Θεματα

Φραππές και ελληνικό καλοκαίρι

Δύσκολα φαντάζεται κανείς το καυτό Ελληνικό καλοκαίρι χωρίς παγωμένο φραππέ*

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Φραπές

Ο παγωμένος καφές, κατά παράδοση φραππέ, είναι το σήμα κατατεθέν του Ελληνικού καλοκαιριού

Παραγγέλνουμε φρέντο εσπρέσο και φρέντο καπουτσίνο στις παραλίες, τα μπιτσόμπαρα ξεχειλίζουν από διάφορες παραλλαγές του κρύου-καφέ-με-παγάκια, αλλά ο κλασσικός φραππέ παραμένει βασιλιάς: από το 1957 που εφευρέθηκε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης μέχρι σήμερα, εκατομμύρια φραππέδες παραγγέλνονται κάθε καλοκαίρι σε παραλίες, μπιτσόμπαρα, καφετέριες και μπαρ της χώρας. Ξέρω ότι βαριέστε τα ιστορικά στοιχεία, αλλά επειδή στην ποδιά του φραππέ σφάζονται παλικάρια, κυρίως στην πατρίδα του τη Σαλονίκη… πολλά λέγονται και γράφονται για την εφεύρεση του φραππέ.

Τα ονόματα που πέτυχα σε συχνότερες επαναλήψεις ήταν του Δημήτρη Βακόνδιου και του Γιάννη Πετρόπουλου, αμφότεροι υπάλληλοι της Νεστλέ, που χτύπησαν στο σέηκερ του κακάο Νέσκουικ μια κουταλιά Νεσκαφέ με ζάχαρη και κρύο νερό, στην ιδρωμένη ΔΕΘ του 1957, γιατί δεν βρήκαν ζεστό (νερό). Αναφέρονται και οι δύο, κι επειδή όλα αυτά είναι ασήμαντα στην τελική, μπορεί να ανακάλυψαν τον φραππέ μαζί, παρεάκι, όπως του πρέπει αυτού του τόσο παρεΐστικου, ραχατλίδικου και καλοκαιρινού καφέ. Με τους Ολυμπιακούς του 2004, ο Ελληνικός Φραππέ(ς) έγινε διάσημος πια σε όλο τον κόσμο, ακόμα και στον κόσμο που δεν είχε την τύχη να περάσει ποτέ ως τότε από την Ελλάδα τους καλοκαιρινούς μήνες.

Κι όμως, κοιτάχτε τι βρήκα, κυρίως επειδή τα παιδιά μου κοιμούνται ως αργά τα πρωινά κι έχω ελεύθερες ώρες να ψάχνω ανοησίες στο Ιντερνετ: στην Αλγερία το 1840 κάποιοι μάλλον Βεδουίνοι έφτιαξαν έναν κρύο καφέ που τον ονόμασαν «Μαζαγκράν» - αλλά βέβαια, καμία σχέση, κακώς κουνιούνται μια και ο Μαζαγκράν φτιάχνεται με ζεστό καφέ που κρυώνει, όχι με σέικερ ή με χτυπητήρι. Το 1920 κάποιοι σίγουρα όχι Βεδουίνοι έφτιαξαν αντίστοιχο κρύο καφέ (με ζεστό νερό) στην Αμερική, στο Νότο που τον σηκώνει το κλίμα. Και υπάρχει ο κρύος καφές «Στυλ Κυότο» που παρασκευάζεται με «σταγόνες ζεστού νερού που πέφτουν πάνω σε κόκκους καφέ επί οκτώ ώρες», στο Κυότο, όπου κανένας δεν βιάζεται να παίξει τάβλι.

Στην Αθήνα ο φραππές ήρθε το 1965 στην καφετέρια Λέντζου στο Παγκράτι, και σημείωσε αμέσως τρελή επιτυχία. Κάπως νόμιζα ότι είχε πάρει το μάτι μου ποτήρια με φραππέ και καλαμάκι σε Ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του 1960, αλλά μπορεί να κάνω λάθος, να ήτανε του 1970, ή να μην ήταν φρεππεδιές καν παρά ψηλά ποτήρια με καλαμάκια.

Γιατί έτσι πίνεται ο σωστός φραππές, ή σωστά ο φραππές: σε μακρόστενο ψηλό ποτήρι, με πολλά παγάκια και καλαμάκι. Στην Ιταλία τον φτιάχνουν και Affogato, δηλαδή εσπρέσο με παγωτό, και παραδόξως έτσι τον παραγγέλνουν οι Σέρβοι τουρίστες, απλώς με φραππέ αντί για εσπρέσο. Αρκετοί Βούλγαροι επίσης τουρίστες, φτιάχνουν τον φραππέ με κόκα-κόλα ή πέπσι, γιατί έτσι λέει αφρίζει περισσότερο.

Στα Σέβεντυς πάντως τον φτιάχναμε με σέικερ που δεν έκλειναν ποτέ καλά – αντίσκηνα, σλίπινγκ-μπαγκ, μαγιό και πετσέτες γέμιζαν καφετιούς λεκέδες, που άντε να εξηγήσεις μετά ότι δεν ήταν αυτό που έδειχναν… Για ποιο λόγο άργησε τόσες δεκαετίες η εφεύρεση του σέικερ-που-σφραγίζει, του σέικερ-που-δεν-τρέχει-από-παντού, ένας θεός ξέρει. Πάντως κάποιος (‘Ελληνας πάλι) σκέφτηκε το μιξεράκι χειρός, με μπαταρία ή πρίζα, και ησυχάσαμε. Στα Νάιντυς παίρναμε από τα περίπτερα έτοιμους φραππέδες στις παραλίες, σε συσκευασίες που είχανε μέσα φακελάκια καφέ, ζάχαρη, γάλα ΚΑΙ σέικερ-που-έτρεχε-από-τα-πλάγια, οπότε φτιάχναμε τον φραππέ μας, γνωστό και ως «περιπτέρου», με νερό που ζεσταινότανε σιγά σιγά κάτω από τον καυτό ήλιο, αλλά τι να κάνεις, αυτά έχουν οι εξορμήσεις σε παραλίες χωρίς μπιτσόμπαρα.

Από το 2000, τα μπιτσόμπαρα άνθισαν με σουξέ σε ΟΛΕΣ τις Ελληνικές παραλίες, εκτοπίζοντας τον (χλιαρό) καφέ περιπτέρου αλλά ταυτόχρονα εισάγοντας τους Ιταλικούς φρέντους κάθε είδους. Όπως και παραλλαγές – ο μέσος κατάλογος μπιτσόμπαρου πια περιλαμβάνει τουλάχιστον 6 είδη κρύων καφέδων.

Υπάρχουν μύθοι γύρω από τον φραππέ: ότι ανεβάζει τη λίμπιντο (πιθανόν, αν είσαι 25 χρονών). Ότι σε ξυπνάει καλύτερα από τον ζεστό καφέ (ίσως). Ότι σε δροσίζει (μπορεί). Ότι κάποια μαγαζιά βάζουν χτυπημένα ασπράδια αυγών, σαν μαρέγκα, στον αφρό του ποτηριού για να γίνει πιο αφρώδης (ίου). Ότι αν είσαι 13-14 και πίνεις φραππέ, βγάζεις μουστάκια πιο γρήγορα, αν είσαι αγόρι (ποιος ξέρει; Μόνο τα μουστακαλίδικα δεκατετράχρονα). Ότι σε βοηθάει να συγκεντρωθείς, να επικοινωνήσεις καλύτερα…

Το τελευταίο, ισχύει σίγουρα. Συγκλονιστικές ή χαλαρωτικές ατέλειωτες συζητήσεις γίνονται κάθε καλοκαίρι γύρω από ποτήρια με φραππεδιές, ανταλλάσσουμε εσώψυχα, κρυφές πληροφορίες, μυστικά και ψέματα, ανέκδοτα, αναλύσεις και συγκινήσεις. Ο φραππές τα βοηθάει πολύ να ρέουν όλα αυτά, επειδή πίνεται για κάμποση ώρα, ενέχει μια δροσιά ως διαδικασία, είναι φθηνός άρα μπορεί να πιει ο πελάτης μέχρι και δύο-τρείς, έχει μια αισθητική πολύ καλοκαιρινή, και θυμίζει από όπου και να τον παραγγείλεις, χαλαρό, ηλιόλουστο, φιλικό, επικοινωνιακό, πλούσιο (σε ψυχή λέμε) Ελληνικό καλοκαίρι.

*Το σωστό είναι με ένα Πι, «φραπέ». Αλλά στα Γαλλικά, από όπου προέρχεται η λέξη («frapper»=«χτυπάω»), γράφεται με δύο Πί… και είναι πιο όμορφος ο φραππές, με δύο Πί. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ