TV + Series

Πώς «γεννιέται» ένα τηλεοπτικό σίριαλ;

Μια σεναριογράφος γράφει με χιούμορ για την περιπέτεια της γραφής. Μιλάνε όντως τόσες ώρες στο τηλέφωνο, πίνουνε τόσους καφέδες, τρώνε τόσα γεύματα με συνανθρώπους τους;

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τηλεοπτικό γύρισμα
© Sam Moqadam / Unsplash

Πώς δημιουργείται ένα σίριαλ για την τηλεόραση: Από τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς, στον σεναριογράφο και την εταιρεία παραγωγής. Όλα τα αστεία "backstage"

Τα βλέπουμε στην τηλεόραση και πολλές φορές δεν τα πιστεύουμε: μα λέγονται/γίνονται αυτά τα πράγματα; Είναι τελικά τόσο βαρετή/εξαντρίκ η ανθρώπινη ζωή; Μιλάμε όντως τόσες ώρες στο τηλέφωνο, πίνουμε τόσους καφέδες, τρώμε τόσα γεύματα με συνανθρώπους μας, τους οποίους κουτουπώνουμε σε στάνες μόλις γυρίσουν την πλάτη τους άλλοι, αθώοι συνάνθρωποί μας; Μιμείται η τέχνη την ζωή ή η ζωή την τέχνη; Και πώς γεννιέται τελικά ένα σίριαλ;

Ένα σίριαλ γεννιέται με πολλούς τρόπους, αλλά ο συνηθέστερος είναι ο εξής:

Ο Σταρ προσεγγίζει τον Σκηνοθέτη, με τον οποίον έχει ξαναδουλέψει και έμειναν κι οι δύο πολύ ευχαριστημένοι (κυρίως επειδή πέρασε χρόνος και ξέχασαν πόσο σφαζόντουσαν στα γυρίσματα), και του ομολογεί ότι θέλει να κάνει σίριαλ. Μάλιστα σκέφτεται να παίξει έναν μοναχικό άντρα με σκοτεινό παρελθόν. Στα προηγούμενα έξι σίριαλ που έπαιξε, ο Σταρ υποδυόταν έναν μοναχικό άντρα με σκοτεινό παρελθόν, αλλά αυτό δεν είναι θέμα, ο Κλιντ Ίστγουντ παίζει το ίδιο πράγμα εδώ και μισό αιώνα και ορίστε πού έφτασε (στον κολοφώνα).

Ο σκηνοθέτης εκφράζει τις αμφιβολίες του κατά πόσον ένα σίριαλ με έναν μόνον ηθοποιό θα έχει σουξέ. Του προτείνει τη Μοιραία για συμπρωταγωνίστρια. Η Μοιραία αυτή την εποχή θέλει να παίξει τη μοναχική γυναίκα με σκοτεινό παρελθόν (αλλά όχι πουτάνα), επομένως αποκλείεται: δύο μοναχικοί με σκοτεινό παρελθόν σέ ένα σίριαλ; Είναι too much. Επίσης η Μοιραία είναι πιο διάσημη από τον Σταρ, κι αυτό δεν το θέλει ο Θεός: επιλέγεται μια Ενζενύ, που σάρωσε με την ερμηνεία της στο Θέατρο Τοίχων και ο Σταρ θέλει πολύ να δουλέψει μαζί της (βλέπε: να την κουτουπώσει). Βρίσκουν την Ενζενύ, η οποία προς το παρόν δουλεύει γκαρσόνα (δεν βρήκε ρόλο), και την ψήνουν ότι το πρότζεκτ είναι ουάου.

Υπάρχει το μικρό πρόβλημα του/της Σεναριογράφου, αλλά τόσα παιδιά γράφουνε, όλο και κάποιο θα βρεθεί....

Βρίσκεται το Παιδί – γράφει ατάκες σε πρωινατζίδικα προς το παρόν, αλλά όλοι λένε ότι πρόκειται για Ταλέντο Ολκής. Βασικά το λένε οι γονείς του/της από την Άρτα, αλλά το Παιδί όντως γράφει. Το βάζουνε κάτω, ο Σταρ, ο Σκηνοθέτης κι η Ενζενύ, και εξηγούν την βασική ιδέα.

Η οποία βασική ιδέα είναι η εξής: ένας μοναχικός άντρας με σκοτεινό παρελθόν έρχεται στην πόλη όπου δουλεύει η Ενζενύ (γκαρσόνα, για να μην πιέζονται τα υποκριτικά της όρια). Την γνωρίζει και την ερωτεύεται…

Εδώ υπάρχει ένα μικρό κενό: τι συμβαίνει από την στιγμή που η Ενζενύ συναντάει τον Σταρ; Και πώς αυτό που συμβαίνει μπορεί να τραβήξει 22, 28, 40 ή περισσότερα επεισόδια; Αυτή είναι η δουλειά του Παιδιού, που έκτοτε ονομάζεται «Σεναριογράφος». Ο/ηΣεναριογράφος σκέφτεται την ιδέα δεκαπέντε μέρες ενώ ταυτόχρονα τα πίνει με τον άνθρωπό του/της και λέει σε όλο τον κόσμο ότι ανέλαβε ΤΟ επόμενο σουξέ του Σταρ (την Ενζενύ δεν την ξέρει ούτε η μάνα της). Στο μεταξύ ο Σταρ του λέει ότι είχε μια καταπληκτική ιδέα: να είναι άντρας των μυστικών υπηρεσιών! Μόλις χθες είδε το «The Bourne Identity» στο Νετφλιξ και νομίζει ότι έχει το ρόλο στο τσεπάκι του. Θα μάθει τάε-κβοντό, πολεμικές τέχνες γενικότερα, και θα παίξει τον Bourne. Ή έστω, τον Τζέικ Περάλτα.

Το θέμα μένει ένα μήνα να χωνευτεί. Στο διάστημα αυτό ο Σταρ πάει μια φορά στο γυμναστήριο και ρωτάει πώς μπορεί να μάθει κάτι εύκολο π.χ. καράτε. Αλλά αποθαρρύνεται (πολλές επικύψεις) και στο μεταξύ μεσολαβούν Γιορτές.

Κατα τον Μάρτιο ο/η Σεναριογράφος σκαρώνει τσάκα-τσάκα το πρώτο επεισόδιο, για να το δείξουν σε μία εκ παραδόσεως τσιφούτα εταιρεία παραγωγής η οποία αν δεν δει έξι επεισόδια μαζεμένα δεν πρόκειται να βάλει το χέρι στην τσέπη, και ακόμα και τότε, παίζεται (κατά πόσον θα το βγάλει από την τσέπη). Όσο καλά κι αν γράφει ο/η Σεναριογράφος, το γεγονός ότι δεν έχει (α) υπόθεση, (β)χαρακτήρες και (γ) δεκάρα τσακιστή, τον/την κάνει να πέφτει στη λούπα του «γενικού δραματικού σίριαλ». Δηλαδή κατεβάζει μια υπόθεση από την αποθήκη ταινιών/πλατφορμών που διατηρεί στο μυαλό του και προχωρεί με βάση το «αγόρι γνωρίζει κορίτσι, αγόρι χάνει κορίτσι γιατί προϋπάρχει άλλο αγόρι, κορίτσι μένει έγκυο από κακό γαιοκτήμονα, γαιοκτήμονας σκοτώνει άσχετο άτομο που περνούσε καβάλα στο γαϊδούρι, γίνεται σαματάς, κάποιος απαγάγει ένα κοριτσάκι στην καλή πλευρά της Κωνσταντινούπολης, πιάνε φωτιά το Κορδελιό, διάφοροι πηδιόνται αβέρτα (σε στάνες, αν είναι βουκολικό, σε τουαλέτες, αν είναι αστικό σίριαλ) και αγόρι κερδίζει κορίτσι». Χιλιάδες αμερικάνικες, βραζιλιάνικς και τούρκικες ταινίες/σειρές έχουν βασιστεί επάξια πάνω σ’ αυτήν την υπόθεση.

Μόνο που ο/ηΣεναριογράφος ξέρει ότι με αυτήν την «υπόθεση» γεμίζει 20, άντε 30 σελίδες: ούτε κατά διάνοια τις 900 σελίδες που χρειάζονται τα 22 επεισόδια... Και αναγκαστικά καταφεύγει στη Χρυσή Λύση της τηλεφωνικής επικοινωνίας των ηρώων. Μια σκηνή διαλόγου μπορεί να πιάνει από μισή σελίδα ως χ σελίδες, κι ο Σεναριογράφος τείνει προς τις χ-εις-την-νιοστήν σελίδες στρώνοντας τον τηλεφωνο-διάλογο:

«Ο ΣΤΑΡ(ΑΛΕΞΗΣ) πιάνει το κινητό. Καλεί.
ΑΛΕΞΗΣ: -Ελα;
ΕΝΖΕΝΥ (ΤΖΙΝΑ-ΟΦΦ απαντάει χωρίς να δει ποιος πήρε για να έχουμε δράση): -Παρακαλώ;
ΑΛΕΞΗΣ:-Τζίνα;
ΤΖΙΝΑ (ΟΦΦ): -Η ίδια.
ΑΛΕΞΗΣ:-Γιατί δεν μιλάς;
ΤΖΙΝΑ:-Μίλησα. Ποιος είναι παρακαλώ;
ΑΛΕΞΗΣ:-Αλέξης.
ΤΖΙΝΑ:-Α, γεια σου Αλέξη!
ΑΛΕΞΗΣ:-Πώς πάει;
ΤΖΙΝΑ:-Μια χαρά.
ΑΛΕΞΗΣ:-Πες το
ΤΖΙΝΑ:-Ποιο;
ΑΛΕΞΗΣ:-Ξέρεις εσύ.
ΤΖΙΝΑ:-Μα το θεό, Αλέξη, δεν σε καταλαβαίνω σήμερα.
ΑΛΕΞΗΣ:-Τι έγινε με τον Ορέστη;
ΤΖΙΝΑ (ΑΘΩΑ):-Ποιον Ορέστη;
ΑΛΕΞΗΣ (ΘΥΜΩΜΕΝΑ):-Μην αρχίζεις τα ίδια, Τζίνα!
ΤΖΙΝΑ:-Α, τον γνωστό Ορέστη.
(εδώ ο σεναριογράφος θέλει να δώσει μερικές πληροφορίες στον θεατή, και πέφτει με τα μούτρα:)
ΑΛΕΞΗΣ:-Τον Ορέστη, Τζίνα. Αυτόν που ήταν δεσμός σου μέχρι προχθές, που μεγαλώσατε μαζί σε μια γειτονιά της Κυψέλης, που μιλάει ιταλικά, που κάνατε ποδηλατάκι όταν ήσασταν παιδιά, που τον άφησες για μένα χωρίς να μου πεις τίποτα για την ύπαρξή του!
ΤΖΙΝΑ:-Ναι, κατάλαβα.
ΑΛΕΞΗΣ:-Λοιπόν; Τι κάνει ο Ορέστης;
ΤΖΙΝΑ:-Καλά είναι.
ΑΛΕΞΗΣ:-Μόνο αυτό;
ΤΖΙΝΑ:-Καλά είναι, λέμε!
ΑΛΕΞΗΣ:-Και;
ΤΖΙΝΑ:-Τι «και»;
ΑΛΕΞΗΣ:-Τζίνα!
ΤΖΙΝΑ:-Ναι, τι έγινε; Τι θέλεις από μένα επιτέλους;
ΑΛΕΞΗΣ:-Την αλήθεια, Τζίνα! Την αλήθεια!
ΤΖΙΝΑ (ΠΙΚΡΑ):-Η αλήθεια δεν είναι για τα αυτιά σου, Αλέξη.
ΑΛΕΞΗΣ:-Τι εννοείς;
ΤΖΙΝΑ:-Αυτό που άκουσες.
ΑΛΕΞΗΣ:-Τζίνα!
ΤΖΙΝΑ: -Όχι Αλέξη. Δεν έχουμε να πούμε τίποτε άλλο.
ΑΛΕΞΗΣ:-Έχουμε, Τζίνα, έχουμε πολλά να πούμε... κ.λπ., κ.λπ.»

Η σκηνή τηλεφωνικής επικοινωνίας μπορεί με άνεση να κρατήσει οχτώ σελίδες. Για να κερδηθεί χρόνος, οι πρωταγωνιστές λένε πολλές φορές ο ένας το όνομα του άλλου (σε περίπτωση που ο θεατής έχει πάει να πάρει μπίρα/ντραγκς, επιστρέφοντας πρέπει να βεβαιωθεί ότι ακόμα μιλάνε στο τηλέφωνο αυτοί οι δύο, και όχι οι κολλητοί τους, οι οποίοι θα μιλήσουν στο τηλέφωνο μετά το διαφημιστικό διάλειμμα.) Επίσης, όλες οι πληροφορίες πρέπει να δοθούν ευθέως: ο ένας θα ρωτήσει τον άλλον, «Πόσο καιρό σε ξέρω, Αλέξη;» και ο άλλος θα απαντήσει, «Δέκα χρόνια, Κωνσταντίνε». Αν έχουν κάνει μαζί στρατό, θα μιλήσουν οπωσδήποτε για το στρατό, ιδίως αν ο ένας πρόκειται να φάει την γκόμενα/δουλειά/στάνη του άλλου, οπότε έχει σημασία που φυλούσαν μαζί σκοπιά.

Μετά το εκτενές τηλεφώνημα (α) και (β), πιθανώς και (γ), ο/η Σεναριογράφος θα βάλει έναν ήρωα Τζουράσικ, να μιλάει θλιμμένα στην φωτογραφία εκλιπόντος συντρόφου («Εσύ θα ήξερες πώς να αντιμετωπίσεις την κατάσταση, Αποστόλη μου, αρκεί να ζούσες... κ.λπ.») . Αν δεν έχει εφευρεθεί εκλιπών σύντροφος, ο ήρωας θα μιλάει μπροστά στον καθρέφτη («Ποιος νομίζεις ότι είσαι, Αλέξη; Ένα τίποτα είσαι, τόσα χρόνια προσπαθείς να κόψεις το αλκοόλ/τον καφέ κι ακόμα δεν έχεις καταφέρει τίποτα, και η Μάιρα χάθηκε εξαιτίας σου, ναι, εξαιτίας σου, Αλέξη...») Κι εδώ συμφέρει να επαναλαμβάνεται το όνομα του ήρωα σε περίπτωση που ο θεατής έχει ξεραθεί στον καναπέ, ξυπνάει ξαφνικά και αναρωτιέται, «σε ποιον μιλάει αυτός πάλι;»

Η σκηνή τηλεφωνικής επικοινωνίας θα επαναληφθεί οχτακόσιες φορές σε όλο το σίριαλ ως «σκηνή καφέ/μπαρ»: ίδια, απλώς οι ήρωες θα πίνουν καφέ/αλκοόλ και θα λένε μπούρδες για να περάσει ο τηλεοπτικός χρόνος. Ο οποίος, όπως έχει καταλάβει ήδη ο/ηΣεναριογράφος, δεν περνάει ο άτιμος...

Υπάρχει επίσης υποχρεωτική σκηνή σεξ με τον Σταρ και την Ενζενύ, που δεν θέλει να δείξει τα βυζιά της αλλά την ψήνουνε – ο/η Σεναριογράφος βάζει τον Σταρ να της λέει «Πεθαίνω για την σφριγηλή σάρκα σου» (ιδέα του Σταρ). Όσο να ‘ναι, η Ενζενύ κολακεύεται και τα πετάει όλα όξω.(Επί γυρισμάτων, σκηνοθέτης, κάμεραμαν, διευθυντής φωτογραφίας μπορεί να διαμαρτυρηθεί ότι ο κόσμος δεν λέει «σάρκα», οπότε το κόβουνε στο πλατό και βάζουνε τον Σταρ να λέει, «Είσαι… καταπληκτική γυναίκα», με δισταγμό, που δείχνει φωτισμένο άτομο.)

Το σενάριο πρώτου επεισοδίου κρίνεται αξιοπρεπές από τον Σταρ και την Ενζενύ αλλά όχι από τον/την Σκηνοθέτη, που ζητάει Δεύτερη Γραφή. Ο/η Σεναριογράφος, αν είναι φρέσκος, δεν ξέρει ότι κάθε επεισόδιο θα έχει τουλάχιστον πέντε γραφές, επειδή πάντα ο ένας στους τρεις δεν θα είναι ευχαριστημένος. Κάπου μεταξύ τρίτης και πέμπτης γραφής την ψυλλιάζεται τη δουλειά και κάνει μίνιμουμ αλλαγές, ίσα να μην του ζαλίζουν τον έρωτα, υποστηρίζοντας ότι το ξανάγραψε. Επειδή κανένας δεν θυμάται τι έχει διαβάσει από τη μία γραφή στην άλλη, τη βγάζει καθαρή.

Στα πέντε επεισόδια (σενάρια), ξαναπάνε στην εταιρεία παραγωγής, που μέχρι στιγμής δεν έχει πληρώσει ούτε καφέδες. Και η εταιρεία αντιδράει με έναν από τους τρεις παρακάτω τρόπους: (α) δηλώνει ενθουσιασμό, ορίζει έναρξη γυρισμάτων. (β) Δηλώνει αμφιβολίες, δεν δεσμεύεται, (γ) Δηλώνει αηδία και δεν θέλει καμία σχέση με το πρότζεκτ.

Στο μεταξύ ο Σταρ έχει δει μια ταινία που λέγεται «Dead poets society» κι έχει ενθουσιαστεί. Θέλει πολύ να παίξει τον ρόλο του πώς-τον-είπαμε, να είναι δάσκαλος σε ένα σχολείο στην δεκαετία του ’50 και να μυεί τους μαθητές στην ποίηση, αλλά ταυτόχρονα (γιατί όχι;) να είναι μοναχικός με σκοτεινό παρελθόν.

Ο/η Σεναριογράφος μπορεί να (α) φάει τα σενάριά του/της, μια και δεν θα έχει τίποτα άλλο να φάει τους επόμενους έξι-οχτώ μήνες, (β) να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις. Το φιλοσοφεί: οι αλλαγές είναι ελάχιστες. Η ΤΖΙΝΑ θα γίνει ΛΟΥΙΤΖΙ και θα μιλάει στο τηλέφωνο με τον ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ με τις ώρες για μαθητές που δεν τα παίρνουν τα γράμματα. Π.χ.

«ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Τον Λουίτζι παρακαλώ.
ΛΟΥΙΤΖΙ: -Ο ίδιος. Με πήρες στο κινητό. Ντ’α!
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Σε ακούω περίεργα.
ΛΟΥΙΤΖΙ:-Δεν έχω καλό σήμα.
 ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Υπάρχει κανένα νέο;
ΛΟΥΙΤΖΙ:-Κανένα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Οι μαθητές;
ΛΟΥΙΤΖΙ:-Ποιοι μαθητές;
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Λουίτζι, ξεχνάς ότι διδάσκουμε σε ένα σχολείο-πρότυπο με ευαίσθητους μαθητές που χάρη σε μάς μαθαίνουν περί ποίησης;
ΛΟΥΙΤΖΙ:-Σωστά, Αλέξανδρε. Μάλιστα ένας από αυτούς πρόκειται να αυτοκτονήσει.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Λουίτζι, ελπίζω να μην φτάσουμε εκεί.
ΛΟΥΙΤΖΙ:-Κι εγώ το ελπίζω, Αλέξανδρε.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Από το στόμα σου και στου Θεού το αυτί.
ΛΟΥΙΤΖΙ:-Νομίζεις, Αλέξανδρε;
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ:-Τι εννοείς, Λουίτζι;»… κ.λπ., κ.λπ.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ