Πολιτικη & Οικονομια

ΗΠΑ - Ρωσία και Β´ Ψυχρός Πόλεμος

Το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση Μπάιντεν

portrait-322469_1920_2.jpg
Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Συνάντηση Τζο Μπάιντεν - Βλάντιμιρ Πούτιν
© EPA/DENIS BALIBOUSE

Σχόλιο για την επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ - Ρωσίας, τις πολιτικές των Τζο Μπάιντεν και Βλάντιμιρ Πούτιν, τη στάση της Δύσης.

Οι ΗΠΑ είχαν άστοχες ελπίδες για το ρωσικό καθεστώς: βιάστηκαν να  αυτοανακηρυχθούν η μοναδική υπερδύναμη χωρίς να λάβουν υπόψη τους ούτε το ρωσικό μέγεθος, ούτε τον ρωσικό εθνικισμό, ούτε τις  αυτοκρατορικές βλέψεις που έχουν πολλές χώρες στην Ανατολή – όχι μόνο η Ρωσία. Καλωσορίζοντας τη Ρωσία στον «ελεύθερο κόσμο» του οποίου, κατά τη γνώμη τους, ηγούνταν, οι Αμερικανοί έκαναν το λάθος που κάνουν συχνά: πίστευαν  ότι «κατά βάθος» οι Ρώσοι μοιράζονται τις δικές τους αξίες και έχουν παρόμοιες επιδιώξεις. Αλλά αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, οι Ρώσοι δεν θα είχαν ζήσει εβδομήντα χρόνια σοσιαλισμού: αυτό που δεν γίνεται πλήρως κατανοητό στη Δύση είναι ότι, στη Ρωσία, το καθεστώς και οι ηγέτες του απολάμβαναν, παρά τα παράπονα και τις γκρίνιες, ευρεία συναίνεση. Για πολλούς Ρώσους, η διάλυση της ΕΣΣΔ ήταν η μεγαλύτερη συμφορά της μακραίωνης ιστορίας της χώρας τους. Ίσως ήταν συμφορά για όλον τον κόσμο.

Πριν από δεκαπέντε χρόνια, λίγοι συνειδητοποιούσαν ότι, για παράδειγμα, ο θάνατος της Άννας Πολιτόφσκαγια και του Aλεξάντερ Λιτβινένκο ήταν σαν το καναρίνι στο ανθρακωρυχείο: αυτά τα γεγονότα έδειχναν πώς θα αντιμετωπίζονταν οι επικριτές. Αν και είχε προηγηθεί η εισβολή στην Τσετσενία που έδειχνε πως η Ρωσία δεν θα παραιτούνταν από τα πρώην σοβιετικά εδάφη, η δολοφονία του Λιτβινένκο, που συνέβη στη Βρετανία, αποδείκνυε την ετοιμότητα να εξαλειφθεί ό,τι αντιλαμβανόταν σαν απειλή, ακόμη κι αν βρισκόταν εκτός συνόρων.

Από το 2006, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί: ο Πούτιν καταστέλλει τα ΜΜΕ και την κοινωνία των πολιτών, ενώ συνεχίζονται οι δολοφονίες, όπως εκείνη του Μπαρίς Νεμτσόφ το 2015 και της δηλητηρίασης του Αλεξέι Ναβάλνι το 2020. Παρά τη στάσιμη οικονομία και την πανδημία του κορωνοϊού, ο Πούτιν διατηρεί τον έλεγχο στην εξουσία, τουλάχιστον προς το παρόν, παραμερίζοντας την εγχώρια αντιπολίτευση, περνώντας συνταγματικές αλλαγές που τον συμφέρουν, υποστηρίζοντας ομοϊδεάτες ηγέτες στην περιοχή όπως τον Αλεξάντερ Λουκασένκο της Λευκορωσίας, και δημιουργώντας έναν κύκλο επιρροής με τη Συρία, την Κούβα και τη Βενεζουέλα. Κάνει περίπου ό,τι κάνει ο Ερντογάν, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν αμήχανες μπροστά σ’ αυτή τη δεύτερη φάση του Ψυχρού Πολέμου: κατευνασμός ή ανοιχτή αναμέτρηση; Αναχαίτιση ή απώθηση;

Μετά τη διφορούμενη τετραετία του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος προσπαθούσε να αποσπάσει προσωπικά κέρδη από τις σχέσεις με τη Ρωσία, ο Τζο Μπάιντεν αποπειράθηκε να δείξει πυγμή: για παράδειγμα, απείλησε τη Ρωσία με «συνέπειες» για τις ρωσικές κυβερνοεπιθέσεις, πλην όμως αυτές οι συνέπειες δεν έγιναν φανερές και ίσως να μην υπήρξαν ποτέ. Οι ΗΠΑ έχουν επικεντρωθεί στην Κίνα και μάλλον μέχρι πρότινος εκτιμούσαν ότι ο Πούτιν δεν εγείρει πραγματική απειλή· ίσως τον θεωρούν θρασύσειλο· εξάλλου, όπως είναι φυσικό, θέλουν να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο κλιμάκωσης με τη Ρωσία. Η επιφυλακτική τους στάση οφείλεται στην ανάγκη συνεργασίας σε τομείς όπως ο έλεγχος των όπλων, το Αφγανιστάν, το Ιράν και η κλιματική αλλαγή.

Αλλά το πιθανότερο είναι να μην υπάρξει συνεργασία με το καθεστώς Πούτιν. Ενώ ο Τζο Μπάιντεν φαίνεται να επιδιώκει «προβλεψιμότητα και σταθερότητα» στη σχέση ΗΠΑ-Ρωσίας, ο στόχος του Πούτιν είναι η αστάθεια: χρησιμοποιεί υβριδικό πόλεμο και απειλές στρατιωτικής επέμβασης για να αποσταθεροποιήσει γείτονες όπως η Ουκρανία και η Γεωργία προκειμένου να να τους κάνει μη ελκυστικούς υποψηφίους για ένταξη στο ΝΑΤΟ ή/και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν θέλει να δει ακμάζουσες δημοκρατίες κατά μήκος των συνόρων της Ρωσίας που θα μπορούσαν να αποτελέσουν εναλλακτικές λύσεις στο αυταρχικό μοντέλο που έχει κατασκευάσει. Κάθε φορά που η Δύση απαντά νωθρά ή καθόλου, ο Πούτιν εντείνει τις προσπάθειες αποσταθεροποίησης του γεωπολιτικού του περιβάλλοντος. Σχετικά με το Αφγανιστάν, όπου οι ΗΠΑ μπορούν να μπουν στον πειρασμό να ζητήσουν τη συνεργασία των Ρώσων, ο Πούτιν φέρεται να απέρριψε αίτημα του Μπάιντεν κατά τη σύνοδο κορυφής των ηγετών να επιτραπούν οι αμερικανικές βάσεις στην Κεντρική Ασία. Πώς θα γίνει η «συνεργασία»;

Σήμερα, πολλοί παρατηρητές συμβουλεύουν τον Μπάιντεν να αποφύγει τα λάθη των προκατόχων του και να ακολουθήσει τη σκληρή προσέγγιση που έμοιαζε να είναι το ένστικτό του τις πρώτες μέρες της προεδρίας του. Η ελπίδα ότι ο Πούτιν θα απομακρυνθεί από μόνος του από τις κόκκινες γραμμές για να μπορέσει η αμερικανική κυβέρνηση να επικεντρωθεί στην Κίνα ή, ότι θα στραφεί σε μια πιο θετική κατεύθυνση, σημαίνει ότι δεν μάθαμε τίποτα από τις εμπειρίες των τελευταίων δεκαπέντε ετών: πολλά έχουν αλλάξει από το 2001, όταν ήταν ο πρώτος ξένος ηγέτης που επικοινώνησε με τον Τζορτζ Γ. Μπους μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Πάνω από είκοσι δημοσιογράφοι έχουν δολοφονηθεί και το καθεστώς έχει παγιωθεί ως αυταρχική κλεπτοκρατία με πολύ υψηλούς αντιαμερικανικούς τόνους οι οποίοι εκφράζουν μεγάλο μέρος των Ρώσων.

Η επιδείνωση των σχέσεων οφείλεται, εκτός από το ύφος της μοναδικής υπερδύναμης των ΗΠΑ το οποίο πληγώνει τον ρωσικό μεγαλοϊδεατισμό, στα σχέδια διεύρυνσης του ΝΑΤΟ στην πρώην σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ. Η Ρωσία δεν ανέχεται στη γειτονιά της φιλοδυτικές δυνάμεις, όπως τις βαλτικές χώρες, και ανησυχεί για τις σχέσεις που έχει συνάψει με τη Δύση η Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν – αλλά, παρότι αυτά ακούγονται λογικά, ο Πούτιν δεν είναι ηγέτης που λογοδοτεί με τον ευρω-ατλαντικό τρόπο στον λαό του· λείπουν τα σχετικά checks and balances. Έτσι, είναι ικανός για όλα και μπορεί να αποσπάσει σχετική συναίνεση για σχεδόν όλα, παροξύνοντας τον ρωσικό εθνικισμό  με την επινόηση θανάσιμων εχθρών από τους οποίους καλείται να σώσει την πατρίδα. Μέχρι τώρα, η πιο αυστηρή απάντηση της Δύσης στη ρωσική συμπεριφορά ήταν το 2014, μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν εκείνη την εποχή προκάλεσαν ανησυχία για τη ρωσική οικονομία, αλλά τελικά τις συνέπειές τους πλήρωσαν οι απλοί Ρώσοι και όχι οι κορυφαίοι αξιωματούχοι και ολιγάρχες που βρίσκονται κοντά στον Πούτιν. Επιπλέον, καθώς οι κυρώσεις δεν κλιμακώθηκαν με την πάροδο του χρόνου, επέτρεψαν στο καθεστώς να προσαρμοστεί. Στο μεταξύ, οι Ρώσοι που είδαν το επίπεδο της ζωής τους να επιδεινώνεται έριξαν το φταίξιμο στις ΗΠΑ.

Η αμερικανική κυβέρνηση έχει αποδείξει πολλές φορές ότι δεν τα καταφέρνει στο multitasking. Καθώς είναι εστιασμένη στην Κίνα, φαίνεται να μη διαθέτει αντανακλαστικά για να αντιμετωπίζει όλες τις προκλήσεις του Πούτιν, οι οποίες συμπεριλαμβάνουν οξύτατες δημόσιες καταγγελίες εναντίον των ΗΠΑ, προσπάθειες στρατιωτικής και ιδεολογικής προσάρτησης της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας, παράξενες επιθέσεις σε διπλωμάτες και αξιωματούχους των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ («το σύνδρομο της Αβάνας») και μια αδιάκοπη σειρά από χάκερς και τρολς που εργάζονται νυχθημερόν.

Ο Τζον Κέρι, τώρα ειδικός απεσταλμένος του Μπάιντεν για την κλιματική κρίση, εκπροσωπεί εδώ και καιρό την αισιόδοξη άποψη για συνεργασία με τη Ρωσία. Πρόσφατα είπε ότι πιστεύει πως υπάρχει περιθώριο για τη Ρωσία και τις ΗΠΑ να συνεργαστούν για την κλιματική αλλαγή και υπονόησε άμβλυνση των κυρώσεων σε αντάλλαγμα γι’ αυτή τη συνεργασία. Ωστόσο, η ιστορική καταγραφή δείχνει ότι αυτές οι ελπίδες είναι μάταιες. Ο Πούτιν και ο Λαβρόφ, συχνός συνομιλητής του Κέρι, αφήνουν να αιωρείται η προοπτική συνεργασίας χωρίς να δεσμεύονται σε όσα τους ζητούνται. Στο μεταξύ, ο Πούτιν κλιμακώνει την ένταση και ο αντιαμερικανισμός του έχει μεγάλη επιτυχία στον λαό του: αντισταθμίζει, με ιδέες μεγαλείου, το πώς του συμπεριφέρεται η κυβέρνησή του ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η συμπεριφορά αυτή, η απουσία κάθε σεβασμού στα δικαιώματα, διαχέεται φυσικά και στους Γεωργιανούς, στους Ουκρανούς, στους Λευκορώσους, ακόμα και στους Σύριους. Κι όσο για το κλίμα, το τελευταίο πράγμα που απασχολεί τον Πούτιν είναι το κλίμα.

Το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι να διερευνήσει τα περιουσιακά στοιχεία του Πούτιν και του στενού του κύκλου στις δυτικές χώρες, να τερματίσει οποιαδήποτε ροή παράνομου χρήματος από τη Ρωσία και να αντιμετωπίζει πιο δυναμικά τις επιθέσεις ransomware. Στα ακόμα ευρύτερα προβλήματα που θέτει η Ρωσία –«πόλεμος και ειρήνη»– η λύση ήταν και παραμένει η ενότητα των περισσότερων χωρών έναντι του πολεμοχαρούς Πούτιν: πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, αν και οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες μετά τον Β´ παγκόσμιο πόλεμο πήραν τη μεγάλη απόφαση του τερματισμού των ευρωπαϊκών πολέμων, σ’ αυτή την απόφαση συμμετείχε η ΕΣΣΔ, όχι η Ρωσία. Κι αν από το 1991 η Ευρώπη ήταν σαφέστερη έναντι της Ρωσίας, πιθανότατα να είχαμε επιτύχει περισσότερη προβλεψιμότητα και σταθερότητα – όμως, δεν σκεφτόμασταν έτσι πριν από χρόνια· πολλοί από μας είχαμε την ψευδαίσθηση του ευρωπαϊκού χαρακτήρα της Ρωσίας και ελπίζαμε στη σύγκλιση.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ