Life

Κυριακή, γιορτή και σχόλη

Το δεκάλεπτο απόλυτης ευτυχίας πέφτει πάνω τα πρωινά της Κυριακής…

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
maddi-bazzocco-1176156-unsplash.jpg

Το δεκάλεπτο απόλυτης ευτυχίας είναι όταν: ξυπνάς Κυριακή πρωί και δεν έχεις τίποτε στα πλάνα της ημέρας, τα παιδιά σου είναι αρκετά μεγάλα ώστε να φτιάχνουν πρωινό με τα χεράκια τους, τα κατοικίδιά σου βγαίνουν με μαγικό τρόπο μόνα τους για δουλίτσα τους στο δρόμο, τα πάντα όλα είναι κλειστά, ΚΑΙ υπάρχει φαγητό από χθες στην κουζίνα. Μπορείς τότε, για ένα δεκάλεπτο ή ίσως και εικοσάλεπτο, να μείνεις στο ζεστό χουχουλιάρικο κρεβάτι σου και να σκεφτείς κάτι χωρίς σημασία, πχ το όνειρο που έβλεπες μέχρι πριν λίγο, ή και τίποτε απολύτως, δύο δραστηριότητες πολύ χρήσιμες για κάθε δημιουργική εργασία που όμως έχουμε μάθει να τις περιφρονούμε φρικτά. Το να σκέφτεσαι το όνειρό σου και το να μην σκέφτεσαι τίποτα, είναι δύο από τις βάσεις για την κάθε είδους καλλιτεχνία.

Το δεκα-εικοσάλεπτο μπορεί να είναι μέχρι τετράωρο αν είσαι φοιτητής, ρεμπεσκές, νέος χωρίς παιδιά, χωρίς πετς, και με τίποτε μπισκότα ή άλλη ξηρά τροφή στο κομοδίνο σου – δεν έχεις κανένα λόγο να σηκωθείς από το ωραίο κρεβάτι σου και αισθάνεσαι ικανοποίηση επιτέλους που δεν πήρες σκύλο/έκανες παιδί όταν σε πίεζε το κοινωνικό περιβάλλον. Μετά, μόλις βρεθείς με παιδί/σκύλο, ο χρόνος Κυριακάτικης Ευτυχίας μειώνεται δραματικά, ώρες ώρες δεν φτάνει ούτε πεντάλεπτο, μια και σε ξυπνάει άγαρμπα το κλάμα/γαύγισμα. Αργότερα, σε ξυπνάνε οι φωνές (‘Μαμάααααα με χτυπάει το κτήνος!’ ‘Μαμάαααα πεινάω!’ ‘Μπαμπάαααα να με πας μπάσκετ!’ κλπ κλπ). Πετάγεσαι από το κρεβάτι λες και είναι Δευτέρα, πλένεις δόντια, παρεξηγημένη/ος που η οδοντόβουρτσά σου δεν πρόλαβε να στεγνώσει από χθες βράδυ, ντύνεσαι με ακόμα περισσότερη παρεξήγηση και σκουντουφλάς σε παιχνίδια διάσπαρτα στο χολ. Ονειρεύεσαι με το μισό μυαλό που είναι διαθέσιμο αυτή τη στιγμή, αλλά δεν υπάρχει χρόνος, οι δραστηριότητες της Κυριακής σε καλούν – αδυσώπητα, αν έχεις περισσότερα από ένα παιδιά σε προσχολική/σχολική ηλικία, ή/και αντίστοιχα πετς.

Αλλά μετά από αυτήν την περίοδο της ζωής σου, ή πριν, ή ενδιάμεσα… απολαμβάνεις το ιερό δεκάλεπτο προσπαθώντας με τρέλα να το ξεχειλώσεις, να το κάνεις δεκαπεντάλεπτο, έστω: κρατάς τα μάτια κλειστά, τάχαμου ότι δεν ξημέρωσε ακόμα, λες στον εαυτό σου ‘Μα ας δούμε την συνέχεια εκείνου του ωραίου ονείρου’, βουτάς στις σπασμένες εικόνες και τις συνδυάζεις μισο-κοιμισμένη/ος. Κάποιος σου έφερνε κρουασάν και βρισκόσουν σε υπέροχο ξενοδοχείο, και εννοείται ήταν όνειρο, επειδή τώρα κάποιος σου δαγκώνει το πόδι και κάποιος άλλος σου φωνάζει ‘Τέλειωσε ο καφές!’ ίσως ενώ σου δαγκώνει το πόδι.

«Κυριακή γιορτή και σχόλη/ να’ ταν η βδομάδα όλη/ η Δευτέρα να΄ταν μόνο/ κανα δυο φορές το χρόνο» έγραφε ο Αλέκος Σακελλάριος, με την δεύτερη στροφή, «Της Κυριακής το ξύπνημα/ έχει δικιά του χάρη/ δεν σε κρατάει το στρώμα σου/ μήτε το μαξιλάρι!»… την δεύτερη στροφή αφιερωμένη εξαιρετικά σε όσους δεν έχουν παιδιά, ούτε σκυλιά, ούτε ανίψια ή εγγόνια που κοιμούνται σπίτι τους τα Σαββατόβραδα. Ο Σακελλάριος έγραψε τον ύμνο της Κυριακής το 1966 σε μουσική του Γιώργου Ζαμπέτα. Η Κυριακή είχε καθιερωθεί ως αργία από τις 4/1/1910, επί Κυβέρνησης Κυριακούλη Μαυρομιχάλη – το αίτημα για την αργία της Κυριακής προέκυψε το 1902, που ιδρύθηκε ο Εμπορικός Σύλλογος της Αθήνας. Το περίεργο είναι ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι συνέχισαν να δουλεύουν τις Κυριακές για κάμποσα χρόνια μετά το 1910, η αργία πήρε καιρό να καθιερωθεί στο Δημόσιο.

Μέσα στην μικρή στεναχώρια που αισθάνεσαι όταν μεγαλώνουν τα παιδιά σου, μπαίνει και η απόλυτη ευτυχία του δεκάλεπτου της Κυριακής – που από δω και πέρα μπορεί να γίνει άνετα εικοσάλεπτο, μισαωράκι, ή και δίωρο… αν δεν βρεθείς με σκύλο στο μεταξύ, ή ακόμα καλύτερα, με εγγόνι…    

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ