Περιβαλλον

Ευημερία των Μελλοντικών Γενεών: Ένα νομοσχέδιο για το αύριο

Σε κείμενό του στο Big Issue, ο Τζον Μπερντ εξηγεί πως αν δεν αλλάξουμε σήμερα τη μελλοντική μας πορεία, τότε αύριο θα αντιμετωπίζουμε τα ίδια και χειρότερα προβλήματα

romanos-gerodimos.jpg
Ρωμανός Γεροδήμος
ΤΕΥΧΟΣ 787
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τζον Μπερντ
Τζον Μπερντ © Attribution 3.0 Unported (CC BY 3.0)

Σχόλιο για το νομοσχέδιο για την Ευημερία των Μελλοντικών Γενεών που έφερε ο Τζον Μπερντ στην ημερήσια διάταξη της Βουλής των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου.

Ο Τζον Μπερντ γεννήθηκε το 1946 σε μια τρώγλη στο Νότινγκ Χιλ (ναι, το Νότινγκ Χιλ ήταν κάποτε μία από τις πιο φτωχές και υποβαθμισμένες γειτονιές του Λονδίνου· είχε –και έχει ακόμα– τρώγλες, πολλές από αυτές κρυμμένες πίσω από νεοκλασικές προσόψεις· σε αυτή εδώ την πόλη τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται).

Ο Μπερντ ήταν γιος φτωχών ιρλανδών μεταναστών. Όταν ήταν πέντε ετών, έμεινε άστεγος. Λίγο πιο μετά μπήκε σε ορφανοτροφείο, όπου έζησε για τρία χρόνια. Έχοντας αποβληθεί από το σχολείο, έπιασε δουλειά ως παιδί για όλες τις δουλειές σε ένα χασάπικο, ενώ ταυτόχρονα έκλεβε για να μπορέσει να ζήσει. Τα επόμενα δέκα χρόνια τα πέρασε μπαινοβγαίνοντας στη φυλακή, όπου έμαθε να γράφει και να διαβάζει, αλλά και τις βασικές αρχές της τυπογραφίας.

Το 1964 φοίτησε για λίγο στη Σχολή Καλών Τεχνών του Τσέλσι, αλλά άφησε τις σπουδές του όταν η κοπέλα του έμεινε έγκυος στο πρώτο του παιδί. Το 1967 ο Μπερντ έμεινε πάλι άστεγος, ενώ η αστυνομία τον έψαχνε για μικροκλοπές. Το 1970 δούλεψε για λίγο στην καντίνα του κοινοβουλίου στο Γουεστμίνστερ, πλένοντας πιάτα. Λίγο πιο μετά συνέχισε τις σπουδές που είχε ξεκινήσει στη φυλακή, και έστησε ένα μικρό τυπογραφείο και μια μικρή εκδοτική επιχείρηση.

Ο Μπερντ σήμερα είναι γνωστός για κάτι που έκανε το 1991. Με την υποστήριξη του Γκόρντον και της Ανίτα Ρόντικ (της δημιουργού του Body Shop), ίδρυσε το περιοδικό The Big Issue, το οποίο παράγουν και διανέμουν άστεγοι. Τα τελευταία 30 χρόνια, το Big Issue άλλαξε όχι μόνο τις δομές υποστήριξης των αστέγων στη Βρετανία, αλλά κυρίως την εικόνα τους στην κοινωνία: οι πωλητές του περιοδικού ανέκτησαν την αυτοπεποίθηση και την εξωστρέφειά τους, ενώ περισσότεροι συμπολίτες τους άρχισαν να επικοινωνούν μαζί τους και να αμφισβητούν τα στερεότυπα και τους μύθους που περιβάλλουν το πρόβλημα της έλλειψης στέγης.

Ο Μπερντ είναι πρακτικός άνθρωπος. Σε μια συνέντευξή του είχε πει ότι δεν τον ενδιαφέρει να διαβάζει το περιοδικό για να βλέπει το πόσο μίζερο είναι να ζεις με τον καπιταλισμό. Θέλει να διαβάζει το τι κάνεις για να τον αλλάξεις. «Όταν καταδικάζεις τους τραπεζίτες ή την κυβέρνηση χωρίς να βρίσκεις μια λύση, τότε απλώς ετεροπροσδιορίζεσαι με βάση τις αποτυχίες των άλλων».

Το 2015 ο Μπερντ προτάθηκε από την επιτροπή διορισμών της Βουλής των Λόρδων για να αναλάβει ανεξάρτητη, διακομματική (εφ’ όρου ζωής) έδρα ως «ο λόρδος του λαού». Λίγους μήνες μετά, έδωσε την πρώτη του ομιλία στο Κοινοβούλιο –εκεί που το 1970 δούλευε σαν λαντζέρης– στην οποία είπε το αμίμητο: «Κάποιος με ρώτησε πώς κατάφερα και μπήκα στη Βουλή των Λόρδων, κι εγώ του απάντησα: “λέγοντας ψέματα, εξαπατώντας και κλέβοντας”».

Ο Μπερντ πρόσφατα κατάφερε να βάλει στην ημερήσια διάταξη της Βουλής ένα νέο νομοσχέδιο για την Ευημερία των Μελλοντικών Γενεών. Το νομοσχέδιο είναι φιλόδοξο: εάν περάσει, θα αναγκάσει την κυβέρνηση και το κράτος να θέσει συγκεκριμένους στόχους για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των επόμενων γενεών· νέες πολιτικές της κυβέρνησης για το σήμερα θα πρέπει να περνάνε το «τεστ» του αν συντελούν σε ένα καλύτερο μεθαύριο· μια διαρκής επιτροπή της Βουλής θα εποπτεύει την τήρηση των στόχων.

Σε ένα ωραίο κείμενό του στο τελευταίο τεύχος του Big Issue, ο Μπερντ εξηγεί με απλό και πειστικό τρόπο τη λογική του νομοσχεδίου: οι πολιτικοί στη Βρετανία βρίσκονται υπό διαρκή, ασφυκτική πίεση να λύσουν τα προβλήματα των ψηφοφόρων τους στις τοπικές κοινωνίες, ζώντας με τον διαρκή φόβο της μη επανεκλογής· αυτό αποτρέπει κάθε σοβαρή σκέψη ή συζήτηση για μακροπρόθεσμες, δομικές αλλαγές ή μια ανάλυση που να συνδέει το παρελθόν με το μέλλον. Όλα, όμως, ανεξαιρέτως, τα προβλήματα του σήμερα είναι ουσιαστικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν χτες: έχουν τη ρίζα τους σε λάθη ή παραλείψεις του παρελθόντος. Πώς μπορούμε να φτιάξουμε ένα καλύτερο «σήμερα», αν πρώτα δεν φτιάξουμε ένα καλύτερο «χτες», αφού από εκεί ξεκινούν όλες οι ρίζες των προβλημάτων; Το παρελθόν που τώρα μας ταλανίζει, ήταν και αυτό κάποτε το μέλλον. Με λίγα λόγια, αν δεν αλλάξουμε σήμερα τη μελλοντική μας πορεία, τότε αύριο θα αντιμετωπίζουμε τα ίδια και χειρότερα προβλήματα.

Στο βρετανικό κοινοβούλιο τα νομοσχέδια που δεν κατατίθενται από την ίδια την κυβέρνηση συνήθως δεν έχουν πολλές πιθανότητες επιτυχίας. Ο Μπερντ όμως έχει ξεκινήσει μια δημόσια εκστρατεία προώθησης του νομοσχεδίου του και πιστεύει ότι μπορεί να γίνει νόμος του κράτους. Στην αρχική συζήτηση, πολλοί συνάδελφοι του στη Βουλή των Λόρδων τοποθετήθηκαν θετικά.

Μπορούμε να μάθουμε πολλά από το παράδειγμα του Τζον Μπερντ. Πότε ήταν η τελευταία φορά που ένας άστεγος συμπολίτης μας κατάφερε να γίνει εκδότης ή βουλευτής; Πότε ήταν η τελευταία φορά που η ευρύτερη κοινωνία στήριξε μια ανεξάρτητη, ιδιωτική προσπάθεια για απτή κοινωνική αλλαγή μέσα από την ατομική συμπεριφορά του καθενός μας; Πώς μπορούμε να απεξαρτηθούμε από την εύκολη και ανέξοδη καταγγελία των κακώς κειμένων σ’ αυτή τη χώρα και να μεταβολίσουμε τα παράπονά μας σε αντιπροτάσεις, λύσεις και αποτελεσματική δράση; Κατά πόσο λαμβάνουμε υπόψη μας το μεθαύριο όταν παίρνουμε αποφάσεις – όχι μόνο σε κυβερνητικό ή κοινοβουλευτικό επίπεδο, αλλά ακόμη και σε εταιρικό ή προσωπικό;

Το νομοσχέδιο για την Ευημερία των Μελλοντικών Γενεών δεν αφορά μόνο τη συζήτηση περί διαγενεακής δικαιοσύνης.

Αφορά την επιβίωση της κοινότητας.

Το νομοσχέδιο για την Ευημερία των Μελλοντικών Γενεών δεν αφορά μόνο τη συζήτηση περί διαγενεακής δικαιοσύνης (π.χ. το γεγονός ότι αυτά που δανειζόμαστε σήμερα θα πρέπει να τα ξεχρεώσουν τα εγγόνια μας ή ότι όταν ένα μεγαλύτερο μέρος του ΑΕΠ προορίζεται για τις συντάξεις, αυτό περιορίζει τους διαθέσιμους πόρους για την παιδεία). Αφορά την επιβίωση της κοινότητας. Πώς μπορούμε σήμερα να εντοπίσουμε και να εξουδετερώσουμε μελλοντικές υπαρξιακές απειλές; Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι την αυλή του σπιτιού στην οποία μεγαλώσαμε δεν θα τη βρουν πλημμυρισμένη τα εγγόνια μας, λόγω της κλιματικής αλλαγής; Πώς μπορούμε να επιτύχουμε τη βιωσιμότητα με την πλήρη έννοιά της (περιβαλλοντική, ενεργειακή, οικονομική, πολιτική); Πώς οι σημερινές επιδιώξεις των μεγάλων παικτών στην τεχνολογία και την Τεχνητή Νοημοσύνη θα διευρύνουν ή θα περιορίσουν την ελευθερία και τη βούληση των παιδιών μας και των παιδιών τους;

Όταν ρωτήθηκε πώς ορίζει τη σοφία, η σπουδαία ανθρωπολόγος Τζέιν Γκούντολ είπε: «Είναι φοβερά στενάχωρο ότι παρά το πανέξυπνο μυαλό μας, που μας έστειλε στο φεγγάρι, φαίνεται να έχουμε χάσει τη σοφία. Κι αυτή είναι η σοφία των ιθαγενών, που όταν επρόκειτο να λάβουν μια σημαντική απόφαση, το έκαναν με βάση το πώς η απόφαση αυτή θα επηρεάσει την κοινότητά τους επτά γενιές στο μέλλον».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ