Κοινωνια

Η Δικαιοσύνη σαν ιερή αγελάδα;

Η κριτική δεν είναι παρέμβαση και απειλή στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, είναι το μοναδικό μέσο ελέγχου της

aris-merentitis.jpg
Άρης Μερεντίτης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η Δικαιοσύνη σαν ιερή αγελάδα;
© Planet Volumes For Unsplash+

Η κριτική στη Δικαιοσύνη είναι απαραίτητη για λογοδοσία, διαφάνεια και ισορροπία των εξουσιών σε μια δημοκρατική κοινωνία

Κάποια στιγμή πρέπει να συνεννοηθούμε ότι σεβασμός στη Δικαιοσύνη δεν σημαίνει έλλειψη κριτικής στις δικαστικές αποφάσεις και τους λειτουργούς της, ούτε έλλειψη κριτικής στα προβλήματα του συστήματος απονομής δικαιοσύνης γενικότερα. Η έννοια του σεβασμού στη Δικαιοσύνη δεν την καθιστά ιερή αγελάδα.

Αν κάποιος κάνει (δίκαιη ή άδικη) κριτική στους δικαστές ή σε μια συγκεκριμένη απόφαση, δεν σημαίνει ότι θέλει να ζει σε κράτος χωρίς σύστημα Δικαιοσύνης. Αλίμονο αν περιβάλλουμε τους δικαστές και τις αποφάσεις τους με μανδύα έλλειψης λογοδοσίας. Ελέγχονται και αυτοί από την κοινωνία, όπως και οι φορείς των άλλων δύο εξουσιών (και κάθε φορέας εξουσίας). Δεδομένου μάλιστα ότι, σε αντίθεση με τις άλλες δύο εξουσίες, οι δικαστές είναι ισόβιοι, η κριτική αυτών και συνολικά της λειτουργίας της Δικαιοσύνης είναι το μόνο εργαλείο ώστε η τελευταία να ελέγχεται από τον λαό. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι δικαστικές αποφάσεις εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λαού και όχι στο όνομα της ίδιας της Δικαιοσύνης.

Δεδομένου ότι οι δικαστές είναι ισόβιοι, η κριτική αυτών και συνολικά της λειτουργίας της Δικαιοσύνης είναι το μόνο εργαλείο ώστε η τελευταία να ελέγχεται από τον λαό

Μια απόφαση μπορεί κάλλιστα να είναι (πολύ ή λίγο) εσφαλμένη για νομικούς ή πραγματικούς λόγους, όπως μπορεί ο καθένας να διαπιστώσει στα εφετεία όλης της χώρας. Καμία δικαστική απόφαση δεν είναι ανέλεγκτη. Οι δικαστικές αποφάσεις ελέγχονται δικαστικώς (διά των ενδίκων μέσων από ανώτερα δικαστήρια), πειθαρχικώς (από τα αρμόδια του συστήματος Δικαιοσύνης όργανα) και επιστημονικώς (διά του Τύπου, της αρθρογραφίας της επιστημονικής κοινότητας, αλλά και από το σύνολο της κοινωνίας). Ειδικά η τελευταία μορφή ελέγχου είναι (μαζί με την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από τις άλλες δύο εξουσίες) το μόνο σημείο ελέγχου της δικαστικής εξουσίας από τον λαό ως πολιτειακό όργανο.

Αλλά και σε σχέση με τις άλλες δύο εξουσίες, κατά τον ίδιο τρόπο που η νομοθετική και εκτελεστική εξουσία δέχονται την κριτική της δικαστικής, το ίδιο οφείλει να κάνει και η τελευταία. Όσο λογικό και όχι σπάνιο είναι να ακούμε έναν δικαστή (στη Γ.Σ. της ΕνΔΕ, σε μια ημερίδα, διά της αρθρογραφίας ή και διά συνεντεύξεων οψίμως) να ψέγει τη νομοθετική εξουσία για προχειρότητα στη νομοθέτηση, άλλο τόσο φυσιολογική πρέπει να θεωρούμε την κριτική των άλλων δύο εξουσιών προς τη δικαστική.

Δικαιοσύνη όμως σημαίνει (και) τα πρόσωπα που την υπηρετούν, πρωτίστως δικαστές και δικηγόροι. Ξέρουμε ότι υπάρχουν (ευτυχώς λίγοι) κακοί ή ανεπαρκείς δικαστές, σε επίπεδο κατάρτισης, ταχύτητας ή ευθυκρισίας, εξού και μέσω της επιθεώρησης φεύγουν από το δικαστικό Σώμα. Η έλλειψη κριτικής συνεπάγεται εξίσωση των πάντων. Η κριτική αυξάνει το αίσθημα ευθύνης.

Όπως ένας βουλευτής ή ένας υπουργός μπορεί να είναι καλός ή κακός, άξιος ή ανεπαρκής, οξύνους ή ευήθης, το ίδιο ισχύει και για τους δικαστές. Και ισχύει πλήρως το δικαίωμα της κοινωνίας στην κριτική των δικαστών, σύμφωνα με τη νομολογία των δικαστηρίων για τα δημόσια πρόσωπα και τα πρόσωπα που έχουν δημόσια εξουσία. Αν πω ότι ο Χ είναι ανάξιος βουλευτής, δεν σημαίνει ότι αμφισβητώ τον κοινοβουλευτισμό, και ομοίως, αν πω ότι ο Ψ είναι ανάξιος δικαστής, δεν σημαίνει ότι δεν σέβομαι τη Δικαιοσύνη. Ελαφρώς στοιχειώδες.

Το πλέγμα της διάκρισης των εξουσιών αποσκοπεί στο να μην είναι καμία από τις τρεις ούτε ανώτερη ούτε ανέλεγκτη από τις άλλες. Η θεσμική ισορροπία επιτυγχάνεται μόνο διά της εμπέδωσης ότι οι εξουσίες είναι τρεις, ισοϋψείς, ισόκυρες και αλληλοελεγχόμενες.

Στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής πλουραλιστικής κοινωνίας, τα δημόσια πρόσωπα (όπως ειδικά η ηγεσία της Δικαιοσύνης) υπόκεινται τόσο σε έλεγχο όσο και σε κριτική, ακόμα και εάν η τελευταία είναι δυσάρεστη, οξεία ή και προκλητική για το πρόσωπο που την υφίσταται, όπως παγίως έχει κάνει δεκτό η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Στην απόφαση του ΕΔΔΑ Κατράμη κατά Ελλάδας της 6.12.2007 το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι ο δικαστής καθίσταται δημόσιο πρόσωπο ex officio και είναι υποχρεωμένος να ανέχεται τον έλεγχο και την κριτική σε μεγαλύτερο βαθμό από έναν απλό πολίτη. Σταθμίζοντας την αξία και το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης του Τύπου ως υπέρτερο από τον απαιτούμενο σεβασμό στα όργανα της Δικαιοσύνης και την προάσπιση του κύρους της, θεώρησε αξιολογικές κρίσεις που δεν δύνανται να αποδειχτούν τις σκληρές εκφράσεις «καραγκιόζης» και «παραβιάζει τον όρκο του» που είχε χρησιμοποιήσει ο προσφεύγων κατά του δικαστή.

Ο αείμνηστος Σταύρος Τσακυράκης το είχε συμπυκνώνει εύστοχα: «Η Ένωση (σ.σ. Δικαστών και Εισαγγελέων) μπορεί να βγάζει ανακοινώσεις επί παντός του επιστητού, αλλά επιδεικνύει απίθανη δυσανεξία μόλις κάποιος πει κάτι που έστω και εμμέσως την αφορά. Να γίνει σαφές: όλοι έχουν δικαίωμα κριτικής της δικαστικής εξουσίας, συμπεριλαμβανομένων των εκπροσώπων των άλλων εξουσιών. Η κριτική δεν είναι παρέμβαση και απειλή στην ανεξαρτησία της, είναι το μοναδικό μέσο ελέγχου της δικαστικής εξουσίας».

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY