Κοσμος

Αυτοί που βιδώνουν τα λαμπιόνια για να φωτίσουν τη νύχτα

Από τους σερβιτόρους ώς τους μεταφραστές, και από τους κούριερ ώς τους ήρωες της Ουκρανίας

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Εικ.: Edvard Munch, «Julaften i bordell» (1905, Munch Museum, Όσλο).
Εικ.: Edvard Munch, «Julaften i bordell» (1905, Munch Museum, Όσλο).

Ρωσο-ουκρανικός πόλεμος: Ας ξοδέψουμε μια σκέψη παραπάνω σήμερα για τους ήρωες της Ουκρανίας

Έγραφε τις προάλλες μια φίλη, πολύ καλή συνάδελφος και εκπληκτική μεταφράστρια: «Όλη μέρα γράφω, πλακωμένη από την ανεπάρκεια της δανεικής συγγραφής σαν πωλήτρια που δεν έφτασε το πλαφόν της». Ωραία εικόνα, ωραία σκέψη, πικρή βέβαια αν και τόσο μα τόσο όμορφα ειπωμένη.

Αυτές τις μέρες τις πάνδημης ευωχίας, πάντα θυμάμαι, και πάντα να θυμάστε αν δεν ανήκετε στη χορεία τους, τους ανθρώπους που δεν ξέρουν από τέτοια, από «γιορτάδες μέρες» και τα σχετικά, που ζουν κάθε μέρα σαν όλες τις άλλες. Και θυμάμαι, και πάντα να θυμάστε, και όλους τους άλλους που στηρίζουν το οικοδόμημα της διασκέδασης, του ξεφαντώματος, της γιορτής, της Πρωτοχρονιάς. Είναι οι μικροί Αϊβασίληδες που προετοιμάζουν τα πάντα, είτε για το αποψινό βράδυ πρόκειται, είτε για τις μέρες και τους μήνες που θα ’ρθουν. Όλα αυτά γύρω μας, τα στρωμένα τραπέζια στα μαγαζιά, τα τυπωμένα βιβλία στον πάγκο του βιβλιοπωλείου, το φαγητό που έρχεται με το παιδί, τα λαμπιόνια που φωτίζουν τη νύχτα, και ευτυχώς Θεέ μου που τη φωτίζουν, δεν στρώθηκαν μόνα τους, δεν τυπώθηκαν μόνο τους, δεν ήρθαν μόνα τους, δεν βιδώθηκαν μόνα τους. Και, μόλο που αυτό ισχύει για κάθε μέρα, δεν λέω καμιά σοφία, αυτές οι μικρές ανορθογραφίες του ημερολογίου είναι —πώς να το κάνουμε— διαφορετικές.

Γι’ αυτό ας ξοδέψουμε μια σκέψη παραπάνω, δυο δευτερόλεπτα παραπάνω, στους ανθρώπους που για να τα ’χουμε όλα έτοιμα έχουν μοχθήσει, έχει σπάσει η μέση τους, έχουν πονέσει τα μάτια τους, έχουν πιει πολλούς καφέδες για να αντέξουν, έχουν φάει πολλή βροχή και πολύ κρύο, έχουν δακρύσει από την αγανάκτηση, έχουν αφήσει τα τηλέφωνα να χτυπάνε χωρίς να τα σηκώνουνε, κάνανε δέκα ώρες να δουν το παιδί τους, δεν πρόλαβαν να δουν τη νέα σειρά που μιλάνε όλοι γι’ αυτήν επειδή τούς πήρε ο ύπνος στον καναπέ, δεν χάρηκαν το σκυλί τους σήμερα —αν και αυτό δεν θα τους κρατήσει κακία—, και που δεν πολυέχουν όρεξη να ξενυχτήσουν σήμερα, να χαρούν, να πάρουν μέρος σε όλο αυτό το ωραίο πάρτι.

Κι ακόμα: μην τα γελάτε τα γεύματα της αγάπης, και τις φιλανθρωπικές κινήσεις των ημερών, και τη δημοσιότητά τους, και μην τα μικραίνετε. Έχουν την αξία τους, και, για κάποιον που δεν τα χόρτασε δα, σημαίνουν πολύ περισσότερα απ’ όσα νομίζουμε. Κάποιοι ξόδεψαν μια σκέψη παραπάνω, δυο δευτερόλεπτα παραπάνω, και δώσανε και δυο δραχμές γι’ αυτό. Κι αυτό είναι καλό. Λίγο, αλλά καλό — και όχι αντιστρόφως.

Κι ακόμα: απόψε κανείς δεν θα νοιαστεί για καθαρούς δρόμους, αλλά πάλι αύριο το πρωί όλα πρέπει να ’ναι ξανά καθαρά, ξανά λειτουργικά, ξανά απ’ την αρχή. Δεν θα γίνουν μόνα τους όλα αυτά. Κάποιοι θα τα σαρώσουν. Ας τους πούμε ένα ευχαριστώ αν πέσουμε πάνω τους, τζάμπα είναι.

* * *

Και κάποιοι, τέλος, θα πεθάνουν σήμερα, και θα πεθαίνουν και πάνω στην αλλαγή του χρόνου, ακριβώς πάνω στο «τρία… δύο… ένα!», και θα ’ναι μόνοι τους εκείνη την ώρα. Ολομόναχοι. Γιατί όλοι πεθαίνουμε μόνοι. Αλλά —πες— θα ’χουν πεθάνει για την ελευθερία, οπότε θα ’χει μετρήσει η θυσία τους.

Για την ελευθερία τη δικιά τους, των δικών τους, της πατρίδας τους, και για τη δικιά μας ελευθερία.

Ας μην τους ξεχνάμε αυτούς που θα πεθάνουν σήμερα, κομματιασμένοι, με τρύπες στην κοιλιά και με το μισό τους όμορφο πρόσωπο να λείπει. Δεν το κάνουν μόνο για πάρτη τους, είπαμε: το κάνουν και για εμάς. Στρώνουν το τραπέζι μας για να διασκεδάσουμε, τυπώνουν τα βιβλία μας για να διαβάσουμε, φέρνουν με το παπάκι τους το φαγητό μας για να φάμε, βιδώνουν τα λαμπιόνια που φωτίζουν τη νύχτα μας. Αυτοί τα κάνουν όλα. Οι πεθαμένοι.

Νίκη στην Ουκρανία. Νίκη στους Ήρωες.

Και Καλή Χρονιά, σας ευχαριστώ.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ