Health & Fitness

Μελέτη συνδέει τη φήμη διάσημων τραγουδιστών με τον αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου

Πώς οι ερευνητές κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα

62224-137655.jpg
Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τραγουδιστής στη σκηνή
Μελέτη συνδέει τη φήμη διάσημων τραγουδιστών με τον αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου © Unsplash / Austin Neill

Μελέτη συνδέει τη φήμη διάσημων τραγουδιστών με τον αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου - Πώς οι ερευνητές κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα

Μία πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι το να είναι κανείς διάσημος τραγουδιστής αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου. Συγκεκριμένα, μία μελέτη σε τραγουδιστές από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ διαπίστωσε ότι όσοι έγιναν διάσημοι πέθαναν κατά μέσο όρο σχεδόν πέντε χρόνια νωρίτερα από τους λιγότερο γνωστούς τραγουδιστές, κάτι που υποδηλώνει ότι η ίδια η φήμη, και όχι ο τρόπος ζωής ή οι απαιτήσεις της δουλειάς, ήταν ο βασικός παράγοντας.

Οι σόλο καλλιτέχνες που έγιναν διάσημοι είχαν χειρότερα αποτελέσματα από τους τραγουδιστές σε γνωστά συγκροτήματα, πιθανώς επειδή ήταν πιο εκτεθειμένοι, αντιμετώπιζαν μεγαλύτερη πίεση και είχαν λιγότερη συναισθηματική υποστήριξη στα σκαμπανεβάσματα της ζωής ενός σταρ, όπως αναφέρει ο Guardian. «Είναι ανησυχητικό, γιατί δείχνει ότι οι διάσημοι μουσικοί κινδυνεύουν πράγματι από πρόωρο θάνατο», είπε ο Μίχαελ Ντούφνερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Witten/Herdecke στη Γερμανία και ανώτερος συγγραφέας της μελέτης. Κατά μέσο όρο, η ζωή τους ήταν συντομότερη κατά 4,6 χρόνια, σημείωσε.

Κάθε δεκαετία έχει τη δική της λίστα αστέρων που έλαμψαν αλλά έσβησαν νωρίς: μόνο η δεκαετία του 2010 περιλαμβάνει την Έιμι Γουάινχαουζ, τη Γουίτνεϊ Χιούστον, τον Πρινς, τον Τζορτζ Μάικλ και τον Κιθ Φλιντ. Όμως όταν διάσημοι τραγουδιστές πεθαίνουν νέοι, η δημοσιότητα είναι τεράστια. «Τι γίνεται όμως με τους ροκ σταρ που ζουν ήσυχα μέχρι τα βαθιά γεράματα;»

Οι μελέτες σε διάσημους τραγουδιστές

Για να ερευνήσουν αν η φήμη είχε επίδραση στον κίνδυνο πρόωρου θανάτου, ο Ντούφνερ και οι συνεργάτες του εντόπισαν 324 διάσημους σολίστες ή βασικούς τραγουδιστές και τους συνέκριναν με λιγότερο διάσημους μουσικούς της ίδιας ηλικίας, φύλου, εθνικότητας, και μουσικού είδους. Για να εξασφαλίσουν αρκετές περιπτώσεις θανάτου, επικεντρώθηκαν σε καλλιτέχνες που ήταν ενεργοί μεταξύ 1950 και 1990.

Οι περισσότεροι τραγουδιστές ήταν λευκοί άνδρες μουσικοί της ροκ από τις ΗΠΑ. Μόλις το 19% ήταν μαύροι και 16,5% γυναίκες. Ο μεγαλύτερος είχε γεννηθεί το 1910 και ο νεότερος το 1975. Περισσότεροι από τους μισούς συμμετείχαν σε συγκροτήματα. Όταν οι ερευνητές εξέτασαν ποιοι είχαν πεθάνει και σε ποια ηλικία, προέκυψε σαφής τάση: οι διάσημοι τραγουδιστές έφταναν συνήθως την ηλικία των 75 ετών, ενώ οι λιγότερο διάσημοι συνομήλικοί τους ζούσαν κατά μέσο όρο μέχρι τα 79. Η συμμετοχή σε συγκρότημα συνδεόταν με 26% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου σε σύγκριση με το να είναι κανείς σόλο καλλιτέχνης, αλλά συνολικά, οι διάσημοι τραγουδιστές είχαν 33% περισσότερες πιθανότητες να έχουν πεθάνει τα χρόνια που μελετήθηκαν.

Ο αυξημένος κίνδυνος θανάτου προέκυπτε μόνο μετά την άνοδο στη δόξα, κάτι που ενίσχυε την υποψία ότι η ίδια η φήμη ήταν η αιτία του πρόωρου θανάτου. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο Journal of Epidemiology & Community Health.

Ο Ντούφνερ είπε ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να κατανοηθεί πώς η φήμη θα μπορούσε να οδηγήσει τους τραγουδιστές σε πρόωρο θάνατο. Η ατελείωτη δημόσια έκθεση, η απώλεια ιδιωτικότητας, η πίεση για συνεχή απόδοση και η κανονικοποίηση της κατανάλωσης αλκοόλ και ναρκωτικών πιθανότατα παίζουν ρόλο. Όμως μπορεί να υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως ο χαρακτήρας ή τραυματικές εμπειρίες στην παιδική ηλικία που ωθούν άτομα ήδη ευάλωτα να επιδιώξουν τη φήμη.

Όταν ρωτήθηκε τι θα έπρεπε να κάνουν οι σημερινοί σταρ, ο Ντούφνερ είπε ότι είναι σημαντικό να αναγνωρίσουν πόσο ανθυγιεινός μπορεί να είναι ο τρόπος ζωής στις περιοδείες, με εύκολη πρόσβαση σε ναρκωτικά και βαθιά απομόνωση από στενούς φίλους και οικογένεια. «Ένα καλό μέτρο θα ήταν να κάνουν τακτικά ένα βήμα πίσω», να συναντούν την οικογένεια και παλιούς φίλους και να «αξιολογούν κριτικά τον τρόπο ζωής τους».

Η Σάλι Αν Γκρος, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Westminster και συν-συγγραφέας του βιβλίου Can Music Make You Sick? (2020), είπε ότι η έρευνα αγγίζει τον υπερ-ανταγωνιστικό κόσμο της μουσικής παραγωγής, που πλέον κυριαρχείται από τα κοινωνικά δίκτυα και όπου η φήμη «λειτουργεί απομονωτικά για το άτομο». Πρόσθεσε: «Η φήμη, όπως φαίνεται, είναι τοξική. Βεβαίως μπορούμε να τα πάμε καλύτερα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είναι εύκολο. Πολλοί άνθρωποι στη μουσική βιομηχανία – από μάνατζερ μέχρι στελέχη εταιρειών – προσπαθούν πραγματικά να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας και το περιβάλλον. Ωστόσο, η φήμη δημιουργεί ξεχωριστές προκλήσεις. Δεν μπορείς απλώς να πας σε μια κλινική αποτοξίνωσης για να εγκαταλείψεις τη συνήθεια – δεν είναι κάτι που μπορεί ο ίδιος ο καλλιτέχνης να ελέγξει».

Πηγή: The Guardian

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY