Πολιτικη & Οικονομια

Η εξομολόγηση ενός (παρολίγο) αγρότη

Καταθέτω κάποιες εμπειρίες για μια προσπάθεια στο χωριό μου, που, παρά τις δυσκολίες, πιστεύω ότι θα «περπατήσει»...

4939-198868.jpg
Ευτύχης Παλλήκαρης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
320484-629746.jpg

Αν και καταδικασμένος να ζω και να δραστηριοποιούμαι στην Αθήνα, η αγάπη μου για την Κρήτη και η κατοχή από κληρονομιά μιας καλλιεργήσιμης έκτασης με ώθησε, τους καιρούς της κρίσης, να ασχοληθώ με τη γη, με την καλλιέργεια βοτάνων και τη δημιουργία ενός βιολογικού ελαιώνα. Ομολογώ πως η ενασχόληση με την αγροτική παραγωγή είναι μεν γοητευτική αλλά εξαιρετικά δύσκολη, ιδιαίτερα για όλους όσοι δεν έχουν πριν ανάλογες εμπειρίες. Ωστόσο, με αφορμή τις κινητοποιήσεις των ημερών –που δίκαια εστιάζονται στο οξύ φορολογικό πρόβλημα– θα ήθελα να καταθέσω μια μικρή εμπειρία από τη διαχείριση ενός κτήματος, εγκαταλελειμμένου εδώ και δεκαετίες (για λόγους που δεν έχουν σχέση με το θέμα). Το «ζωντάνεμα» του κτήματος και μάλιστα από έναν «ξενομπάτη» σαν κι εμένα παραξένεψε ορισμένους στην περιοχή. Κάποιοι από αυτούς, όταν ξεκίνησε η προσπάθεια, περνούσαν με τα θηριώδη «4Χ4», έβλεπαν τα χωράφια και έλεγαν πως «έπαε πράμα δεν πιάνει. Τσάμπα ο κόπος»... Ο τόπος είναι μια χαρά, μιλάμε για το βασίλειο των άγριων και μοναδικών βοτάνων, για μια εξαιρετική ποιότητα ελιάς, λόγω μικροκλίματος και υψομέτρου. Η παραγωγή όμως είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Αυτό που με θλίβει είναι πως η συζήτηση για την αναδιοργάνωσή της σε σύγχρονες βάσεις –ώστε να γίνει ανταγωνιστική και εξαγωγική– είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Υπάρχουν, είναι αλήθεια, παραγωγοί στην Κρήτη που καινοτομούν, αλλά μόνο αυτοί ξέρουν τι δυσκολίες στη χρηματοδότηση και την τεχνογνωσία χρειάζεται να ξεπεράσουν. Καταθέτω κάποιες από τις εμπειρίες για μια προσπάθεια στο χωριό μου, που ξεκίνησε εδώ και τρία χρόνια και πιστεύω, παρά τις δυσκολίες, ότι θα «περπατήσει»...

Ο μικρός κλήρος. Πριν από μήνες, όταν σχεδιάζαμε να βγούμε στις... αγορές, συναντήσαμε έναν επιχειρηματία πρόθυμο να μας απορροφήσει την όποια παραγωγή. Όταν άκουσε την έκταση που αξιοποιούμε –και την οποία θεωρούσαμε αξιόλογη– μας συνέστησε να βρούμε και άλλους αγρότες στο χωριό, να συνεταιριστούμε ώστε να υπάρξει αξιόλογη ποσότητα βοτάνων. Όπως μας είπε χαρακτηριστικά τότε, μόνο μια αλυσίδα σούπερ μάρκετ στη Βρετανία απαιτεί μια ελάχιστη παραγωγή που ξεπερνά κατά πολύ τις αποδόσεις του μικρού μας κλήρου. Κι εδώ βεβαίως αρχίσουν τα δύσκολα καθώς η συνεννόηση για κοινές δράσεις στο χωριό είναι εξαιρετικά δύσκολη, είτε γιατί οι «σύντεκνοι» δύσκολα πείθονται είτε γιατί άλλοι έχουν εδώ και χρόνια εγκαταλείψει τα χωράφια τους.

Ο αγροτικός συνεταιρισμός. Θα αναφέρω επιεικώς δύο μόνο πτυχές για τον τοπικό συνεταιρισμό. Η αποκλειστική απασχόληση έχει να κάνει με τις επιδοτήσεις, τα χαρτιά που απαιτούνται, τη διαχείριση της υπάρχουσας κατάστασης. Στην ενασχόληση με την καινοτομία, την παροχή τεχνογνωσίας σε νέους καλλιεργητές, ας μην αναφερθούμε. Όταν πριν από δυο χρόνια πήγαμε να δηλώσουμε τα βότανα που θέλαμε να καλλιεργήσουμε, από την τυποποιημένη λίστα του υπουργείου έλειπαν δημοφιλή ενδημικά βότανα... αυτά δεν μπορούσαμε να τα δηλώσουμε, εννοείται.

Πού είναι όλοι; Η περιοχή είναι ερημωμένη από κατοίκους. Μέχρι πριν από τρία-τέσσερα χρόνια υπήρχαν κάποιοι μετανάστες –Αλβανοί, Σύροι, Αλγερινοί– που έκαναν κάποιες δουλειές. Αυτοί είτε έφυγαν είτε εκτοπίστηκαν. Στο μεταξύ ψάχνουμε εδώ και καιρό να βρούμε ένα νέο από την ευρύτερη περιοχή να αναλάβει τη διαχείριση του κτήματος. Αποδείχτηκε εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Αρκετοί νέοι περιορίζονται στο «δώρο» των επιδοτήσεων σε ελιές ή κατσίκες, στο εισόδημα από τα rooms to let. Βασικά έχουν αποστασιοποιηθεί από την ενασχόληση με τη γη. Το βλέπεις άλλωστε και στην εγκατάλειψη πολλών χωραφιών με ελιές, που σε πιάνει λύπηση.

Το ποιοτικό προϊόν. Οι ψεκασμοί και τα φυτοφάρμακα ήταν –και σε μεγάλο βαθμό παραμένουν– το «σήμα κατατεθέν» της απρονοησίας στην τοπική αγροτική παραγωγή. Τα τελευταία χρόνια είναι αλήθεια ότι κάποιοι επιχειρούν την παραγωγή βιολογικών προιόντων αλλά αυτοί αποτελούν την εξαίρεση. Ενδεικτικό της νοοτροπίας που επικρατεί –αλλά και της έλλειψης εργατικών χεριών– είναι η συλλογή του καρπού της ελιάς με τα δίχτυα. Οι ελιές πέφτουν στο έδαφος, πάνω στο πλαστικό δίχτυ, και μένουν εκεί για μέρες ή και εβδομάδες. Αποτέλεσμα; Η οξύτητα του λαδιού να πηγαίνει στα ύψη – περίπου το απόσταγμα είναι άχρηστο για οικιακή χρήση. Φέτος για πρώτη φορά ραβδίσαμε και μαζέψαμε τις ελιές από τις παλιές ρίζες στο κτήμα. Τις πήγαμε σε ελαιουργείο στην Κάνδανο και μετρήσαμε λάδι με τέσσερις γραμμές της μονάδας. Βλέποντας το βιβλίο με τις μετρήσεις άλλων παραγωγών, καταγράψαμε ποσότητες λαδιού με 8, 9 ακόμα και 12 (!) βαθμούς. Έτσι δεν πάει.

Οι υποδομές και το νερό. Τεράστιο πρόβλημα η διαχείριση των υδάτινων πόρων στην περιοχή. Στο χωριό μου πάντως, ακόμα και σε περιόδους λειψυδρίας, οι πηγές παρέχουν τη δυνατότητα άρδευσης ακόμα και τους δύσκολους καλοκαιρινούς μήνες. Μόνο οι πηγές εξακολουθούν να θεωρούνται ιδιοκτησία ορισμένων με βάση τα... χούγια παλιότερων δεκαετιών. Η συνέλευση των κατοίκων του χωριού που έγινε πριν από δύο χρόνια για τη συγκέντρωση του νερού σε δεξαμενές και την παροχή νερού στα σπίτια, κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία, ενώ κάποια έργα του δήμου έμειναν μετέωρα εξαιτίας των αντιδράσεων. Έτσι, χωριό δεν γίνεται.

Για όλα αυτά, που πιστεύω δεν είναι μοναδικότητες του τόπου μου, πότε θα ανοίξει συζήτηση;

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ