Πολιτικη & Οικονομια

STOP στην παρακμή

Το πραγματικό πρόβλημα είναι η απουσία Πολιτικής, με Π κεφαλαίο

82658-184891.JPG
Βασίλης Κοντογιαννόπουλος
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
graffiti-635569_1920.jpg

Είμαι βέβαιος ότι, ανταποκρινόμενοι στη πρόσκλησή μας*, τρία ερωτήματα σας απασχόλησαν.

Ερώτημα πρώτο: Γιατί αυτή η παρέμβαση;

Γιατί, μολονότι παραμένω, πάνω από μια δεκαετία, εκτός ενεργού πολιτικής, αισθάνομαι να με βαραίνει ακόμη η ευθύνη απέναντι στη χώρα και ιδίως στις γενιές που έρχονται. Απέναντι στην 7 μηνών εγγονή μου, αλλά και όλα τα ελληνόπουλα που μέσα στο σημερινό παρακμιακό πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, δεν έχουν δικαίωμα στο όνειρο και την ελπίδα.

Ερώτημα δεύτερο: Πρόκειται να πολιτευτείς πάλι;

Ανήκω στην πολιτική γενιά της Μεταπολίτευσης που άλλαξε τη μοίρα της Ελλάδας και από τη βαλκανική άκρη την τοποθέτησε στην καρδιά της προηγμένης Ευρώπης. Οι κεντρώες αντιλήψεις, που διαμόρφωσα από τα φοιτητικά μου χρόνια, μου επέτρεψαν να υπηρετήσω τις μεταρρυθμιστικές και εκσυγχρονιστικές πολιτικές των Κων/νου Καραμανλή, Κων/νου Μητσοτάκη και Κώστα Σημίτη. Έχω ικανοποιήσει τις προσωπικές μου φιλοδοξίες. Πολιτική για μένα σημαίνει προσφορά και όχι καριέρα.

Δεν φιλοδόξησα να ανέβω στην καρέκλα του Αρχηγού ή του Πρωθυπουργού. Πίστευα ότι στις θέσεις αυτές έπρεπε να βρίσκονται καλύτεροί μου. Φιλοδοξία μου ήταν να συμβάλω στις προσπάθειες ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού της χώρας από θέσεις μάχης. Το απέδειξα ζητώντας από τον Πρωθυπουργό Κων/νο Μητσοτάκη τη θέση του Υπουργού Παιδείας που όλοι θεωρούσαν ηλεκτρική καρέκλα και την απέφευγαν. Απέδειξα ακόμη ότι η ανάληψη πολιτικής ευθύνης δεν ήταν λόγος κενού περιεχομένου. Παραιτήθηκα όταν οι καταλήψεις σχολείων που συντόνιζε ο μαθητής της ΚΝΕ Α. Τσίπρας κατέληξαν στο θάνατο του καθηγητή Τεμπονέρα, έπειτα από συμπλοκή με αντιμαχόμενα κομματικά στελέχη. Η μοναδική ευθύνη μου ήταν ότι επέμενα ανυποχώρητα στην αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης με κύριους άξονες την αξιοκρατία και αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Στόχοι που παραμένουν μέχρι σήμερα ζητούμενο.

Ερώτημα τρίτο: Γιατί απευθύνθηκα στους συγκεκριμένους συνομιλητές μου;

Γιατί με τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο και τη Μαριέττα Γιαννάκου ανήκουμε στην ίδια πολιτική γενιά, μοιραζόμαστε κοινές πολιτικές αξίες και είμαστε «φορείς του μεταρρυθμιστικού στίγματος». Κάτι που, μέσα στην πολιτική πραγματικότητα, αποτελεί μειονέκτημα, που σε τοποθετεί εκτός πολιτικής.

Παρόμοιες αντιλήψεις συμμερίζονται ο Παν. Καρκατσούλης και ο Γιώργος Παγουλάτος. Η βαθιά γνώση του αντικειμένου τους, η εμπειρία, η επαγγελματική καταξίωση και το γνήσιο ενδιαφέρον για τα κοινά που τους διακρίνουν, προσδιορίζουν και το περιεχόμενο της πραγματικής ανανέωσης που αποτελεί διαχρονικό αίτημα της ελληνικής κοινωνίας.

Ξεχωριστά θέλω να αναφερθώ στη Νίκη Λυμπεράκη, ένα από τα λαμπερότερα πρόσωπα της ελληνικής δημοσιογραφίας, για να την ευχαριστήσω, που δέχτηκε να συντονίσει τη δημόσια αυτή συζήτηση.

Φίλες και Φίλοι,

Είναι η τρίτη κατά σειρά εκδήλωση, στον ίδιο χώρο, με την οποία επιχειρώ να παρέμβω στις πολιτικές εξελίξεις.

Τον Νοέμβριο του 2014, διαβλέποντας την επέλαση του εθνολαϊκισμού, που τελικά οδήγησε στη συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, διατύπωσα την πρόταση, προς τους δύο ηγέτες της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, να δώσουν από κοινού την επικείμενη εκλογική μάχη, με διακύβευμα την παραμονή ή όχι της χώρας στην Ευρώπη και το Ευρώ, που για τους εθνολαϊκιστές δεν αποτελούσε φετίχ. Τους προειδοποίησα, με επιστολή μου, ότι στην περίπτωση που δεν συμπράξουν πολιτικά και εκλογικά δεν θα ηττηθούν μόνο, αλλά και θα αποκεφαλισθούν.

Τον Φεβρουάριο του 2017 απευθύνθηκα προς όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις του δημοκρατικού και φιλοευρωπαϊκού τόξου, υποδεικνύοντας ότι η ανάταξη και ανασυγκρότηση της χώρας από το αξιακό, θεσμικό, πολιτικό και οικονομικό σοκ που έχει προκαλέσει η πολυεπίπεδη κρίση που έχει επιδεινώσει η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, επιβάλλει ευρύτατη πολιτική συνεργασία ως προϋπόθεση της αναγκαίας κοινωνικής συναίνεσης.

Δεν παριστάνω ούτε τον προφήτη ούτε την Κασσάνδρα. Αναλύω απλά την πολιτική πραγματικότητα με πολιτική ανιδιοτέλεια και απαλλαγμένος από τον κομματικό ιδρυματισμό.

Σήμερα θα επιχειρήσω για μια ακόμη φορά, να πω τα πράγματα με το όνομά τους, θέτοντας «τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων».

Το 2019 μέλλει να αποδειχθεί μια κρίσιμη χρονιά για την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη. Οι ευρωεκλογές του Μαΐου και οι εθνικές εκλογές που, κατά την εκτίμησή μου, θα προηγηθούν, αναμένεται να επηρεάσουν καταλυτικά την πορεία Ελλάδας και Ευρώπης.

Θεωρώ βέβαιο ότι ο Α. Τσίπρας θα επιχειρήσει να αιφνιδιάσει την Αντιπολίτευση προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές, στην «τούρλα» της παροχολογίας, της σκανδαλολογίας και της πόλωσης, που θα κορυφωθούν το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου.

Σε μια εποχή που κυριαρχούν διεθνώς η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα για το μέλλον, μείζονα προβλήματα, όπως η επέλαση του λαϊκισμού και του εθνικισμού, οι μεταναστευτικές ροές, η παγκοσμιοποίηση και οι οικονομικές ανισότητες, η 4η βιομηχανική επανάσταση, αναμένουν πειστικές απαντήσεις. Οι πολίτες απαιτούν περισσότερη ασφάλεια και λιγότερα βάρη. Όσο το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να τις δώσει, τόσο οι κοινωνίες θα υποκύπτουν στις εύκολες, αλλά ατελέσφορες, απαντήσεις των λαϊκιστών: απόρριψη της Ευρώπης και της δημοκρατίας, προστατευτικά τείχη για την οικονομία και τη μετανάστευση.

Το πραγματικό πρόβλημα είναι η απουσία Πολιτικής, με Π κεφαλαίο.

Γιατί μόνο η Πολιτική είναι ικανή να οργανώσει σχέδιο για το μέλλον και να πείσει τους πολίτες ότι διαθέτουν μια ασφαλή προοπτική. Αυτός είναι ο πραγματικός της ρόλος. Η απουσία Πολιτικής είναι αυτή που οδηγεί στην ήττα της Ευρώπης και της Δημοκρατίας.

Η Ευρώπη

Η Ευρώπη πριν μερικά χρόνια παρήγαγε πολιτική. Επεξεργαζόταν σχέδια. Έπαιρνε τολμηρές πρωτοβουλίες και ρίσκα. Προχωρούσε με αργά, αλλά σταθερά βήματα προς την ολοκλήρωσή της. Από την ΕΟΚ στην Ενιαία Αγορά, στο Μάαστριχτ, στο Ευρώ. Η απόρριψη του Ευρωπαϊκού Συντάγματος το 2005 σηματοδότησε τη στασιμότητα. Μοιραίο αποδείχθηκε το Δημοψήφισμα για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, που προκήρυξε ο Πρόεδρος Σιράκ και απέρριψε ο γαλλικός λαός. Το ίδιο επαναλήφθηκε με το δημοψήφισμα που προκήρυξε ο Κάμερον στη Μ. Βρετανία, με συνέπεια να την έχει οδηγήσει σε υπαρξιακή κρίση. Το ίδιο συνέβαινε και στην Ελλάδα, με το δημοψήφισμα του Α. Τσίπρα, αν το επικοινωνιακό του χάρισμα δεν συνόδευε η δεξιοτεχνία της «κωλοτούμπας».

Πραγματικός ηγέτης είναι αυτός που οδηγεί το λαό στις κρίσιμες στιγμές. Δεν κρύβεται πίσω του. Λογοδοτεί και κρίνεται από την Ιστορία. Αν το 1981 η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ είχε τεθεί σε δημοψήφισμα, είναι βέβαιο ότι η χώρα μας σήμερα, αλλά και η Κύπρος, θα βρισκόταν εκτός Ευρώπης, αντιμέτωπες μόνες με την τουρκική απειλή.

Παρόμοια ήταν η πορεία σε πολλά από τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Απώλεια σχεδίων για το μέλλον. Αδυναμία μεταρρυθμίσεων που επιβάλλουν το ραγδαία μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον και η τεχνολογική επανάσταση. Η Γερμανία, με τον Καγκελάριο Σρέντερ προχώρησε, έγκαιρα, στις μεταρρυθμίσεις. Είναι αυτές που την κατέστησαν κυρίαρχη οικονομική δύναμη στην Ευρώπη. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες διέθεταν μυωπικές και φοβικές ηγεσίες μπροστά στις αλλαγές. Ο Πρόεδρος Μακρόν επιδιώκει σήμερα να κερδίσει τον χαμένο χρόνο.

Στο βιβλίο «Υπνοβάτες» του Κρίστοφερ Κλαρκ, οι μεγαλύτερες ευθύνες για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αποδίδονται στην ανικανότητα και την αμεριμνησία των πολιτικών ηγετών. Ήταν οι «υπνοβάτες που παρατηρούσαν τα πάντα, χωρίς να βλέπουν τίποτα, στερεμένοι από οράματα και τυφλοί μπροστά στην πραγματικότητα…».

Η Ελλάδα

Παρόμοια ήταν η πορεία της χώρας μας μετά το 2004, με συνέπεια η χώρα μας να βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή σε ένταση και διάρκεια κρίση που εμφανίζει πλέον όλα τα συμπτώματα της παρακμής.

Πολιτικό το μείζον πρόβλημα της χώρας

«Η Ελλάδα υπέφερε περισσότερο από την οικονομική κρίση διότι ήταν η χώρα που κυβερνήθηκε με τη μεγαλύτερη ανευθυνότητα». Είναι διαπίστωση του ΧοακίνΑλμούνια, τέως Επιτρόπου Οικονομικών της Ευρωζώνης, στον οποίο ανατέθηκε πρόσφατα η εποπτεία της χώρας μας. Οι τρεις χώρες, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος, που μπήκαν σε Μνημόνια μετά την Ελλάδα, με ένα Μνημόνιο και σε τρία χρόνια αντιμετώπισαν την κρίση, βγήκαν στις αγορές και σταδιακά ανέκτησαν τις απώλειες σε ΑΕΠ και εισοδήματα. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτές και την Ελλάδα είναι ότι εκεί τα πολιτικά κόμματα αντιμετώπισαν την κρίση με υπευθυνότητα και συναίνεση. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα, ως ευκαιρία για ρεσάλτο στην εξουσία με όχημα τον λαϊκισμό και το διχασμό, η δίψα για εξουσία και τη νομή της, σε συνδυασμό με την πολιτική και διαχειριστική ανεπάρκεια, αποτελούν την κύρια αιτία της κρίσης, αλλά και της αδυναμίας υπέρβασής της.

«Η ρίζα της κρίσης ήταν η αδυναμία ή η απροθυμία του πολιτικού συστήματος να εξελιχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του 21ου αιώνα». Είναι η ετυμηγορία του Τόμας Βίζερ, τέως Προέδρου του Euro Working Group. Τα πολιτικά κόμματα, από πυλώνες της δημοκρατίας και φορείς αρχών και αξιών, όπως προέβλεπε ο συνταγματικός νομοθέτης του 1975, σταδιακά εκφυλίστηκαν σε πελατειακά δίκτυα και μηχανισμούς άλωσης και νομής της εξουσίας. Το πολιτικό σύστημα προσβλήθηκε από παθογένειες που υπέσκαψαν το οικοδόμημα της Μεταπολίτευσης. Έργο των πολιτικών ηγετών Κων. Καραμανλή, Α. Παπανδρέου, Κων. Μητσοτάκη, Κ. Σημίτη, που εξασφάλισε στους Έλληνες τη μακρύτερη περίοδο δημοκρατικής ομαλότητας και ευημερίας. Κομματοκρατία, συνώνυμη της αναξιοκρατίας, πελατειασμός, διαπλοκή, διαφθορά, είναι οι κύριες αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στη χρεωκοπία, και την πολιτική ζωή στην παρακμή. Εκκολάφθηκαν μέσα στους κομματικούς μηχανισμούς και διαπερνούν οριζόντια το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Αποτέλεσμα, η Ελλάδα που, παρά την κρίση, συγκαταλέγεται ανάμεσα στις 40 πλουσιότερες χώρες του πλανήτη, σε επίπεδο δημόσιας διοίκησης, συστήματος διακυβέρνησης και δημόσιας εκπαίδευσης, ιδίως πανεπιστημιακής, προσομοιάζει με χώρα τριτοκοσμική.

Στη σημερινή πολιτική πραγματικότητα, με το απαξιωμένο στη συνείδηση της πλειοψηφίας των πολιτών κομματικό σύστημα, και την κυριαρχία της απαισιοδοξίας για το μέλλον, είναι περισσότερο από επιτακτική η ανάγκη το πολιτικό σύστημα να υποστεί βαθύ δομικό μετασχηματισμό.

Κατάργηση του σταυρού προτίμησης και καθιέρωση μονοεδρικού συστήματος, κατά το γαλλικό ή γερμανικό μοντέλο. Θέσπιση ασυμβίβαστου μεταξύ βουλευτικού και υπουργικού αξιώματος. Κατάργηση του πρωθυπουργοκεντρικού συστήματος με ενίσχυση των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας και θεσμικά αντίβαρα στην εξουσία του ενός. Είναι ώριμες λυτρωτικές τομές, ικανές να οδηγήσουν στην αναβάθμιση της ποιότητας του πολιτικού προσωπικού και την απεξάρτηση της πολιτικής ζωής από ολιγαρχικά-μιντιακά συμφέροντα που την έχουν βραχυκυκλώσει.

Ένα Κοινοβούλιο 250 βουλευτών, από τους οποίους οι 200 θα εκλέγοντα σε μονοεδρικές περιφέρειες και οι 50 με λίστα, ποιοτικά αναβαθμισμένο, θα ελέγχει την εκτελεστική εξουσία, χωρίς να μετέχει σε αυτήν, νοθεύοντας τη θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως συμβαίνει σήμερα.

Ο σταυρός προτίμησης είναι η μήτρα των πελατειακών σχέσεων, της συναλλαγής και κατ’επέκταση της διαπλοκής και της διαφθοράς. Αποτελεί υποκρισία η αυταπάτη ή αντίληψη ότι μπορεί κανείς σήμερα, ιδίως στις πολυάριθμες εκλογικές περιφέρειες, να εκλεγεί βουλευτής, χωρίς την εύνοια ολιγαρχικών-μιντιακών συμφερόντων ή τη στήριξη του κομματικού μηχανισμού. Γι’αυτό η δημόσια ζωή κυριαρχείται από προϊόντα του κομματικού-συνδικαλιστικού σωλήνα και των τηλεκαφενείων, με κύριο προϊόν την «αναγνωρισιμότητα».

Κραυγαλέα επιβεβαίωση της χειραγώγησης της ψήφου των πολιτών είναι το σύστημα ανάδειξης των ευρωβουλευτών, που ίσχυσε στις προηγούμενες ευρωεκλογές, με την καθιέρωση σταυρού προτίμησης και εκλογική περιφέρεια την… επικράτεια. Ποιος υποψήφιος είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας προεκλογικής καμπάνιας στο σύνολο του εκλογικού σώματος; Για την ποιότητα του πολιτικού προσωπικού επιχειρείται να αποδοθεί ευθύνη αποκλειστικά στους πολίτες. Ασφαλώς έχουν κι αυτοί μερίδιο ευθύνης. Προηγείται όμως η ευθύνη των ηγεσιών των κομμάτων που επιλέγουν τους υποψηφίους και των media που τους προβάλλουν.

Οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην πολιτική σκηνή προκαλούν αποστροφή σε καταξιωμένες, επαγγελματικά και κοινωνικά, προσωπικότητες να εμπλακούν με την πολιτική. Είναι η κύρια αιτία που το διαχρονικό αίτημα της «ανανέωσης» της πολιτικής ζωής πραγματοποιείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αντί να τροφοδοτείται από την κορυφή της κοινωνίας, τροφοδοτείται από τον πάτο. Έτσι φτάσαμε σήμερα η χώρα να κυβερνάται από τη χειρότερη Κυβέρνηση και το χειρότερο Κοινοβούλιο της Μεταπολίτευσης. Η πολιτική μυθολογία του «νέου και άφθαρτου» που θα αντικαταστήσει το «παλαιό και φθαρμένο» πολιτικό προσωπικό, βρήκε την παταγώδη διάψευσή της στο πρόσωπο του Α. Τσίπρα και της ριζοσπαστικής αριστεράς. Αποδείχθηκαν φορείς όλων των παθογενειών του πολιτικού συστήματος, με συνέπεια την καταβύθιση της πολιτικής ζωής στην ανυποληψία, ιδίως μετά τα παρακμιακά φαινόμενα των τελευταίων ημερών. Οι δύο αλληλοϋβριζόμενοι και αλληλομηνυόμενοι πρώην Υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας, εχειρίζοντο μέχρι χθες τα πλέον κρίσιμα και ευαίσθητα εθνικά θέματα.

Η εξυγιαντική μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος με στόχο την αξιοκρατία και την καταπολέμηση της διαφθοράς είναι αυτή που θα συμφιλιώσει τους πολίτες με την πολιτική και ιδίως τους νέους, ενώ θα περιορίσει την αντισυστημικότητα που οδηγεί σε πολιτικέςτερατογενέσεις.

Η πορεία της χώρας είναι ναρκοθετημένη 

Η έξοδος από τον οκταετή μνημονιακό Γολγοθά θα μπορούσε να σηματοδοτήσει τη μετάβαση της χώρας σε μια οικονομική και πολιτική κανονικότητα. Η αλήθεια είναι διαφορετική.

Η Ελλάδα βγήκε από το τρίτο και οδυνηρότερο Μνημόνιο, που φέρει και την υπογραφή Τσίπρα-Καμμένου γιατί έληξε ημερολογιακά η τριετής διάρκειά του. Θα ήταν αχρείαστο αν ο Α. Τσίπρας δεν επειγόταν να αναρριχηθεί στην εξουσία, ανατρέποντας τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, λίγους μήνες πριν ολοκληρωθεί το δεύτερο Μνημόνιο. Θα ήταν Πρωθυπουργός λίγους μήνες αργότερα και χωρίς το πρώτο εφιαλτικό εξάμηνο του 2015. Σε μνημονιακές συνθήκες οι πολίτες καταψηφίζουν κάθε κυβέρνηση που εφαρμόζει Μνημόνιο. Όπως συνέβη και στις άλλες χώρες. Όπως θα συμβεί και στον ίδιο.

Η άνοδος του Α. Τσίπρα στην εξουσία κόστισε στους Έλληνες ένα ολόκληρο Μνημόνιο και τους καταδίκασε σε τέσσερα επιπλέον χρόνια λιτότητας. Από τα οκτώ μνημονιακά χρόνια, η Συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου διάνυσε σχεδόν τα μισά. Επιβάρυνε το χρέος της χώρας κατά 86 δις ευρώ. Η Κυβέρνηση της Αριστεράς, που θα διέγραφε το «επονείδιστο» χρέος, το αύξησε κατά 1/3. Για την εξυπηρέτησή του, υποθήκευσε τη δημόσια περιουσία για 100 χρόνια. Χάθηκε η τετραετία του φτηνού ευρώ με το πρόγραμμα ποιοτικής χαλάρωσης του Μάριο Ντράγκι, από τον οποίο επωφελήθηκαν όλες οι χώρες της Ευρωζώνης, πλην Ελλάδος.

Η Ελλάδα δεν έχει βγει από την κρίση. Παραμένει πτωχευμένη και υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο, χωρίς ουσιαστική πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, χωρίς Τράπεζες και επενδύσεις. Η πρώτη απόπειρα εξόδου στη διεθνή αγορά επέφερε πενταετές δάνειο 2,6 δις ευρώ με επιτόκιο 3,6%, την ώρα που οι άλλες τρεις χώρες που βγήκαν από τα Μνημόνια δανείζονται με επιτόκια κάτω του 0,5%. Η κοινωνία παραμένει συρρικνωμένη: Οικονομικά, με τους Έλληνες να έχουν χάσει πάνω από το 30% του εισοδήματος και της περιουσίας τους. Δημογραφικά, με μείωση των γεννήσεων κατά 100.000το χρόνο. Παραγωγικά, με μισό εκατομμύριο επιστημονικού και τεχνικού δυναμικού να έχει αναζητήσει την τύχη του στο εξωτερικό.

Η Κυβέρνηση Τσίπρα επιχειρεί να ωραιοποιήσει την πραγματικότητα μοιράζοντας προεκλογικά επιδόματα και αναδρομικά. Όχι από τη μεγέθυνση της οικονομίας, αλλά από τον στραγγαλισμό της με την υπερφορολόγηση. Υπερφορολόγηση που οδήγησε στην κατάρρευση και τη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης. Στέρησε έτσι την οικονομία από την ατμομηχανή της ανάπτυξης και την κοινωνία από το «αμορτισέρ» απορρόφησης των κοινωνικών εντάσεων και ανισοτήτων.

Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι εταίροι μας ενόψει των ευρωεκλογών θέλουν να εμφανίσουν την Ελλάδα ως δικό τους success story. Για μια ακόμη φορά κάνουν τα στραβά μάτια μπροστά στα ελληνικά προβλήματα. Ούτε φείδονται εγκωμίων προς τον Α. Τσίπρα ως ανταπόδοση της πίεσης που άσκησαν προκειμένου να κλείσει όπως-όπως το ζήτημα του Μακεδονικού.

Ο Α. Τσίπρας απέρχεται έχοντας παραδώσει την κοινωνία στη μέγγενη του λαϊκισμού και του εθνικισμού. Ανέβηκε στην εξουσία, με όχημα τον Λαϊκισμό, διχάζοντας τους Έλληνες σε μνημονιακούς (προδότες-μερκελίτες) και σε αντιμνημονιακούς. Απέρχεται έχοντας πυροδοτήσει, με τους αλαζονικούς και ιδιοτελείς χειρισμούς του, μια εθνικιστική έκρηξη, ξαναδιχάζοντας τους Έλληνες σε προδότες και πατριώτες. Η διαφορά είναι ότι τώρα είναι αυτός κατηγορούμενος και προπυλακιζόμενος.

Ο Α. Τσίπρας απέρχεται έχοντας ναρκοθετήσει τη μελλοντική πορεία της Ελλάδας.

Τη μεγαλύτερη απειλή για το μέλλον της χώρας και τις θυσίες του ελληνικού λαού συνιστά η ψήφιση της απλής αναλογικής. Το φάσμα της πολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας είναι η πολιτική κληρονομιά του. «Θέλω να αφήσω κάτι αριστερό…» είχε εξομολογηθεί.

Τα τεράστια ελλείμματα που έχουν συσσωρευτεί σε ΔΕΚΟ όπως η ΔΕΗ που χάνει 60 εκατομμύρια ευρώ το μήνα, τα ΕΛΤΑ, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, σε Νοσοκομεία κλπ., διαμορφώνουν ένα ζοφερό οικονομικό περιβάλλον.

Οι δικαστικές αποφάσεις για τα αναδρομικά που ανατρέπουν την εισοδηματική πολιτική, αποτελούν βόμβα μεγατόνων για την οικονομική πολιτική κάθε κυβέρνησης. Αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, υπέρβαση της δικαστικής εξουσίας και παραπέμπουν σε κράτος δικαστών που έχει την αφετηρία του στην απαράδεκτη διάταξη των «μισθοδικείων». Προκαλεί απορία το γεγονός ότι ενόψει της Συνταγματικής Μεταρρύθμισης ουδείς έχει θέσει το μείζον αυτό ζήτημα.

Η Ελλάδα τέλος συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά που την κατατάσσουν στην κατηγορία του «αποτυχημένου κράτους» (failed state). Η χώρα μας που παρά την κρίση παραμένει ανάμεσα στις 40 πλου­σιότερες χώρες του πλανήτη (έργο του παλαιού και διεφθαρμένου πολι­τικού συστήματος) τόσο σε επίπεδο δημόσιας διοίκησης όσο και συστή­ματος διακυβέρνησης, προσομοιάζει περισσότερο σε χώρα τριτοκοσμική. Αυτό το «αποτυχημένο κράτος» κοστίζει στους Έλληνες φορολογούμενους δέκα μονάδες του ΑΕΠ περισσότερο από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.

*Ομιλία του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με θέμα «STOP στην Παρακμή» όπου συμμετείχαν οι Ανδρέας Ανδριανόπουλος, Μαριέττα Γιαννάκου, Παναγιώτης Καρκατσούλης, Γιώργος Παγουλάτος. Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος Νίκη Λυμπεράκη.


Stop στην παρακμή, το κείμενο συλλογής υπογραφών για τη δημιουργία ενός φιλοευρωπαϊκού δημοκρατικού πόλου

«Η ρίζα της κρίσης είναι η αδυναμία ή η απροθυμία του πολιτικού συστήματος να εξελιχθεί, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του 20ου αιώνα». Είναι η ετυμηγορία για τα αίτια της ελληνικής κρίσης του Τόμας Βίζερ, τέως Προέδρου του Euro Working Group.

Κομματοκρατία, συνώνυμη της αναξιοκρατίας, πελατειασμός, διαπλοκή, διαφθορά, είναι οι παθογένειες που εκκολάφθηκαν στους κομματικούς μηχανισμούς, διαπερνούν οριζόντια το πολιτικο-κομματικό σύστημα στο σύνολό του, υπέσκαψαν τα επιτεύγματα της Μεταπολίτευσης, οδήγησαν τη χώρα στη χρεωκοπία και την Πολιτική στην απαξίωση και την παρακμή.

Ο δομικός μετασχηματισμός του πολιτικο-κομματικού συστήματος αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την εξυγίανση της πολιτικής ζωής και την οριστική έξοδο από την κρίση. Τρεις είναι οι βασικές τομές που απαιτούνται:

  1. Κατάργηση του σταυρού προτίμησης και καθιέρωση μονοεδρικών περιφερειών κατά το γαλλικό ή γερμανικό μοντέλο. Ο σταυρός προτίμησης είναι η μήτρα των πελατειακών σχέσεων, της συναλλαγής και κατ’επέκταση της διαπλοκής και της διαφθοράς.
  2. Καθιέρωση ασυμβίβαστου μεταξύ βουλευτικού και υπουργικού αξιώματος. Έτσι θα αποκατασταθεί η θεμελιώδης αρχή της διάκρισης των εξουσιών και ο έλεγχος της εκτελεστικής εξουσίας από ένα Κοινοβούλιο που δεν θα μετέχει σε αυτή, όπως συμβαίνει σήμερα με τη συνύπαρξη στα ίδια πρόσωπα και των δύο αξιωμάτων.
  3. Κατάργηση του πρωθυπουργικοκεντρικού και αρχηγοκεντρικού πολιτικού συστήματος με ενίσχυση των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας και θεσμικά αντίβαρα στην εξουσία του ενός.

Ένα Κοινοβούλιο 250 βουλευτών, από τους οποίους οι 200 θα εκλέγονται σε μονοεδρικές περιφέρειες και οι 50 με λίστα, θα συμβάλλει στην αναβάθμιση της ποιότητας του πολιτικού προσωπικού και την απεξάρτηση της πολιτικής από ολιγαρχικά συμφέροντα που την έχουν σήμερα βραχυκυκλώσει.

Είναι βέβαιο ότι κανείς πολιτικός δεν επιδιώκει την αλλαγή του πολιτικού συστήματος με το οποίο πέτυχε να εκλεγεί. Είναι όμως εξίσου βέβαιο ότι δεν υπάρχει πολίτης που δεν επιθυμεί την αλλαγή ενός πολιτικού συστήματος που έχει παρακμάσει και παράγει αναξιοκρατία και διαφθορά.

Ο Πρόεδρος Ομπάμα, με την ιστορική ομιλία του στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 2016, έδειξε το δρόμο. Υπέδειξε στους πολίτες να γίνουν αυτοί η δύναμη της αλλαγής. «Η αλλαγή έρχεται όταν εμπλακούν και την απαιτήσουν οι απλοί πολίτες. Γιατί η μεγαλύτερη δύναμη στη δημοκρατία είναι η δύναμη του πολίτη».

Το 1975 ο ελληνικός λαός απήλλαξε τη χώρα και την πολιτική ζωή από την καμαρίλα των Ανακτόρων. Σήμερα καλείται να απαλλάξει την κοινωνία από την κομματίλα και τη λαμογιά.-

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ