Θεατρο - Οπερα

Ευθύμης Φιλίππου: Από τον «Κυνόδοντα» στα «Αίματα»

Τι είναι αυτό που το λένε νέο ελληνικό κινηματογράφο; Θα υπάρξει συνέχεια;

4169-207182.JPG
Γιώργος Δημητρακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 497
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
77184-171827.jpg

Ο Ευθύμης Φιλίππου σε μια συνέντευξη στον Γιώργο Δημητρακόπουλο.

Ο Ευθύμης Φιλίππου αποτελεί μαζί με το σκηνοθέτη Γιώργο Λάνθιμο το βραβευμένο συγγραφικό δίδυμο των ταινιών «Κυνόδοντας», «Άλπεις» και της επερχόμενης (πρώτης αγγλόφωνης) «Τhe Lobster». Συνδιαμορφώνοντας μια νέα γενιά Ελλήνων σκηνοθετών που οι ξένοι κριτικοί χαρακτήρισαν αρχικά ως «Weird wave of Greek cinema». Έχει εργαστεί ως κειμενογράφος σε διαφημιστικές, το 2009 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο «Κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα», ενώ μαζί με τη σκηνοθέτη Αργυρώ Χιώτη υπογράφει το πρώτο του θεατρικό έργο «Αίματα» αποκλειστικά για την ομάδα Vasistas και τη Στέγη. H ATHENS VOICE είχε να τον ρωτήσει μερικά πράγματα…

Mονολογείς συχνά ή μόνο όταν γράφεις; Δεν μονολογώ γιατί ντρέπομαι. Καμιά φορά μπορεί να ξεφυσήξω, αλλά μέχρι εκεί.

Τι σου έμαθε η γλώσσα της διαφήμισης; Η διαφήμιση σε μαθαίνει να γράφεις κάτι σε λίγο χρόνο και να το παράγεις σε λίγο χρόνο και να το δείχνεις σε λίγο χρόνο, να συμβιβάζεσαι με την ιδέα ότι αυτό που κάνεις δεν σημαίνει τίποτα, να συνηθίζεις την εικόνα των κειμένων που πεθαίνουν στα χέρια σου καθημερινά, να μιλάς με τον τρόπο που θέλει να ακούσει ο άλλος και να ακούς με τον τρόπο που θέλει ο άλλος να ακούς.

Τι είναι αυτό που το λένε νέο ελληνικό κινηματογράφο; Θα υπάρξει συνέχεια; Δεν ξέρω ακριβώς τι είναι ο νέος ελληνικός κινηματογράφος και τι είναι ο παλιός καλός. Μάλλον είναι ο κινηματογράφος που γίνεται από ανθρώπους που δεν έχουν ακόμα πεθάνει. Τώρα αυτός ο κινηματογράφος δεν πιστεύω ότι φτιάχνει ρεύμα ή ότι αυτό το ρεύμα φτιάχνει κύμα. Το αντιλαμβάνομαι πιο πολύ σαν αυτόνομες και μεμονωμένες αιματηρά κοπιαστικές δουλειές διαφορετικών ανθρώπων που απλά τυχαίνει να γεννήθηκαν στην Ελλάδα και να έχουνε ζήσει λαμβάνοντας μερικά κοινά ερεθίσματα. Υπάρχει δηλαδή μια κοινή διάλεκτος αλλά δεν υπάρχει μια κοινή φωνή. Το αν θα υπάρξει συνέχεια εξαρτάται μόνο από τους δημιουργούς και από κανέναν άλλο. Και στους δημιουργούς συμπεριλαμβάνονται όλοι όσοι δουλεύουν για αυτό. Το κράτος ή οι μάνες των σκηνοθετών ή τα χρηματοδοτικά προγράμματα ή οι κριτικές του indiewire μπορούν να κάνουν τα πράγματα λίγο δύσκολα ή λίγο πιο εύκολα αλλά δεν μπορούν να σταματήσουν μια διαδικασία όταν είναι να γίνει ή να ξεκινήσουν μία όταν είναι να μην γίνει.

Η «ανθρώπινη κατάσταση» που απασχολεί τις ταινίες που γράφετε με τον Γιώργο Λάνθιμο είναι μακριά από την επιζητούμενη για χρόνια εξωστρέφεια του εγχώριου κινηματογράφου μέσα από μια ηλιόλουστα ελληνοκεντρική ματιά. Ήταν αυτή όμως που αναγνωρίστηκε στα διεθνή φεστιβάλ. Πώς αντιλαμβάνεσαι την ελληνική κινηματογραφική πολιτική; Η συνομιλία των Ελλήνων με τους ξένους άρχισε νομίζω όταν η βάρκα και ο αντικατοπτρισμός της στο Αιγαίο δεν φιλμαρίστηκε για να δείξει πόσο πιο γαμάτοι και πόσο πιο τυχεροί είμαστε, αλλά για να πει ότι εμείς έτσι βλέπουμε τις βάρκες, έτσι τους αντικατοπτρισμούς και αυτό σίγουρα μοιάζει με μια άλλη βάρκα που αντικατοπτρίζεται σε μια λίμνη στην Ελβετία. Δηλαδή η γλώσσα και το τοπίο είναι μεν διαφορετικά αλλά άμα κάποιος θέλει να σπάσει τη μούρη κάποιου με τον ίδιο τρόπο θα το κάνει με οποιοδήποτε background και σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη είτε πίσω του είναι η Ύδρα είτε μια παγόδα.

Ποιες ήταν οι ιδιαιτερότητες που αντιμετωπίσατε με τον Γιώργο Λάνθιμο για το «Lobster»; Άλλαξε κάτι στον τρόπο που δουλέψατε το κείμενο; Όχι. Δεν υπήρχαν ιδιαιτερότητες στη συγγραφή, έγινε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως και οι προηγούμενες. Αλλά και μετά τη συγγραφή ο τρόπος ήταν πάλι ο ίδιος. Αγώνες για χρηματοδότηση, ραντεβού, αιτήσεις, παρουσιάσεις, δυσκινησία, απογοητεύσεις και ασκήσεις υπομονής. Πιο πολύ βέβαια από την πλευρά του Γιώργου. Όσον αφορά στη γραφή δεν νομίζω ότι προσεγγίζεται αλλιώς, τουλάχιστον όχι συνειδητά, μόνο προσαρμόζεται με την έννοια ότι κανείς γράφει αυτό που είναι να γράψει και με τα ορθογραφικά ή συντακτικά λάθη που είναι να κάνει, είτε αυτό το αποστηθίσει ένας ηθοποιός δίπλα σε έναν αυτοκινητόδρομο είτε το διαβάσει ένας άλλος ηθοποιός πάνω σε μια θεατρική σκηνή είτε απλά το διαβάσει ένας αναγνώστης σε μια βεράντα.

Γιατί επέλεξες να τοποθετήσεις τα «Αίματα» στη δεκαετία του ’90; Το 1990 ήμουν 13 και το 1999 ήμουν 22. Η δεκαετία του ’90 είναι η δεκαετία που δέχτηκα τις περισσότερες πληροφορίες στο κεφάλι μου και που μπορούσα κάπως να τις επεξεργαστώ λίγο. Μπορώ να την περιγράψω σχετικά εύκολα σε κάποιον που δεν την είδε και μπορώ να θυμηθώ πώς είναι να χωρίζεται ο κόσμος σε αυτούς που πάνε στο Faz και σε αυτούς που πάνε στο La Mamounia. Δεν θα μπορούσα να μιλήσω για το Πολυτεχνείο, για την εισβολή στην Κύπρο ή για την Κουίντα στην Φωκίωνος. Και δεν θα ήθελα επίσης. Τέλος, το format της αλληλογραφίας που έχει επιλεχθεί για τα «Αίματα» δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί σήμερα χωρίς να χαρακτηριστεί νοσταλγικό, γραφικό, νεκροφιλικό ή δεν ξέρω εγώ τι.

Πώς επιδρά η κρίση και η παγκόσμια αστάθεια στη γραφή σου; Πάντα έτσι κι αλλιώς στην Ελλάδα υπήρχε η αντίληψη ότι αυτός που γράφει είναι ή κάποιος που δεν έχει βρει μια κανονική δουλειά και κοιμάται σε φουτόν ή ότι τρώει τα λεφτά του πατέρα του που μένει στο χωριό. Η ενοχή αυτή εντάθηκε με την κρίση και έγινε ακόμα πιο δύσκολο να εξηγήσει κανείς σε κάποιον ή στον ίδιο του τον εαυτό ότι γράφει για να ζήσει. Και μετά να καταφέρει να το κάνει κιόλας. Γενικά πάντως δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι χρειάζεται να εξαθλιωθεί κανείς για να μπορέσει να γράψει. Έχω διαβάσει ωραιότατα κείμενα από ανθρώπους που δεν ήταν εξαθλιωμένοι.

Από πού έρχεται η φρεσκάδα στη δημιουργία του σήμερα; Από τη συνειδητοποίηση ότι όλα έχουν έτσι κι αλλιώς γίνει ξανά, ότι τα θέματα είναι πέντε-έξι, ότι αυτό που κάνεις θα είναι οκ αλλά ποτέ τέλειο, ότι θα υπάρχουν πάντα καλύτεροι και χειρότεροι όσο κακός κι αν είσαι, ότι δεν μπορείς να μιλάς σε όλους και με όλους και ότι σημασία έχει τι θα πουν αυτοί που τους εκτιμάς όταν μιλάνε. Επίσης η φρεσκάδα ποτέ δεν έρχεται από κάποιον που ξεκινάει λέγοντας «Τώρα θέλω πολύ να κάνω κάτι φρέσκο».

Info: H παράσταση «Αίματα»του Ευθύμη Φιλίππου από την ομάδα Vasistas και την Αργυρώ Χιώτη ανεβαίνει στη Μικρή Σκηνή της Στέγης από τις 8 ως τις 19 Οκτωβρίου (εκτός Δευτ.&Τρ.). Στις 10/10 μετά τη παράσταση θα ακολουθήσει συζήτηση του κοινού με τους συντελεστές.

Φωτό: Χρήστος Σαρρής

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ