Κινηματογραφος

Μαρία Καλλιμάνη: «Αφοσιώθηκα στην υποκριτική και δεν το μετάνιωσα ποτέ»

Αυτή την εποχή συμμετέχει στις ταινίες «Θολός βυθός» της Ελένης Αλεξανδράκη και «Κρέας» του Δημήτρη Νάκου

324257-668306.jpg
Κωνσταντίνος Καϊμάκης
ΤΕΥΧΟΣ 947
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μαρία Καλλιμάνη
Μαρία Καλλιμάνη © Marilena Anastasiadou

Μαρία Καλλιμάνη: Μιλήσαμε με τη δημοφιλή ηθοποιό για σινεμά, θέατρο αλλά και τηλεόραση

Η Μαρία Καλλιμάνη γεννήθηκε στο Αίγιο. Αν και έχει τελειώσει το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών την κέρδισε η λεωφόρος της τέχνης. Μιλήσαμε μαζί της με αφορμή τη συμμετοχή της στις ταινίες «Θολός βυθός» της Ελένης Αλεξανδράκη και «Κρέας» του Δημήτρη Νάκου. 

— Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πότε ξεκίνησε η περιπέτεια του «Θολού βυθού»;

Ήταν πριν από τέσσερα χρόνια, όταν η Ελένη Αλεξανδράκη μού μίλησε για το φιλμ, που το είχε καιρό στο μυαλό της, αλλά η πανδημία την πρόλαβε κι έβγαλε πρώτα το ντοκιμαντέρ, τους «Ξεριζωμένους», καθώς είδε ότι δεν θα μπορούσε να προχωρήσει με το φιλμ.

— Έχοντας δει ολοκληρωμένο το φιλμ πλέον, τι είναι εκείνο που σου αρέσει περισσότερο;

Η ιστορία, βέβαια, από μόνη της είναι συγκλονιστική. Όμως εκείνο που με εντυπωσίασε στη δουλειά της Αλεξανδράκη είναι η αξιοποίηση του χώρου. Δεν επιχείρησε να αναπαραστήσει τους χώρους όπως ήταν τότε, αλλά βρήκε τα κατάλληλα μέρη για να φιλοξενήσουν την ιστορία του συγγραφέα και γιου αντάρτη, Γιάννη Ατζακά.

— Ποια μέρη ήταν αυτά;

Τα γυρίσματα έγιναν πριν από δύο χρόνια –καλοκαίρι ήταν– κυρίως στο Λαύριο, ενώ οι δικές μου σκηνές έγιναν στο Μουσείο Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων στον Πειραιά. Χωρίς να πειράξουν τα μέρη αυτά και με τη χρήση της ασπρόμαυρης φωτογραφίας, αναδείχτηκε όλο το χρώμα της εποχής. Επίσης, οι προσθήκες των κατάλληλων επίπλων, των θρανίων, των ρούχων κ.λπ. ενίσχυσαν έξυπνα την αυθεντικότητα των σκηνικών.

— Υπάρχει κάποιο στοιχείο από την εποχή εκείνη που ίσως αγνοούσες;

Για να είμαι ειλικρινής, δεν ήξερα καλά την ιστορία των παιδουπόλεων της Φρειδερίκης. Φαντάζομαι ότι κι άλλοι την αγνοούν. Και είναι συγκινητική η ιστορία του παιδιού, που το πήγε εκεί από μόνη της η γιαγιά του, αφενός επειδή δεν μπορούσε να το ζήσει, αφετέρου για να μάθει γράμματα. Επίσης είναι συγκλονιστικό πως το αθώο παιδί, λόγω της προπαγάνδας που υφίσταται, αρχίζει να έχει αισθήματα ντροπής για τον αντάρτη πατέρα του. Και φυσικά μαθαίνει την ιστορία από την πλευρά των νικητών, που καταδικάζουν καθετί που σχετίζεται με τον κομμουνισμό. Είναι μια πολύ χρήσιμη ιστορική ματιά για την Ελλάδα από την εποχή του εμφυλίου, που μας οδηγεί μέχρι τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ.

— Το «Κρέας», από την άλλη, είναι μια ιστορία για την Ελλάδα τού σήμερα, με φόντο ένα χωριό στην επαρχία…

Ναι, είναι ένα διαφορετικό σκηνικό, αλλά πολύ οικείο, καθώς γεννήθηκα κι έζησα στο Αίγιο μέχρι τα 18 μου, πριν έρθω για σπουδές αρχαιολογίας στην Αθήνα.

— Αλλά έγινες ηθοποιός αντί για αρχαιολόγος. Υπήρχε κάποιος από την οικογένεια που σε οδήγησε σ’ αυτό;

Κανένας. Μάλλον τυχαία έγινε, καθώς είχα πάθος για την αρχαιολογία. Αλλά είχα και αγάπη για το θέατρο (στο σχολείο είχα πάρει μέρος και σε μια παράσταση). Έχοντας τελειώσει τη σχολή, είδα μια αγγελία για θεατρικό σεμινάριο σε φιλολόγους και πήρα την απόφαση να δοκιμάσω. Ως ερασιτέχνης, αλλά έτσι ξεκίνησαν όλα, όταν ο Μπινιάρης με προέτρεψε να δώσω εξετάσεις στη δραματική σχολή. Και παρότι δούλευα για δύο χρόνια σε ένα μουσείο και το βράδυ πήγαινα στη δραματική, μετά αφοσιώθηκα πλήρως σ' αυτό. Και δεν το μετάνιωσα ποτέ.

— Όμως η μητέρα σου (σ.σ. είναι μία από τις δύο μητέρες- ερασιτέχνες ηθοποιούς του Γιάννη Οικονομίδη στην «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς») έδειξε πως υπάρχει φλέβα ηθοποιών στην οικογένεια. (γέλια)

Ναι, μας εξέπληξε όλους. Όταν την είδα στο μοντάζ, δεν το πίστευα πόσο καλή ήταν! Χωρίς να έχει καμία σχέση με την ηθοποιία, ο Γιάννης τη διάλεξε, καθώς την είχε γνωρίσει μια φορά στο Αίγιο και κάτι είδε πάνω της –του άρεσε πολύ η προσωπικότητά της, όπως μου έλεγε– για να της δώσει τον ρόλο. Του αρέσει του Γιάννη να δουλεύει με ερασιτέχνες.

— Η πρώτη σου ταινία στο σινεμά ποια ήταν;

H «Χώρα προέλευσης» του Σύλλα Τζουμέρκα, το 2009, όπου γνώρισα τον Λίτση, κι εκείνος ήταν που μου είπε πήγαινε στον Οικονομίδη τώρα που ψάχνει πρωταγωνίστρια για τη νέα ταινία του, που ήταν ο «Μαχαιροβγάλτης». Έπειτα από 15 χρόνια που είχα ήδη κάνει θέατρο, μου αποκαλύφθηκε ένας νέος, συναρπαστικός κόσμος. Το σινεμά κυριολεκτικά με μάγεψε.

— Σινεμά ή θέατρο;

Και τα δύο. Στο θέατρο δοκιμάζεις κάτι νέο κάθε μέρα, προσπαθείς να εμβαθύνεις στον ρόλο σου κ.λπ. Παρότι είναι κουραστικό και πέφτεις σε παγίδες λόγω της επανάληψης, ψάχνεις να βρεις τρόπους για να το φρεσκάρεις. Αλλά στο σινεμά η αδρεναλίνη της κάθε σκηνής και του εδώ και τώρα είναι κάτι το μοναδικό.

— Τι κοινό έχουν οι δύο χαρακτήρες που υποδύεσαι στον «Θολό βυθό» και στο «Κρέας»;

Είναι πρακτικές γυναίκες και οι δύο. Η πρώτη, που είναι η θεία του ήρωα λέει στον άντρα της «Αμάν με αυτά τα πολιτικά» (είναι και η θέση της γυναίκας εκείνη την εποχή, που δεν πολυασχολείται με την πολιτική) και το μόνο που τη νοιάζει είναι να κάνει ό,τι μπορεί για να μεγαλώσει τα πέντε παιδιά της, σε ένα πολύ φτωχικό σπίτι. Η δεύτερη έχει άλλο ρόλο, πιο ενεργό και καθοριστικό σε σχέση με τα ηθικά διλήμματα της ιστορίας. Όμως κι εκείνη είναι απόλυτα πρακτική και δίνει στην ιστορία, που είναι το χρονικό ενός φόνου, στοιχεία που ξεπερνούν τα όρια του καλού-κακού. Είναι μια γυναίκα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο, που αναγκάζεται να πάρει τα πράγματα στα χέρια της όταν το οικοδόμημα που υπάρχει γύρω της αρχίζει να καταρρέει.

— Πιστεύεις ότι η ταινία δικαιώνει την ηρωίδα σου;

Όχι, σε καμία περίπτωση δεν τη δικαιώνει, ούτε εκείνη ούτε και τον σύζυγό της, που είναι οι τυπικοί γονείς οι οποίοι ευνουχίζουν το παιδί τους. Η μάνα το κανακεύει και το κάνει μαμόθρεφτο, ενώ ο πατέρας δεν σταματά να το υποτιμά συνεχώς και με χίλιους δυο τρόπους. Έτσι, δημιουργούν ένα παιδί χωρίς προσωπικότητα, που δεν παίρνει καμία πρωτοβουλία στη ζωή του και είναι γεμάτο απωθημένα.

— Κάνεις όμως και τηλεόραση. Το πλατύ κοινό σε γνώρισε μέσα από τις «Άγριες μέλισσες» του Λευτέρη Χαρίτου.

Ναι, είναι κι αυτό ένα μέσο που μου αρέσει τελευταία, καθώς το αγνοούσα. Όμως, με πολλούς ανθρώπους του κινηματογράφου να μεταπηδούν στην τηλεόραση, είδα να εμπλουτίζονται οι τηλεοπτικές παραγωγές με στοιχεία από το σινεμά και να αποκτούν μορφή που δεν θυμίζει σε τίποτα τις παλιές τηλεοπτικές δουλειές.

— Υπάρχει κάτι που σε ενοχλεί στην τηλεόραση;

Οι πιεστικοί χρόνοι, που κάποιες στιγμές δεν σου επιτρέπουν να έχεις το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

→ Ο «Θολός βυθός» της Ελένης Αλεξανδράκη βγαίνει στις αίθουσες στις 20 Φεβρουαρίου από την Pomegranate Films 2, ενώ το «Κρέας» του Δημήτρη Νάκου στις 6 Μαρτίου από τη Feelgood.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY