πιστεύω ότι αν δεν συνεχιστεί μέσω της μουσικής, θα σκεφτώ άλλον τρόπο.
Πώς αντιμετώπισε η οικογένειά σου τη ραπ πλευρά σου;
Η οικογένειά μου δεν είχε σχέση με τη μουσική και δεν τους άρεσε ιδιαίτερα. Θεωρούσαν το καλλιτεχνικό κομμάτι πολύ αβέβαιο, προτιμούσαν να γίνω δικηγόρος. Δεν μου είπαν ποτέ να μην το κάνω, αλλά δεν ήταν υποστηρικτικοί. Εγώ πάντα έκανα το αντίθετο από αυτό που μου λέγανε, από μικρός το είχα αυτό. Αν μου έλεγαν οι γονείς μου να γίνω καλλιτέχνης, θα γινόμουν δικηγόρος. Οπότε καλύτερα που έγινε έτσι.
Πώς ταιριάξατε με τον Eversor; Τι θαυμάζεις σε εκείνον;
Εντάξει, με τον Θωμά ταιριάξαμε γιατί ανήκουμε στην ίδια γενιά πάνω κάτω, είχαμε όμως και κοινή αισθητική. Τον είχα προσεγγίσει για να κάνουμε τον πρώτο δίσκο και η σχέση μας έγινε φιλική. Όσοι μας βλέπανε μας λέγανε ότι ταιριάζαμε πολύ. Θαυμάζω τη συνέπειά του. Έχει έναν μαγικό τρόπο να είναι κάθε χρονιά εκεί. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Παραμένει στην εποχή, έχει το δικό του mentality κι αυτό βγαίνει στη μουσική.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο κουσούρι σου;
Νομίζω, και προσπαθώ να το διορθώσω, το ότι είμαι λίγο συγκεντρωτικός ως άνθρωπος. Θέλω να περνάνε όλα από εμένα. Παίρνω βαθιές ανάσες κάθε φορά που το σκέφτομαι, είναι μια μικρή έλλειψη εμπιστοσύνης που μάλλον οφείλεται σε ανασφάλειές μου.
Ποιος είναι ο πιο σημαντικός δίσκος όλων των εποχών για σένα;
Αυτό δεν το έχω σκεφτεί ποτέ, θα το σκεφτώ όμως τώρα... ο πιο σημαντικός θα έλεγα μάλλον ότι είναι από Razastarr, «Τα πιο όμορφα όνειρα είναι ανώνυμα». Θα σου έλεγα και Cypress Hill, το «Temple of the Boom», γιατί και αυτό με εξιτάρει πολύ – με έχουν επηρεάσει και ξένοι δίσκοι. Αλλά με τον συγκεκριμένο δίσκο των Razastarr έχω συναισθηματικό δέσιμο.
Πώς έζησες τη συμμετοχή σου στο «Μουσικό κουτί»;
Eκεί κατάλαβα τι γίνεται στον περίγυρο, ότι αν σε δουν σε μια εκπομπή στην τηλεόραση είσαι official καλλιτέχνης. Η εκπομπή αυτή ήταν πολύ ωραία όλα αυτά τα χρόνια, ωραίο κλίμα, φανταστικοί και γρήγοροι μουσικοί που προσεγγίζουν το έργο σου με πολύ σεβασμό. Είναι top. Ήταν φοβερή εμπειρία, βλέπεις και πώς λειτουργεί το όλο έργο με τις κάμερες, δεν είχα ξανακάνει κάτι ανάλογο. Μου άρεσε πάρα πολύ το αποτέλεσμα και ηχητικά, γι’ αυτόν τον λόγο τα παιδιά, οι Μωζάικ, η μπάντα του Κουτιού, θα είναι guest στο live.
Πώς συνέρχεσαι μετά από μια συναυλία;
Αυτό είναι μεγάλο θέμα, γιατί είναι τόσο φοβερά τα συναισθήματα. Ανεβαίνεις στα ύψη, και την επόμενη ημέρα που δεν το έχεις, πέφτεις. Εντάξει, το δουλεύω κι αυτό. Όλα αυτά θέλουν δουλειά με τον εαυτό σου αν θέλει να μείνεις προσγειωμένος. Θα σου πω την πιο φοβερή σκηνή, Νοέμβριος του 2019, στη μεγαλύτερή μου συναυλία μέχρι τότε, που ήταν το Piraeus Academy – ο μεγαλύτερος συναυλιακός χώρος στην Αθήνα. Ήταν sold out, είχε 2.500 κόσμο, μεγάλο νούμερο για την εποχή. Η συναυλία έγινε Σάββατο και την επόμενη μέρα έπρεπε να είμαι στα χωράφια – ήταν περίοδος συγκομιδής. Το ένα βράδυ είμαι στη μεγαλύτερη συναυλία της ζωής μου, γίνεται χαμός, και την επόμενη ημέρα είμαι στη δουλειά, σε ένα βουνό, με 5 τύπους γύρω μου, και είναι μια απλή Κυριακή. Εκεί κατάλαβα ότι αυτό μάλλον με κρατάει και παίζω. Παίζεις μουσική, αλλά έχεις και τη δουλειά και τη ζωή σου, και αυτό έρχεται γιατί κανείς δεν σε αντιμετωπίζει ως μουσικό. Με ξέρουνε από παλιά, δεν συζητάμε για μουσική. Δεν λένε αυτός είναι ράπερ, λένε «ο Γιαννάκος που τα λέμε 20 χρόνια, έλα κάτσε εδώ να πούμε για τις ελιές«. Οπότε αυτό με κρατάει σε ισορροπία. Αν έμενα στην Αθήνα και είχα μόνο τη μουσική μου, μπορεί να ήμουν αλλιώς. Θα ήταν τελείως διαφορετικό.
«Πρώτη φορά που ένιωσα ευθύνη –όχι σοβαρή όμως, γιατί ευθύνη έχει ένα χειρουργός, εγώ έχω κάτι άλλο που δεν είναι ευθύνη ακριβώς–, ήταν όταν κάποια στιγμή ένα παιδί είχε χτυπήσει τατουάζ στίχους μου σε όλο του το σώμα» - Anser
Ποια προκατάληψη άφησες πίσω σου τελευταία;
Πάρα πολλές. Είχα πολλά κουτάκια κι εγώ, είμαι γεννημένος και μεγαλωμένος σε επαρχία. Όλη μου η ζωή ήταν σε κουτάκια. Τώρα που μεγαλώνω τα βάζω σε μια σειρά. Σκεφτόμουν ότι πρέπει να τελειώσεις, να μάθεις τρεις ξένες γλώσσες, να σπουδάσεις, αν δεν σπουδάσεις είσαι μηδέν... Αυτά βγήκαν απ’ το μυαλό μου. Κατάλαβα ότι ένα πτυχίο δεν είναι αυτοσκοπός. Το πτυχίο σου δίνει απλά μια πιστοποίηση ότι γνωρίζεις κάτι, τίποτα παραπάνω. Και η πιστοποίηση αυτή πολλές φορές δεν είναι και σωστή. Εγώ είχα τέτοιου είδους κουτάκια.
Βλέπω φίλους καλούς στις δουλειές τους, γιατί έμαθαν μόνοι τη δουλειά. Υπάρχει άνθρωπος που βγαίνει από το ΤΕΙ Γραφιστικής και δεν ξέρει να φτιάξει μια αφίσα, και άλλος που στέλνει στο εξωτερικό δουλειές. Υπάρχει όμως και άνθρωπος που δεν έχει πάει ποτέ σε σχολή Γραφιστικής και είναι καλύτερος και από τους δύο. Έπειτα, η προκατάληψη ότι πρέπει να παντρευτείς, να κάνεις παιδιά... Είναι πάρα πολλά... Τα προβλήματα ξεκινάνε όταν δεν είσαι μέσα σου καλά εσύ.
Ραντεβού 10 Ιουνίου, Τεχνόπολη, έτσι;
Ναι. Για να νιώσουμε καλά.
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της