Πολιτικη & Οικονομια

Οι Μικ Τζάγκερ της Eπανάστασης

27006-59247.jpg
Δημήτρης Ψυχογιός
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
31034-69637.jpg

Η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί σημαντικό γεγονός ακόμα και για αριθμητικούς λόγους: 3.000 συμπολίτες μας συγκεντρώθηκαν το περασμένο Σαββατοκύριακο εκπροσωπώντας 35.000 μέλη του (σύμφωνα με τους οργανωτές) για να συζητήσουν πολιτικά και να δημιουργήσουν ενιαίο κόμμα από τον συνασπισμό που έλαβε 1.700.000 ψήφουςστις τελευταίες εκλογές, κατακτώντας 71 έδρες στη Βουλή. Η αριθμητική διάσταση γίνεται ακόμη πιο σημαντική από το γεγονός ότι οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα, αναγορεύοντας τον σε δυνάμει κυβερνητικό κόμμα, έστω και αν είναι μακριά οι εκλογές.

Υπάρχει και κάποιο άλλο κρίσιμο θέμα πέρα από τους αριθμούς: η κοινωνική και δημογραφική σύνθεση του σώματος, για την οποία δεν έχουμε στοιχεία, πέρα από φωτογραφίες και ρεπορτάζ για το ποιοι εξελέγησαν στην Πανελλαδική Συντονιστική Επιτροπή – βεβαίως μόνο συντονιστικό δεν μπορεί να είναι όργανο 301 μελών: ακολουθήθηκε ο χρυσός αντιδημοκρατικός κανόνας ότι όσο πολυπληθέστερο είναι το σώμα που αποφασίζει, τόσο λιγότερα άτομα μπορούν να ασκήσουν τον πραγματικό πολιτικό έλεγχο. Ως προς την κοινωνική σύνθεση, διαπιστώνουμε ότι, εκτός από τους επαγγελματίες πολιτικούς, οι εκλεγέντες προέρχονται κυρίως από τον δημόσιο τομέα, διανοούμενοι ή συνδικαλιστές.

Αναμενόμενο – μεγαλύτερη εντύπωση σε μένα έκανε το γεγονός ότι οι φωτογραφίες από τη συνδιάσκεψη επιβεβαίωσαν αίσθηση που ήδη είχαν: δείχνουν κοινό μεσηλίκων, 55-65 χρόνων. Την ίδια εντύπωση είχα αποκομίσει από δυο-τρείς διαδηλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ που είχα παρακολουθήσει:οι συμμετέχοντες ήσαν στη μεγάλη πλειοψηφία τους κοντά στη δική μου ηλικία, γίνομαι 65 χρονών σε ένα μήνα. Θα επανέλθω παρακάτω σε αυτό το σημαντικό, κατά τη γνώμη μου,σημείο.

Η αριθμητική διάσταση καθορίζει και την πολιτική διάσταση του γεγονότος η οποία θα μπορούσε να είναι θετική, αν όσα προέκυψαν από τη συνδιάσκεψη είναι απεικόνιση της πραγματικότητας του ΣΥΡΙΖΑ: ξεκαθαρίστηκε απολύτως εκεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελείται από δύο τμήματα, το μεταρρυθμιστικό και το επαναστατικό, με αναλογία τρία προς τέσσερα, 75% μεταρρυθμιστές και 25% επαναστάτες. Το σημείο τομής είναι η σχέση με την Ευρώπη: οι μεταρρυθμιστές τάχθηκαν με σαφήνεια υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έστω και αν χρησιμοποίησαν ανατρεπτική ορολογία, και οι επαναστάτες εξίσου σαφώς τάχθηκαν κατά της Ευρώπης, έστω και αν τη θέση τους δεν την αποκάλεσαν επαναστατική. Αποτελεί σημείο τομής η τοποθέτηση στο ζήτημα της Ευρώπης όχι μόνο επειδή το μόνο (ως τώρα) επαναστατικό κόμμα, το ΚΚΕ, παραμένει αναφανδόν εναντίον της αλλά και γιατί δεν χρειάζεται τεράστια πολιτική εμπειρία και σοφία για να καταλάβει κανείς ότι έξοδος της χώρας από την Ευρωζώνη, απομόνωση της και επιστροφή στη δραχμή, οδηγεί τη χώρα σε ανατροπές πολιτικές και κοινωνικές που μόνο αυταρχικές κυβερνήσεις θα μπορέσουν να τις επιβάλλουν, είτε της Αριστεράς είτε της Δεξιάς.

Τα πολιτικά στελέχη της «Αριστερής Πλατφόρμας», όπως μετριοπαθώς αυτοονομάστηκαν οι επαναστάτες, γνωρίζουν πολύ καλά ότι θέσεις τους είναι μειοψηφικές στο κοινωνικό σώμα και δεν θα γίνουν ποτέ πλειοψηφικές – όπως ήσαν και δεν έγιναν οι θέσεις των μπολσεβίκων, των συντρόφων του Μάο, των ανταρτών του Χο Τσι Μινχ ή του Κάστρο. Με βία, όπλα και αίμα επιβλήθηκε πάντα η εξουσία των μειοψηφιών. Δικαιολογίες για να ονομαστούν τα αυταρχικά καθεστώτα που προέκυψαν λαϊκές ή σοβιετικές «δημοκρατίες» είναι εύκολο να βρεθούν: αλλοτρίωση των καταπιεσμένων, ιδεολογική υποδούλωση στην άρχουσα τάξη, ηγεμονία του αστικού μπλοκ, αδυναμία δολοφονίας του «ταξικού πατέρα» – μπορεί να αντλήσει κανείς από πλήθος θεωριών. Αλλά οι θεωρίες δεν εξαλείφουν την πολιτική πραγματικότητα της δικτατορίας, της υποκατάστασης του κοινωνικού συμβολαίου από τη βία.

Όταν ο Παναγιώτης Λαφαζάνης δηλώνει «δεν είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε» εννοεί ακριβώς αυτό, δεν είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε επαναστατικά, να φέρουμε τον σοσιαλισμό. Δεν του αποδίδω κακές προθέσεις, θέλει να βελτιστοποιήσει το πολιτικό αποτέλεσμα, να μη γίνει με στρατιωτικό πραξικόπημα η κατάληψη της εξουσίας: θέλει να ωριμάσει ο «υποκειμενικός παράγων», οι αυτοοργανωμένες μάζες να υποκαταστήσουν τους μηχανισμούς εξουσίας, τα κινήματα πολιτών να υποκαταστήσουν τις εξαχρειωμένες κρατικές δομές. Ακριβώς το ίδιο εννοεί και ο Νίκος Φωτόπουλος της ΔΕΗ όταν καλεί σε απεργίες και καταλήψεις διαρκείας, απλώς είναι πιο αισιόδοξος από τον Παναγιώτη Λαφαζάνη ως προς την «ωριμότητα των μαζών» – ίσως και πιο ανυπόμονος, κοντά στην πραξικοπηματική αντίληψη. Ίσως η «λαφαζάνεια προσέγγιση» στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ να θεωρεί ότι δεν είναι και αντικειμενικά ώριμες οι συνθήκες, δεδομένου ότι η κατάσταση στον περίγυρό μας, εννοώ στην Ευρώπη, δεν μοιάζει επαναστατική, ενώ η φωτοπούλεια αντίληψη πιθανόν έχει τα μάτια στραμμένα στον Νότο, στην Αφρική.

Θα έλεγα ότι η «λαφαζάνεια προσέγγιση» είναι απολύτως ρεαλιστική: η συμμετοχή 35.000 πολιτών στις διαδικασίες κομματικής συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ είναι συντριπτικά κατώτερη σε σύγκριση με τις εκατοντάδες χιλιάδες που έσπευδαν να συμμετάσχουν στις εκλογικές διαδικασίες του ΠαΣοΚ ή της ΝΔ. Το ΠαΣοΚ της τελευταίας δεκαετίας ήταν περισσότερο κινηματικό από τον σημερινό Συνασπισμό που δηλώνει πως είναι «των κινημάτων», άρα οι μάζες δεν είναι έτοιμες. Όταν όμως οι μάζες δεν τους ακολουθούν όσο θα ήθελαν, καθήκον των επαναστατών είναι να επιταχύνουν την «ωρίμανση»: να συντηρήσουν την πολιτική βία (που άλλωστε είναι ενδημική στη χώρα μας), τις απεργίες, τις κινητοποιήσεις, την ανομία. Αλλιώς, η επαναστατική προοπτική ξανά θα απομακρυνθεί – όπως θέλει η συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία, όπως αποδεικνύουν ακόμη και οι συσχετισμοί μέσα στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, αν αποδίδουν την πραγματικότητα, επαναλαμβάνω.

Αν οι πολιτικές εξελίξεις είναι ομαλές, αν η κατάσταση της χώρας σταθεροποιηθεί, οι επαναστάτες ή θα αφομοιωθούν ή θα περιοριστούν σε αδιάφορα μεγέθη ή θα αποχωρήσουν για να δημιουργήσουν καθαρόαιμα επαναστατικά σχήματα, με το ΚΚΕ και μικρότερες ομάδες, όπως ζητούσαν άλλωστε στη Συνδιάσκεψη. Προφανώς, θα κάνουν ότι μπορούν για να μην είναι ομαλές – το ερώτημα είναι τι θα κάνει η μεταρρυθμιστική πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ: θα ακολουθήσει αυτούς που μειοψήφησαν στη συνδιάσκεψη ή θα ακολουθήσει το δικό της δρόμο;

Όσα ακούγαμε ως τώρα από τα επισημότερα χείλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήσαν καθόλου μεταρρυθμιστικά. Ήταν δημόσιος λόγος που καλλιεργούσε το μίσος, δημαγωγικός, χωρίς επιχειρήματα αλλά με συνθήματα, γεμάτος πολιτικάντικες υποσχέσεις. Λόγος τιμωρητικός για το πολιτικό σύστημα, χωρίς καμιά πρόταση για το τι θατο αντικαταστήσει πέρα από τα πρόσωπα: είστε διαπλεκόμενοινεοφιλελευθέροι μιζαδόροι, εμείς θα είμαστε έντιμοι, αποτελεσματικοί, δίκαιοι υπηρέτες του λαού. Και κυρίως, σε σχέση με την τομή της συνδιάσκεψης, ήταν λόγος αντιευρωπαϊκός. Γιατί η Γένοβα και οι Αγανακτισμένοι, που είναι οι συνήθεις αναφορές, αποτελούν κινήματα που έρχονται και παρέρχονται, στην καλύτερη περίπτωση γίνονται καταλύτης για να κατανοηθούν ζωτικά προβλήματα που θα τα επιλύσουν, τελικά, ευρωπαϊκοί θεσμοί: το Ευρωκοινοβούλιο, η Επιτροπή, η ΕΚΤ, η Ευρωζώνη, τα κράτη και οι εκπρόσωποί τους. Όταν ανοίγεις μέτωπα με όλους αυτούς, τίθεσαι εκτός Ευρώπης – σε θέτουν εκείνοι. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα εξουσίας και όχι ως κινηματική κατάσταση, μόνο γεωγραφικάανήκει στην Ευρώπη.

Αν συνεχιστεί η ίδια ρητορική, μέρος της οποίας είναι να ζητάς εκλογές για «νωπή λαϊκή εντολή» πέντε μήνες μετά από δύο αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις και να παρομοιάζεις την ομαδική διαθεσιμότητα εργαζομένων με τις ομαδικές εκτελέσεις κατοίκων στα χρόνια της Κατοχής, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να εκπληρωθούν τα λαφαζάνεια ή φωτοπούλεια προγράμματα – γιατί σε αντίθεση με την αμήχανη προγραμματικά πλειοψηφία, η μειοψηφία, έχει πρόγραμμα: το επαναστατικό πρόγραμμα ότι οι αλλαγές στους θεσμούς θα προκύψουν από την αυτοοργάνωση των μαζών, με τη βοήθεια των επαναστατών, βεβαίως. Μένει λοιπόν να δούμε αν η ετυμηγορία της συνδιάσκεψης υπέρ της Ευρώπης και κατά της επανάστασης αντικαθρεφτίζει την πραγματικότητα στους κόλπους της πλειοψηφίας – γιατί μπορεί να μην είναι θέση αρχής αλλά απλώς τακτικός ελιγμός της επαναστατικής διανόησης(εργατών ή ανέργων μη υπαρχόντων στη συνδιάσκεψη) και των επαγγελματιών πολιτικών: να μην τρομάξουμε τους μικροαστούς και να παραπλανήσουμε τους Ευρωπαίους αντίπαλους.

Για να διερευνήσουμε αν πρόκειται για θέμα αρχής ή τακτικό ελιγμό, πρέπει να δούμε λίγο την πολιτική κουλτούρα της γενιάς που υποστήριξα στην αρχή του κειμένου μου ότι αποτελεί τον πολιτικό και οργανωτικό σκελετό του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή μέροςτης «Γενιάς του Πολυτεχνείου» και της «Γενιάς του 1970» – επιμένω, ώσπου να διαψευσθώ από κάποια στοιχεία, ότι η «Γενιά του 1990» των τριαντάρηδων στην οποία ανήκει ο Αλέξης Τσίπρας και η στενή ομάδα του είναι μειοψηφική δημογραφικά στα όργανα και τις οργανώσεις του κόμματος.

Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκονται στα όρια (ή βαθιά μέσα σε αυτή) της τρίτης ηλικίας προέρχονται από την ΚΝΕ, τον Ρήγα, αριστερίστικες οργανώσεις της εποχής. Έχουν πολλά να αφηγηθούν για την αντιδικτατορική, πολιτική, συνδικαλιστική δράση τους αλλά ελάχιστα να προτείνουν: παραμένουν καθηλωμένοι στις ηττημένες ιδέες της νεότητάς τους, σαν να μην πέρασε μια μέρα από τις στιγμές της αγωνιστικής έξαρσης και του ανταγωνισμού σε επαναστατικότητα ανάμεσα στα κόμματα και τις ομάδες. Καθηλωμένοι στην εποχή που μαίνονταν οι θεωρητικές διαμάχες στο φοιτητικό κίνημα για το ποιος ήταν ο σωστότερος εκφραστής του μαρξισμού-λενινισμού, με λίγη επάλειψη από Αλτουσέρ ή Γκράμσι ή Μίλιμπαντ στην καλύτερη περίπτωση – ακόμη και οι νεολαίοι του ΠαΣοΚ διεκδικούσαν αυτό το προνόμιο.

Αλλά έχουν περάσει 30-40 χρόνια: ο γιος του Ραλφ Μίλιμπαντ είναι ηγέτης του Εργατικού Κόμματος, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, συνταξιούχοι πλέον πολλοί, μένουν στην εποχή του πατέρα του. Είναι συνδημιουργοί της μεταπολιτευτικής εποχής, σταδιοδρόμησαν σε σημαντικές θέσεις στον δημόσιο τομέα κυρίως (μέσα από διοικητικά, ακαδημαϊκά ή συνδικαλιστικά μονοπάτια) αλλά πάντα υπήρχε η αίσθηση του πολιτικού περιθωρίου, της ήττας, γιατί οι απόψεις τους δεν έγιναν ποτέ κυρίαρχες. Αποδίδουν συχνά την κατηγορία ότι «εξαργύρωσαν» τη νεανική πολιτική τους στράτευση σε όσους από τους συνομηλίκους τους κατέκτησαν υψηλά πολιτικά αξιώματα, στα οποία δεν έφθασαν οι ίδιοι. Τώρα παίρνουν την εκδίκησή τους, πιστεύουν πως μπορούν να δικαιωθούν πολιτικά τούτη τη στιγμή της κρίσης. Στους ρεβανσιστές της ηλικίας μου πρέπει να προσθέσουμε και κάποιους ρεβανσιστές παλαιότερων γενιών, με απώτερο άκρο τον Μανώλη Γλέζο: ήρθε η ώρα η Αριστερά να εκδικηθεί για την ήττα στον εμφύλιο. Δεν εννοώ ότι θέλουν να λειτουργήσουν έκτακτα στρατοδικεία ή να ιδρυθεί κάποια αντίστοιχη Μακρόνησος αλλά στην ηθική δικαίωση που έφερε η μεταπολίτευση να προστεθεί και η πολιτική δικαίωση, η νίκη. Για πάρα πολλούς, από αριστερές οικογένειες, είναι και η δικαίωση του πατέρα που τον εξόντωσε, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, το μετεμφυλιακό καθεστώς της δεξιάς. Τα παράσημα και οι συντάξεις που μοίρασε ο Ανδρέας Παπανδρέου στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης δεν εξάλειψαν τις ταπεινώσεις.

Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι που γερνούν να μη δηλώνουν πλέον μαρξιστές-λενινιστές ή τροτσκιστές ή κομμουνιστές, τις αυστηρά δομημένες αλήθειες εκείνης της εποχής που οδηγούσαν στα συνθήματα κατά του ιμπεριαλισμού τις έχει αντικαταστήσει χαοτικός συγκερασμός εμπειρικών διαπιστώσεων για την κοινωνική αδικία και τη διαφθορά που αναγορεύουν νέο δαίμονα τον νεοφιλελευθερισμό – το βέβαιο όμως είναι ότι την επαναστατική κουλτούρα εκείνης της εποχής δεν την έχουν αποβάλλει.Στην πραγματικότητα περισσότερα τους χωρίζουν από το πρόσωπο «Παναγιώτης Λαφαζάνης», λόγω των συνεχών συγκρούσεων και διασπάσεων που έχει γνωρίσει αυτός ο περιορισμένος πολιτικός χώρος, παρά από την «λαφαζάνεια γραμμή». Επιπλέον, υπάρχει αυτή τη στιγμή το νέο πρόσωπο, ο Αλέξης Τσίπρας, που μπορεί να επιτύχει αυτό που δεν κατάφερε ο Νίκος Ζαχαριάδης ή ο Χαρίλαος Φλωράκης: να φέρει τη νίκη και τη δικαίωση.

Αλλά, όσο και αν το θέλουν οι συνομήλικοί μου, δεν μπορούν όλοι να είναι «ΜικΤζάγκερ της επανάστασης» στα εξήντα τους. Ένας είναι στο ροκ και δεν βλέπω κανέναν στην πολιτική. Το ροκ και η επανάσταση είναι για τους νέους. Και οι «γέροντες του ΣΥΡΙΖΑ» αντί να φροντίσουν για το μέλλον των «παιδιών τους», αναλαμβάνουν τον ρόλο τους βέβαιοι ότι οι αξίες της νεότητάς τους είναι πάντα επίκαιρες και αν τα «παιδιά τους» δεν θέλουν να τις υπηρετήσουν πρέπει να το κάνουν οι ίδιοι για χάρη τους – και για χάρη των γονιών τους,ίσως.

Έχω την ευγενή αισιοδοξία ότι αυτό που έγραψα είναι πολιτική ανάλυση και όχι εκ του προχείρου ψυχανάλυση. Που καταλήγει σε απαισιόδοξα συμπεράσματα: η μεταρρυθμιστική πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ είναι στην πραγματικότητα επαναστατική, στο μεγαλύτερο μέρος της τουλάχιστον. Άρα θα παίξει το παιχνίδι της μειοψηφίας – εκτός και αν συνειδητοποιήσει την κατάσταση της: Μικ Τζάγκερ της επανάστασης. Αλλά αν αυτό δεν συνέβη με το πέρασμα του χρόνου, γιατί θα γίνει τώρα; Η απαίτηση καταξίωσης της ταυτότητάς μας είναι εξαιρετικά ισχυρή. Πολύ περισσότερο αν την θεωρούμε ταυτότητα ανώτερη από τις άλλες, που περιφρονήθηκε και θέλει να εκδικηθεί τους αλαζόνες που κυριάρχησαν· αν επιπλέον υπάρχει η έπαρση του κατόχου της αλήθειας που ήρθε η ώρα της να πραγματωθεί, όπως προβλέπανε ξεχασμένες προφητείες που τις θυμόταν μόνο αυτός.

Μόνη ελπίδα είναι να τους μιλήσει ο ίδιος ο Μικ Τζάγκερ που έχω την εντύπωση ότι αποσύρεται σιγά-σιγά. Ίσως κατανοήσουν τότε την κατάστασή τους και τις ευθύνες τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ