Πολιτικη & Οικονομια

Δον Κιχώτες και Προδότες

Εδώ πονάει η ελληνική διπλωματία και στρατηγική διαχρονικά

32014-72458.jpg
A.V. Guest
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΥΡ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ Ρ.Τ. ΕΡΝΤΟΓΑΝ
© EUROKINISSI/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

Ο καθηγητής Ηγεσίας Επαμεινώνδας Κορώνης γράφει για τη στρατηγική της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία και τη διπλωματία της χώρας.

Γράφει ο Επαμεινώνδας Κορώνης*

Ξεχάστε για λίγο το πλοίο, τα καλώδια και όλα αυτά τα ακατανόητα τεχνικά ζητήματα. Αφήστε το ζήτημα της ΑΟΖ στους ειδικούς και εδώ που τα λέμε το θέμα της υφαλοκρηπίδας στους ιστορικούς (πάλιωσε). Δεν ξέρω αν η προσφυγή στην Χάγη είναι μια καλή επιλογή. Την επίλυση των χωρικών υδάτων Περού και Χιλής το Διεθνές Δικαστήριο την πέτυχε μια χαρά αλλά εκεί το ζήτημα ήταν εμφανώς απλούστερο. Οι περισσότεροι πρέπει να μελετήσουμε αντί να βγάλουμε εύκολα συμπεράσματα.

Πέρα όμως από την σφαίρα της διπλωματικής και ιστορικής ανάλυσης, ήρθε η ώρα και πάλι να μιλήσουμε για τον εθνικό μας εγωισμό και τα όρια της διπλωματίας μας. Και αυτό είναι ένα θέμα αμιγώς πολιτικό. Και επιτακτικό.

Η ελληνική κυβέρνηση δεν διαχειρίζεται πλέον την αβλαβή ή εθνικά επιβλαβή διέλευση μιας επικοινωνιακής νηοπομπής. Το Oruc Reis ήρθε και θα φύγει αλλά η τουρκική πολιτική μένει. Η κυβέρνηση πιέζεται ασφυκτικά από το εσωτερικό και το εξωτερικό να διαμορφώσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα ορίσει το πλαίσιο της πολιτικής μας. Εκεί που πρέπει να χωρέσει ο εθνικός μας εγωισμός και η επεκτατική μανία του Ερντογάν. Είναι η στιγμή που ο Berridge ονομάζει ως προπαρασκευή της διαπραγμάτευσης και στην Διαχείριση Συγκρούσεων οι δύο πλευρές προσδιορίζουν τις δικές τους επιδιώξεις. Τι επιδιώκουμε απέναντι στην Τουρκία; Ενδιαφέρουσα η κίνηση με την Αίγυπτο αλλά είναι κομμάτι μιας συνειδητής επιθετικής κλιμάκωσης; Τι σημαίνει η Ελλάδα δεν απειλεί αλλά και δεν εκβιάζεται; (για τον μέσο Έλληνα τίποτα).

Εδώ πονάει η ελληνική διπλωματία και στρατηγική διαχρονικά. Στον κεντρικό στόχο. Στην ηγεσία. Από το περίπλοκο κυπριακό μέχρι το διογκωμένο μακεδονικό, τα θέματα συχνά ξεφεύγουν από τον ρεαλιστικό χειρισμό και μεταμορφώνονται σε εθνικά δράματα με δράκους. Η ανάλυση επιστρέφει στο διαλεκτικό ερώτημα που μας ταλαιπωρεί από τα χρόνια του Ελευθέριου Βενιζέλου. Ο πραγματιστής πολύ συχνά έπρεπε να εξηγεί προς όλες τις κατευθύνσεις ότι σε ένα ασταθές περιβάλλον δεν μπορείς να θέτεις σταθερές διεκδικήσεις, να ζητάς υποσχέσεις και να προδιαγράφεις το τέλος μιας σύγκρουσης - και αυτό ήταν το επίκεντρο της βενιζελικής φιλοσοφίας. Όμως ο κόσμος θέλει όνειρα, στόχους και τελικά να νιώθει ότι οι κόκκινες γραμμές υπάρχουν και προστατεύονται.

Είναι άλλη μια στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να υπερβαίνει τα όρια της μικροπολιτικής. Εάν προβεί σε μαξιμαλισμούς θα βάλει την χώρα σε μια νέα μοναχική αυτιστική περιδίνηση, καθώς η διπλωματία μας θα εξηγεί για πολλά χρόνια τα εθνικά της δίκια και θα προσπαθεί να εξηγήσει γιατί δεν αποδέχεται το Διεθνές Δικαστήριο. Από το δάκρυ του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την μοναδική ελληνικότητα της Μακεδονίας, μέχρι τους εκάστοτε λεονταρισμούς στο κυπριακό, η χώρα έχει ζήσει τέτοιες εθνικές κορυφώσεις και απομονώσεις.

Εάν πάλι ο Κυριάκος ακολουθήσει τα πατρικά του βήματα και προβάλει ένα ρεαλιστικό, σκληρό και τελικά υποχωρητικό αφήγημα, θα υποστεί την βαθιά κριτική μιας πλευράς της κοινωνίας που θεωρεί τα Ίμια προδοσία και την επί τριάντα χρόνια διπλωματική αναβλητικότητα ως σημείο αδυναμίας. Σε τελική (στρατιωτική) ανάλυση, τι έχουμε τις ένοπλες δυνάμεις αν δεν τις χρησιμοποιούμε για να κερδίσουμε πόντους (λένε κάποιοι). 

Αριστοτελικά σκεπτόμενος, πιθανόν ο πρωθυπουργός να αναζητήσει την πιο φρόνιμη και ενδιάμεση λύση. Όμως το πρόβλημα εδώ φαίνεται να είναι η έλλειψη χρόνου. Ο πολύς Κίσινγκερ στην περίοδο των διαπραγματεύσεων του ’74 στην Μέση ανατολή, κάποια στιγμή αναφώνησε πως θέλει ακόμα μια μέρα να το σκεφτεί και πήρε την απάντηση από έναν αξιωματούχο του: «ούτε ώρα δεν έχουμε»[1]. Σε τέτοια πλαίσια κινούμαστε πλέον, όχι τόσο για να χειριστούμε τα επικοινωνιακά τερτίπια της Τουρκίας αλλά την ευρύτερη κρίση που έρχεται. Έχει τον χρόνο ο Κυριάκος να γαλουχήσει την χώρα με μια ενδιάμεση επιδίωξη;

(Επικίνδυνος) Εθνικός τσαμπουκάς λοιπόν ή (προδοτική) υποχώρηση από το μάξιμουμ των εθνικών μας διεκδικήσεων; Ή ενδιάμεσες αποχρώσεις; Εάν η Χάγη είναι επιλογή πρέπει να αποφασιστεί. Εάν πάλι είμαστε αποφασισμένοι να θερμάνουμε τα επεισόδια ας το κάνουμε. Πρέπει να διαμορφωθεί μια συγκεκριμένη στρατηγική, και επειδή αυτά δεν ανακοινώνονται, να ξεδιπλωθεί προσεκτικά στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Και αυτή η στρατηγική δεν είναι θέμα διπλωματίας, αναλυτών ή μηχανισμών αλλά υπόθεση του ενός ατόμου και ηγέτη.

* Ο Επαμεινώνδας Κορώνης είναι Καθηγητής Ηγεσίας στα Πανεπιστήμια Hult και Westminster του Λονδίνου και διδάσκει Διαχείριση Κρίσεων στο Πανεπιστήμιο Κύπρου (e.koronis@westminster.ac.uk)

 

[1] Crisis Management: Kissinger's Middle East Negotiations (October 1973-June 1974), Amos Perlmutter, International Studies Quarterly, Vol. 19, No. 3 (Sep., 1975), pp. 316-343

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ