Πολιτικη & Οικονομια

Οι φιλελευθεροδιεθνιστικές μπαλαφάρες για το Σκοπιανό

Η «Συμφωνία των Πρεσπών» θα είναι το ισοδύναμο μιας πυρηνικής βόμβας στα χέρια μιας νέας κυβέρνησης του VMRO

110329-717964.jpg
Δημήτρης Αριστοτέλους
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
4486621.jpg
© EUROKINISSI / ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ

Ο δημιουργός του σύγχρονου κράτους των Σκοπίων Κίρο Γκλιγκόροφ είχε επανειλημμένα δηλώσει δημοσίως, (σχετικές δηλώσεις του υπάρχουν στο YouTube για όποιον ενδιαφέρεται), ότι ο λαός του δεν κατάγεται από τους αρχαίους Μακεδόνες αλλά προέρχεται από Σλάβους που κατέβηκαν στην βαλκανική χερσόνησο μετά από τον 6ο αιώνα μ.χ. Και στη «Συμφωνία των Πρεσπών», όμως, που προσφάτως επικύρωσε η Βουλή των Σκοπίων, στο περίφημο σημείο 2 του άρθρου 7, αναφέρεται ρητά ότι οι Σκοπιανοί δεν διεκδικούν την πολιτιστική κληρονομιά και ιστορία της αρχαίας Ελλάδας που σχετίζεται με το σημερινό βόρειο τμήμα της Ελλάδας δηλαδή με τη Μακεδονία. Και όμως! Παρά το γεγονός ότι οι Σκοπιανοί παραδέχονται, κι έτσι κι αλλιώς, ότι ήρθαν στις παρυφές της περιοχής αυτής περισσότερο από δέκα αιώνες αργότερα από τότε που είχε αρχίσει να ονομάζεται Μακεδονία, και παρά, επίσης, το γεγονός -το οποίο ίσως είναι ακόμη πιο σημαντικό- ότι σε αυτήν την γεωγραφική περιοχή, όπως και να την ορίσεις, (είτε με τον «αρχαίο» είτε με τον σύγχρονο τρόπο), οι Σκοπιανοί σήμερα είναι μία μειοψηφία, (από την άποψη ότι πρόκειται για ενάμισι, το πολύ, εκατομμύριο ανθρώπων σε μία περιοχή -την «σύγχρονη» Μακεδονία- που συγκεντρώνει περίπου 5 εκατομμύρια κατοίκους), παρ΄όλα αυτά λοιπόν, οι Σκοπιανοί κατάφεραν τελικά να επιβάλουν, και στην Ελλάδα και στον κόσμο ολόκληρο, οτι το έθνος τους είναι «μακεδονικό» και ότι η γλώσσα που μιλάνε είναι «μακεδονική»! Αυτό πραγματικά αποτελεί ένα τεράστιο επίτευγμα που θα πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε.

Είναι γεγονός ότι η προσπάθεια για πραγματοποίηση αυτής της επιτυχίας υπήρξε μακροχρόνια αφού είναι γνωστό ότι είχε αρχίσει, ήδη, από τον 19ο αιώνα. Και βεβαίως ήταν μία προσπάθεια η οποία είχε την βοήθεια πάρα πολλών εξωτερικών παραγόντων. (Ακόμη και την βοήθεια Ελλήνων ιστορικών της εποχής, που ήθελαν να βγάλουν τον λαό αυτόν από την σφαίρα επιρροής του βουλγαρικού εθνικισμού). Βεβαίως, για τα τέλη του 19ο αιώνα, στα κεντρικά Βαλκάνια, ένας τέτοιος εθνικισμός ήταν κατανοητός και τελείως φυσιολογικός με την έννοια ότι, ασχέτως του ότι δεν υπήρχε ούτε μνεία «εθνομακεδονίας» στο παρελθόν, ούτε κάποιος έστω και υποτυπώδης πολιτισμικός πυρήνας, (τέτοιον που είχε ακόμη και το τελευταίο υποτυπώδες «πρωτοέθνος» της εποχής), παρ΄όλα αυτά, η κατασκευή ενός «μακεδονικού» έθνους ήταν εφικτή. Σημασία είχε, στον 19ο αιώνα, να μπορούσες να κυριαρχήσεις σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι εδάφους. Εάν το πετύχαινες αυτό, στην συνέχεια όσοι κατοικούσαν στην περιοχή, θέλανε-δεν θέλανε, γίνονταν μέλη της εθνότητας που εσύ επιθυμούσες να κατασκευάσεις. Εάν, δηλαδή δεν θέλανε, και δεν παίρνανε με το καλό, μπορούσες πολύ εύκολα είτε με μία μικρή γενοκτονία είτε με μία εθνοκάθαρση να κάνεις εκείνους που θα απέμεναν ακέραιους πατριώτες στο πι και φι. Αυτά είναι γνωστά και αναγνωρισμένα. Δεν μπόρεσαν, πάντως, να πετύχουν τότε τον στόχο τους οι «εθνομακεδόνες» και έπρεπε να περιμένουν μέχρι την εποχή του Τίτο. Εκείνο που είναι καταπληκτικό με τους σημερινούς Σκοπιανούς, όμως, και για το οποίο πραγματικά είναι άξιοι συγχαρητηρίων, είναι το εξής: ότι -και με τη βοήθεια της ιστορίας και των συμπτώσεων της είναι αλήθεια- κατάφεραν όχι μόνο να μεταφέρουν αλώβητη αυτήν την τολμηρή αξίωσή τους, (δηλαδή το να γενοκτονήσουν, έστω και συμβολικά, ή να εθνοκαθάρουν 3,5 εκατομμύρια μη-Σκοπιανούς Μακεδόνες), από τον 19ο αιώνα στον 21ο αιώνα, αλλά στο τέλος και να την επιβάλουν κιόλας, επισήμως και με τον νομο, και να γίνουν διεθνώς αποδεκτοί ως εθνικά «Μακεδόνες» (της «Βόρειας Μακεδονίας» βεβαίως, για να λέμε και τα σωστά). Όσο κι αν δεν αρέσει αυτό σε μερικούς από εμας, πρέπει να παραδεχτούμε ότι πρόκειται για ένα καταπληκτικό επίτευγμα, για έναν πραγματικό άθλο των Σκοπιανών γειτόνων μας και μπράβο τους!

Βέβαια, η αλήθεια είναι πως δεν τα κατάφεραν εντελώς μόνοι τους. Είχαν και πολλή βοήθεια από διάφορες κατευθύνσεις, μεταξύ των οποίων θα μπορούσε κανείς να διακρίνει και την σημαντική βοήθεια που έλαβαν από την Ελλάδα, δηλαδή από τους εγχώριους φιλελεύθερους της δεξιάς και διεθνιστές της αριστεράς. Οι οποίοι για κάποιο δυσκολοκατανόητο λόγο, χρόνια τώρα, κατεπειγόντουσαν να «λυθεί» αυτό το πρόβλημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με τρόπο βέβαια που δεν θα κακοκάρδιζε τους γείτονες. Και για να το υποστηρίξουν αυτό προσέφευγαν, -και ακόμη προσφεύγουν- με πολύ αγωνιστική διάθεση είναι η αλήθεια, σε μία σειρά από μεγάλες μπαλαφάρες, νέες ή και παλαιότερες, με τις οποίες τελικά κατάφεραν να συμβάλουν και αυτοί στο να γίνει πραγματικότητα κάτι που λογικά είναι ανακόλουθο, ιστορικά είναι ασυνεπές και ηθικά είναι άδικο αλλά, από την άλλη πλευρά, είναι πλέον γεγονός: την επίσημη καταγραφή των Σκοπιανών ως φορέων της «μακεδονικής» εθνικής ταυτότητας. 

Μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές μπαλαφάρες των εγχώριων φιλελευθεροδιεθνιστών της συμφοράς, που αναφέρονται στο τι θα κερδίσουμε από την ολοσχερή παράδοση στις «μακεδονικές» αξιώσεις των Σκοπιανών, είναι οι εξής: 

Θα μειωθεί η επιρροή του Ερντογάν στους Σκοπιανούς. Δεν υπάρχει, φυσικά, κανένας λόγος, που να σχετίζεται με την «Συμφωνία των Πρεσπών», για τον οποίον θα περιοριστεί η επιρροή του Ερντογάν στα Σκόπια. Ο Ερντογάν υποστηρίζει το επεκτατικό αφήγημα του «μακεδονισμού» το οποίο τώρα έχει πλέον επισημοποιηθεί και έχει γίνει δεκτό και από την Ελλάδα, και από το ΝΑΤΟ και από την ΕΕ. Θα συνεχίσει, φυσικά, να το υποστηρίζει, όπως και να το μορφοποιήσουν οι Σκοπιανοί στις νέες συνθήκες. Αλλωστε οι δύο χώρες θα έχουν περισσότερες δυνατότητες στενότερης, πλέον, συνεργασίας, αφού στο εξής όχι μόνο θα είναι σύμμαχοι και εταίροι στο ΝΑΤΟ, αλλά θα μοιράζονται επίσης και την ιδιότητα του ευρισκόμενου σε  ενταξιακές διαπραγματεύσεις -παρατεταμένες βεβαίως σε μήκος δεκαετιών- για την εισδοχή τους στην ΕΕ.

Θα μειωθεί η επιρροή του Ερντογάν στους Αλβανούς των Σκοπίων. Γιατί θα συμβεί, άραγε, αυτό; Μήπως μειώθηκε η επιρροή του Ερντογάν και της Τουρκίας γενικότερα στους Αλβανούς της Αλβανίας από την στιγμή που έγιναν μέλη του ΝΑΤΟ και ξεκίνησε η προενταξιακή διαδικασία της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Ούτε κατά διάνοιαν. Μάλλον το ακριβώς αντίθετο συνέβη και αυτό φάνηκε πάρα πολύ καλά στο ζήτημα του καθορισμού των θαλασσίων συνόρων και της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, στο οποίο οι Αλβανοί ακολούθησαν σαν πειθήνια στρατιωτάκια τις παραινέσεις της Τουρκίας να αναιρέσουν την υπογραφή τους.

Θα αυξηθεί η επιρροή της Ελλάδος στο χώρο των Βαλκανίων και η χώρα θα αποκτήσει ηγεμονικό ρόλο στην περιοχή. Γιατί άραγε θα συμβεί αυτό; Η επιρροή μιας χώρας σε μία συγκεκριμένη γεωπολιτική περιοχή είναι συνάρτηση της οικονομικής και στρατιωτικής της δύναμης, καθώς και της πολιτισμικής της ακτινοβολίας. Στα Βαλκάνια έχουμε, σήμερα, χώρες που αναπτύσσονται με ταχύτατους ρυθμούς όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία αλλά και χώρες με πολύ έντονο το στοιχείο της πολιτισμικής και εθνικής ταυτότητας όπως η Σερβία. Η Ελλάδα μπορεί να είχε κάποια επιρροή και κάποιο κύρος στις αρχές της δεκαετίας του 90, γιατί ήταν η μόνη ανεπτυγμένη χώρα του δυτικού κόσμου απέναντι σε κατεστραμμένες μετα-κομμουνιστικές κοινωνίες, όμως τώρα, μετά τη χρεοκοπία της και όσα έχουν ακολουθήσει, (ιδιαίτερα μετά την εκλογή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ) όχι μόνο εκπέμπει σαφώς την εικόνα μιας γελοίας χώρας που κάθε μέρα γίνεται και γελοιοδέστερη, αλλά επίσης, και με την υπογραφή της «Συμφωνίας των Πρεσπών» δείχνει να έχει και αυτοκτονικές τάσεις. Αντί δε για χώρα με μεγάλο κύρος που υπογράφει συμφωνίες, τόσο οι Σκοπιανοί όσο και οι υπόλοιποι Βαλκάνιοι, μάλλον μας βλέπουν σαν πηγή προβλημάτων για θέματα που δεν μπορούμε να χειριστούμε και τείνουμε να τα μεταφέρουμε και σε αυτούς, όπως το μεταναστευτικό-προσφυγικό. (Μάλλον, λοιπόν, δεν αισθανόταν κάποιο ιδιαίτερο δέος και σεβασμό για την Ελλάδα η σιδηρόφρακτη «μακεδονική» αστυνομία που έσπαζε τα κεφάλια των προσφύγων-μεταναστών όταν προσπαθούσαν να περάσουν τον φράχτη στα σύνορα για να πάνε στην Γερμανία, μέσω Σκοπίων).

Η χώρα των Σκοπίων είναι πολύ μικρή και χωρίς στρατιωτική ισχύ, και συνεπώς δεν αποτελεί απειλή για την Ελλάδα. Αυτός είναι πραγματικά ένας πολύ παράδοξος ισχυρισμός. Και μάλιστα από δύο απόψεις. Εάν τον προβάλουμε, κατ΄ αναλογίαν, πάνω στους ίδιους τους φιλελεύθεροδιεθνιστές που τον εκφωνούν και τον επικαλούνται. θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι έστω και αν δεν έχουμε ασφαλείς πληροφορίες ότι δεν είναι δολοφόνοι, ληστές και βιαστές, εάν πράγματι δεν είναι, αυτό δεν οφείλεται στο ότι δεν έχουν τέτοιες προθέσεις αλλά απλά στο ότι δεν μπορούν να κάνουν και κανα-δυό φόνους άμα λάχει γιατί είναι πολύ αδύνατοι! Αν, πάλι, το προβάλουμε στην γεωπολιτική πραγματικότητα των Βαλκανίων διαπιστώνουμε ότι είναι ένα εντελώς κουτοπόνηρο επιχείρημα που θέλει να μας κάνει να κλάψουμε για το γεγονός ότι οι καημένοι οι Σκοπιανοί δεν έχουν πολεμική αεροπορία,-αλλά ούτε και ναυτικό γιατί τους έχουμε αποκλείσει από τις θερμές θάλασσες του Μεσογείου. Διότι, όποιος είναι λίγο ειλικρινής και διανοητικά έντιμος, αντί να είναι κουτοπόνηρος ιδεολογικός απατεώνας, γνωρίζει πως ανατροπές και αλλαγές συνόρων στην περιοχή των Βαλκανίων δεν γίνονται πάντα με βάση την στρατιωτική ισχύ εκείνων που βγαίνουν κερδισμένοι από αυτές και επεκτείνουν την επικράτειά τους. Τις περισσότερες φορές γίνονται από διεθνείς συνασπισμούς που επιβάλλουν έξωθεν λύσεις. (Και στην ελληνική ιστορία υπάρχουν περιπτώσεις να ηττάται στρατιωτικά η Ελλάδα και να επεκτείνεται εδαφικά λόγω του διεθνούς παράγοντα!). Μόνο που η χώρα που βγαίνει κερδισμένη από τις «διεθνείς διευθετήσεις», συνήθως έχει προετοιμάσει επί δεκαετίες το έδαφος σε ιδεολογικό και διπλωματικό επίπεδο. Όπως ακριβώς, δηλαδή,  έχουν  κάνει, και τώρα θα συνεχίσουν να κάνουν ακόμη πιό έντονα και οι Σκοπιανοί, που έχουν διαδώσει και επιβάλει διεθνώς το «μακεδονικό» τους αφήγημα- εν πολλοίς χάρις και στην δική μας παραλυσία, την σε μεγάλο βαθμό τροφοδοτημένη από την νοσηρή στρεψοδικία και ανεντιμότητα των εγχώριων φιλελευθεροδιεθνιστών.

Δεν μπορούμε να επιβάλλουμε σε μία ξένη χώρα και σε ένα ξένο λαό το όνομα που θέλουμε εμείς να έχουν. Αυτό ίσως είναι η μεγαλύτερη αλλά και πιο πρόστυχη μπαλαφάρα που μετέρχονται οι φιλελευθεροδιεθνιστές και τούτο γιατί πρόκειται για ένα καθαρό ψέμα. Η Ελλάδα δεν προσπαθεί να επιβάλει κανένα όνομα στα Σκόπια. Υπάρχουν εκατομμύρια, ίσως και δισεκατομμύρια, δυνητικά ονόματα μεταξύ των οποίων ο λαός και το έθνος των Σκοπίων θα μπορούσαν να επιλέξουν χωρίς η Ελλάδα να φέρει την παραμικρή αντίρρηση. Η Ελλάδα αυτό που ζητάει, η που ζητούσε μάλλον μέχρι την στιγμή της υπογραφής της «Συμφωνίας των Πρεσπών», ήταν απλά και μόνο να μην επιλέξουν ένα συγκεκριμένο όνομα το οποίο όχι μόνο δεν δικαιούνται ιστορικά, (αυτό είναι το λιγότερο), αλλά κυρίως αποτελεί ευθεία αμφισβήτηση της εδαφικής της ακεραιότητας και της εθνικής και πολιτισμικής της ταυτότητας.

Δεν μπορείς να αναγκάσεις τους Σκοπιανούς να δεχτούν την αλλαγή της ταυτότητάς τους ή της ονομασίας τους γιατί έχουν μάθει, επί γενεές, ότι είναι Μακεδόνες. Αυτό είναι μία τελείως φασιστική μπαλαφάρα διότι παρουσιάζει το ενάμισι εκατομμύριο Σκοπιανών να έχει πολύ μεγάλες ψυχικές ευαισθησίες τις οποίες, προφανώς, κατά τους φιλελευθεροδιεθνιστές, δεν τις έχουν τα υπόλοιπα τρεισήμισι εκατομμύρια μη Σκοπιανών Μακεδόνων! Λες και αυτοί δεν έχουνε ψυχούλα και δεν τους γέννησε μάνα, και δεν έχουν μάθει από τότε που ήταν μικροί ότι είναι Μακεδόνες αλλά ταυτοχρόνως ανήκουν σε κάποιο έθνος, όπως το ελληνικό, ας πούμε, ή το βουλγαρικό! Για τους φιλελευθεροδιεθνιστές ψυχούλα φαίνεται πως έχουν μόνο οι Σκοπιανοί οι οποίοι θα πάθουν ψυχολογικά τραύματα και μπορεί να πέσουν και στα ναρκωτικά εάν τους πει κάποιος ότι τελικά δεν ήταν Μακεδόνες κατά το έθνος, αλλά μόνο κατά την γεωγραφική καταγωγή.

Βέβαια, το επιχείρημα αυτό είναι γελοίο και άπό ουσιαστική άποψη. Όποιος έχει μιλήσει μαζί τους πολύ εύκολα διαπιστώνει ότι οι Σκοπιανοί γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ότι είναι ένα έθνος απατεώνων και απλά επιχειρούν να κάνουν ένα ιστορικό ριφιφί. Άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο έχουν συνείδηση ότι ανήκουν στην ίδια εθνολογική ομάδα με τους Βούλγαρους. (Από την άλλη πλευρά, αν μιλήσει κάποιος με Βούλγαρο του Μπλαγκόεβραντ, δηλαδή της «Μακεδονίας του Πιρίν», θα ακούσει αποστροφές αγανάκτησης αλλά και θυμηδίας για τους «αποστάτες» που έφυγαν από το βουλγαρικό έθνος και λένε ότι είναι «Μακεδόνες»). Ακόμη κι αν δεν έχει, άλλωστε, καμιά δεκαπενταριά ξαδέρφια που να είναι Βούλγαροι, ο μέσος Σκοπιανός ξέρει πολύ καλά τι είναι γιατί βλέπει και ακούει βουλγαρική τηλεόραση. Ξέρουν πολύ καλά ότι μπορούν να πάνε και να πάρουνε βουλγαρικά διαβατήρια άν θέλουν-και αυτό κάτι σημαίνει. Η επιμονή τους λοιπόν και η ψυχική προσήλωσή τους στον «μακεδονισμό» εκφράζει κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που θέλουν να μας πουν οι Έλληνες φιλελευθεροδιεθνιστές!

Είτε το θέλουν οι Έλληνες, είτε δεν το θέλουν, το συγκεκριμένο έθνος υπάρχει και κανείς δεν μπορεί να το καταργήσει. Αυτό είναι μία άλλη απατεωνίστικη μπαλαφάρα η οποία έχει δώσει ευκαιρία να γραφτούν δεκάδες άρθρα και ολόκληρα βιβλία-απαντώντας σε κάτι το οποίο κανείς δεν έχει ποτέ ισχυριστεί! Διότι με την εξαίρεση κάποιων ακραίων βλαμμένων εθνικιστών, κανένας δεν έχει πει -και δεν μπορεί να πει- ότι ένα έθνος δεν υπάρχει και δεν έχει δικαίωμα να υπάρχει. Κανείς. Οι σλαβομακεδόνες των Σκοπίων, (και όπου αλλού βρίσκονται, όπως στην Αυστραλία ή στον Καναδά), μπορούν να ανήκουν σε όποιο έθνος θέλουν. Είναι δικαίωμά τους αναφαίρετο που τους το αναγνωρίζει και το διεθνές δίκαιο. Εκείνο, όμως, που δεν είναι δικαίωμά τους είναι να ονομάζουν το έθνος τους αυτό «Μακεδονικό». Και μετά να περιμένουν να δουν τι θα βγάλει η αρχαιολογική σκαπάνη στην Βόρεια Ελλάδα και μόλις βγει κάτι καινούργιο, κάτι για το οποίο δεν ήξεραν τίποτα έως τότε, γιατί ποτέ δεν είχα μιλήσει γι’ αυτό και δεν είχαν πει τίποτα στην ανύπαρκτη άλλωστε, προ Τίτο, εθνική λογοτεχνία τους και στην φανταιζί ιστοριογραφία τους, να το δηλώνουν, εν τούτοις, ως εθνικό τους σύμβολο, να το βάζουν στη σημαία τους και στην προμετωπίδα του έθνους τους και να δηλώνουν ότι αυτό (που ούτε το είχαν ποτέ φανταστεί ότι υπάρχει) είναι «μακεδονική» πατρογονική παρακαταθήκη προς αυτούς. Και στην συνέχεια να φτιάχνουν χάρτες με πρωτεύουσα του κράτους τους την Θεσσαλονίκη, να δηλώνουν ότι θα απελευθερώσουν την Νάουσα από το ελληνικό ζυγό και να τα διδάσκουν όλα αυτά στα δυστυχή Σκοπιανάκια. Αυτή την απάτη αρνείται, (αρνιόταν μέχρι πρόσφατα, για την ακρίβεια), η Ελλάδα και όχι την ύπαρξη κάποιου σλαβομακεδονικού έθνους. Την απάτη, δηλαδή, που στηρίζεται στην αυθαίρετη χρήση του ονόματος «Μακεδονία» ως μέσου μίας μακροχρόνιας επεκτατικής πολιτικής εις βάρος της ελληνικής ανεξαρτησίας και ακεραιότητας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό το εξοργιστικά στρεψόδικο και παραπειστικό επιχείρημα των φιλελευθεροδιεθνιστών, («δεν μπορούμε να αρνηθούμε την ύπαρξη ενός έθνους»), συγκροτεί μία δέσμη επιχειρημάτων μαζί με τα δύο αντίστοιχης ποιότητας προηγούμενα («δεν μπορούμε να ονομάσουμε εμείς έναν λαό όπως θέλουμε» και «δεν μπορούμε να υποχρεώσουμε να αλλάξουν το όνομά τους άνθρωποι που έχουν μάθει από μικροί ότι είναι “Μακεδόνες”»). Την οποία «δέσμη» επιχειρημάτων οι ανάλγητοι εγχώριοι λαθροχειρες  χρησιμοποιούν προκειμένου, ομιλούντες για την Μακεδονία, να κάνουν τον Γερμανό. Να κάνουν δηλαδή ότι δεν καταλαβαίνουν πως το πρόβλημα δεν είναι η ύπαρξη ενός έθνους, (που μπορεί να υπάρχει και με τις ευχές μας), δεν είναι το ότι εμείς δεν θέλουμε να βαφτιστεί και επιμένουμε να παραμείνει αβάπτιστο, (που βέβαια μπορεί να βαφτιστεί όπως θέλει και με τις ευχές μας) και επίσης δεν είναι ότι προσπαθούμε να πληγώσουμε την ψυχούλα των Σκοπιανών που είναι πάρα πολύ ευαίσθητη (που κανένας δεν θέλει να την πληγώσει). Το πρόβλημα, το οποίο οι φιλελευθεροδιεθνιστές κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, και στο οποίο δεν απαντάνε ποτέ, είναι πως δεν μπορεί μία μειοψηφία (το ενάμισι εκατομμύριο των Σκοπιανών), δηλαδή το Μέρος, να παίρνει ως δικό του εθνικό όνομα το όνομα της περιοχής στο οποίο κατοικεί η αλλότρια πλειοψηφία (τα άλλα τρεισήμισι εκατομμύρια), δηλαδή το Όλον, και στην συνέχεια, με βάση αυτό, να δηλώνει την ταύτιση του «μακεδονικού» έθνους με τη μακεδονική γεωγραφική περιοχή, να βάζει στην σημαία του τον ήλιο της Βεργίνας, να τυπώνει στα χαρτονομίσματά του τον Λευκό Πύργο και όταν δεν μπορεί να τα κάνει αυτά ευθέως, ως κρατική οντότητα, να τα κάνει εμμέσως, με αυτά που διδάσκει στα παιδιά στα σκοπιανά σχολεία, και με τα αγάλματα που ανεγείρει. Αυτό κάνουν γαργάρα και σε αυτό δεν απαντούν ποτέ οι εγχώριοι ιδεολογικά ελαφροχέρηδες φιλελευθεροδιεθνιστές. Πιστοί στα εφ’ α ετάχθησαν δεν έχουν να πουν τίποτα για το γεγονός ότι οι Σκοπιανοί χρησιμοποιούν το συγκεκριμένο στρατήγημα για να καταλήξουν, στο εθνικό τους αφήγημα, στο ότι πρέπει να μπούνε μες στη Μακεδονία και να «απελευθερώσουν» τους Έλληνες Μακεδόνες με το ζόρι. Και όταν τα δυόμισι εκατομμύρια Έλληνες Μακεδόνες δηλώνουν ότι δεν θέλουν ρε αδελφέ να «απελευθερωθούν» από τους Σκοπιανούς τότε οι εγχώριοι φιλελευθεροδιεθνιστές δεν μπορούν, δεν αντέχουν, τρελαίνονται και βγάζουν φλύκταινες γιατί βρίσκουν πως αυτά που λένε οι Έλληνες Μακεδόνες είναι εθνικιστικά και φασιστικά.

Εάν κλείσουμε το Σκοπιανό θα μπορέσουμε απερίσπαστοι να ασχοληθούμε με το βασικό πρόβλημα που έχει η Ελληνική εξωτερική πολιτική και είναι επιθετικότητα της Τουρκίας (!). Αυτή είναι μία άλλη, διαχρονική μπαλαφάρα, την οποία διατυπώνουν, ως ενδεικτική και της σοφίας του, μεταξύ άλλων και διαπρεπείς γεωπολιτικοι και διπλωματικοί αναλυτές. Υπονοώντας προφανώς ότι το πρόβλημα μας από την Τουρκία προέρχεται από το γεγονός ότι πολυασχολιόμασταν με τα Σκόπια και δεν βρίσκαμε χρόνο να ασχοληθούμε και μαζί της. Τώρα λοιπόν που απαλλαγήκαμε από το ανύπαρκτο ουσιαστικά πρόβλημα των Σκοπίων, που απορεροφούσε όμως και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών μας, μαύρο φίδι που την έφαγε την Τουρκία.Το πιο πιθανό είναι πως από τον τρόμο και τον πανικό που θα αισθάνονται πλέον οι Τούρκοι  θα κουτουλάνε στον αέρα μεταξύ τους τα F-35! (Είναι ένα ερωτηματικό πάντως γιατί κανένας από τους φιλελευθεροδιεθνιστές δεν προτείνει και καμία συμφωνία με την Τουρκία με περιεχόμενο ανάλογο αυτής που κάναμε με τα Σκόπια ώστε να το κλείσουμε και αυτό το θέμα και να μην έχουμε πρόβλημα με κανέναν από πουθενά).

Ένας συμβιβασμός πρέπει να είναι επώδυνος και για τα δύο μέρη και αυτό πρέπει να αποδεχτούμε. Αυτό δεν είναι μπαλαφάρα. Είναι μία σοβαρή και βάσιμη άποψη. Γίνεται, όμως, όχι απλώς μπαλαφάρα αλλά κάτι πολύ περισσότερο όταν αναφέρεται για να δικαιολογήσει την τραγική «Συμφωνία των Πρεσπών». Διότι σε αυτήν στην πραγματικότητα δεν υπήρξε κανένας συμβιβασμός. Υπήρξε η μονομερής υποχώρηση της Ελλάδας επί της ουσίας του προβλήματος. Οι Σκοπιανοί ουσιαστικά δεν έδωσαν τίποτα. Πήραν ένα όνομα το οποίο δεν αμφισβητεί τον επιθετικό επεκτατικό τους μύθο του «μακεδονισμού» διότι η «Βόρεια Μακεδονία» μπορεί κάλλιστα να είναι το ένα μόνο κομμάτι της «Μακεδονίας» όπως την ονειρεύονται και όπως την περιγράφουν. Και οι Αμερικανοί, άλλωστε, όταν βομβάρδιζαν με ναπάλμ το Βόρειο Βιετνάμ δεν ισχυρίστηκαν ποτέ ότι ο Χο Τσι Μινχ δεν ήτανε Βιετναμέζος! Άλλα πράγματα ισχυριζόντουσαν. Και σήμερα δεν υπάρχει πλέον Βόρειο Βιετνάμ. Υπάρχει μόνο Βιετνάμ σκέτο, που μάλιστα αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς. Συνεπώς, ενώ στην πραγματικότητα οι Σκοπιανοί δεν έκαναν καμία υποχώρηση στο όνομα, την ίδια στιγμή κέρδισαν, όπως λένε και οι ίδιοι urbi et orbi, τη «μακεδονική ταυτότητα» erga omnes. Αυτό δηλαδή που είναι ο πυρήνας του επεκτατικού εθνικού αφηγήματος τους. Αν πραγματικά οι Σκοπιανοί δεν είχαν πρόθεση και διάθεση να συνεχίσουν να παρενοχλούν και να εποφθαλμιούν την Ελλάδα, καταγινόμενοι συνεχώς με δράσεις και ισχυρισμούς που υπονοούν και υπαινίσσονται τον διαμελισμό της, ποιος είναι ο λόγος που επέμειναν στο εφεύρημα της «μακεδονικής ταυτότητας»; Για να υπάρχει μία τίμια συμφωνία και ένας ειλικρινής συμβιβασμός αυτό που θα έπρεπε να είχαν κάνει οι Σκοπιανοί θα ήταν τουλάχιστον να «διυλίσουν», δηλαδή να υποβαθμίσουν το αφήγημα του «μακεδονισμού», πράγμα το οποίο θα γινόταν εάν δεν διεκδικούσαν «μακεδονική ταυτότητα» αλλά δεχόντουσαν έναν επιθετικό προσδιορισμό στο «μακεδονισμό» τους, όπως νεο- ή σλαβο-. Αυτό, όμως, δεν το δέχτηκαν. (Αν και δεν γνωρίζουμε, επίσης, κατά πόσο το πρότεινε και πόσο επέμεινε η ελληνική πλευρά). Και αφού η χώρα τους λέγεται «Μακεδονία», έστω και «Βόρεια», και οι ιθαγενείς της έχουν «μακεδονική» ταυτότητα, στην πραγματικότητα δεν υπήρξε η παραμικρή υποχώρηση από μεριάς τους και ο παραμικρός συμβιβασμός. Ο «ισχυρός πυρήνας» της συμφωνίας είναι η καθοσίωση του «μακεδονισμού» και όχι τα φληναφήματα περί απαραβίαστου των συνόρων και περί σεβασμού της πολιτιστικής κληρονομιάς του βόρειου μέρους της Ελλάδας! Του χρόνου ή σε λίγα χρόνια, η «Συμφωνία των Πρεσπών» θα είναι το ισοδύναμο μιας πυρηνικής βόμβας στα χέρια μιας νέας κυβέρνησης του VMRO.

Έπρεπε να βρούμε λύση στο Σκοπιανό για να έχουμε ειρήνη και σταθερότητα στην περιοχή των Βαλκανίων. Θα πρέπει να είσαι πολύ επιβραδυμένος διανοητικά και καταβυθισμένος πνευματικά για να πιστεύεις, και να ισχυρίζεσαι, ότι, κοντά στις αρχές της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα,  μπορείς να εξασφαλίσεις ειρήνη, σταθερότητα και ασφάλεια στα Βαλκάνια, αλλά και κατοχύρωση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας σου, όταν, με τον πιο αφελή και βλακώδη τρόπο, αποδέχεσαι την νομιμοποίηση, την διαπίστευση και την εγκαθίδρυση, μάλιστα, με τη μορφή διεθνούς ρυθμιστικού κανόνα των πιο παράλογων ιδεών και προκλητικών αξιώσεων και ισχυρισμών εκ μέρους ενός πρωτόγονου επιθετικού εθνικισμού του 19ου αιώνα, σχετικά με τον εθνικό χαρακτήρα και την ιστορική ταυτότητα της περιοχής της Μακεδονίας. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ