Τεχνολογια - Επιστημη

Mood: Ένα app που κάνει shazam για σένα κάθε λεπτό στην πόλη

Μιλήσαμε με την ομάδα που δημιούργησε το επαναστατικό virtual οικοσύστημα που μεταφράζεται στον real κόσμο

Μαρίνα Ανδριωτάκη
Μαρίνα Ανδριωτάκη
ΤΕΥΧΟΣ 877
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Mood», το νέο app που διαμορφώνει το night life της πόλης
Από αριστερά: Γιώργος Συρόγιαννης, Νίκος Μαρκάκης, Δημήτρης Κομνηνός, Ειρήνη Χουβαρδά, Άδωνις Τσεριώτης © Enigmatic Films

Η ομάδα του «Mood» μάς μιλά για το πώς το επαναστατικό τους app διαμορφώνει το nightlife και τη μουσική βιομηχανία.

Είστε φαν του bar hopping, αλλά δεν μπορείτε να διαλέξετε ποιο θα είναι το επόμενο μαγαζί που θα πάτε; Ψάχνετε νέα στέκια και νέα events στην πόλη; Θέλετε να μην κάνετε Shazam πλέον στα μαγαζιά για το τραγούδι που παίζει, αλλά να ανακαλύπτετε κομμάτια έχοντας πρόσβαση σε όλες τις playlists όλων των μαγαζιών; Βρήκαμε το νέο app που θα ανοίγεις κάθε μέρα πριν βγεις και λέγεται «Mood», δηλαδή «Music Of Our Desire». Το app περιλαμβάνει περίπου 50 μαγαζιά με τη μουσική τους για οδηγό, και πίσω από αυτή τη φρέσκια ιδέα βρίσκεται ένα ακόμα πιο ενδιαφέρον team. Βρεθήκαμε με τον CEO Δημήτρη Κομνηνό, καθώς και άλλα δύο ιδρυτικά μέλη, την Ειρήνη Χουβαρδά και τον Νίκο Μαρκάκη, και αρχίσαμε να ξετυλίγουμε το νήμα της ιστορίας τους.  

Mood: Ένα app που κάνει shazam για σένα κάθε λεπτό στην πόλη

Mood app: Οι Δημήτρης Κομνηνός, Ειρήνη Χουβαρδά και Νίκος Μαρκάκης για το Music Of Our Desire

Πώς γνωριστήκατε και πώς ξεκίνησε το «Mood»;

Δ: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Μυτιλήνη, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα παιδιά που είναι από την Αθήνα, και όταν μετακόμισα εδώ για να σπουδάσω πραγματικά χαώθηκα. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα, ή μάλλον πιο πολύ η ανάγκη για ένα τέτοιο app στο μυαλό μου. Η πρώτη που γνώρισα ήταν η Ειρήνη, περίπου 4 χρόνια πριν, ταίριαξε τόσο πολύ ο τρόπος σκέψης μας, ακόμα και τα ενδιαφέροντά μας, όντας και οι δύο μουσικοί που ένιωσα ότι μπορώ να μοιραστώ το όραμά μου. Μετά μπήκε στην παρέα μας και ο Νίκος, ένας από τους πιο ικανούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει, και μας οργάνωσε.

Ε: Ήμασταν δύο άνθρωποι που ονειρεύονταν, και ο Νίκος μάς έδωσε τα θεμέλια που χρειαζόμασταν.

Δ: Γενικότερα το να βρεις τον τέλειο συνδυασμό για την ομάδα, και τις σωστές ισορροπίες, είναι ίσως από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσαμε. Για να πάει μπροστά μια ιδέα και ένα project θέλει άτομα που έχουν τη νοοτροπία του «θέλω να δουλέψω» και να το πιστεύουν, ειδικότερα για εμάς που ξεκινήσαμε λίγο πριν τον covid – μια εποχή που δεν ενδείκνυται για νυχτερινή ζωή. Εμείς, όμως, κάναμε υπομονή και αξιοποιήσαμε θετικά τον χρόνο αυτό για να εξελίξουμε την τεχνολογία μας. Τον τελευταίο έναν χρόνο έχουν προστεθεί και άλλα δύο μέλη, ο Άδωνις, ο υπεύθυνος δηλαδή του τεχνικού τομέα, και ο Γιώργος, ο θεός του multitasking.

Ε: Ναι χωρίς πλάκα, ο Γιώργος μπορεί να γράφει κώδικα, να πίνει καφέ και να παίζει σκάκι ταυτόχρονα. Με λίγα λόγια, είναι μια διάνοια.

Από ποιους απαρτίζεται το «Mood» και γιατί έχετε ένα συγκεκριμένο τρόπο που συστήνεστε στα social media;

Ε: Ο Δημήτρης είναι ο visionary, γιατί ως αυτός που είχε πρώτος την ιδέα μάς εμπνέει με το όραμά του. Ο Νίκος είναι ο structured, γιατί έχει τέλεια δόντια!

Ν: Βασικά ασχολούμαι πέραν των άλλων, με τους αριθμούς, τα excel, τα λογιστικά και όλα όσα βρίσκουν οι άλλοι βαρετά, αλλά είναι απολύτως αναγκαία. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι είμαι ηλεκτρολόγος μηχανικός, αλλά δεν έχω γράψει ούτε μια γραμμή κώδικα στο «Mood».

Ε: Εγώ η creative mastermind, γιατί επιμελούμαι το visual identity – το branding και τα social δηλαδή περνάνε από το χέρι μου– και γενικότερα ασχολούμαι με τα features που καθορίζουν το πώς θα γίνει καλύτερη η εμπειρία κάθε χρήστη.

Δ: Δική της ιδέα ήταν και αυτοί οι χαρακτηρισμοί. Ο Άδωνις, λοιπόν, είναι ο curious, γιατί βρίσκει νέες τεχνολογίες, λατρεύει να διαβάζει κώδικα και είναι και ο μόνος που γράφει μουσική.

Ε: Τέλος, ο Γιώργος είναι ο perfectionist, γιατί (και είναι αληθινό παράδειγμα αυτό) μπορεί να περάσει μια ολόκληρη μέρα ψάχνοντας γιατί υπάρχει ένα λευκό pixel στην εικόνα και πώς θα το διορθώσει. Όλοι βέβαια είμαστε τελειομανείς, γιατί όταν αγαπάς κάτι τόσο πολύ θες το αποτέλεσμα να είναι αψεγάδιαστο. Βέβαια, αυτό ίσως μας έχει ζημιώσει χρονικά κάποιες φορές.

 Ο τρόπος που αλληλοσυμπληρώνεστε είναι καταπληκτικός. Φαίνεται να είστε πραγματικά μια πολύ δεμένη παρέα. Θέλω να μου πείτε με απλά λόγια τι είναι το «Mood» και γιατί το ονομάσατε έτσι;

Δ: Το «Mood» είναι ένα app που σου δείχνει σε πραγματικό χρόνο –αυτό κάνει τη διαφορά– τι μουσική παίζει σε διάφορα μαγαζιά της Αθήνας. Με την τελευταία version του app μπορείς να δεις events –έχουμε αρχίσει με το «Nepenthe»–, καθώς και το line up των DJs, αλλά και ολόκληρη την playlist της βραδιάς. Σύνομα θα μπορείς να ακολουθήσεις τους αγαπημένους σου DJs και να σου έρχεται ειδοποίηση για το πού παίζουν, αλλά και πρόσβαση σε ολόκληρη την playlist. Όσον αφορά το όνομα, παλιά λεγόταν «Wheretogo» – από την αντίδρασή σου καταλαβαίνω ότι καλά κάναμε και το αλλάξαμε! Μου πρότεινε ένας μαγαζάτορας όταν είχα πάει να εγκαταστήσω την τεχνολογία μας σε ένα μπαρ να το ονομάσουμε «Mood». Το βράδυ το συζήτησα με μια φίλη μου και μου είπε «Music Of Our Desire», οπότε θεώρησα ότι ταιριάζει τέλεια. Γενικότερα το «Mood» ήρθε για να αλλάζει τα δεδομένα στη βραδινή ζωή και στη μουσική βιομηχανία.

Mood: Ένα app που κάνει shazam για σένα κάθε λεπτό στην πόλη

To Mood και η μουσική βιομηχανία

— Πώς δηλαδή το «Mood» επηρεάζει τη μουσική βιομηχανία;

Ε: Όλα ξεκίνησαν στο Athens Music Week το 2022, όπου ενώ εξηγούσαμε την ιδέα μας για το app, μια εταιρία διαχείρισης δικαιωμάτων μας εξήγησε πως, πέραν του night life, λύνουμε τυχαία και ένα πολυετές πρόβλημα της μουσικής βιομηχανίας, το λεγόμενο data gap, για το οποίο ειλικρινώς δεν είχαμε ιδέα. Τα δικαιώματα στη μουσική βιομηχανία είναι μια πονεμένη ιστορία γιατί δεν διανέμονται σωστά τα χρήματα. Για να γίνει αντιληπτό αυτό που θέλουμε να πούμε, ας αρχίσουμε από το γεγονός ότι κάθε μαγαζί δίνει κάποια χρήματα για τα δικαιώματα της μουσικής που παίζει με βάση κάποια αντικειμενικά κριτήρια, όπως τα τετραγωνικά του, άρα και τη χωρητικότητα. Στην Ελλάδα θεωρείται ότι στα μαγαζιά παίζονται τα τραγούδια που παίζονται αμιγώς στο ραδιόφωνο, δηλαδή δεν συμπεριλαμβάνονται όλοι οι καλλιτέχνες και όλα τα είδη μουσικής. 

Ν: Τα χρήματα αυτά συλλέγονται από κάποιους οργανισμούς και διανέμονται στις δισκογραφικές, από εκεί στους καλλιτέχνες. Όμως, το θέμα είναι ότι μιλάμε για ένα broken σύστημα, γιατί ένας τραγουδιστής με χιλιάδες ακροατές, αν δεν παίζεται στο ραδιόφωνο, δεν πληρώνεται όπως θα έπρεπε. Εμείς, με τις πληροφορίες που συλλέγουμε, λύνουμε ένα μεγάλο κομμάτι αυτού του προβλήματος και δεν ξέρουμε ακόμα και το πλήρες δυναμικό γιατί αυτά τα δεδομένα δεν έχουν ξανά υπάρξει.

 Δ: Αυτό είναι ένα πρόβλημα από την απαρχή της μουσικής, με τους δίσκους, έπειτα με την πειρατεία, και μέχρι που ήρθε το Spotify και έδωσε κάποιες απαντήσεις για τα digital νούμερα, αλλά τα physical; Για να μην παρεξηγηθούμε, φυσικά και έχουν υπάρξει και άλλοι άνθρωποι που προσπάθησαν να λύσουν το θέμα της σωστής διανομής των δικαιωμάτων, αλλά δεν είχαν αντίστοιχη απήχηση στα μαγαζιά, ούτε μπορούν να καλύψουν μια μεγάλη έκταση.

— Ποια βήματα ακολουθήσατε για τη χρηματοδότηση σαν start up;

Ν: Αρχικά είναι αξιοσημείωτο ότι μπήκαμε στον χώρο των startup στην ηλικία μας, δηλαδή πριν τα 24 – που θεωρείται πολύ νωρίς για τα δεδομένα της Ελλάδας. Επίσης, δεν πήραμε καμία κρατική επιχορήγηση, αλλά χρησιμοποιήσαμε institutional money, δηλαδή μας χρηματοδότησαν ιδιώτες επενδυτές, ή με άλλα λόγια πολύ επιτυχημένοι επιχειρηματίες. Το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από venture capital funding, και τα υπόλοιπα από μεμονωμένους επενδυτές, γνωστοί στον χώρο και ως angel investors. Ήμασταν πολύ απαιτητικοί στο fundraising, απορρίψαμε πολλές προτάσεις γιατί δεν μας ταίριαζαν τη δεδομένη στιγμή. Οι περισσότεροι μάς έλεγαν ότι κάναμε το μεγαλύτερο λάθος, αλλά τελικά μας βγήκε σε καλό.

— Πώς βιώνετε την ελληνική αγορά και κατά πόσο είναι εύκολο να ξεκινήσει κάποιος από τη γενιά μας μια νέα επιχείρηση;

Ν: Στο θέμα της νυχτερινής ζωής, είχαμε απόλυτα θετική ανταπόκριση μέχρι στιγμής. Στο πεδίο των startups, τώρα, είναι ένα πολύ δύσκολο οικοσύστημα που θέλει πυγμή και πραγματική εμμονή με το προϊόν σου, αλλά ίσως η στιγμή είναι η πιο κατάλληλη. Παλαιότερα στην Ελλάδα δεν υπήρχε οικοσύστημα των startups ούτε οργανωμένοι επενδυτές, οπότε τώρα το έδαφος είναι σίγουρα πιο πρόσφορο, αρκεί να τους πείσεις.

 

Mood: Ένα app που κάνει shazam για σένα κάθε λεπτό στην πόλη

— Ποιο ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο που κληθήκατε να αντιμετωπίσετε;

Δ: Η παραλληλότητα. Τα μαγαζιά θέλουν χρήστες, οι χρήστες μαγαζιά, οι DJs και τα events και τα δύο. Είναι πολύ δύσκολο να τα αυξήσεις όλα ταυτοχρόνως και αναλογικά. 

— Πώς θα θέλατε να εξελιχθεί το app και ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Ε: Θέλουμε να γίνει όσο πιο personalized γίνεται για τους χρήστες. Δηλαδή να μπορεί να δει ο καθένας προσεκτικά επιλεγμένα events που να τον ενδιαφέρουν, ή με άλλα λόγια να είμαστε ένα βήμα μπροστά από τις ανάγκες του. Επίσης, πέραν από τους DJs που ήδη αναφέραμε, σημαντικό είναι να υπάρχουν και socialfeatures, όπως το αν έχει κόσμο στο μαγαζί που θες να πας και πού είναι οι φίλοι σου.

 — Ένα σχόλιο που έχετε κρατήσει;

Δ: Ήμουν τις προάλλες σε ένα τουρνουά beach volley, βλέπει ένα αυτοκόλλητο με το λόγκο μας ένα παιδί και με ρωτάει: «Πού το ξέρεις εσύ αυτό;». Το έπαιζα ανήξερος για κάμποση ώρα!

Ε: Γενικότερα όταν είμαστε έξω πολλές φορές λέμε σε παρέες: «Έχετε δει αυτό το app; Πώς σας φαίνεται;», για να τσεκάρουμε αντιδράσεις.

— Ποια ήταν η πιο μοναδική ανάμνηση που έχετε ως ομάδα;

Ε: Νομίζω το βίντεο που γυρίσαμε για την ομάδα. Αφιερώσαμε ένα τετραήμερο στο να γυρίσουμε ένα βίντεο από εμάς για εμάς, για να γνωρίσουν και οι χρήστες την ομάδα και περάσαμε υπέροχα.

Δ: Εγώ, πέραν αυτού, θα έλεγα στην αρχή πριν νοικιάσουμε γραφείο μαζευόμασταν σε σπίτια και κάναμε latenight sessions με ποτό και μουσικές – ίσως όχι ό,τι πιο παραγωγικό, αλλά το απολαμβάναμε τρελά. Μου λείπει λίγο αυτό το «hustling» θα ομολογήσω. 

This is us: Behind Mood

— Ποιο είναι το τραγούδι που σας περιγράφει;

Δ: Πολύ δύσκολο, αλλά το «Me robaste el sueno», σε ελεύθερη μετάφραση «μου έχεις κλέψει τον ύπνο», είναι ένα τραγούδι απόλυτα accurate και με πολλά inside αστεία – κυρίως μου προκαλεί κρίση πανικού.

— Ποιο είναι ένα ταξίδι που θα θέλατε να κάνατε όλοι μαζί στον χωροχρόνο;

Δ: Όλοι μαζί νομίζω στο «dot-com bubble», στα τέλη των 90s, που όποιος έκανε μια internet based start upγινόταν ζάμπλουτος. Δεν το λέω απαραίτητα για τα λεφτά, αλλά κυρίως γιατί μου φαίνεται τρελά ιδιαίτερη χρονική στιγμή, λες και ο πλανήτης ήταν κενός. Το timing γενικά παίζει φοβερό ρόλο στην επιτυχία, γιατί δεν υπάρχει παρθενογένεση στις ιδέες, αλλά το να βρεις τη λύση τη σωστή στιγμή.

— Επειδή είναι ένα app για την πόλη, τι λατρεύετε και τι απεχθάνεστε στην Αθήνα;

Δ: Σιχαίνομαι την κίνηση, αλλά λατρεύω το χάος της.

Ε: Σε μια πιο ανθρωποκεντρική νότα, σιχαίνομαι τη μιζέρια και τη ρουτίνα ορισμένων ανθρώπων, αλλά αγαπώ τις πραγματικές φιλίες μιας ζωής και τη μη επιφανειακότητα.

Ν: Και εγώ θεωρώ ότι λείπει η φιλοδοξία, αλλά μου αρέσει η αλήθεια των ανθρώπων και η προσπάθεια, ακόμα και όταν τα πράγματα δεν πάνε πολύ καλά.

— Τι θεωρείτε ότι λείπει από τη βραδινή ζωή της Αθήνας;

Ομόφωνα: Το «Mood» φυσικά!

Ν: Όχι, αλήθεια με τις παροχές του app μας μπορείς να γλιτώσεις την ταλαιπωρία της ασυνεννοησίας μιας παρέας και να μη χρειάζεται να σπαταλήσεις άσκοπα χρόνο στο να βρεις ποιο mood σου ταιριάζει. Μπορεί επίσης να υπάρχει κάποιο party ακριβώς δίπλα σου, εσύ απλώς να μην το ξέρεις και να πάει χαμένη μια ευκαιρία να περάσεις υπέροχα. Με άλλα λόγια, η realtime πληροφορία.

— Ποια είναι μια ερώτηση που πάντα θέλατε να απαντήσετε σε μια συνέντευξη και δεν σας έχει κάνει κανείς ακόμα;

Δ: Δεν είναι ερώτηση αλλά θα ήθελα να κλείσω με ένα κάλεσμα στον κόσμο να αγκαλιάσει το «Mood», να εκμεταλλευτεί την τεχνογνωσία μας και να το διαδώσει από στόμα σε στόμα, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να καταφέρουμε αυτή την επανάσταση στη νυχτερινή ζωή, αλλά κυρίως και στη μουσική βιομηχανία. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ