Πολιτικη & Οικονομια

Η ρητορική μίσους και το cancel culture

Πρέπει να διατηρήσουμε και να διασώσουμε τη δυνατότητα καλοπροαίρετης διαφωνίας χωρίς καταστροφικές επαγγελματικές συνέπειες

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
J.K. Rowling
© EPA / HAYOUNG JEON

Τα δημόσια πρόσωπα που καταδικάζουν το public shaming ή cancel culture, η ρητορική μίσους και οι επαγγελματικές συνέπειες

Σύμφωνα με άρθρα των περιοδικών Variety και Dazed, οι συγγραφείς J.K. Rowling, Margaret Atwood και Salman Rushdie είναι μεταξύ 150 δημόσιων προσώπων που έχουν υπογράψει μια επιστολή που καταδικάζει την πρακτική του public shaming (δημόσια κατακραυγή) ή cancel culture (κουλτούρα «ακύρωσης»).

Το cancel culture είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει ανθρώπους που έχουν μοιραστεί δημόσια μια μη δημοφιλή άποψη, ή έχουν επιδείξει στο παρελθόν μια συμπεριφορά που θεωρείται προσβλητική, και οι οποίοι σαν αποτέλεσμα «ακυρώνονται» (cancelled) στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η Rowling είναι ένα τέτοιο παράδειγμα λόγω των απόψεών της σχετικά με την trans κοινότητα.

Η «επιστολή για τη δικαιοσύνη και τον ανοιχτό διάλογο» δημοσιεύθηκε την Τρίτη 7 Ιουλίου στο περιοδικό Harper’s Magazine και καταγγέλλει «μια μόδα για το δημόσιο shaming και τον εξοστρακισμό».

Η επιστολή αναφέρει:

«Η ελεύθερη ανταλλαγή πληροφοριών και ιδεών, η ψυχή μιας φιλελεύθερης κοινωνίας, γίνεται καθημερινά πιο περιορισμένη. Παρόλο που κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο από τη ριζοσπαστική δεξιά, η λογοκρισία φαίνεται να εξαπλώνεται ευρύτερα στον πολιτισμό μας: υπάρχει μια δυσανεξία των αντιτιθέμενων απόψεων, μια μόδα για δημόσια κατακραυγή και εξοστρακισμό, και μια τάση για αποδόμηση και διάλυση περίπλοκων ζητημάτων πολιτικής με μια τυφλή ηθική βεβαιότητα. Στηρίζουμε την αξία μιας ισχυρής, και ακόμη και καυστικής, αντιλογίας από όλες τις μεριές. Αλλά είναι πλέον πολύ σύνηθες να απαιτείται γρήγορη και αυστηρή τιμωρία ως απάντηση σε θεωρούμενες υπερβάσεις λόγου και σκέψης.

» Ανεξάρτητα από τα επιχειρήματα σχετικά με κάθε συγκεκριμένο περιστατικό, το αποτέλεσμα ήταν να περιορίσουμε σταθερά τα όρια αυτού που μπορεί να ειπωθεί χωρίς την απειλή της αντεκδίκησης. Πληρώνουμε ήδη το τίμημα με μεγαλύτερη αποτροπή κινδύνου μεταξύ συγγραφέων, καλλιτεχνών και δημοσιογράφων που φοβούνται για τις δουλειές τους εάν δεν συναινέσουν, ή ακόμη κι αν δεν έχουν αρκετό ζήλο όταν συμφωνούν.

» Τα πολιτιστικά μας ιδρύματα αντιμετωπίζουν μια στιγμή δοκιμασίας. Ισχυρές διαμαρτυρίες για φυλετική και κοινωνική δικαιοσύνη οδηγούν σε ετεροχρονισμένες απαιτήσεις για αστυνομική μεταρρύθμιση, μαζί με ευρύτερες εκκλήσεις για μεγαλύτερη ισότητα και ένταξη σε ολόκληρη την κοινωνία μας, ιδίως στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τη δημοσιογραφία, τη φιλανθρωπία και τις τέχνες. Όμως, αυτός ο απαιτούμενος υπολογισμός έχει επίσης εντείνει ένα νέο σύνολο ηθικών συμπεριφορών και πολιτικών δεσμεύσεων που τείνουν να αποδυναμώνουν τους κανόνες μας για ανοιχτή συζήτηση και ανοχή των διαφορών υπέρ της ιδεολογικής συμμόρφωσης».

Η επιστολή επικρίνει επίσης «δυσανάλογες τιμωρίες», αναφερόμενη στους εκδότες που απολύθηκαν «για τη δημοσίευση αμφιλεγόμενων άρθρων» −αγνοώντας τη βλάβη που μπορούν να κάνουν αυτά−, άλλα βιβλία αποσύρονται «για υποτιθέμενη μη αυθεντικότητα», στους δημοσιογράφους απαγορεύεται «να γράφουν για συγκεκριμένα θέματα» και επικεφαλής εταιριών «εκδιώκονται για αυτά που είναι μερικές φορές απλά αδέξια λάθη».

«Η ελεύθερη ανταλλαγή πληροφοριών και ιδεών, η ψυχή μιας φιλελεύθερης κοινωνίας, γίνεται καθημερινά πιο περιορισμένη. Όποια και αν είναι τα επιχειρήματα σχετικά με κάθε συγκεκριμένο περιστατικό, το αποτέλεσμα ήταν να περιορίσουμε σταθερά τα όρια αυτού που μπορεί να ειπωθεί χωρίς την απειλή της αντεκδίκησης. Πρέπει να διατηρήσουμε και να διασώσουμε την δυνατότητα καλοπροαίρετης διαφωνίας χωρίς καταστροφικές επαγγελματικές συνέπειες. Εάν δεν υπερασπιστούμε αυτό πάνω στο οποίο βασίζεται το έργο μας και αυτό από το οποίο εξαρτάται, δεν θα πρέπει να περιμένουμε το κοινό ή το κράτος να το υπερασπιστεί για εμάς».

Η Margaret Atwood δέχθηκε πολλές αντιδράσεις στα τέλη του 2016 υποστηρίζοντας μια ανοιχτή επιστολή μέσα στην οποία ζητείτο από το Πανεπιστήμιο του British Columbia του Καναδά να παράσχει τους λόγους για την αναστολή εργασίας και μετά απόλυση του μυθιστοριογράφου και εκπαιδευτικού Steven Galloway μετά την εμφάνιση ισχυρισμών σεξουαλικής επίθεσης. Εν τω μεταξύ, το μυθιστόρημά του «Rushdie, The Satanic Verses», το 1988, έχει επίσης δεχθεί έντονη κριτική για το πώς ο συγγραφέας απεικονίζει και παρουσιάζει τις ισλαμικές πεποιθήσεις.

Η εμφάνιση της Atwood στη λίστα των υπογραφόντων φαίνεται να έρχεται σε σύγκρουση με της Rowling, καθώς η συγγραφέας του The Handmaid's Tale εξέφρασε πρόσφατα την υποστήριξή της για τα δικαιώματα trans, ενώ η Rowling έχει εκφράσει τη θέση της όσον αφορά το TERF (Trans-exclusory radical feminist) σχετικά με τη διαφορά βιολογικού και κοινωνικού φύλου. Σύμφωνα με στοιχεία του περιοδικού Dazed, πολλοί άνθρωποι έχουν επισημάνει την υποκρισία της επιθυμίας της Rowling για «ελεύθερο λόγο» καθότι φαίνεται πως η συγγραφέας θα ήθελε να έχει την ελευθερία του λόγου να ασκεί κριτική στις trans γυναίκες, αλλά δεν θέλει να υπομείνει τις συνέπειες τού να ονομάζεται τρανσφοβική.

Άλλοι υπογράφοντες της επιστολής αυτής περιλαμβάνουν τους συγγραφείς Martin Amis και Jeffrey Eugenides, τους διανοούμενους Malcolm Gladwell και Noam Chomsky, τον μουσικό τζαζ Wynton Marsalis, τον ψυχολόγο Steven Pinker, τη φεμινίστρια Gloria Steinem, τον grandmaster σκακιού Gary Kasparov, και τον δημοσιογράφο του CNN και της Washington Post Fareed Zakaria. Οι αρθρογράφοι των New York Times David Brooks και Bari Weiss πρόσθεσαν επίσης τα ονόματά τους.

Η επιστολή προκάλεσε κατακλυσμό διαδικτυακών απαντήσεων αλλά και σύγχυση. Η συγγραφέας και τρανσέξουαλ ακτιβίστρια Jennifer Finney Boylan υπέγραψε την επιστολή αλλά αναίρεσε την υπογραφή και υποστήριξή της λίγες ώρες μετά. «Δεν ήξερα ποιος άλλος είχε υπογράψει αυτό το γράμμα», είπε η Boylan. «Νόμιζα ότι υποστηρίζω ένα καλοπροαίρετο, αν και λίγο ασαφές, μήνυμα κατά του διαδικτυακού shaming. Ήξερα ότι ο Chomsky, η Steinem και η Atwood το είχαν υπογράψει, και σκέφτηκα, είμαι ανάμεσα στους καλούς. Οφείλω να υποστώ τις συνέπειες. Λυπάμαι πολύ».

Ομοίως, ο ιστορικός Kerri K. Greenidge, ένας πρωτότυπος υπογράφων, αφαιρέθηκε από τη λίστα αφού έγραψε στο Twitter ότι «δεν υποστηρίζει» την επιστολή του Harper’s και επικοινώνησε με το περιοδικό ζητώντας ανάκληση. Ο χειρουργός και επιστήμονας David  Gorski έγραψε στο Twitter: «Διάβασα την επιστολή. Είναι οι ίδιες παλιές μ… για το cancel culture από προνομιακά άτομα με μεγάλο κοινό που διαμαρτύρονται για την έντονη κριτική που τους ασκείται για πράγματα που έχουν πει και τις συνέπειες αυτών. Δεν είμαι εντυπωσιασμένος».

Από την άλλη, ο συγγραφέας John Boyne έγραψε στο Twitter: «Συμφωνώ απολύτως με αυτήν την επιστολή. Αυτοδιορισμένοι κυνηγοί μαγισσών που κυνηγούν ανθρώπους για ηθικά ολισθήματα της γλώσσας (κατά την άποψή τους) που καταστρέφουν τη φήμη, την επαγγελματική σταδιοδρομία και καριέρα, φωνάζουν τις γυναίκες και επιδιώκουν το cancel culture, είναι το αντίθετο της ελεύθερης έκφρασης και της λογικής συζήτησης και διαλόγου».

Τέλος, το Dazed αναφέρει ότι η ρητορική μίσους εδώ και πολύ καιρό συνδυάζεται με την ελευθερία του λόγου, με ακροδεξιές φιγούρες (και τους κυρίαρχους παράγοντες τους) να ισχυρίζονται −ενάντια σε όλα τα στοιχεία− ότι δεν υπάρχει σχέση μεταξύ πολιτικών λέξεων και πολιτικής βίας. Ενώ το cancel culture μπορεί να μην είναι η τέλεια λύση, αυτοί που κάνουν επικίνδυνη ρητορική αξίζουν να αμφισβητηθούν.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ