TV + Series

Πώς μπορείς να κάνεις περισσότερα (κάνοντας λιγότερα) – Πέμπτο μέρος

Τηλεόραση, αυτή η κυρίαρχη

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Άντρας που βλέπει τηλεόραση
© Amateur Hub / Pexels

Τρόποι και tips για να διευρύνουμε τον ελεύθερο χρόνο μας και να γίνουμε αποδοτικότεροι - Τηλεόραση

Προσπαθώντας να σκαρφιστούμε τρόπους για να κάνουμε κάπως περισσότερα πράγματα μέσα στην ημέρα μας, μιλήσαμε ήδη, στην παρούσα σειρά σημειωμάτων, για τον ύπνο (ωραίος ο ύπνος, αλλά είναι μάλλον ανατριχιαστικό να σκέφτεσαι ότι σε τούτο τον μάταιο κόσμο δεν σου έχει δοθεί ΜΙΑ ζωή: σου έχουν δοθεί μόνο τα 2/3 μιας ζωής, το υπόλοιπο 1/3 το έχει ο Sandman), για τα social media, όπου ο περισσότερος κόσμος χάνει με κατεβασμένα τα χέρια τα καλύτερά του χρόνια (τα καλύτερά μας χρόνια είναι πάντα και χωρίς καμία εξαίρεση το παρόν), και για τα smartphones, που είναι σαφές ότι έχουν έρθει από το διάστημα και, σαν άλλος ιός, έχουν μετατρέψει σε απαθή ζόμπι το κομμάτι της πλανητικής πανίδας που κάποτε λεγόταν homo sapiens sapiens.

Σήμερα θα πούμε δυο λόγια για την τηλεόραση. Ναι, ξέρω πως μύδρους εναντίον της εκτόξευαν προ αρκετών δεκαετιών κάποιοι παράξενοι, κάτι παπάδες, κάτι τέτοιοι, αλλά νά που νομίζουμε ότι υπάρχει λόγος να το κάνουμε και σήμερα. Επίσης, κι εμείς είμαστε κάπως παράξενοι.

Μία προσωπική κατάθεση πρώτα. Με την τηλεόραση έχω μία πολύ ιδιαίτερη σχέση. Πολύ ιδιαίτερη. Ας πούμε, δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου ριάλιτι σόου — ούτε μία φορά, ποτέ, και λογικά είμαι ο μόνος στον πλανήτη. Ήταν ένα στοίχημα που είχα βάλει και, μολονότι πέθανε αυτός που με πήγε κόντρα (παθολογικά αίτια), δεν το ξεχνώ, ούτε θα το ξεχάσω ποτέ. Επίσης, παλιά έβλεπα μανιωδώς ειδήσεις. Σε παλαιότερες δεκαετίες, μιλάμε τώρα. Ειδήσεις, και τοκ-σόου. Τα έβλεπα όλα, με τη σειρά. (Εντάξει, δεν είναι και κρακ, αλλά όσο να ’ναι ντρέπομαι για το χάλι μου εκείνο). Από την άλλη, πλέον έχω να δω οτιδήποτε στην τηλεόραση εδώ και ακριβώς μία δεκαπενταετία. (Για την ακρίβεια, την κλείνω τον Νοέμβριο: δεκαπέντε χρόνια καθαρός). Ούτε ειδήσεις, ούτε εκπομπές, ούτε σίριαλ, ούτε διαφημίσεις, ούτε τίποτε. Δηλαδή και πάλι δεν είμαι το μέτρο.

Παρ’ όλα αυτά, στο σπίτι είμαστε συνδρομητές στο Netflix, στο Amazon Prime, στο Disney+ και στο AppleTV+. Οπότε από ταινίες και σειρές στις συνδρομητικές πλατφόρμες, στα streaming services, άλλο τίποτα, να φαν κι οι κότες. (Παρεμπιπτόντως, δεν κατεβάζουμε ταινίες από τα πειρατικά σάιτ, ποτέ. Μη σώσουμε να δούμε κάτι που δεν θα ανέβει σ’ αυτά τα τέσσερα μαγαζιά που πληρώνουμε). Έτσι, αυτό το «έχω να δω οτιδήποτε στην τηλεόραση εδώ και ακριβώς μία δεκαπενταετία» κάπου μπάζει νερά.

Αλλά δεν το βλέπω «ακριβώς» σαν τηλεόραση — το βλέπω περισσότερο σαν κινηματογράφο τσέπης, σαν να χαζολογάω κάνα μισάωρο στα ράφια για να νοικιάσω μία βιντεοκασέτα. Και μου θυμίζει με έναν λοξό τρόπο και τα νιάτα μου, όταν —εδώ στη Θεσσαλονίκη, καθώς δεν γίνονταν στην Αθήνα αυτά τα κόλπα— από τα δεκάξι μας και μετά οφείλαμε να πάμε σε τουλάχιστον μία προβολή κάθε μέρα, βρέξει-χιονίσει, είτε σε αίθουσα, είτε σε κινηματογραφική λέσχη, είτε σε ιδιωτική, οικιακή προβολή, για να δούμε είτε Nouvelle Vague, είτε κάτι περίεργα φιλμ από το Μπαγκλαντές με χωρίς υποτίτλους, είτε ρούσικο σινεμά, είτε καμπόικα, είτε τον «Θίασο» και τη «Γλυκιά συμμορία», είτε το «Eraserhead» και το «Alien».

Εννοείται πως όσο καιρό έχω να δω τηλεόραση, σχεδόν άλλο τόσο έχω να πάω και σινεμά. Εντάξει, όχι με το ίδια πείσμα, καθώς δυο-τρεις φορές τον χρόνο μπορεί και να το αποτολμήσουμε, αλλά μέχρις εκεί. Καθώς δεν είμαι πια 18 αλλά 58, μπορεί να ακούσω arthouse και να αρχίσω να βγάζω περίεργες φωνές, ή να τρέμω ανεξέλεγκτα. Άρα μια χαρά βολεύομαι με τα συνδρομητικά. (Τα οποία, εδώ που τα λέμε, μια χαρά arthouse και κλασικές ταινίες προβάλλουν για όποιον έχει την πετριά).

Αλλά κανονική τηλεόραση (όχι ότι κοκορεύομαι γι’ αυτό), όχι. Οπότε μού προξενεί πάντα μεγάλη εντύπωση όταν τυχαίνει και διαβάζω ότι «Παίζει το τάδε σήμερα στο MEGA!» Και, εννοείται, δύσκολα μου είναι κατανοητό το γεγονός ότι κάποια σίριαλ (και όχι… «σειρές») μπορούν ακόμη και κάνουν σουξέ στην ελληνική τηλεόραση, στα παραδοσιακά κανάλια. Είναι πολύ εντυπωσιακό, και μπράβο τους. Αν με ρωτούσες ποιο είναι το τελευταίο ελληνικό σίριαλ που έκανε (και δικαίως!) επιτυχία, θα έλεγα τα «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά».

Είμαι τόσο άσχετος.

* * *

Ωστόσο, το θέμα μας δεν είναι οι δικές μου τηλεοπτικές συνήθειες ή παραξενιές, αλλά να βρούμε πώς θα γλιτώσουμε χρόνο από διάφορους περισπασμούς ή συνήθειες της καθημερινότητας (και η τηλεόραση είναι βέβαια καλή και χρυσή, αλλά είναι και περισπασμός και συνήθεια), χρόνο που μπορούμε να επενδύσουμε οπουδήποτε αλλού.

Είναι νομίζω προφανές: βλέποντας πόσο χρόνο καταναλώνει κανείς χαζεύοντας τηλεόραση. Είναι πολύς; Ναι, κατά πάσα πιθανότητα είναι ΠΑΑΑΡΑ πολύς, δηλαδή εντάξει, φτάνει. Μπορεί να περιοριστεί; Προφανώς και μπορεί, αστειευόμαστε τώρα; Εδώ μπορεί να περιοριστεί το φαΐ. Το θέλουμε; Χμμ, όχι πάντα.

Η τηλεόραση δεν απαιτεί απολύτως καμία συμμετοχή από εμάς, είναι η πιο ξεκούραστη τέχνη (η ζωγραφική δεν είναι, και το μπαλέτο μπορεί να τρελάνει έναν καλό άνθρωπο — είναι ακόμη πιο ξεκούραστη από κάτι «εγκαταστάσεις» και video installations), εξ ου και η επιτυχής μόνιμη και σταθερή διείσδυσή της στα κύτταρά μας, εξ ου και η υβριδοποίησή μας. Είναι εκεί, είναι ανοιχτή, έχει ένα δισεκατομμύριο χρώματα ξέρω γω, κοιτάμε, πηγαινοερχόμαστε στην κουζίνα, τρώμε τοστ, ξανανοίγουμε το κουτί με τα ροξάκια, στέλνουμε μηνύματα με το κινητό, ταΐζουμε τη γάτα, τρώμε ακόμη ένα ροξάκι, περνάμε χαριτωμένα, τέλος. Αυτό ΕΙΝΑΙ καλό για τους ανθρώπους — αν δεν ήταν, η τηλεόραση θα προσπαθούσε να βρει τρόπους να μας κάνει να σκεφτόμαστε μια στάλα περισσότερο, ή τέλος πάντων να συμμετέχουμε κάπως περισσότερο. Δεν το κάνει (και δόξα τω Θεώ δηλαδή), κάνει το αντίθετο. Γίνεται ακόμη πιο χαλαρή, πιο σοφτ διαδικασία. Και προσαρμόζεται με το εκάστοτε κοινό της. Και το κοινό που έχει σήμερα το ξέρει σαν την τσέπη της.

Οπότε, ναι, το «τι θα κάνουμε» εναπόκειται στον καθένα μας — στο filotimo μας. Αν κάποιος δει ότι μάλλον το παρακάνει, και ότι ίσως έχει αποξενωθεί από άλλες ομορφιές της ζωής —όπως το να βγαίνει στους δρόμους και να πετάει τα καπέλα των περαστικών ή να μάθει ζίου-ζίτσου—, μπορεί απλώς να της βάλει έναν κόφτη, να βλέπει μόνο κάποιες πολύ συγκεκριμένες ώρες, να τη βγάλει από την κρεβατοκάμαρα, να πει ότι δεν θα ξαναδεί από το τάμπλετ ή το κινητό ή από το ρολόι του — τέλος πάντων, ό,τι θέλει και ό,τι δύναται ο καθείς. Προσωπικά, μπορεί σπανιότατα να βλέπω σειρές, ντρέπομαι που το ομολογώ αλλά δεν έχω δει ούτε το Game of Thrones (φοβάμαι ότι οι Κύκλοι και οι Σεζόν δεν θα τελειώσουν ποτέ, ότι, χάρη στην επιτυχία τους, οι παραγωγοί θα παραγγέλνουν όλο καινούργια και καινούργια σενάρια στους δυστυχείς συγγραφείς μέχρι να παγώσει ο ήλιος — και τέλος πάντων αυτό δεν θα με πείραζε για το Twin Peaks, όμως δεν είναι όλα Twin Peaks), αλλά το ’χω αμαρτία να μη δω κάποια ταινία μια στο τόσο. Και τον χειμώνα θα δω κι αυτά τα παιδικά της Marvel. Και τέλος πάντων, ναι, βλέπω καμπόσο κι εγώ, αλλά δεν θα το παραδεχτώ δα και δημόσια.

Όμως νά κι ένα τιπ: αν δεν σας είναι τρομερά δύσκολο, προσπαθήστε να πείτε όχι στο binge watching. Είναι αντιτηλεοπτικό. Η τηλεόραση θέλει τον χρόνο της, θέλει να ’ρθει το επεισόδιο να κατασταλάξει μέσα σου, να το χωνέψεις. Η σειρά θέλει να την πεθυμήσεις: τη θέλει τη βδομάδα της. Αυτός ο ακατάσχετος νετφλιξισμός, η παροξυσμική βουλιμία, που θυμίζει υπερκατανάλωση λίπους ή ζάχαρης μετά από βαρύ χωρισμό ή πτώση κατηγορίας της ομάδας σου (ή λίπους και ζάχαρης ταυτόχρονα), δεν μας φαίνεται και τόσο σόι.

Αλλά δεν είμαστε και το μέτρο.

[ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ]

Στην ίδια σειρά άρθρων, διαβάστε ακόμη:

  1. Ύπνος, ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου (πρώτο μέρος)
  2. Ύπνος, ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου (δεύτερο μέρος)
  3. Social media: Κόβοντάς τα λίγο-λίγο
  4. Smartphones, αυτή η μάστιγα

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ