Πολιτικη & Οικονομια

Η τρομοκρατία ως αριστερή πολιτική

H ανακοίνωση της Κουμουνδούρου και οι δηλώσεις αποδοκιμασίας στελεχών του για τον προπηλακισμό του πρύτανη αντιμετωπίστηκαν, δικαιολογημένα, με κατηγορίες για υποκρισία

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
terror.jpg

Ο Παντελής Καψής σχολιάζει τον προπηλακισμό του πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ και τις αντιλήψεις της αριστεράς

Τι είναι πιο εξευτελιστικό από το να σου κρεμάνε μια επιγραφή στον λαιμό και να σε βγάζουν φωτογραφία ή να σου πετάνε στη μούρη ένα γιαούρτι; Αφήνω τις πέτρες, που μπορεί και να σε ματώσουν. Εντάξει, δεν χρειάζεται να απαντήσουμε, γνωρίζουμε ωστόσο τι πρόκειται να ακολουθήσει. Στην πρώτη περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποδοκιμάσει, στη δεύτερη θα μασήσει τα λόγια του και θα επισημάνει ότι τέτοιες αντιδράσεις προκαλούνται από τη δικαιολογημένη λαϊκή αγανάχτηση. Αυτό τουλάχιστον έκανε επανειλημμένα, τόσα χρόνια τώρα, όταν στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δέχονταν τους προπηλακισμούς των «αγανακτισμένων». Συνόδευε μάλιστα τις ανακοινώσεις του από κομψούς χαρακτηρισμούς, όπως «εγκάθετοι» της τρόικας που «εγκλημάτησαν» σε βάρος του ελληνικού λαού. Το γενικό πνεύμα ήταν «καλά να πάθουν, πήγαιναν γυρεύοντας». Λιγότερο συγκρατημένος ο συνεργάτης του στην κυβέρνηση προέτρεπε ανοιχτά σε τρομοκράτηση αντιπάλων τους ώστε να μη μπορούν «να βγουν από το σπίτι» τους.

Με όλα τούτα η ανακοίνωση της Κουμουνδούρου και οι δηλώσεις αποδοκιμασίας στελεχών του για τον προπηλακισμό του πρύτανη αντιμετωπίστηκαν δικαιολογημένα με κατηγορίες για υποκρισία. Η κ. Βάσω Κιντή μάλιστα υπενθύμισε στον κ. Τσακαλώτο, ο οποίος μίλησε για πράξη «αποκτήνωση», πως όταν η ίδια και συνάδελφοί της στο πανεπιστήμιο ήταν υπό ομηρία, θύματα μιας αντίστοιχης εκδήλωσης επαναστατικής αγριότητας, όχι μόνο δεν τους συμπαραστάθηκε αλλά αντίθετα προσήλθε για να δείξει την αλληλεγγύη του στους καταληψίες.

Η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, έχει ένα ευρύτερο ενδιαφέρον. Δεν καταδίκασε απλώς τον προπηλακισμό αλλά προσπάθησε να υποστηρίξει ότι τέτοιες πρακτικές ανήκουν στην ακροδεξιά, όχι στην αριστερά. Όλοι για παράδειγμα βρήκαμε ομοιότητες ανάμεσα στη φωτογραφία του πρύτανη με αντίστοιχους προπηλακισμούς στη διάρκεια της μαοϊκής πολιτιστικής επανάστασης. Η διαπόμπευση, με πινακίδες κρεμασμένες στον λαιμό, όσων υφίσταντο την πρέπουσα διαπαιδαγώγηση, ήταν χαρακτηριστική εικόνα της κινεζικής κομμουνιστικής προπαγάνδας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, στην επίσημη ανακοίνωσή του ανακάλεσε τις φωτογραφίες από τεντιμπόιδες της δεκαετίας του ‘50. Το μήνυμα ήταν σαφές: τέτοιες πρακτικές είναι της χωροφυλακής. Όταν τις υιοθετούν οι αυτοαποκαλούμενοι αναρχικοί, υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση του κόμματος, «δυσφημίζουν» το φοιτητικό κίνημα. Για την αριστερά, βλέπετε, αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα. Όχι η βία και ο εξευτελισμός καθαυτός, αλλά η δυσφήμιση του κινήματος.

Έτσι ήταν πάντα. Σε άγριες εποχές, όταν τέτοιες πρακτικές ομηρείας ήταν επίσημη πολιτική της αριστεράς, το πρόβλημα δεν ήταν ποτέ η πρακτική καθαυτή αλλά οι εντυπώσεις. Όταν το 1944 ο ΕΛΑΣ είχε συλλάβει χιλιάδες προγεγραμμένων πολιτών ως ομήρους, προκαλώντας γενική κατακραυγή, αυτό ακριβώς επισημάνθηκε από την Κεντρική του Επιτροπή.

«Η σύλληψη αμάχων, έστω και σαν μέτρο άμυνας κατά του άγριου διωγμού και της ομηρίας από μέρους των Παπανδρέου-Σκόμπυ, ήταν σοβαρό πολιτικό λάθος που έδωσε την ευκαιρία στην αντίδραση να ξεσηκώσει συκοφαντική εκστρατεία με σκοπό να σκεπάσει τα δικά της εγκλήματα» αναφερόταν χαρακτηριστικά στην σχετική απόφαση.

Κι ο γραμματέας του κόμματος, Ν. Ζαχαριάδης, επισήμανε ότι «το λάθος δεν ήταν ότι διατάχθηκε από την ηγεσία, αλλά ότι διατάχθηκε χωρίς πειθαρχία, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί σε εξωπολιτική πράξη... Εφόσον η ομηρία δεν μπορούσε να γίνει πειθαρχημένα, δεν έπρεπε να διαταχθεί». (από το βιβλίο της Δανάης Γιαννοπούλου για τα Δεκεμβριανά και την προπαγάνδα του αστικού τύπου).

Σε αυτή την έννοια της «εξωπολιτικής» πράξης στηριζόταν άλλωστε ανέκαθεν και η αντίθεση της αριστεράς στην τρομοκρατία. Δεν ήταν η βία καθαυτή που ήταν καταδικαστέα, αλλά το ότι δεν εντασσόταν σε μια στρατηγική του λαϊκού κινήματος. Σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν κατά κάποιο τρόπο μια μικροαστική συμπεριφορά, όχι μια γνήσια επαναστατική πράξη. Πρώτος το επισήμανε ο Μαρξ σε σχέση με την περίοδο του τρόμου στη Γαλλική επανάσταση. «Είμαι πεπεισμένος ότι η ευθύνη για την κυριαρχία του τρόμου το ‘93 πέφτει στους ώμους των τρομοκρατημένων αστών που συμπεριφέρονταν ως πατριώτες» σημείωνε χαρακτηριστικά ο Ένγκελς σε επιστολή του προς τον Μάρξ.

Και ο Λένιν σε μια πολεμική του εναντίον των σόσιαλ επαναστατών έγραφε: «Η τρομοκρατία σας δεν είναι αποτέλεσμα των επαναστατικών σας πεποιθήσεων. Είναι οι επαναστατικές πεποιθήσεις που περιορίζονται στην τρομοκρατία». Όταν ήρθε η ώρα, βέβαια, εξαπέλυσε τη δική του τρομοκρατία με χιλιάδες εκτελέσεις, χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία τους «αντεπαναστάτες».  Κάποιοι άλλοι χρησιμοποίησαν τους «δωσίλογους».

Προφανώς δεν έχει πολύ νόημα να κάνουμε τέτοιου είδους συγκρίσεις με το παρελθόν. Διαφορετική η εποχή και διαφορετικές οι σημερινές αντιλήψεις της αριστεράς. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η προσπάθεια να χαρακτηριστούν τέτοιες πρακτικές ως δεξιές και η μόνιμη επίκληση της δυσφήμισης του κινήματος, δεν είναι τίποτα άλλο από την άρνηση των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ να αντιμετωπίσουν με ειλικρίνεια το ζήτημα της βίας, είτε αυτή εκδηλώνεται στα πανεπιστήμια είτε στην κοινωνία. Ακόμα χειρότερα, έχουν δείξει ότι δεν έχουν πρόβλημα να την αξιοποιούν προς όφελός τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ