Βιβλιο

Μπονβιβέρηδες και απατεωνίσκοι

Τo «Vita Brevis, Ιστορίες για αχρείους» ήταν το πιο διασκεδαστικό βιβλίο που διάβασα το 2014

25388-95773.jpg
Αναστασία Καμβύση
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
83057-167323.jpg

Τo «Vita Brevis, Ιστορίες για αχρείους» (εκδ. Καστανιώτη) ήταν το πιο διασκεδαστικό βιβλίο που διάβασα το 2014. Ίσως, γιατί είναι αποτέλεσμα της χημείας δύο ηθοποιών: του Θέμη Πάνου, που υπογράφει τις ιστορίες, και του Θανάση Δήμου, που υπογράφει τα σκίτσα.

«Διηγήματα, τουλάχιστον όσον αφορά την έκταση και τη φόρμα» θα πει ο Θέμης Πάνου, «μεικτόν, αλλά νόμιμον» θα συμπληρώσει ο Θανάσης Δήμου, όταν τους ζητώ να κατηγοριοποιήσουν το «Vita Brevis». Έτσι είναι αυτοί οι δύο, αλληλοσυμπληρώνονται συνειρμικά. Ο Θανάσης Δήμου, από την Καβάλα, απόφοιτος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης, έχει εικονογραφήσει πολλά βιβλία για παιδιά. Η δική του ελεύθερη διασκευή της «Χειμωνιάτικης ιστορίας του Σαίξπηρ» (εκδ. Πατάκη) απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Εικονογράφησης το 2009. Ένα χρόνο πριν είχαν συναντηθεί με τον Θέμη Πάνου, εμβληματικό ηθοποιό της γενιάς του, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και διδάσκει στο τμήμα θεατρικών σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, από όπου αποφοίτησε. Ο Πάνου, που τιμήθηκε πέρσι με το Coppa Volpi (βραβείο καλύτερου ηθοποιού) στο φεστιβάλ κινηματογράφου της Βενετίας για την ταινία «Miss Violence», είχε εμφανιστεί στα γράμματα το 2001 με τα αφηγήματα «Αιφνιδίως… και μια επιστροφή» (εκδ. Ροδακιό).

«Συναντηθήκαμε στο θέατρο Κάππα, στα καμαρίνια της “Τρικυμίας” σε σκηνοθεσία Νίκου Χατζόπουλου το 2007 και γίναμε φίλοι. Υπήρχαν καλλιτεχνικές συγγένειες και ανοίγαμε μεγάλες κουβέντες στα καμαρίνια. Μια μέρα μάλιστα είχαμε απορροφηθεί τόσο πολύ σε αναλύσεις ταινιών, αλλά και πολιτικές, κοινωνικές κουβέντες, που ξεχάσαμε να βγούμε στη σκηνή. “Μα πού είναι αυτοί οι δύο;” ακούμε από τη σκηνή να φωνάζουν τα ονόματα των χαρακτήρων μας. Βγήκαμε σφαίρα, αλαφιασμένοι. Ευτυχώς, κόλλαγε και στους ρόλους» θυμάται ο Θέμης. «Δεν είχα διαβάσει το βιβλίο του Θέμη πριν τον γνωρίσω» λέει ο Θανάσης. «Κι εγώ είδα πρώτη φορά στο καμαρίνι το “Χειμωνιάτικο Παραμύθι” του Θανάση, για το οποίο πήρε το κρατικό βραβείο, με τα χρήματα του οποίου έζησε καλά για αρκετό καιρό, όπως καταλαβαίνεις κ.λπ.» Όταν μιλούν αυτοί οι δυο, ένας όχι προσεκτικός ακροατής μπορεί να την πατήσει άσχημα. Το χιούμορ τους φιλτράρει κάθε κατάσταση. Συνεχίζει ο Θέμης Πάνου: «Κάποια στιγμή, μήνες μετά από την πρώτη μας συνάντηση στο θέατρο, βλέπω στο τραπεζάκι του καθιστικού του Θανάση κάτι σκίτσα. Τα αρπάζω να τα δω και έτσι προέκυψαν τα κείμενα του “Vita Brevis”». Δεν μας πιστεύουν όταν το λέμε αυτό, αλλά έτσι έγινε. Οι ιστορίες προέκυψαν από τα σκίτσα, δεν προέκυψαν τα σκίτσα από τους ήρωες. Έχουμε πολύ κοινό χιούμορ, κοινή αντίληψη για το πώς παίζουν οι ηθοποιοί… Αυτό είναι που μας δένει και που μας κάνει να σκεφτόμαστε και για άλλα πράγματα με παραπλήσιο τρόπο. Ο αυτοσαρκασμός και η ειρωνεία. Αυτό είναι η αφετηρία μας και υποκριτικά και μετά αυτό πηγαίνει και στα σκίτσα του και στη δική μου τη γλώσσα».

Διαβάζοντας το βιβλίο σκεφτόμουν ότι θα είχε πλάκα αν οι δύο άνθρωποι που το υπογράφουν ήταν δύο τύποι «γλεντζέδες, γυναικάδες, μπονβιβέρηδες και απατεωνίσκοι». Γελάνε. «Αυτό θα θέλαμε να είμαστε ίσως» λέει ο Θέμις Πάνου. «Εγώ κρατάω το τελευταίο απ’ όλα: απατεωνίσκοι» λέει ο Θανάσης.

image

«Το εξαιρετικό στην ιστορία αυτού του βιβλίου είναι ότι το 90% των ανθρώπων που το διάβασαν θεωρούν ότι οι χαρακτήρες που περιγράφονται είναι υπαρκτά πρόσωπα» λέει ο Θέμις. «Αυτό έχει να κάνει και με το χιούμορ μας» λέει ο Θανάσης. «Συχνά, οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν ότι κάνουμε πλάκα». Ο Θέμης έχει την εξήγηση: «Είναι αυτή η βαθύτατη επιθυμία να παίζουμε μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού διαρκώς χρησιμοποιώντας το λόγο. Αυτό είναι το κοινό μας στοιχείο. Κι επειδή στο θέατρο μας δίνεται άπειρες δυνατότητες με αυτό, να παίξουμε με διπλά και τριπλά υπονοούμενα, να υπονομεύσουμε το χαρακτήρα και τις σχέσεις που αναπτύσσει, αυτό είναι που μας δένει, μία αντίληψη ζωής, επιβίωσης, ένας τρόπος ύπαρξης στον πολύ δύσκολο χώρο του θεάτρου, με έναν τρόπο ελαφρύ, και μια οδυνηρή αυτογνωσία: Ξέρουμε ότι δεν είμαστε μπονιβέρηδες και γυναικάδες, αλλά μικροί απατεωνίσκοι».

Φωκίων Ματσαβίδας, Ραφαήλ Γκολίτος, Ακύλας Φιρεζάκος, Φανούρης Τιτιζάκης, Σοφοκλής Ταρκαζίκης, Ναπολέων Τασινίκας, μερικούς τους γκούγκλαρα, να ξέρετε. Τι απίθανα ονόματα ήταν αυτά. «Είχα τρεις, τέσσερις εκδοχές για το όνομα κάθε ήρωα» εξηγεί ο Θέμης. «Τους είδαμε όλους σαν ηθοποιοί. Πώς θα τους έλεγαν αυτούς τους ήρωες, αν τους παίζαμε στο θέατρο; Τα ονόματα είναι παρμένα από ταμπέλες σε όλη την Ελλάδα. Είναι ονόματα που έχω δει στην Εθνική, σε φανοποιεία και αποθήκες… Ας πούμε ο Τασινίκας είναι ηπειρώτης, είναι πολύ κοινό το όνομα Ναπολέων στην Ήπειρο λόγω Ναπολέοντα Ζέρβα. Έτσι, ανά περιοχή, συναντάς επίθετα και ονόματα και καταλαβαίνεις πολλά από ένα όνομα. Αν ο Γκολίτος είναι Γκολίτος ή Γκολίτο, κάναμε ολόκληρη συζήτηση. Ο Βροχίδης μπορεί να είναι έτσι επειδή μας ενδιέφερε το στοιχείο της αντίθεσης και της έκπληξης». Αφού είναι σαν ήρωες κάποιου θεατρικού έργου οι χαρακτήρες σας, γιατί δεν το αποφασίσατε να το πάτε προς εκείνη την κατεύθυνση; «Όχι, αυτά είναι από το περίσσευμά μας» λέει ο Θέμης. «Αν το μεταγράφαμε σε ένα άλλο είδος, σε άλλη φόρμα, θα άλλαζε τελείως».

«Το θέμα της φόρμας είναι πολύ σημαντικό για εμάς, είμαστε στιλίστες, μας ενδιαφέρει. Ξέρω τα όριά μου. Το θεατρικό είναι αλλουνού χωράφι. Για το σκίτσο μου είμαι πιο σίγουρος. Είμαι πολύ πιο ανασφαλής ως ηθοποιός, από ό,τι ως σκιτσογράφος. Ο ναρκισσισμός είναι μεγαλύτερος πάνω στο σκηνή. Εκεί είμαι ευάλωτος στην κριτική, καλή ή κακή. Στο θέατρο βιώνω τροπικά συναισθήματα» λέει ο Θανάσης. «Εμείς λέμε ότι η φόρμα έχει περιεχόμενο. Αυτό κάνουμε και στο θέατρο σαν ηθοποιοί, όταν παίρνουμε μία… εργολαβία ενός ρόλου, αναλαμβάνουμε να εφεύρουμε, να ανακαλύψουμε το περιεχόμενό του σε τι φόρμα θα πήγαινε…» λέει ο Θέμης, «σε συνδυασμό βέβαια, με την παράσταση, με την άποψη του σκηνοθέτη…» συμπληρώνει ο Θανάσης. Παραπονιέμαι για την έλλειψη γυναικών από τα σκίτσα. «Δεν σχεδιάζω πολύ γυναίκες. Ίσως γιατί σχεδιάζω άνδρες υποδυόμενος κάποιους ρόλους. Μερικά από αυτά τα σκίτσα έχουν να κάνουν με μια διασκευή του Σαιξπηρικού Περικλή, που είναι ένας πολύ ανδρικός κόσμος» μου εξηγεί ο Θανάσης.

image

O Θέμης Πάνου

image

Ο Θανάσης Δήμου

Και οι ιστορίες της πώς ξεκίνησαν στο μυαλό του Θέμη Πάνου; «Έπλασα τους ήρωες από το βλέμμα και βέβαια βασίστηκα στο ενδυματολογικό στοιχείο. Έτσι οι ιστορίες εκτυλίσσονται συχνά στο μεσοπόλεμο, οι χαρακτήρες έχουν σχέσεις με τον υπόκοσμο, μπαινοβγαίνουν σε καμπαρέ…

Γράφω όπως νομίζω ότι είναι αυτά, δεν τα ξέρω στ’ αλήθεια. Όμως είμαι κι εγώ πιο σίγουρος για το κείμενό μου, παρά πάνω στη σκηνή. Ως ηθοποιός, έχω μεγαλύτερη ανασφάλεια γι’ αυτό που κάνω πάνω στο σανίδι, γι’ αυτό από το οποίο εξαρτάται η επιβίωσή μου. Είμαι πολύ πιο σίγουρος για το κείμενό μου, ξέρω ποιους αφορά, ποιοι θα το καταλάβουν. Κάνω αυτό που μου είναι εύκολο στη γραφή “εκ του περισσεύματος”. Πάντα στην τέχνη το εκ του περισσεύματος είναι αυτό που είναι ουσιαστικό και λάμπει. Ό,τι πετάς από μια πρόβα, ό,τι βρίσκεις σε μια παράσταση και δεν το χρησιμοποιείς, εκεί που έχεις ξεφύγει από τη συνθήκη και παίζεις κι έχεις φτάσει στα όρια του παιχνιδιού έτσι όπως το εννοούν τα παιδιά, αυτό είναι ένα υλικό πάρα πολύ πλούσιο. Παίρνουμε αυτόν τον πλούτο και τον κάνουμε λέξεις και σκίτσα. Αυτό είναι το περίσσευμα. Κι επειδή μας έχει επηρεάσει πολύ ο Βασίλης Παπαβασιλείου, θα πω αυτό που λέει κι εκείνος, ότι εμείς ζούμε από τους τόκους όσων έχουμε ζήσει, από το αποτέλεσμα που έχουν οι τόκοι των διαβασμάτων μας, της εμπειρίας μας, του γούστου μας, αυτού που έχουμε δει, ακούσει, μας αρέσει… αυτό είναι το περίσσευμα, όχι μια εκ προθέσεως κατασκευή».

Μιλάγαμε ώρες με τους δύο ηθοποιούς. Για ταμπέλες στη ζωή (κυριολεκτικά, αυτές τις θεσπέσιες στη μέση του πουθενά, στην επαρχία, αλλά και μεταφορικά) και το θέατρο (μοντέρνο, πειραματικό, «το καινούργιο στην τέχνη είναι πάντοτε το ίδιο» είπε ο Θέμης, «Ποιος μπορεί να ξεπεράσει τον Οιδίποδα;»), για ηθοποιούς («ο Λογοθετίδης είναι ένας μεγάλος δραματικός ηθοποιός» είπε ο Θανάσης, «ξεκίνησε παίζοντας φάρσες και εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο μοντέρνους της γενιάς του»), για τον τρόπο που οι ίδιοι γράφουν και σκιτσάρουν («Με μολύβι! Πόσο μοντέρνο είναι αυτό;»). «Έχουμε κάνει κατά διαστήματα παρέα με χαρακτήρες και φάτσες σαν αυτούς που περιγράφονται στο “Vita Brevis Ιστορίες για αχρείους”, συναντάμε άλλωστε διάφορους που τους μοιάζουν στο χώρο μας» θα μου πουν κι οι δυο. Και θα με αφήσουν παρέα με τους ήρωές τους να μειδιώ, για παράδειγμα, στη σκέψη της ύπαρξης ενός «Συλλόγου Άτολμων Κορασίδων», που «διευκόλυνε τις δεσποινίδες να μπούνε στον «καλό κόσμο». Μαθήματα για τρόπους καλούς, ευγένειες, ματιές με νόημα, ένδυση της μοδός, ολίγα γαλλικά, λιγουλάκι πιάνο, τέτοια».


* Αυτές τις ημέρες ο Θανάσης Δήμου παίζει στο «Με τα δόντια» του Θόρντον Γουάιλντερ στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν στην Πεσμαζόγλου και ο Θέμης Πάνου στο «Θηρίο στη ζούγκλα» του Χένρι Τζέιμς στο Θέατρο Τέχνης Κάρολου Κουν στην Πλάκα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ