Πολιτικη & Οικονομια

Το αρχιπέλαγος και η εκδίκηση του απλού ανθρώπου

Μέσα στον θόρυβο της «ορθής σκέψης» οι απλοί πολίτες δεν έχουν φωνή. Όποιος τους υπόσχεται ότι θα τους δώσει βήμα, κερδίζει την εύνοιά τους.

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 757
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
soti-triantafillou_1.jpg

Όποιος κι αν εκλεγεί στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο ή στη Γαλλία το 2022, οι κοινωνίες δίνουν εικόνα αρχιπελάγους

Τον πόλεμο του πολιτισμού έχουν κερδίσει, προ πολλού, οι αριστερές ελίτ: ο δημόσιος λόγος, το νομικό σύστημα, τα μέσα ενημέρωσης απηχούν τη δική τους εικόνα για τον κόσμο. Ήδη από τη δεκαετία του 1960, γινόταν λόγος για τη σιωπηλή πλειοψηφία, για τους απλούς πολίτες που αποξενώνονταν με έκπληξη και ανησυχία από τα μέσα ενημέρωσης και τον δημόσιο λόγο – οι αξίες, τα ήθη, άλλαζαν καταιγιστικά, αφήνοντας την πλειοψηφία αμήχανη μπροστά σε όσα εκτυλίσσονταν ερήμην της ή εναντίον της. Καθώς οι κοινωνικές τάξεις της παραδοσιακής κοινωνιολογίας δεν υπάρχουν πια, η κοινωνική θέση ορίζεται λιγότερο με βάση την απασχόληση και το εισόδημα και περισσότερο με τον δημόσιο ρόλο, με το πόσο μια ομάδα είναι οργανωμένη, ορατή και ηχηρή στη δημόσια σφαίρα.

Μέσα στον θόρυβο της «ορθής σκέψης» ή της πολιτικής ορθότητας, οι απλοί πολίτες δεν έχουν φωνή: δεν μπορούν να εκφράσουν τις ανάγκες τους διότι φοβούνται ότι θα στιγματιστούν· εξάλλου, δεν τους ρωτάει κανείς. Όποιος τους υπόσχεται ότι θα τους δώσει βήμα, κερδίζει την εύνοιά τους: οι πολιτικοί που χαρακτηρίζουμε «λαϊκιστές» κάνουν ακριβώς αυτό. Ο Ματέο Σαλβίνι δεν έχει πτυχίο ΑΕΙ και ο Ντόναλντ Τραμπ φοίτησε στο κολέγιο (όπου δεν έμαθε τίποτα) επειδή ο μπαμπάς του ήταν μεγαλοχρηματοδότης – τέτοιοι πολιτικοί μοιράζονται με τον απλό πολίτη το φτωχό λεξιλόγιο, τα ταπεινά γούστα και τα ανεπεξέργαστα ένστικτα. 

Κάποτε-κάποτε, στο δημοκρατικό σύστημα, εμφανίζονται οι ευκαιρίες να ακουστεί η σιγασμένη φωνή. Και καθώς ο απλός πολίτης είναι θύμα της υποβάθμισης της παιδείας –της ιδεολογικοποίησης και της παραμέλησής της: οι ελίτ πιστεύουν μόνο στη δική τους αριστεία– όταν καλείται να πάρει αποφάσεις, παίρνει την εκδίκησή του: το έκανε αναδεικνύοντας τον Ντόναλντ Τραμπ, το έκανε με το Brexit, το έκανε με το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων στη Γαλλία και με την ενίσχυση του Rassemblement National της Μαρίν Λε Πεν, που είναι σήμερα το πρώτο κόμμα της χώρας – υπόσχεται διάφορα ανέφικτα πράγματα όπως σύνταξη στα εξήντα, κλειστά σύνορα και οικονομικό προστατευτισμό. Όπως συνηθίζουν, οι πολιτικές ηγεσίες αποδίδουν αυτή την εκδίκηση στην οικονομία, προσδοκώντας ότι θα εξασθενήσει με την αύξηση των ημερομισθίων. Όμως, τα προβλήματα που έχουν ξεσηκώσει τους απλούς πολίτες δεν είναι πρωτίστως οικονομικά: είναι η ήττα τους στο εποικοδόμημα, το ότι τους έχουν επιβληθεί καταστάσεις –όπως η μετανάστευση, η πολυπολιτισμικότητα, η ανοχή στην εγκληματικότητα, η ανομία, η συντριπτική επικράτηση των ελίτ μεταξύ των εκλεγμένων– που τους είναι ανυπόφορες.

Επιπλέον, αυτοί οι απλοί πολίτες, αν και ίσως δεν είναι πολύ φωτισμένοι, κρατούν στα χέρια τους την οικονομία: είναι η working class με τη βρετανική έννοια του όρου· οι αγρότες, οι μικροκαταστηματάρχες, οι οικογενειάρχες. Και παρ’ όλ’ αυτά, βρίσκονται στο στόχαστρο των υπολοίπων που τους κατηγορούν για «ριζοσπαστικοποίηση», για τον πειρασμό των άκρων. Στην πραγματικότητα, το φαινόμενο αφορά μάλλον τις αριστερές ελίτ που σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες απομακρύνονται από τη σοσιαλδημοκρατία και κινούνται προς την άκρα αριστερά – τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας έχουν καταλάβει κόμματα που κάποτε θεωρούνταν κεντρώα και κεντροδεξιά. Το κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ έχει διαδεχθεί το κόμμα του Βίλι Μπραντ και του Χέλμουτ Σμιτ· το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα έχει ταυτιστεί με την πρώην κομμουνιστική αριστερά και ούτω καθεξής. Παραλλήλως, έχουν αποποιηθεί τις θεμελιακές τους αξίες: η μετακίνηση προς την άκρα αριστερά έχει επιφέρει σκοταδισμό και δημόσιο λόγο μίσους.

Οι «απλοί άνθρωποι» κατηγορούνται επίσης ότι διχάζουν ακόμα βαθύτερα τις κατατεμαχισμένες κοινωνίες, ότι τους προσδίδουν μορφή αρχιπελάγους, με σκόρπιες κοινότητες εχθρικές μεταξύ τους. Στην πραγματικότητα η «αρχιπελαγοποίηση» έχει προηγηθεί της εκδίκησης. Οι ελίτ επικεντρώνονται στα μεγάλα αστικά κέντρα όπου βρίσκεται το κοινό τους, οι κοινωνικές ομάδες που τις καταλαβαίνουν και τις ακολουθούν ακόμα και στις πιο εξωφρενικές ιδεολογικές τους εκκεντρικότητες. Στην περιφέρεια εκτυλίσσονται φαινόμενα κοινωνικής διάσπασης: αποβιομηχανοποίηση και κομματικές μεταπηδήσεις που δεν σχετίζονται με την παραδοσιακή ταξική θέση. Το κοινό του Τραμπ περιλαμβάνει φτωχούς και ξεχασμένους όπως περιλαμβάνει και εκατομμυριούχους. Τις δυο ταξικές κατηγορίες ενώνει, περισσότερο από τον οικονομικό παράγοντα, μια συγκεκριμένη ιδέα για το έθνος, για το ήθος, για τον τρόπο ζωής – τουτέστιν, αν όχι μια συνεκτική ιδεολογία, τουλάχιστον μια κοσμοαντίληψη που περιλαμβάνει μερικές θεμελιακές ιδέες για την ελευθερία και την υλική επιτυχία αλά αμερικανικά.

Αν η δημοκρατία είναι το πολίτευμα που ακούει την πλειοψηφία, δεν ζούμε σε καθεστώς δημοκρατίας. Η απόκριση στις ανάγκες της πλειοψηφίας έχει εξισωθεί με τη μη απόκριση, πιθανώς μάλιστα με την επίθεση, στις ανάγκες των μειονοτήτων. Οι μειονότητες, αληθινές, κατασκευασμένες και φαντασιακές, καθορίζουν την πολιτική και τη ρητορική. Και γι’ αυτό, όποιος δεν «ανήκει» (ήδη η λέξη είναι προβληματική) σε κάποια μειονότητα, την επινοεί: προσφάτως, έχει δημιουργηθεί η μειονότητα των φεμινιστριών που κηρύσσουν απαρτχάιντ με τους άνδρες και απειλούν να μας δείρουν όλους – το πολιτισμικό αντάρτικο οξύνεται φτάνοντας σε πρωτοφανή γελοιότητα. Η ρητορική μίσους καταδικάζεται μόνο από την πλευρά των λευκών ανδρών· όλες οι άλλες παραλλαγές είναι αποδεκτές.

Έτσι, τα πρώην κόμματα της εργατικής τάξης που εκπροσωπούν, εδώ και πάνω από τρεις δεκαετίες, τους πτυχιούχους και τους ανθρώπους των πόλεων –το Δημοκρατικό Κόμμα στις ΗΠΑ και τα σοσιαλιστικά στην Ευρώπη– έχουν στραφεί προς τους μετανάστες και τις μειονότητες, υποθέτοντας ότι τα συμφέροντά τους είναι κοινά με εκείνα των υπολοίπων απλών πολιτών. Πλην όμως, αυτό δεν ισχύει· πρόκειται για φαντασίωση ανθρώπων που δεν έχουν ιδέα τι διαδραματίζεται στο πεδίο και που αναλύουν την κοινωνική πραγματικότητα από τα υπερεξοπλισμένα τους γραφεία. Αν ανακατεύονταν με τους εργαζομένους ή με τους ανέργους –με τις ανθρώπινες απώλειες της παγκοσμιοποίησης– θα διαπίστωναν ότι πολλές από τις ντιρεκτίβες, τις οικολογικές ή εκείνες της «πολιτισμικής ποικιλομορφίας», δεν εφαρμόζονται στην πράξη. Προσπαθώντας να τις επιβάλεις γεννάς τέρατα. Για παράδειγμα, πολλοί αγρότες στον ανεπτυγμένο κόσμο παραπονιούνται ότι τα «οικολογικά» παρασιτοκτόνα είναι αναποτελεσματικά κι ότι τα ζωύφια καταστρέφουν τις σοδειές τους. Όμως, κάποιοι Πράσινοι, που δεν ξέρουν τι θα πει χωράφι, τα επέβαλαν κραυγάζοντας σε μια μητροπολιτική πλατεία. 

Παρατηρείται ένα παγκόσμιο κύμα εξαμερικανισμού που διαφέρει από τα προηγούμενα: αν ο αντι-διανοουμενισμός και η πολυπολιτισμικότητα ήταν χαρακτηριστικά των ΗΠΑ, σήμερα διαποτίζουν ολόκληρο τον κόσμο και επιστρέφουν πίσω στις ΗΠΑ με τρόπο που απειλεί την κοινωνική τους συνοχή. Η πλειοψηφία είναι αποδιοργανωμένη και οι μειονότητες υπερ-οργανωμένες και τυραννικές – σαν τις μαφίες: κλειστά συστήματα που αυτοπροστατεύονται με κώδικες προπαγάνδας και σιωπής.

Όποιος κι αν εκλεγεί στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο ή στη Γαλλία το 2022, οι κοινωνίες δίνουν εικόνα αρχιπελάγους: πιτσιλιές διαφορετικών χρωμάτων πάνω στον χάρτη· κοινότητες που εποφθαλμιούν η μία την άλλη και που αμφισβητούν το νομικό σύστημα απειλώντας να μετατρέψουν τον πολιτιστικό πόλεμο σε πόλεμο όπλων.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ