Πολιτικη & Οικονομια

ΗΠΑ: Η ελαστική ώρα

Οι Αμερικανοί έχουν χάσει την πίστη τους στους θεσμούς, ο ένας στον άλλον, στο ίδιο το πολίτευμα. Αλλά δεν χάθηκαν όλα: πολλοί φιλελεύθεροι κάνουν λόγο για μια καινούργια «ελαστική ώρα» των ΗΠΑ

portrait-322469_1920_2.jpg
Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κέρμα με την όψη του Τζον Φ. Κένεντι δίπλα σε ρολόι

Σχόλιο για την αμερικανική πολιτική σήμερα, τη στάση των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών, την έλλειψη πίστης των Αμερικανών στους θεσμούς.

«Υπάρχουν στην ιστορία αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ελαστικές ώρες», έλεγε ο Gershom Scholem: Δηλαδή, κρίσιμες στιγμές όπου μπορούμε να δράσουμε, να μετακινηθούμε και τότε κάτι να γίνει. Σε τέτοιες στιγμές, μια αποστεωμένη κοινωνική τάξη γίνεται ξαφνικά εύκαμπτη, η παρατεταμένη στασιμότητα δίνει τη θέση της στην κίνηση και οι άνθρωποι τολμούν να ελπίζουν. Οι ελαστικές ώρες είναι σπάνιες: απαιτούν ευθυγράμμιση της κοινής γνώμης, της πολιτικής εξουσίας και των γεγονότων και εξαρτώνται από την κοινωνική κινητοποίηση και την ηγεσία. Παρά τη γηραλέα προεδρία του Τζο Μπάιντεν και πέρα από στη θλίψη των κομματικών πολέμων, οι περισσότεροι Αμερικανοί συμφωνούν σε θεμελιώδη ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα: η μεγάλη πλειοψηφία συμφωνεί ότι πρέπει να εξασφαλιστεί κάποια μορφή καθολικής υγειονομικής περίθαλψης, ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη, ότι οι πλούσιοι πρέπει να πληρώνουν υψηλότερους φόρους, ότι η φυλετική ανισότητα παραμένει σημαντικό πρόβλημα, ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να γίνονται μέλη σε συνδικάτα, ότι η μετανάστευση ίσως ευνοεί την αμερικανική ζωή, ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση που μαστίζεται από τη διαφθορά πρέπει να εξυγιανθεί. Αυτές οι πλειοψηφίες παραμένουν ισχυρές εδώ και χρόνια. Η ετοιμότητα, το αίτημα για δράση, είναι μάλλον καινούργιο.

Τέσσερα χρόνια ενός διεφθαρμένου, μεγαλομανούς και ανίκανου προέδρου και η άφιξη μιας νέας γενιάς με επιρροή, των Millennials, που μεγάλωσαν με αποτυχημένους πολέμους, αποδυναμωμένους θεσμούς και κατεστραμμένες οικονομικές προοπτικές από την εισοδηματική ανισότητα, την απερίσκεπτη κυβέρνηση και την αστυνομική κατάχρηση σε έναν τεμαχισμένο κοινωνικό ιστό και έναν δηλητηριώδη δημόσιο λόγο που αγγίζει τα όρια της εθνικής γνωστικής παρακμής. Έπειτα, φέτος, μια σειρά από κρίσεις που έμοιαζαν να προέρχονται από το πουθενά, σαν μια αναταραχή από κορόιδα, αλλά που προέκυψαν κατευθείαν από αυτά τα δεινά και εξέθεσαν τις αποτυχίες της αμερικανικής κοινωνίας στον κόσμο.

Το έτος 2020 ξεκίνησε με μια δίκη παραπομπής που οδήγησε σε αθώωση του πρόεδρου. Ύστερα ήρθε η πανδημία, τα ψέματα και οι θεωρίες συνωμοσίας από τον Λευκό Οίκο, οι καταχρήσεις της αστυνομίας, οι διαδηλώσεις και η εκλογή του Τζο Μπάιντεν. Το πρόβλημα είναι ότι περίπου το 1/3 των Αμερικανών δείχνει πλήρη απουσία αλληλεγγύης και αρνείται να καταλάβει ότι μια ικανή και ενεργή εθνική κυβέρνηση είναι απαραίτητη: το ελευθεριακό κίνημα βασίζεται στον απόλυτο ατομικισμό και διαχέεται μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα το οποίο είναι πλειοψηφία στη Γερουσία. Κι όπως έκανε επί Μπαράκ Ομπάμα, η Γερουσία ασκεί σκληρή αντίσταση στην προεδρία Μπάιντεν. Το κόμμα της αντιπολίτευσης και μια συντηρητική υποδομή κυβερνούν αυτή τη στιγμή τις ΗΠΑ, εν μέσω αριστεροποίησης των Δημοκρατικών πράγμα που τους περιθωριοποιεί περισσότερο.

Με λίγα λόγια, το σοβαρό πρόβλημα της αμερικανικής πολιτικής σήμερα είναι ότι οι Ρεπουμπλικανοί έχουν γίνει τραμπικοί -ο Τραμπ τράβηξε το κόμμα προς το Tea Party- και ότι οι Δημοκρατικοί έχουν ταυτιστεί με τους Millennials, την πολιτική ορθότητα και τις μειονότητες. Η απόσταση μεταξύ τους έχει αυξηθεί σε πρωτοφανή επίπεδα, οι κεντρώες πτέρυγες έχουν καταρρεύσει και το Δημοκρατικό κόμμα ζητάει «ένα κοινωνικό συμβόλαιο για τον 21ο αιώνα» ένα νέο New Deal που να αναθεωρεί τη συμφωνία μεταξύ των πολιτών, των επιχειρήσεων και του κράτους, να θεσπίζει σοσιαλδημοκρατικό δίχτυ προστασίας και κλιμακωτή φορολογία. Το «παλιό» New Deal του Ρούσβελτ είχε ενισχύει τον ρόλο της κυβέρνησης και είχε μετατοπίσει το βάρος των οικονομικών κινδύνων από το άτομο στην κοινότητα. 

Αυτές οι ιδέες ακούγονται επί χρόνια: τις επαναλαμβάνουν τα σοσιαλδημοκρατικά think tanks και τα θνησιγενή νομοσχέδια των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο. Η φιλοσοφική τους βάση χρονολογείται από τα τέλη του 19ου αιώνα. Αλλά δεν προχωρούν, δεν γίνονται πράξη. Η λεγόμενη συντηρητική επανάσταση του Ρέιγκαν στην οποία συμμετείχε ο Μίλτον Φρίντμαν -η πνευματική δύναμη πίσω από τους neocons- αναμόρφωσε το κοινωνικό συμβόλαιο με πιο ριζικό τρόπο από όσο έχει επιχειρήσει οποιαδήποτε διοίκηση στη σύγχρονη μνήμη. Από τότε παρουσιάστηκαν διάφορα σχέδια αναμόρφωσης με διάφορα ονόματα -«Κοινωνία ιδιοκτητών», «Νέα Συμφωνία»- αλλά ξεχάστηκαν γιατί ποτέ δεν μετατράπηκαν σε μετασχηματιστική νομοθεσία.

Ο Μπάιντεν δεν έχει ιδιαίτερη ιδεολογία: βρισκόταν στο κέντρο του κόμματος κι όταν το κόμμα κινήθηκε αριστερά μαζί με τα γεγονότα ο Μπάιντεν κινήθηκε μαζί τους. Ο Μπαράκ Ομπάμα αναδύθηκε ως οραματιστής και κυβέρνησε ως τεχνοκράτης - μια αλλαγή που απογοήτευσε τους νεότερους και πιο προοδευτικούς Αμερικανούς. Ο Μπάιντεν μπορεί να κάνει την ίδια διαδρομή αντιστρόφως.

Ένα υγιές Ρεπουμπλικανικό κόμμα, μακριά από την τραμπική χυδαιότητα θα βοηθήσει στη συμφιλίωση· σε κάποιο βαθμό συμφιλίωσης με σκοπό απαραίτητες μεταρρυθμίσεις: οικογενειακή και ιατρική άδεια μετ' αποδοχών, διπλασιασμό του ομοσπονδιακού κατώτατου ωρομισθίου από 8 σε 15 δολάρια τουλάχιστον, αντιστροφή των φορολογικών περικοπών του Τραμπ για τους πλούσιους και τις εταιρείες. Η «ελαστική ώρα» είναι η ώρα που τα δύο κόμματα θα συμφωνήσουν πάνω σε μια πλατφόρμα λογικής: μείωση φόρων για τους φτωχότερους, ανάληψη ευθυνών από την αστυνομία, αύξηση αμοιβών των εκπαιδευτικών, χρηματοδότηση καθολικής προσχολικής εκπαίδευσης, μετάβαση στην καθολική υγειονομική περίθαλψη μέσω μιας δημόσιας επιλογής, Στην αρχή της προηγούμενης συνόδου του Κογκρέσου, η Βουλή εισήγαγε το HR 1, ένα νομοσχέδιο που θα ενίσχυε τη δημοκρατία, στρατηγική που να καθιστά πιο εύκολο για τους πολίτες να ψηφίζουν -ιδιαίτερα για τους φπιο τωχούς, τους μαύρους και τους Λατινοαμερικανούς. 

Υπήρξαν τρεις εποχές μεταρρυθμίσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες στον 20ό αιώνα. Η τελευταία ήταν εκείνη επί Λύντον Τζόνσον, όταν θεσμοθετήθηκαν με ακλόνητο τρόπο τα πολιτικά δικαιώματα όλων των Αμερικανών μολονότι ήταν ήδη συνταγματικά κατοχυρωμένα. Έκτοτε δεν έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις: έχουν ψηφιστεί διάφοροι νόμοι -όπως το δικαίωμα των ομοφυλοφίλων να παντρεύονται- αλλά δεν έχει αλλάξει ούτε η δομή της επιχειρησιακής Αμερικής, ούτε τα κατεστημένα του Πενταγώνου (δεξιό κατεστημένο) και των πανεπιστημίων (αριστερό κατεστημένο). Ο νέος προοδευτισμός βρίσκεται στους δρόμους, στις τάξεις, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης - παντού εκτός από τα μέρη με την ισχύ να λύνουν προβλήματα. Εξάλλου, τα περισσότερα αμερικανικά μεταρρυθμιστικά κινήματα έχουν ένα έντονο στοιχείο πουριτανισμού, τον ζήλο για προσωπική αυτοδιόρθωση που μοιάζουν με ηθική κάθαρση. Τα τελευταία χρόνια, έχουμε δει εκρήξεις ηθικής όπως το Occupy Wall Street το 2011, το Black Lives Matter κατά τη δεύτερη προεδρία του Ομπάμα, τις αντικαπιταλιστικές εκστρατείες του Μπέρνι Σάντερς, το κίνημα #MeToo: πολιτιστική αριστερά κυριαρχεί στα μέσα ενημέρωσης, στις τέχνες, στη φιλανθρωπία και τον ακαδημαϊκό χώρο. επηρεάζει τις τάξεις του δημοτικού σχολείου και τις αίθουσες συνεδριάσεων - αλλά φαίνεται να ασκεί μόνο κριτική· δεν ενδιαφέρεται να δημιουργήσει λαϊκή συναίνεση. Αντιθέτως, αποξενώνει οποιονδήποτε Αμερικανό δεν καταλαβαίνει το λεξιλόγιό της: συμπερίληψη, διατομεακότητα, λευκά προνόμια, οικοφεμινισμός, διαφορετικότητα, Πράσινη Νέα Συμφωνία. Ακόμα και ο Bhaskar Sunkara, ο συντάκτης του σοσιαλιστικού περιοδικού Jacobin, παραδέχεται ότι το Δημοκρατικό κόμμα έχει στραφεί σε μια περιθωριακή ρητορική, κι αντί να εκπονήσει ένα πρόγραμμα για την εργατική τάξη, επιτίθεται σε όλους τους λευκούς άνδρες που αποτελούν το 1/3 του εκλογικού σώματος.

Ο Robert Putnam σ’ ένα βιβλίο με τίτλο The Upswing: How America Came Together a Century Ago and How We Can Do It Again. απεικονίζει τα χρόνια από το 1890 ως τέσσερις ανοδικές καμπύλες επί επτά δεκαετίες που στη συνέχεια πέφτουν απότομα προς τα κάτω. Οι καμπύλες αντιπροσωπεύουν την οικονομική ισότητα, την πολιτική συνεργασία, την κοινωνική συνοχή και μια κουλτούρα αλληλεγγύης, από τη λεγόμενη Χρυσή Εποχή του 19ου αιώνα, στην Προοδευτική Εποχής, στο New Deal και στη δεκαετία του 1960. Στη συνέχεια, ήρθε η εποχή των πολέμων στο Twitter, του Τραμπ και της πανδημίας.

Το πρόβλημα εκτείνεται πολύ πέρα από την Ουάσιγκτον, βαθιά μέσα στη δημοκρατία. Οι Αμερικανοί έχουν χάσει την πίστη τους στους θεσμούς, ο ένας στον άλλον, στο ίδιο το πολίτευμα. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ