Ελλαδα

«Πρέπει να εξηγήσουμε στα παιδιά ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να τα αγγίζει»

Μια συζήτηση με την εγκληματολόγο Έλενα Συρμαλή για το δύσκολο θέμα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων

34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
ΤΕΥΧΟΣ 846
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μια συζήτηση με την εγκληματολόγο Έλενα Συρμαλή για το δύσκολο θέμα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων
© Unsplash

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της εγκληματικής πράξης της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκου; Η εγκληματολόγος Έλενα Συρμαλή εξηγεί.

Τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας και σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων συμβαίνουν εντός της ιδιωτικής σφαίρας, και ως τέτοια παραμένουν αθέατα. Με αφορμή την υπόθεση στον Κολωνό, που μας έχει όλους συγκλονίσει, αλλά και τις άλλες υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων που δημοσιοποιήθηκαν αυτές τις μέρες, έχει ανοίξει μια πολύ σοβαρή συζήτηση στο δημόσιο διάλογο. Είναι σημαντικό, ανάμεσα σε άλλα, να καταλάβουμε υπό ποιες συνθήκες τελούνται τα εγκλήματα αυτά, ποιο είναι το προφίλ των δραστών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ποιες είναι οι παγίδες στις λέξεις που όλοι εμείς χρησιμοποιούμε για να τα περιγράψουμε και, κυρίως, πώς μπορούμε να προστατέψουμε τα παιδιά. Στην οικογένεια τους και στο σχολείο πρέπει τα παιδιά να μαθαίνουν πως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τα αγγίζει, λέει η Έλενα Συρμαλή, εγκληματολόγος, επιστημονικός συνεργάτης του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, και μας εξηγεί γιατί ο όρος «παιδοβιασμός» δημιουργεί σύγχυση ως προς την πρόληψη.

— Τα εγκλήματα σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων και ενδοοικογενειακής βίας αγγίζουν τον πυρήνα στον οποίο ανήκουμε και νιώθουμε ασφαλείς. Το ότι τα εγκλήματα συμβαίνουν μέσα ή γύρω από την οικογένεια ίσως απαντάει και στο γιατί μας δημιουργείται μία περιέργεια σχεδόν ηδονοβλεπτική, θέλουμε να μάθουμε τι είπαν, πώς μοιάζουν...
Ίσως υποσυνείδητα θέλουμε να μάθουμε τι ακριβώς συνέβη γιατί θεωρούμε ότι αν είμαστε σωστοί, αν φερόμαστε όπως πρέπει, αν δεν προκαλούμε, δεν θα μας συμβεί το κακό. Μοιάζει να είναι κι ένα ζήτημα αυτοσυντήρησης και επιβίωσης – κανείς δεν μπορεί να ζει συνεχώς με τον φόβο και ο κάθε άνθρωπος έχει την ανάγκη να νιώθει ασφαλής. Όμως ξεχνάμε πως σε κάθε περίπτωση ο δράστης είναι εκείνος που «αποφασίζει» το πέρασμα στη δράση, ανάλογα με τις εμπειρίες του και το πώς έχει διαμορφωθεί ο ψυχισμός του. H ευθύνη πάντα ανήκει στον δράστη. Ειδικά στα σεξουαλικά εγκλήματα ωστόσο το κοινό ενδιαφέρεται περισσότερο για τη συμπεριφορά του θύματος, το βλέπουμε και στις έρευνες που έχουν γίνει, οι ερωτήσεις των πειραματικών υποκείμενων αφορούν κυρίως στο θύμα: τι φορούσε, γιατί φέρθηκε έτσι; Που σημαίνει ότι το κοινό, υποσυνείδητα έστω, ρίχνει ένα κομμάτι της ευθύνης στο θύμα. Ίσως να φταίμε κι εμείς, οι επιστήμονες και οι φορείς της πολιτείας, και να μην αναλύουμε τα θέματα όσο θα έπρεπε. Το να σημειώνουμε κάποιες οδηγίες αυτοπροστασίας ή να δίνουμε συμβουλές πότε να φεύγει μία γυναίκα από μια σχέση, είναι στο πλαίσιο της αντεγκληματικής πολιτικής. Εξετάζουμε, δηλαδή, το θύμα ως προς την ευαλωτότητά του και τους παράγοντες κινδύνου τους οποίους ο δράστης θα εκμεταλλευτεί ώστε να προβεί στην εγκληματική του πράξη.

— Μοιάζει να δίνουμε μια ηθική διάσταση σε αυτά τα εγκλήματα.
Σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας υπάρχει και μια ηθική διάσταση. Ωστόσο αν επιμένουμε σε αυτή την πλευρά και όχι στο νομικό και επιστημονικό πλαίσιο, θολώνει η ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων. Επίσης για πολλούς ανθρώπους η ηθική διάσταση μπορεί να είναι υποκειμενική και να σχετίζεται τόσο με τον δράστη όσο και με το θύμα.

— Τι ξέρουμε για τη σχέση που αναπτύσσουν οι δράστες με τα θύματά τους; Όταν μιλάμε για παιδιά, το κακό συμβαίνει στον στενό περίγυρο. Ποιο είναι το προφίλ του δράστη;
Η περίπτωση που θα πάει ένα πρωί κάποιος να βρει ένα παιδί, να το απαγάγει και να του κάνει κακό, είναι διαφορετική – εδώ μιλάμε για το χτίσιμο σταδιακά μιας σχέσης. Ο δράστης έχει μια αλληλεπίδραση με το παιδί. Για να δικαιολογήσει την εγκληματική πράξη στον εαυτό του και στους ανθρώπους που συναναστρέφεται εκλογικεύει την πράξη του και χρησιμοποιεί μηχανισμούς εξουδετέρωσης της ευθύνης. Πολλές φορές προκαλεί ενοχές στο παιδί και του απευθύνει απειλές για να εξασφαλίσει τη σιωπή του.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι οι δράστες εγκλωβίζουν τα θύματά τους μέσω της οικοδόμησης ενός βαθμού εμπιστοσύνης και ανάπτυξης συναισθημάτων. Σε πολλές περιπτώσεις είναι γοητευτικοί και ευγενικοί και συχνά έχουν μια θετική απεικόνιση στο κοινωνικό πλαίσιο. Στις έρευνες αναφέρονται ως «αρπακτικά». Διατηρούν μια εικόνα κοινωνικής αποδοχής, αναλαμβάνοντας συχνά ηγετικούς ρόλους σε διάφορους τομείς. Έτσι, άλλωστε, κερδίζουν την εμπιστοσύνη και την αποδοχή.
Το παιδί εξαιτίας των μηχανισμών αυτών αισθάνεται ότι η κακοποίηση νομιμοποιείται και κανονικοποιείται. Μετά είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει, ειδικά όταν συμβαίνει από ανθρώπους που εμπιστεύονται οι γονείς του, που είναι στο οικογενειακό του περιβάλλον. Αυτό σημαίνει ότι, πέρα από τα όλα τα άλλα τραύματα, κλονίζεται συθέμελα η εμπιστοσύνη του απέναντι στους ανθρώπους, θέλει πολλή δουλειά για να μάθει να εμπιστευτεί ξανά.

— Στον βαθμό που μιλάμε για το χτίσιμο μιας σχέσης δεν είναι σωστό να χρησιμοποιούμε τον όρο «παιδοβιαστής», σωστά; Ο βιασμός έχει άλλα χαρακτηριστικά. Είναι σημαντικό, νομίζω, να το ξεκαθαρίσουμε.
Ο όρος παιδοβιαστής προκαλεί σύγχυση και χρησιμοποιείται κυρίως για λόγους εντυπωσιασμού. Προφανώς και όταν μιλάμε για παιδιά δεν τίθεται θέμα συναίνεσης, ένα παιδί 12 χρονών δεν μπορεί να δώσει τη συναίνεσή του. Η σεξουαλική κακοποίηση περιλαμβάνει πολλά αδικήματα. Ο βιασμός ως όρος προϋποθέτει την άσκηση βίας ή την απειλή κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας. Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία συνήθως δεν χρησιμοποιείται βία στη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, ο στόχος είναι η εμπιστοσύνη του παιδιού. Θα πρέπει να εξηγήσω λοιπόν στο παιδί μου ότι και η μη χρησιμοποίηση βίας από φαινομενικά «καλούς» και ευγενικούς ανθρώπους που σεξουαλικοποιούν σταδιακά την αλληλεπίδρασή τους με το ανήλικο είναι επίσης έγκλημα.

εlena-symarly__1_

Τα πιο κρίσιμα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την εγκληματική πράξη της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκου:

* Χειραγώγηση/ σπάνια χρησιμοποιείται σωματική βία.
* Ο δράστης θα είναι γνώστης ή θα μάθει με τον καιρό τις σχέσεις του παιδιού με τους γονείς καθώς και την ευαλωτότητα της οικογένειας.
* Ο δράστης είναι συνήθως γνωστός και έμπιστος φροντιστής.
* Συχνά η σεξουαλική κακοποίηση επαναλαμβάνεται για εβδομάδες ή χρόνια.
* Οι δράστες συνήθως εμπλέκουν το παιδί σε μια σταδιακή διαδικασία σεξουαλικοποίησης της σχέσης.
* Η αιμομιξία/ενδοοικογενειακή κακοποίηση αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο των περιπτώσεων της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.

— Με όλα αυτά τα περιστατικά σεξουαλικής βίας ειδικά απέναντι σε παιδιά που μαθαίνουμε τελευταία, αναρωτιόμαστε αν έχουμε γίνει μια κοινωνία τεράτων. Ή μήπως φταίει η πανδημία, η ανέχεια, το σύστημα, όπως λένε κάποιοι;
Η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων είναι διαχρονικό και παγκόσμιο φαινόμενο. Μερικά χρόνια πριν, πολύ δύσκολα οποιοδήποτε σεξουαλικό έγκλημα έφτανε στις δικαστικές αίθουσες. Τα ίδια τα θύματα δεν μιλούσαν, ο περίγυρος τα αντιμετώπιζε με καχυποψία, υπήρχε ντροπή, και αυτό συνέβαινε και με τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Τα εγκλήματα αυτά συμβαίνουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια, δεν τρελάθηκε ξαφνικά η κοινωνία και αρχίζουν ξαφνικά να σκοτώνουν τις γυναίκες και να βιάζουν τα παιδιά. Οι γυναικοκτονίες και η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων εμπλέκουν άτομα με συγκεκριμένη ψυχοσύνθεση, αλλά υπάρχουν και γεγονότα στο περιβάλλον που μπορούν να τα ενεργοποιήσουν, αυτά που λέμε trigger events. Η πανδημία και ο εγκλεισμός, η οικονομική κρίση, μπορεί να λειτούργησαν σαν έναυσμα, όμως δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι οι αιτίες των εγκλημάτων. Γιατί, αν το δεχθούμε αυτό, θα πρέπει μετά να αναρωτηθούμε, οι υπόλοιποι γιατί δεν εγκληματούν;
Θεωρώ σημαντικό ότι έχουμε καταγγελίες, δεν είμαστε στο σκοτάδι πια, και ίσως και αυτό είναι ένα βήμα για να βγουν κι άλλες ιστορίες που απλώς δεν θα τις μαθαίναμε.

— Κι από την άλλη, ακούμε «θάνατος στους βιαστές» και θεωρίες για επιστροφή της θανατικής ποινής.
Σε τι βοηθάει αυτό; Θέλουμε ή όχι να διαχειριστούμε το έγκλημα; Γιατί να έχουμε τέλειες κοινωνίες χωρίς εγκλήματα δεν γίνεται, δεν είχαμε ποτέ. Πρέπει λοιπόν να διαχειριζόμαστε το φαινόμενο –περί κοινωνικού φαινομένου πρόκειται–, με τέτοιο τρόπο ώστε να έχουμε όσο το δυνατόν λιγότερα θύματα. Να υπάρχουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί από το κράτος. Να υπάρχουν μηχανισμοί μέσα στην οικογένεια. Η πολιτεία και η κοινωνία να είναι δίπλα στα θύματα.
Επίσης, αυτό που ακούμε και διαβάζουμε για το θύμα: «καταστράφηκε η ζωή της». Προφανώς είναι κάτι πολύ σοβαρό, είναι ένα τραύμα, αλλά μετά πρέπει να μπορείς να συνεχίσεις τη ζωή σου και πρέπει να σε βοηθήσει και η οικογένειά σου και η κοινότητα και η πολιτεία. Οι ακρότητες γενικώς, τόσο όσον αφορά το θύμα όσο και τον δράστη, το να ζητάμε θανατική ποινή και λιντσάρισμα, μπορεί να ικανοποιούν τον θυμό μας που είναι δικαιολογημένος ως ένα βαθμό, από την άλλη όμως είμαστε ώριμοι άνθρωποι, οι κοινωνίες μας έχουν προχωρήσει. Θέλουμε να διαχειριζόμαστε με ορθολογικό τρόπο τα φαινόμενα, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε τον νόμο του Λιντς.

— Η παιδεραστία είναι αποτρόπαιο έγκλημα, αλλά δεν ξυπνάει μια μέρα κάποιος και πάει να κακοποιήσει ένα παιδί.
Το φαινόμενο της παιδεραστίας σχετίζεται με την παιδοφιλία, που είναι μια διαταραχή. Ωστόσο δεν φτάνουν όλοι οι παιδόφιλοι στο σημείο να εγκληματήσουν. Η παιδοφιλία σχετίζεται με τη φαντασίωση, ανήκει στις παραφιλίες, υπάρχουν όμως παιδόφιλοι που δεν θα περάσουν στην εγκληματική πράξη. Η ψυχοπαθολογία σαφέστατα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Καμία ωστόσο συμπεριφορά, πολλώ δε μάλλον η εγκληματική, δεν έχει μια μονοπαραγοντική εξήγηση. Οι περιβαλλοντικές συνθήκες και οι ευκαιρίες διάπραξης ενός εγκλήματος διαδραματίζουν επίσης καθοριστικό ρόλο.

Αν θέλουμε να προστατεύσουμε τα παιδιά πρέπει να τα μάθουμε να διακρίνουν τους κινδύνους, τι σημαίνει σεξουαλική κακοποίηση.

— Όλη αυτή η συζήτηση, πάντως, δεν θα έπρεπε να είναι αποκλειστικά μια συζήτηση μεταξύ ενηλίκων. Πρέπει να μάθουμε να μιλάμε στα παιδιά για αυτά τα δύσκολα ζητήματα.
Είναι πολύ σημαντικό οι γονείς να συζητάνε ανοιχτά με τα παιδιά τους για όλα αυτά τα θέματα. Η ανοιχτή επικοινωνία μέσα στην οικογένεια καθώς και η σεξουαλική αγωγή στα σχολεία θα λειτουργήσουν ως προστατευτικοί παράγοντες. Αν θέλουμε να προστατεύσουμε τα παιδιά πρέπει να τα μάθουμε να διακρίνουν τους κινδύνους, τι σημαίνει σεξουαλική κακοποίηση. Να τους εξηγήσουμε ότι μπορεί να είναι κάποιος από το στενό τους περιβάλλον που εμπιστεύονται ή κάποιος με μια θέση ευθύνης, στο σχολείο ή στον αθλητισμό. Πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι πολύ δύσκολο για ένα παιδί να πει όχι σε έναν άνθρωπο που παρουσιάζεται ως φορέας εξουσίας και έχει τέτοια σχέση αλληλεπίδρασης μαζί του. Πρέπει να προετοιμάσουμε τα παιδιά και να τους μιλάμε ελεύθερα για όλα, χωρίς ταμπού, από πολύ μικρά. Να τους μάθουμε πως όποιος και να είναι ο άλλος, κανείς μα κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τα αγγίζει.

— Ένα ακόμα θέμα είναι το τι κάνει ο περίγυρος, όλοι εμείς. Ποια είναι η δική μας ευθύνη απέναντι στην κοινότητα, απέναντι στα παιδιά των άλλων ή στα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που πέφτουν στην αντίληψή μας.
Σε περίπτωση που αντιληφθούμε ότι τελείται μια εγκληματική πράξη θα πρέπει να την καταγγέλλουμε στις αστυνομικές αρχές. Για πολλά χρόνια υπήρχε μια στρεβλή αντίληψη στην κοινωνία για τα ιδιωτικά και δημόσια ζητήματα. Μια εγκληματική πράξη όμως δεν αποτελεί ιδιωτικό ζήτημα. Αφορά τις διωκτικές αρχές και την κοινωνία η οποία πρέπει να προστατευθεί από τέτοιου είδους συμπεριφορές. Ειδικά τα αδύναμα μέλη της. Πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι. Ως πολίτες φέρουμε ευθύνη όταν γνωρίζουμε και δεν καταγγέλλουμε.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ