Κοσμος

Judith Butler, η φιλόσοφος της εικοσαετίας

Δεν επινόησε τη θεωρία queer, το έργο της όμως πιστώνεται συχνά ότι συνέβαλε στο να γίνουν δυνατές αυτές οι εξελίξεις

portrait-322469_1920_2.jpg
Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
ΤΕΥΧΟΣ 21ος αιώνας
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Judith Butler, η φιλόσοφος της εικοσαετίας
© Mark Rumpenhorst / EPA

Η επίδραση της Judith Butler στη queer κοινότητα και τις ταυτότητες των φύλων

Είναι δύσκολο να υπερεκτιμηθεί η σημασία της Judith Butler, τόσο για τους διανοούµενους όσο και για τις queer κοινότητες. Υπάρχει πλήθος επιστηµονικών βιβλίων, πανεπιστηµιακών µαθηµάτων, κλαµπ θαυµαστών, σελίδων στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης και κόµικς αφιερωµένα στη σκέψη της. Αν και η Butler δεν επινόησε τη θεωρία queer, ούτε είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τη σηµερινή πολιτική των ταυτοτήτων φύλου, το έργο της πιστώνεται συχνά ότι συνέβαλε στο να γίνουν δυνατές αυτές οι εξελίξεις.

Η επίδραση είναι αµφίδροµη: τα πολιτικά κινήµατα έχουν εµπνεύσει το έργο της. Η Butler συµµετείχε στη ∆ιεθνή Επιτροπή Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων των Γκέι και Λεσβιών, στήριξε ενεργά το Occupy Wall Street, υπερασπίστηκε τις εκστρατείες Μποϊκοτάζ, Εκποίησης και Κυρώσεων και αρνήθηκε το Βραβείο Πολιτικού Θάρρους στο Βερολίνο λόγω ρατσιστικών σχολίων από τους διοργανωτές. Οι διαµάχες δεν λείπουν: ορισµένα δεξιά κινήµατα και θρησκευτικές προσωπικότητες που υπερασπίζονται τους παραδοσιακούς ρόλους των φύλων έχουν δει την Butler ως απειλή για την κοινωνία. Oι υποστηρικτές της Butler απαντούν ότι το έργο της είναι δεσµευµένο στα ζητήµατα της δικαιοσύνης, της ισότητας και της µη βίας.

Στα βιβλία της - «Σώματα με σημασία» (εκδ. Αλεξάνδρεια), «Ευάλωτη ζωή» (εκδ. Νήσος), «Λογοδοτώντας για τον εαυτό» (εκδ. Εκκρεµές), «Η ψυχική ζωή της εξουσίας» (εκδ. Πλέθρον), «Αναταραχή φύλου» (εκδ. Αλεξάνδρεια), «Επιτελεστική πολιτική και κριτική της κρατικής βίας» (εκδ. Νήσος), «Η διεκδίκηση της Αντιγόνης»— η Butler Μπάτλερ επιχειρεί να αµφισβητήσει τις «ουσιοκρατικές» αντιλήψεις του φύλου, ότι δηλαδή η αρρενωπότητα και η θηλυκότητα είναι φυσικά ή βιολογικά δεδοµένες, ότι η αρρενωπότητα πρέπει να επιτελείται από αρσενικά σώµατα και η θηλυκότητα από τα γυναικεία σώµατα, και ότι αυτά τα σώµατα, φυσικά, επιθυµούν το «αντίθετό» τους. Εξάλλου, ζώντας σε κοινότητες οµοφυλοφίλων και λεσβιών, η Butler παρατηρεί πως, ακόµη και στους φεµινιστικούς κύκλους, αυτές οι υποθέσεις συχνά οδηγούν σε αβίωτες ζωές για όσους δεν ικανοποιούν τις προσδοκίες του φύλου. Ως εκ τούτου, η Butler αµφισβητεί τον τρόπο µε τον οποίο αποδίδεται η «σωστή» αρρενωπότητα και η «σωστή» θηλυκότητα —τους  «κανόνες» του φύλου— και περιγράφει τη σύγχυση του «είναι» µε το τι «πρέπει να είναι», µια σύγχυση που µας εµποδίζει να δούµε άλλους πιθανούς τρόπους ζωής ως νόµιµους ή ακόµη και να φανταστούµε τέτοιες πιθανότητες.

Η Butler προτείνει ότι το φύλο δεν είναι βιολογικό, αλλά «επιτελεστικό». Ο όρος «επιτελεστικότητα» παραπέµπει στην «επιτελεστική έκφραση»  η οποία αναφέρεται σε µια δήλωση που επιφέρει αυτό που δηλώνει. Η Butler υποστηρίζει ότι το φύλο λειτουργεί µε αυτόν τον τρόπο: όταν ονοµάζουµε ένα παιδί «κορίτσι» ή «αγόρι», συµµετέχουµε στη δηµιουργία του ως αυτό ακριβώς. Μιλώντας για τους ανθρώπους (ή για τον εαυτό µας) ως «άνδρα» ή «γυναίκα», βρισκόµαστε στη διαδικασία δηµιουργίας και ορισµού αυτών των κατηγοριών.

H Butler υποστηρίζει ότι αναπαράγουµε το φύλο όχι µόνο µέσω επαναλαµβανόµενων τρόπων οµιλίας, αλλά και συµπεριφοράς.

Κάποιες θεωρίες φύλου κάνουν διάκριση µεταξύ βιολογικού «φύλου» και κοινωνικού «φύλου», αλλά η Butler τη θεωρεί αντιπαραγωγική. Για την Butler, δεν έχει νόηµα να µιλάµε για βιολογικό φύλο που υπάρχει έξω από τις κοινωνικές του έννοιες. Αν υπάρχει κάτι τέτοιο δεν µπορούµε να το συναντήσουµε, γιατί γεννιόµαστε σε έναν κόσµο που έχει ήδη µια συγκεκριµένη κατανόηση του φύλου, και αυτός ο κόσµος στη συνέχεια µας υπαγορεύει αναδροµικά το νόηµα της ανατοµίας µας. ∆εν µπορούµε να γνωρίσουµε τον εαυτό µας έξω από αυτές τις κοινωνικές έννοιες. Στην πραγµατικότητα, µεγάλο µέρος των εργασιών της Butler µας υπενθυµίζει ότι δεν µπορούµε να γνωρίσουµε πλήρως τον εαυτό µας.

Σε αυτό το σημείο, η Butler κατηγορείται συχνά ότι πιστεύει πως το φύλο προκαλείται εξ ολοκλήρου από τη γλώσσα και δεν έχει καµία σχέση µε το σώµα ή ότι µπορούµε απλώς να αποφασίσουµε ποιο φύλο θα έχουµε όταν ξυπνάµε το πρωί. Αλλά δεν εννοεί αυτό. H Butler υποστηρίζει ότι αναπαράγουµε το φύλο όχι µόνο µέσω επαναλαµβανόµενων τρόπων οµιλίας, αλλά και συµπεριφοράς. Ντυνόµαστε µε συγκεκριµένους τρόπους, κάνουµε συγκεκριµένες ασκήσεις στο γυµναστήριο, χρησιµοποιούµε συγκεκριµένη γλώσσα του σώµατος, επισκεπτόµαστε γιατρούς συγκεκριµένων ειδικοτήτων και ούτω καθεξής. Μέσα από τέτοιες επαναλήψεις, το φύλο ενισχύεται, στρώµα-στρώµα, µέχρι να φαίνεται αναπόφευκτο.

Ωστόσο, αυτό το έργο της δηµιουργίας και του επαναπροσδιορισµού του φύλου δεν ολοκληρώνεται ποτέ – για να ισχύουν οι κανόνες φύλου, πρέπει να επαναλαµβάνονται συνεχώς. Αυτό σηµαίνει ότι µακροπρόθεσµα, οι κανόνες φύλου είναι εγγενώς ανοιχτοί σε αλλαγές. ∆εν µπορούµε ποτέ να τα κάνουµε ακριβώς «σωστά», κι αν σταµατήσουµε να τα κάνουµε ή τα κάνουµε διαφορετικά, συµµετέχουµε στην αλλαγή του νοήµατός τους. Αυτό ανοίγει δυνατότητες αλλαγής του φύλου.

∆εν πρόκειται για εύκολο τρόπο σκέψης: η Butler αµφισβητεί µερικές από τις πιο γνωστές µας υποθέσεις σχετικά µε το τι είναι ένα άτοµο, τι είναι το φύλο του και πώς λειτουργεί η γλώσσα. Η ίδια η γραφή της Butler θεωρείται «δύσκολη», αλλά η δηµοτικότητά της δείχνει ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που αισθάνονται ότι η ζωή τους δεν περιγράφεται επαρκώς από τους τρόπους σκέψης της «κοινής λογικής».

Η Βutler προτείνει µια ηθική µη βίας, βασισµένη στην κατανόηση ότι γινόµαστε ο εαυτός µας µόνο σε σχέση µε τους άλλους.

Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η Butler έχει επεκταθεί πέρα από το φύλο σε άλλους τοµείς πολιτικού αποκλεισµού και καταπίεσης. Ένα υποκείµενο θέµα σε µεγάλο µέρος αυτής της πιο πρόσφατης εργασίας είναι η ανησυχία σχετικά µε το πώς ορισµένοι άνθρωποι θεωρούνται «άνθρωποι», καθώς και το πώς η απώλεια της ζωής δεν θρηνείται ισότιµα. Στη µελέτη της για την επισφάλεια επικεντρώνεται σε άτοµα και οµάδες —π.χ. θύµατα του AIDS, κρατούµενοι στο Γκουαντάναµο, Παλαιστίνιοι, πρόσφυγες και απάτριδες— που εγκαταλείπονται χωρίς δίκτυο προστασίας ή πρόσβαση στη δηµόσια σφαίρα. Η Βutler προτείνει µια ηθική µη βίας, βασισµένη στην κατανόηση ότι γινόµαστε ο εαυτός µας µόνο σε σχέση µε τους άλλους. Αυτό σηµαίνει ότι καµία ζωή δεν είναι πλήρως ασφαλής, αυτοτελής ή ανεξάρτητη. ∆εν µπορούµε να επιλέξουµε ποιος µοιράζεται τον πλανήτη µαζί µας και µπορεί πάντoτε κάποιος να µας βλάψει. Τελικά, αν θέλουµε να επιβιώσουµε µαζί, πρέπει να µάθουµε να αναγνωρίζουµε και να ζούµε αναγνωρίζοντας την αµοιβαία «ευπάθεια» όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό.

Ακούγεται ίσως υπερβολικά ιδεαλιστικό, αλλά δεν είναι µια ηθική που υποθέτει ότι οι άνθρωποι είναι «καλοί»· αντιθέτως, ξεκινά από την παραδοχή ότι δεν είναι καλοί. Έτσι, η µη βία θα είναι πάντα διφορούµενη. Ωστόσο, λέει η Butler, είναι προς το συµφέρον µας να συνειδητοποιήσουµε ότι η δική µας ικανότητα να ζούµε εξαρτάται από συνθήκες διατήρησης της ζωής που επιτρέπουν επίσης σε άλλους (ανθρώπους και µη) να ζουν επίσης. 

H Butler βρίσκει επιτελεστικές ερμηνείες αυτής της προσέγγισης σε ορισµένες συλλογικές διαδηλώσεις, όπως το κίνηµα Occupy Wall Street στη Νέα Υόρκη και οι διαδηλώσεις στο πάρκο Gezi του 2013 στην Τουρκία, στις οποίες συγκεντρώθηκαν άνθρωποι από διαφορετικά υπόβαθρα για να ζητήσουν έναν πιο δίκαιο κόσµο.

Tέλος, η Butler μάς υπενθυμίζει πως το να είµαστε ευάλωτοι είναι η ιδιότητα που κάνει τη ζωή δυνατή. Όλα τα σώµατα πρέπει να είναι κατά κάποιο τρόπο ανοιχτά στον κόσµο και στους άλλους. Πρέπει να µπορούν να δέχονται και να προσφέρουν: να τρώνε, να αναπνέουν, να µιλάνε, να συνάπτουν σχέσεις οικειότητας. Ένα σώµα που δεν µπορεί να το κάνει αυτό δεν µπορεί να είναι ζωντανό. Για να είµαστε πλήρως ο εαυτός µας, χρειαζόµαστε ο ένας τον άλλον.

* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην ειδική έκδοση για τα 20 χρόνια Athens Voice «Επιβιώνοντας στον 21ο αιώνα - Οι πολιτικές, οι τάσεις, τα ρεύµατα της εποχής µας», σε επιµέλεια Σώτης Τριανταφύλλου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ