- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Μια αληθινή αεροπειρατεία, όπως την έζησα...
Θα τη μοιραστώ δημόσια ως μικρή ιστορία δέκα χρόνια μετά
Όταν σήκωσα το τηλέφωνο, μάλλον αμέριμνος και χαλαρός, δεν χρειάστηκαν παρά δέκα δεύτερα για να κυλήσουν δύο κρύες σταγόνες ιδρώτα στον κρόταφο. Η είδηση από την άλλη άκρη της γραμμής, από τον Πύργο Ελέγχου Αθηνών, ήταν κι αυτή κρύα και βίαιη, από αυτές που σοκάρουν την εύθραυστη ανθρώπινη ισορροπία και τρομοκρατούν ακόμη και την πιο ψυχρόαιμη ιδιοσυγκρασία. Ένα αεροσκάφος γραμμής στη διαδρομή Κωνσταντινούπολη - Άγκυρα της Tourkish Airlines κατελήφθη από αεροπειρατή. Το αίτημά του από το πιλοτήριο ήταν σαφές: να προσγειωθεί στο αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος στην Αθήνα, για ανεφοδιασμό και να συνεχίσει προς Γερμανία. Το αεροπλάνο μετέφερε 195 επιβάτες και τρεις βουλευτές της γειτονικής χώρας. Ήταν θέμα μερικών λεπτών να εισέλθει στο ελληνικό FIR και ενός σαρανταλέπτου να βρεθεί πάνω από το αεροδρόμιο της Αθήνας. Ήταν Παρασκευή 23 Μαρτίου του 2003, περίπου 10.30 βράδυ. Η νύχτα ήταν υγρή και μουδιασμένη μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ήμουν επικεφαλής της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας της χώρας... έπρεπε να ανασυντάξω αστραπιαία, χωρίς να χαθεί δευτερόλεπτο, σκέψεις, ενέργειες, μυαλό και ψυχή.
Από τη διασταύρωση της οδού Σκουφά και Ομήρου όπου βρισκόμουν, το υπηρεσιακό αυτοκίνητο ήταν σε απόσταση 15 λεπτών και για αυτό αποφάσισα να σταματήσω το πρώτο ΤΑΧΙ. Του εξήγησα αμέσως. Του είπα να συντονιστεί με ένα ειδησεογραφικό ραδιόφωνο. Κατευθυνθήκαμε με ελιγμούς και ιλιγγιώδη ταχύτητα προς το αεροδρόμιο. Ο οδηγός αποδείχθηκε ψυχωμένος. Μπήκε στο ρόλο του, με την καλύτερη δυνατή ψυχολογία. Μαζί μου ήταν ένας εξαίρετος συνεργάτης και αγαπημένος φίλος, ο δικηγόρος Φώτης Τσολακίδης, άνθρωπος πολυδιάστατος, συγκροτημένος αλλά κυρίως υπόδειγμα μοναδικού θάρρους. Ήμουν τυχερός που ήταν μαζί μου εκείνη τη δύσκολη στιγμή. Πρόλαβα να πάρω δύο-τρία τηλέφωνα για να δώσω οδηγίες και να ενημερώσω, αλλά σε λίγα λεπτά τα δύο μου τηλέφωνα σχεδόν αχρηστεύτηκαν, από τον καταιγισμό των εισερχομένων κλήσεων. Ήταν αδύνατον να προλάβω να σχηματίσω την οποιαδήποτε εξερχόμενη κλήση. Έπαιρνε τηλέφωνο σχεδόν όλη η Ελλαδα, σχετικοί και άσχετοι. Χρησιμοποίησα τη συσκευή του Φώτη, και του ταξιτζή, και ο Φώτης απαντούσε μόνο στα δικά μου και μου μετέφερε μόνο τα απαραίτητα. Από το ένα τηλεφωνο ήμουν συνεχώς συνδεδεμένος με τον Πύργο Ελέγχου και από το άλλο μιλούσα με τους αρμόδιους της υπηρεσίας και με κυβερνητικούς αξιωματούχους.
Η διαδρομή προς το αεροδρόμιο ήταν εφιαλτική, το άγχος δυσβάσταχτο, τρυπούσε το στομάχι. Σκεφτόμουν ανήσυχος πως ο χρόνος κυλούσε αμείλικτα, και όση ώρα μας χώριζε απο το αεροδρόμιο, την ίδια ακριβώς χρειαζόταν το αεροσκάφος να διασχίσει το Αιγαίο. Έπρεπε να είμαστε γρηγορότεροι από το αεροπλάνο. Στο μεταξύ διαμορφωνόταν μία στρεβλή άποψη, η οποία κυριάρχησε και στα ΜΜΕ και κυρίως στην τηλεόραση, πως πρέπει να μην επιτραπεί η προσγείωση του αεροσκάφους. Αντίστοιχη πεποίθηση ζυμωνόταν και από κάποια κυβερνητικά κέντρα.
Η άποψη αυτή (διώξτε το αεροπλάνο) είχε μία φαινομενικά ερμηνεύσιμη λογική, αλλά ήταν πρόχειρη και έπασχε στον εύκολο επιχειρησιακό λαϊκισμό και στίς ανεύθυνες ηρωικές φαντασιώσεις. Θεωρούσε η προσέγγιση αυτή ότι είναι σχετικά εύκολο ή ενδεδειγμένο να εξωθήσεις έναν αεροπειρατή, κόντρα στην επιθυμία του. Στηριζόταν στην εμπειρία κάποιων αεροπειρατειών της δεκαετίας του ’70 και ’80, στο αεροδρομιο του Ελληνικού, που αντιμετωπίστηκαν ερασιτεχνικά και με πολυ υψηλό ρίσκο, με εμπόδια (βαρέλια) στο διάδρομο. Και βέβαια δεν λαμβανόταν υπόψιν ότι το αεροσκάφος δεν είχε επαρκή καύσιμα, όπως δηλωνε ο πιλότος και διασταυρωνόταν από εμάς, ως απόλυτα λογικό, αφού επρόκειτο για εσωτερική πτήση της Τουρκίας, και άρα με περιορισμένα καύσιμα. Όλοι οι διεθνείς κανονισμοί και οι πρακτικές των τελευταίων ετών, και κυρίως μετά την επίθεση στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο του 2011, συνέτειναν στην ικανοποίηση των αιτημάτων του αεροπειρατή και στην αταλάντευτη επιδίωξη προσγείωσης του αεροσκάφους στο έδαφος, όπου είναι απείρως ευκολότερα διαχειρίσιμο. Επίσης καυτές πατάτες δεν μεταβιβάζονται μεταξύ χωρών, αντιμετωπίζονται καθολικά και αποφασιστικά από το κράτος που τις κρατάει στα χέρια. Ήμουν σίγουρος για την αποφάσεις που έπρεπε να ληφθούν, αλλά ήταν πρακτικά αδύνατον να χειριστώ εκείνη την πιεστική στιγμή και την επικοινωνιακή διάσταση της κρίσης και να επηρεάσω κάπως τη λάθος άποψη που διαχέονταν επιπόλαια σε όλα τα έκτακτα δελτία ειδήσεων.
Στα μέσα της διαδρομής είχαμε εκτιμήσει ότι μπορούμε να καθυστερήσουμε έως 15 λεπτά το αεροσκάφος στον αέρα, κερδίζοντας χρόνο. Όταν φτάσαμε στην αίθουσα επιχειρήσεων στο αεροδρόμιο, είχαμε στη διάθεσή μας αυτά ακριβώς τα 15 λεπτά. Σχεδόν ταυτόχρονα έφτασε ο Νασιάκος, αρχηγός τότε της αστυνομίας. Έμπειρος και σοβαρός, με μεγάλη ψυχραιμία και αξιόλογη αναλυτική σκέψη. Είχαμε μιλήσει ήδη, είχαμε ταυτόσημη άποψη χειρισμού. Συντονιστήκαμε διαδοχικά στο τηλέφωνο με τους αρμόδιους υπουργούς, η οποίοι κρατούσαν την επαφή με τον πρωθυπουργό. Στο αεροδρόμιο υπήρχε μία φυσιολογική παγωμάρα σε όλο το προσωπικό, που μας πλαισίωσε. Με εξαίρεση τον Πύργο Ελέγχου, που είχε επιδείξει αξιοθαύμαστα αποθέματα επαγγελματισμού και οι οποίοι μοιράζονταν πλέον το μικρόφωνο με τους ειδικούς διαπραγματευτές της αστυνομίας που είχαν καταφθάσει.
Στις οθόνες των τηλεοράσεων στην αίθουσα κρίσεων, έβλεπα με την άκρη του ματιού τα έκτακτα δελτία, που μη έχοντας επαφή με την επιχειρησιακή διαχείρηση της κρίσης αυτοσχεδίαζαν με ανορθολογικά σενάρια εξώθησης και απομάκρυνσης του αεροσκάφους. Αυτό δημιουργούσε μία αρνητική ψυχολογική πίεση, η οποία γινόταν εντονότερη λόγω της ανυπαρξίας χρόνου. Σε μερικές επικοινωνίες με διάφορους παράγοντες θυμάμαι πως δυσκολευόμουν να πείσω για την ορθότητα της ανάποδης απόφασης. Επέμεινα, στηριζόμενος στην εκπαίδευση που είχα λάβει και στον ορθολογισμό, που είναι ο μόνος σύμμαχος τέτοιες ώρες. Είχα ήδη καταλάβει ότι στις περιπτώσεις ανάλογων κρίσεων είσαι πάντα ολομόναχος, αντιμέτωπος με τη συνείδηση και την ευθύνη σου.
Πέντε λεπτά πριν την εκπνοή του ορίου που είχαμε θέσει, έδωσα εντολή στον Πύργο Ελέγχου να προσγειωθεί το αεροσκάφος. Εκείνη τη στιγμή μιλήσαμε στο τηλέφωνο με τον πρωθυπουργό, τόσο εγώ όσο κι ο Νασιάκος, ο οποίος μας άκουσε με σχετική ηρεμία και ευγένεια και μας εξέφρασε την εμπιστοσύνη του για τη συνέχεια της επιχείρησης. Το αεροπλάνο προσγειώθηκε. Η εικόνα δραματική, σαν κινηματογραφικό σκηνικό σε απευθείας μετάδοση. Εμείς εντός της σκηνής. Με το αεροσκάφος στο έδαφος η κυρία ευθύνη της επιχείρησης μεταφερόταν στην αστυνομία πλέον. Αργά τη νύχτα όλα είχαν τελειώσει με το καλύτερο δυνατό τρόπο. Ήμουν 35 χρονών τότε και αισθάνθηκα ότι μεγάλωσα δέκα χρόνια μέσα σε ένα βράδυ.
Επισκεφτήκαμε τους επιβάτες, που είχαν μεταφερθεί σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες. Τον αεροπειρατή, ένα λαϊκό νέο αγόρι, τον είδαμε στο τέλος. Σαστισμένος, δήλωνε ερωτευμένος που ήθελε να συναντήσει την καλή του στη Γερμανία. Ήταν φανερό ότι τελούσε σε ψυχική διαταραχή. Ζωσμένος με κεριά, σε θήκες μίας στρατιωτικής δερμάτινης ζώνης και μία ξυριστική λεπίδα, καθώς εισήλθε στο πιλοτήριο αποφασισμένος, ήταν λογικό να δίνει την εντύπωση μιας πολύ σοβαρότερης απειλής. Για τους έντρομους πιλότους αλλά και για μας, όσο εξελίσσονταν η ιστορία, η καθαρή εικόνα δεν μπορούσε ποτέ να είναι εύληπτη και ακριβής. Οι προθέσεις δεν μπορούσαν να είναι γνωστές. Ήταν όμως ένα χρήσιμο και κυρίως κρίσιμο test event για την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων.
Είχα πει ότι θα τη γράψω και θα τη μοιραστώ δημόσια ως μικρή ιστορία δέκα χρόνια μετά. Το γύρισμα του χρόνου και οι φιλόξενες στήλες της Athens Voice, ήταν η καλύτερη αφορμή...