- CITY GUIDE
- PODCAST
-
16°
Οι Έλληνες της Ουκρανίας βρίσκονται σε δίλημμα
Η A.V. «συναντάει» το Vice στους δρόμους. Πάρτε μια γεύση.
Κείμενο - Φωτογραφίες: Αλεξία Τσαγκάρη
Εκείνος μου μιλάει μπλέκοντας λέξεις και εκφράσεις στα ρουμέικα και στα ρώσικα. Εγώ του απαντάω στα ελληνικά. Προσπαθεί να ρουφήξει κάθε μου λέξη και, κάθε φορά που δεν καταλαβαίνει, με κοιτάζει απογοητευμένος, «δεν θυμούμαι, παιδάκι μου, δεν θυμούμαι πια». Κι όμως, ο Στυλιανός Χαμσά, 88 χρονών σήμερα, θυμάται με κάθε λεπτομέρεια τα πάντα. «Οι γονείς μου ήταν Έλληνες και μετανάστευσαν από την Κριμαία το 1778. Ήμουν μόλις 17 χρονών, όταν έφυγα από το χωριό μου για να πολεμήσω στο μέτωπο, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άνθρωπος που δεν έχει ζήσει τον πόλεμο δεν ξέρει τι θα πει πόνος. Και τώρα, λίγο πριν από το τέλος της ζωής μου, ζω με τον ίδιο φόβο με την ίδια αγωνία».
Στο χωριό Σαρτανά, 20 μόλις χιλιόμετρα μακριά από τη Μαριούπολη, οι περισσότεροι κάτοικοι είναι ελληνικής καταγωγής. Ο μύθος θέλει το χωριό να ονομάστηκε έτσι όταν οι πρώτοι Έλληνες που μετανάστευσαν στην περιοχή, είδαν από μακριά ένα κίτρινο μοσχάρι στα χωράφια. Άλλη εκδοχή του ίδιου μύθου θέλει η ονομασία να προέρχεται από τη λέξη Σαρ, που σημαίνει αθάνατος. Σαν να είχαν προβλέψει από τότε την αδιάκοπη προσπάθεια των Ελλήνων να διατηρήσουν αθάνατη μέσα στους αιώνες την ελληνική διάλεκτο, τις παραδόσεις και την ελληνική ιστορία, μια ιστορία συνυφασμένη με βίαιες μετακινήσεις και καταπίεση. Σήμερα στον Σαρτανά υπάρχει τμήμα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας στο δημοτικό σχολείο, πολιτιστικό κέντρο, ελληνικό μουσείο κι Εκκλησία, με μια επιγραφή στα ρώσικα και στα ελληνικά «Εδώ θα χτιστεί Εκκλησία, Δεκέμβριος 1994».
«Πώς μπορώ να αρχίσω να μιλάω ουκρανικά τώρα; Δεν μπορεί η κυβέρνηση να μας επιβάλει την ουκρανική γλώσσα. Εδώ όπως και στα γύρω χωριά όλοι μιλάμε ρώσικα και ρουμέικα. Αν μιλήσει κανείς ουκρανικά, τον κοιτάνε περίεργα, σαν ξένο». Πίσω, στο χαμόσπιτο του Στυλιανού Χαμσά, η συζήτηση έχει ανάψει. Η Τατιάνα, μία από τις δύο κόρες της οικογένειας, αγνοώντας τα νεύματα και τις λοξές ματιές του πατέρα της προσπαθεί να μου εξηγήσει φωνάζοντας και χειρονομώντας έντονα ότι η Ουκρανία πρέπει να μείνει ενωμένη. «Τι δουλειά έχει η Ρωσία στη χώρα μας; Εγώ δεν θέλω πόλεμο, θέλω να μπούμε στην Ευρωπαική Ένωση και να έχουμε καλές σχέσεις με την Αμερική. Τότε μόνο θα ζούμε καλύτερα».
Η Νατάλια Παπακίτσα, διευθύντρια ξενοδοχείου, έχει διαφορετική άποψη. Με έκδηλη ανησυχία και σε άπταιστα ελληνικά μού περιγράφει τη δύσκολη καθημερινότητά της, την αγωνία της για το αβέβαιο μέλλον. «Αυτή τη στιγμή η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη και φοβάμαι ότι πολύ σύντομα η πολιτική αστάθεια θα βυθίσει τη χώρα σε παρατεταμένη οικονομική κρίση. Είναι άγνωστο ακόμα, εάν θα πληρωθούν οι συντάξεις και οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων».
Αποφασίζω να αφήσω πίσω μου το χωριό του Σαρτανά. Οδηγώντας ανάμεσα στα χαμόσπιτα και τα βαριά Volga και Zhiguli, ενθύμια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, κατευθύνομαι προς τη Μαριούπολη. Πίσω από την ομίχλη και μέσα από τον πυκνό καπνό των εργοστασίων μόλις που αχνοφαίνεται αυτή η πόλη των 800.000 κατοίκων και το λιμάνι της στην αζοφική θάλασσα. Η Μαριούπολη είναι μια βιομηχανική περιοχή με έντονο ελληνικό στοιχείο, που η οικονομία της βασίζεται κυρίως στη λειτουργία τριών εργοστασίων χάλυβα και σιδήρου, τα μεγαλύτερα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. «Είναι τρεις πόλεις μέσα στην πόλη. Το χειμώνα το χιόνι που πέφτει, γίνεται αμέσως μαύρο. Παλιότερα, όταν υπήρχαν χρήματα επί Σοβιετικής Ένωσης, άλλαζαν συχνά τα φίλτρα στα φουγάρα και η κατάσταση ήταν ανεκτή. Τώρα, υπάρχουν μέρες που δεν μπορούμε να πάρουμε ανάσα» μου λέει κάτοικος της περιοχής ελληνικής καταγωγής.
Μπαίνοντας στο κέντρο της πόλης περνάω μπροστά από το Δημαρχείο, όπου ήδη έχουν αρχίσει να συγκεντρώνονται διαδηλωτές τυλιγμένοι με ουκρανικές σημαίες, κρατώντας πολύχρωμα μπαλόνια και πλακάτ που γράφουν «Όχι στον πόλεμο», «Θέλουμε μια ενωμένη Ουκρανία». Όπως με πληροφορούν περαστικοί σε σπαστά ελληνικά αυτές οι συγκεντρώσεις είναι αυθόρμητες, δεν ανακοινώνονται επίσημα και γι’ αυτό δεν έχουν πολύ κόσμο. Διάφοροι εκπρόσωποι οργανώσεων ανεβαίνουν στο βήμα εκφωνώντας πύρινους λόγους εν μέσω χειροκροτημάτων και επευφημιών.
Έχει ήδη αρχίσει να νυχτώνει και αποφασίζω να κάνω μια βόλτα στην πόλη, μια πόλη διχασμένη, με τους κατοίκους της χωρισμένους σε στρατόπεδα. Τα ανεξίτηλα σημάδια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είναι εμφανή στους δρόμους, τα κτίρια και τα πρόσωπα των κατοίκων της Μαριούπολης και των γύρω χωριών. Η κατάσταση έχει αλλάξει, η νοοτροπία και οι συμπεριφορές των ανθρώπων όμως όχι. Περνάω έξω από τα γεμάτα κόσμο McDonalds στο κέντρο της πόλης, ενώ από μακριά ακούγονται ακόμα ξεθωριασμένα τα συνθήματα «Putin, Putin, Putin».
Περισσότερα στο www.vice.com