Πολιτικη & Οικονομια

Σύμβολο της σημερινής αριστεράς είναι ο αγανακτισμένος άνθρωπος

Ο εξεγερμένος εναντίον φαντασιωτικών τυράννων – ο άνθρωπος που χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 784
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γκράφιτι με τον Καρλ Μαρξ
© Dima Kolesnyk / Unsplash

Σχόλιο για την ήττα των Podemos του Πάμπλο Ιγκλέσιας, την άνοδο του RN της Μαρίν Λεπέν και την ευρωπαϊκή αριστερά

Η αποτυχία των Ποδέμος στην Ισπανία και η σταθερή άνοδος, ή η αμετάκλητη σταθερότητα, του RN της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία είναι μόνο δύο παραδείγματα της αποτυχίας της ευρωπαϊκής αριστεράς – δύο ενδείξεις του γεγονότος, που αιφνιδιάζει τους αφοσιωμένους στην αριστερή παράταξη, ότι οι πολυχαϊδεμένες τους μάζες μπορούν να στραφούν, στη διάρκεια όχι μόνο μιας βιολογικής αλλά μιας εκλογικής γενιάς, από τη ριζοσπαστική αριστερά στη ριζοσπαστική δεξιά. Στην πραγματικότητα, μόνο στην Ελλάδα η αριστερά διατηρεί ευρεία λαϊκή βάση: η πολιτική στήριξη στην ελληνική αριστερά είναι μεταφυσική· δεν σχετίζεται με τις πράξεις και τα πρόσωπα, ούτε επηρεάζεται από τα ηθικά και πολιτικά σφάλματα – στην Ελλάδα, αριστερός γεννιέσαι· έχεις αριστερή καλωδίωση και με αυτή προχωρείς, αμετανόητος, μέχρι τα βαθιά γεράματα.

Δεν συμβαίνει παντού το ίδιο, κι αν συμβαίνει, δεν συμβαίνει με τον ίδιο τρόπο. Στη Γαλλία, πολλοί αριστεροί διανοούμενοι αναγνωρίζουν ότι η αριστερά βαδίζει σ’ ένα τοπίο ομίχλης και προειδοποιούν, εδώ και κάμποσα χρόνια, για «την επιστροφή της δεκαετίας του 1930» – για ένα συσχετισμό εξτρεμιστικών δυνάμεων με ορίζοντα όχι μόνο την πόλωση αλλά τις εμφύλιες συγκρούσεις χαμηλής και μεσαίας έντασης. Η διαρκής υπενθύμιση της δεκαετίας του 1930 είναι βεβαίως ένα αριστερό κλισέ, το μοτίβο της φοβίας και της απειλής για την αέναη επιστροφή του φασισμού – όχι του κόκκινου φασισμού· ο κόκκινος δεν περιλαμβάνεται στην αριστερή ρητορική. Ωστόσο, σε όλη την Ευρώπη ακούγονται ερωτήματα εκ μέρους της ίδιας της αριστεράς: τι απέγιναν οι ταξικοί αγώνες; Γιατί η αριστερά έχει επικεντρωθεί στη δήθεν αστυνομική βία (ένα σπάνιο φαινόμενο συγκριτικά με το παρελθόν), στον ρατσισμό (ακόμα σπανιότερο συγκριτικά με το παρελθόν) και στα δικαιώματα των «εγχρώμων» λες και οι άνθρωποι είναι μπλε με πράσινες βούλες; Γιατί στηρίζει τους ισλαμιστές και βρίσκει πάντοτε δικαιολογίες για τις τριτοκοσμικές θηριωδίες; Γιατί αντικατέστησε τον υπερήφανο εργάτη με τον άνθρωπο-θύμα; Ποιο είναι το όφελος από την τιμωρία των απογόνων των αποικιοκρατών έξι δεκαετίες μετά το τέλος της αποικιοκρατίας; Και εν τέλει: πού θα οδηγήσει το μίσος που καλλιεργεί με τόση μικροψυχία και εκδικητικότητα;

Αν εξετάσει κανείς τη σύγχρονη αριστερή βιβλιογραφία, την παραγωγή αριστερής σκέψης, διαπιστώνει πως η αριστερά έχει υιοθετήσει οπτική και πρόγραμμα κοινωνικού κατατεμαχισμού: γυναίκες εναντίον αρσενικών γουρουνιών –μια ιδέα που είχε επικρατήσει για λίγο στη δεκαετία του 1970, πλην όμως τότε οι φεμινίστριες δεν υποδύονταν τα ευπαθή άνθη–, «μαύροι» εναντίον «λευκών», ομοφυλόφιλοι, τρανς και τα τοιαύτα εναντίον ετεροφυλοφίλων, οικοφασίστες εναντίον φιλελευθέρων. Οι εσωτερικές διαμάχες διασταυρώνονται και αλληλοκαλύπτονται: καθώς η αριστερά τις υποδαυλίζει, το σύμβολό της γίνεται σήμερα ο αγανακτισμένος άνθρωπος, ο εξεγερμένος εναντίον φαντασιωτικών τυράννων – ο άνθρωπος που χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο. Η αριστερά έχει γίνει πιο ηθικολογική από ποτέ, πιο μεσσιανική από ποτέ: η σκέψη και η γλώσσα της είναι η σκέψη και η γλώσσα του Ευαγγελίου.

Ο Μαρξ, ο Ζωρές, ο Προυντόν γυρίζουν στον τάφο τους. Μιας και στην εποχή μας οι άνθρωποι δεν διαβάζουν αλλά σερφάρουν σε κείμενα και διαδικτυακά σχόλια επί άλλων σχολίων, κανείς, σχεδόν κανείς, δεν ερευνά πια τις ρίζες της αριστεράς. Κανείς δεν αναρωτιέται: τι θα έκανε ο Ζαν Ζωρές σ’ αυτή ή στην άλλη περίσταση; Ποια θα ήταν η συμβουλή του Ένγκελς; Θα αποδεχόταν ποτέ η Ρόζα Λούξεμπουργκ την κλάψα των γυναικών στη Δύση και τον πειρασμό της μπούρκας; Τι θα σκεφτόταν ο Γ. Μπ. Ντυμπόις για τη σημερινή κατάσταση της αφροαμερικανικής κοινότητας; Θα συμφωνούσε με το σύνθημα “Black Lives Matter’’; Θα μπορούσαν όλοι αυτοί να συζητήσουν με έξαλλους αντιρατσιστές, με ισλαμοφεμινίστριες, με οικοτρομοκράτες, με φιλοπαλαιστίνιους αντισημίτες, με όλη εκείνη την αλλόκοτη αριστερή πανίδα που έχει αποκτήσει έμμονες ιδέες εθνοτικής καταγωγής, φύλου και σεξουαλικότητας;

Ακόμα και τα υπολείμματα των κομμουνιστικών κομμάτων, που προβάλλουν την ταξική διαλεκτική και τη φτώχεια, έχουν κινηθεί προς τον μικροαστικό ριζοσπαστισμό. Αλλά, αν και τα κομμουνιστικά κόμματα προτείνουν με απεχθή τρόπο, απεχθή καθεστώτα, απολαμβάνουν τον σεβασμό εκ μέρους της μεταμοντέρνας αριστεράς η οποία με τα «αντί» κινήματά της αποθεώνει και ταυτοχρόνως μετουσιώνει την κομμουνιστική καθαρότητα, τον κομμουνιστικό πουριτανισμό, την πεισματική επανάληψη συνθημάτων και στόχων του 19ου αιώνα. Αν και η αριστερά φαίνεται πολυδιασπασμένη, παραμένει συμπαγής μπροστά στην επάρατη δεξιά και στους όχι λιγότερο επάρατους φιλελέδες.

Οι αριστεροί που διαφωνούν με αυτή την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα, αναγνωρίζουν ότι η αριστερά έχει τροφοδοτήσει τη δεξιά –συχνά μάλιστα εκείνη την παράταξη που χαρακτηρίζει «ακροδεξιά»– αναθέτοντάς της την ορθολογική οικονομική πολιτική, την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, την αντιμετώπιση του ισλαμικού εισοδισμού και τη διατήρηση της έννομης τάξης. Τι κάνει σήμερα η αριστερά: υπονομεύει την οικονομία με παράλογες διεκδικήσεις, απεργίες, αναχαίτιση επενδύσεων· υπονομεύει την ευρωπαϊκή ιδέα με αντιευρωπαϊκές θέσεις· υπονομεύει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό με την ενθάρρυνση του ισλαμικού κοινοτισμού και γενικότερα με την προπαγάνδα περί πολιτισμικού σχετικισμού. Η δράση της δεν είναι δημιουργική, είναι διαλυτική· δεν έχει πρακτική αξία· έχει μόνο ιδεολογικό και κοινωνιολογικό περιεχόμενο.

Όλο και περισσότερο, παντού στον κόσμο, η αριστερά εκπροσωπεί μεσαία στρώματα, πτυχιούχους, «εναλλακτικά» διαβιούντες· όχι εργάτες, όχι κατοίκους λαϊκών συνοικιών. Πρόκειται για μια παράταξη που ζυμώνεται μέσα στα πανεπιστήμια από μικροδιανοουμένους και μικρολογίους για να μεταδοθεί σε μια  νεολαία από κακομαθημένους και μαμόθρεφτα, σε μια γενιά snowflakes. Στο μεταξύ, στον αληθινό κόσμο, ακόμα και σε πλαίσιο σχετικής ευημερίας και Προνοίας, το 20% του πληθυσμού δυσκολεύεται να βρει τη θέση του στην κοινωνία και να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του. Ουδείς ενδιαφέρεται γι’ αυτούς – γιατί; Είναι «ομοφοβικοί», «συντηρητικοί», «εθνικιστές» και τα λοιπά· κοντολογίς, δεν αξίζουν την προσοχή της αριστεράς με το υψηλό ηθικό ανάστημα και τις μεγάλες ιδέες.

Οι αξίες του οικουμενισμού χάνονται σ’ αυτό το τοπίο της ομίχλης: το κοσμικό κράτος, η αναγνώριση του παρελθόντος ως παρελθόντος (και όχι ως συνεχιζόμενου παρόντος), η αποτροπή της δημιουργίας ξεχωριστών κοινωνικών θυλάκων θεωρούνται αναχρονισμοί για τη σημερινή αριστερά. Στην πραγματικότητα, το ότι έχει χάσει τον δρόμο της οφείλεται, εν μέρει, στον δικό της αναχρονισμό: στο ότι βλέπει τον σημερινό κόσμο ως συνέχεια της αποικιοκρατικής εποχής πριν από την καθολική ψηφοφορία και πριν από το κράτος δικαίου, και τον εαυτό της ως ένα μείγμα από αναρχικούς, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, μηδενιστές και τρομοκράτες όπως ήταν στον 19ο αιώνα. Επιμένοντας σ’ αυτή τη συγχώνευση, επεκτείνεται σε όλες τις αντισυστημικές ομάδες η καθεμιά από τις οποίες αναφωνεί «Η αριστερά είμαστε εμείς!» (και όχι οι άλλοι). Έτσι, δημιουργείται μια υπόγεια διάβαση ανάμεσα στον αριστερό και στον ακροδεξιό συστημικό χώρο που οι περισσότεροι εκ φύσεως ιδεολόγοι αρνούνται να δουν, αλλά που ο απλός ψηφοφόρος διανύει με ένα αβίαστο βήμα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ