Πολιτικη & Οικονομια

Χαμένοι στο Facebook

Το μεγαλύτερο σκάνδαλο παραβίασης και κατάχρησης προσωπικών δεδομένων στην ιστορία του διαδικτύου

spanou.jpg
Αγγελική Σπανού
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
17983538.jpg
EPA/RITCHIE B. TONGO

Το Facebook ιδρύθηκε το Φεβρουάριο του 2004, από τον 34χρονο Μαρκ Ζούκερμπεργκ στο Χάρβαρντ, και έχει σήμερα 2 δισεκατομμύρια ενεργούς χρήστες, είναι δηλαδή η μεγαλύτερη κοινότητα του κόσμου, περισσότερο από πανίσχυρο κράτος, μεγαλύτερο από ήπειρος, μια πραγματική οικονομική υπερδύναμη που μπορεί να έχει τεράστια κοινωνική και πολιτική επιρροή. 

Καθημερινά πολλά εκατομμύρια άνθρωποι κάνουν «like» σε κάποιο ποστ, ανεβάζουν φωτογραφία ή βίντεο, χαζεύουν τους λογαριασμούς άλλων ή συμμετέχουν σε κάποιον διάλογο. Η άνοδος είναι συνεχής, την τελευταία χρονιά κατά 16%, ενώ τα διαφημιστικά του έσοδα ξεπέρασαν τα 10 δισ δολάρια και τα κέρδη του, στο τρίτο τρίμηνο του 2017, έφθασαν στα 4,71 δισ. δολάρια, αυξημένα κατά 79% έναντι του αντίστοιχου περσινού τριμήνου.

Υπάρχει ζωή χωρίς Facebook; Για πολλούς όχι. Ερωτεύονται, χωρίζουν, επικοινωνούν, ενημερώνονται, ψυχαγωγούνται, εξελίσσονται και υπάρχουν μέσα από αυτό. Δεν ξέρουν κάτι άλλο, δεν μπορούν να λειτουργήσουν διαφορετικά, δεν το εγκαταλείπουν στις διακοπές, στην αρρώστια, στη χαρά, στον πόνο, στο πένθος.

Όλα αυτά ενέπνευσαν την βρετανική εταιρεία επεξεργασίας και ανάλυσης δεδομένων Cambridge Analytica που δούλευε για τον Ντόναλντ Τραμπ (φίλο του ιδιοκτήτη της εταιρείας Στίβεν Μπάνον) και το Brexit. Η εταιρεία συγκέντρωσε τα προφίλ και τα στοιχεία τουλάχιστον 50 εκατομμυρίων χρηστών τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποίησε για να τους κατευθύνει πολιτικά μέσω της πλατφόρμας.

Τα στοιχεία είχαν συγκεντρωθεί από τον Αλεξάντρ Κόγκαν, καθηγητή ψυχολογίας ρωσικής καταγωγής από το Πανεπιστήμιο του Cambridge, ο οποίος δημιούργησε μια εφαρμογή στον ιστότοπο την οποία κατέβασαν 270.000 άνθρωποι. Ήταν ένα παιχνίδι, «this is your digital life». Εκατοντάδες χιλιάδες χρήστες καλούνταν να απαντήσουν σε ένα τεστ προσωπικότητας και συμφώνησαν να συλλεγούν τα δεδομένα τους για ακαδημαϊκή χρήση, ενώ το πανεπιστήμιο δεν είχε καμία σχέση με αυτή την πρακτική. «Είναι εντάξει εάν κοιτάξουμε τις πληροφορίες των φίλων σου;» ήταν η ερώτηση και η απάντηση που δινόταν από τους περισσότερους ήταν «σίγουρα, γιατί όχι; Θα ήθελα να λάβω αυτό το ικανό ψυχολογικό τεστ». Αρκούσε η συμμετοχή 270.000 ανθρώπων για να εξασφαλιστεί πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα 50 εκατομμυρίων προφίλ, δημιουργώντας μια τεράστια δεξαμενή στοιχείων, τα οποία ο Α. Κόγκαν πούλησε στην Cambridge Analytica.

Τώρα το Facebook πλένει τα χέρια του, η εταιρεία απέπεμψε τον επικεφαλής της Αλεξάντερ Νιξ, ο Κόγκαν ισχυρίζεται πως τον κάνουν αποδιοπομπαίο τράγο, ευρωπαϊκοί και αμερικανικοί θεσμοί εκφράζουν ετοιμότητα για δυναμική αντίδραση ώστε να αποτραπεί επανάληψη του φαινομένου.

Οι ομοσπονδιακές ρυθμιστικές αρχές και οι εισαγγελείς στις ΗΠΑ ξεκίνησαν ήδη έρευνες εναντίον του Facebook, ενώ στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού υπάρχει ταραχή μεγάλη. Ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ θα καταθέσει στην αμερικανική γερουσία, στη βρετανική βουλή των κοινοτήτων, στο ευρωκοινοβούλιο. Οι επενδυτές αποσύρονται και η αξία του δικτύου μειώθηκε κατά περίπου 50 δισ. δολάρια μέσα σε δυο ημέρες.

Αυτό είναι το μεγαλύτερο σκάνδαλο παραβίασης και κατάχρησης προσωπικών δεδομένων στην ιστορία του διαδικτύου και το μόνο που μάθαμε σε τέτοια λεπτομέρεια. Μπορεί να έχουν πουληθεί σε εταιρείες πώλησης ειδών σκι τα στοιχεία ανθρώπων που ανεβάζουν φωτογραφίες από χιονισμένες πίστες και σε κομματικά επιτελεία τα προφίλ ψηφοφόρων που μοιάζουν αναποφάσιστοι και πάντως όχι στρατευμένοι.

Στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε τι έχει συμβεί ούτε ποια είναι τα όρια της νομιμότητας στην αξιοποίηση προσωπικών πληροφοριών από το διαδίκτυο, αφού πολλά δεδομένα είναι δημόσια και επομένως υπάρχει ατομική ευθύνη, ενώ η έννοια της ρύθμισης είναι πολύ σχετική όταν αναφερόμαστε στο χάος του κυβερνοχώρου. Προφανώς θα ήταν επιθυμητό ένα αίτημα συναίνεσης από όποιον φορέα ενδιαφέρεται να «πουλήσει» το προφίλ σου, όμως αν βρεις κάτι πεταμένο στο δρόμο και το πάρεις δεν διαπράττεις αδίκημα.

Κάθε φορά που πρόκειται να ψηφίσουμε δεν ξέρουμε αν είμαστε μέλος του target group που έχει στοχεύσει μια εταιρεία και όταν μαθαίνουμε μια είδηση μέσα από το διαδίκτυο δεν ξέρουμε αν είναι κατασκευασμένη και για ποιο σκοπό.

Το κλισέ λέει ότι πρέπει να χρησιμοποιείς το μέσο και να μη σε χρησιμοποιεί. Όταν, όμως, η ίδια η φύση του μέσου ενθαρρύνει, αν δεν υποβάλλει, την αυτοπροβολή  και της δύναμη της εικόνας, τότε ο χρήστης γίνεται έτσι κι αλλιώς ευάλωτος. Γιατί το μέσο είναι ο καθρέφτης της ζωής του. Φαίνεται η οικογενειακή του κατάσταση, η επαγγελματική του δραστηριότητα, οι συνήθειές του, τα οικονομικά του, η καταναλωτική του συμπεριφορά, η κοινωνική του ζωή. Ποια εταιρεία δεν θα ήθελε να ξέρει το «βιογραφικό» των δυνητικών της πελατών και ποιο κόμμα δεν θα ήθελε να έχει πρόσβαση στα στοιχεία των δυνητικών ψηφοφόρων του;

Μέχρι πριν λίγο καιρό υπήρχε η φήμη πως ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ θα διεκδικούσε το χρίσμα των Δημοκρατικών για την προεδρία των ΗΠΑ. Θα μπορούσε να είναι αλήθεια αν δεν ήταν τόσο πλούσιος και τόσο ισχυρός, ένας αληθινός πλανητάρχης που θα είχε μόνο να χάσει εγκαταλείποντας το ρόλο του mr Facebook για να διεκδικήσει την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο.

Το βέβαιο είναι ότι έχει αλλάξει ο τρόπος που γίνονται εκλογές και δημοψηφίσματα. Η δύναμη του διαδικτύου αποδεικνύεται καθοριστική για τον επηρεασμό της κοινής γνώμης και τα social media δημιουργούν νέους κώδικες επικοινωνίας και κατανόησης της πραγματικότητας.

Δεν έχει σημασία αν αυτό είναι καλό ή κακό, ωραίο ή άσχημο, σημασία έχει ότι είναι έτσι και η πορεία δεν είναι αναστρέψιμη. Κάθε ώριμη δημοκρατία θα πρέπει να αναστοχαστεί σοβαρά όχι για να βρει το αντίδοτο στον λαϊκισμό αλλά τους παραγωγούς του.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ