Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΑΝΟS, από τη σειρά IANOS ο μελωδός, το βιβλίο του Νίκου Ορδουλίδη, «Η δισκογραφική καριέρα του Βασίλη Τσιτσάνη (1936-1983). Ανάλυση της μουσικής του και τα προβλήματα της έρευνας στην ελληνική λαϊκή μουσική».
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Η δισκογραφική καριέρα του Τσιτσάνη αποκαλύπτει πληροφορίες που δεν αφορούν µόνο την ίδια τη μουσική αλλά και ποικίλες κοινωνιολογικές όψεις του ελληνικού πολιτισμού. Η πραγμάτευση του έργου του «ξεκλειδώνει» ποικίλα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτισµικά ζητήματα, τα οποία σχετίζονται µε τον ρόλο που διαδραμάτισε ο ίδιος στην εξέλιξη της λαϊκής μουσικής. Με δεδομένη την παραµέληση των ρεµπετολογικών και λαϊκολογικών ζητημάτων από τον ακαδημαϊκό κόσμο, το βιβλίο αυτό συνιστά την πρώτη ακαδηµαϊκή μελέτη συλλογής και σύνθεσης ενός μεγάλου όγκου πληροφοριών γύρω από τη λαϊκή μουσική. Επιπλέον, παρουσιάζονται ευρήματα που αφορούν και άλλες μουσικές κουλτούρες. Το βιβλίο συντελεί ώστε η λαϊκολογία να κατακτήσει τη θέση της ανάμεσα στις λαϊκές μουσικολογικές μελέτες, ένα πεδίο που ανθεί στο εξωτερικό για πολλές δεκαετίες, παραμένοντας, δυστυχώς, σε εμβρυϊκό επίπεδο στη χώρα µας. Η έκδοση αυτή αποτελεί μετάφραση και εξέλιξη της διδακτορικής διατριβής µε τίτλο The recording career of Vasίlis Tsitsάnis (1936-1983). An analysis of his music and the problems of research into Greek popular music, η οποία εκπονήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Leeds της Αγγλίας.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Νίκος Ορδουλίδης σπούδασε στο University of Leeds στην Αγγλία, όπου εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στη Λαϊκή Μουσικολογία, ενώ πραγματοποίησε το μεταπτυχιακό του στο Κλασικό Τραγούδι, στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας (Πτυχίο Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης, µε ειδίκευση στη Βυζαντινή Μουσική). Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν: τα ελληνικά αστικά λαϊκά μουσικά είδη• δισκογραφική έρευνα• μουσική, μετανάστευση και πολιτισμική ένταξη και αφομοίωση• τα μουσικά «αλληλο-δάνεια» μεταξύ πολιτισμών της Μεσογείου• και ερμηνευτικές τεχνικές του «λαϊκού πιάνου». Διδάσκει λαϊκό πιάνο στο Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής (Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό) του Τ.Ε.Ι. Ηπείρου. Είναι επίσης ενεργός συνθέτης (τέσσερις δισκογραφικές δουλειές), µέλος του Modern Greek Studies Association, και έχει προσφάτως ξεκινήσει να δουλεύει πάνω σε ένα καινούργιο project µε τίτλο «The Eastern Piano Project». Περισσότερα στην προσωπική του ιστοσελίδα www.ordoulidis.gr
Πρόλογος του Γιώργου Νταλάρα, Μάρτιος 2014
Η διπλωµατική εργασία του Νίκου Ορδουλίδη αρχικά µε εξέπληξε και στη συνέχεια µε γέµισε χαρά και ικανοποίηση. Ήταν κάτι που ανέµενα χρόνια από έναν νέο µουσικό µε ακαδηµαϊκή κατάρτιση. Μια προσδοκία χρόνων. ∆ιότι, δυστυχώς, ελάχιστες προσπάθειες επιστηµονικής και µουσικολογικής αποτίµησης του λαϊκού τραγουδιού, και ιδιαίτερα του ρεµπέτικου, έχουν γίνει.
Συνήθως, αρκούµαστε στις βιογραφίες των µεγάλων λαϊκών συνθετών και σε χαρακτηρισµούς: υπέροχος, µοναδικός, καταπληκτικός... ∆εν θέλω µ’ αυτό να υποτιµήσω τον πηγαίο θαυµασµό των ακροατών, την αγάπη, τη συγκίνηση ακόµη και την ταύτισή τους µε τα τραγούδια που τα εκλαµβάνουν ως µικρές προσωπικές ιστορίες, ούτε να µειώσω τη δύναµη που έχουν αυτά τα τραγούδια ώστε να συνδέονται µε το κοινωνικό και το πολιτικό γίγνεσθαι. Ίσα ίσα, αυτό είναι πολύ σπουδαίο. Είναι, όµως, εξίσου σηµαντικό να αποτιµηθεί και αµιγώς µουσικά το έργο των µεγάλων λαϊκών συνθετών, όπως συµβαίνει στη δυτική µουσική.
Ο Νίκος Ορδουλίδης σοφά επιλέγει τον πολυγραφότατο και πολύτροπο λαϊκό συνθέτη και µουσικό, που έχει καταχωριστεί στη συνείδησή µας ως ιστορικό πρόσωπο, τον Βασίλη Τσιτσάνη. Ο Νίκος στην έρευνά του επανέρχεται µε πολλή αγωνία σ’ αυτήν την παράµετρο. Εισάγει πολύ εύστοχα τον όρο «λαϊκή µουσικολογία» στα καθ’ ηµάς, θέλοντας να υπογραµµίσει την ανάγκη ύπαρξης όχι απλά του όρου. Στην ουσία θέλει να συνδέσει τα διαφορετικά πεδία ανάγνωσης µεταξύ τους. Το µουσικό, το κοινωνικό και το ανθρωπολογικό. Η λαϊκή µουσικολογία είναι όρος, δυστυχώς, ξένος στη χώρα µας, ενώ ανθεί πάνω από 30 χρόνια στο εξωτερικό. Έτσι, ο λαϊκός µουσικός πολιτισµός δε χαίρει ακόµη της θέσης που του αξίζει.
Σ’ όλο το βιβλίο, και ιδιαίτερα στο τελευταίο κεφάλαιο, γίνονται τεκµηριωµένες αναφορές σε αυτό το θέµα. Επανέρχοµαι στην αναφορά στον Βασίλη Τσιτσάνη. ∆ικαίως το έργο του θεωρείται εθνικός θησαυρός και είναι το χαρακτηριστικότερο δείγµα του λαϊκού µουσικού µας πολιτισµού. ∆εν έγραψε απλά πολύ καλά τραγούδια που έγιναν τεράστιες επιτυχίες και αγαπήθηκαν βαθιά, αλλά προχώρησε ένα επίπεδο παραπάνω το ρεµπέτικο, δηµιουργώντας στην ουσία ένα νέο είδος λαϊκού τραγουδιού. Είναι αυτό που αργότερα, σε άλλη κρίσιµη πολιτική και κοινωνική ιστορική στιγµή, πρόσφερε µε τη µουσική ιδιοφυΐα και το παράδειγµα της ζωής του ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ο Βασίλης Τσιτσάνης, πολυγραφότατος, µε 550 ηχογραφήσεις στο ενεργητικό του, δηµιούργησε αυτό το «νέο σώµα» του λαϊκού τραγουδιού, που συντρόφευσε στη δύσκολη ζωή του έναν ολόκληρο λαό, εξέφρασε την ανάγκη των λαϊκών ανθρώπων να ταυτιστούν µε το αφήγηµα του τραγουδιού, κέρδισε την αγάπη και το σεβασµό των συναδέλφων του, ανέδειξε νέους τραγουδιστές.
Αναφερόµενος, επίσης, στην εργασία του Νίκου Ορδουλίδη, θα ήταν παράλειψη να µην αναφερθώ στην εργώδη προσπάθειά του, στα αµιγώς µουσικολογικά κεφάλαια, όπου αναλύει µουσικά µέσα από τα τραγούδια του Τσιτσάνη την πολυτροπότητα της λαϊκής µας µουσικής, και είναι ίσως η πρώτη φορά που αναλύονται σε ακαδηµαϊκό επίπεδο µέσω ενός διδακτορικού τεράστια κεφάλαια του λαϊκού τραγουδιού, όπως οι δρόµοι και οι ρυθµοί, ακόµη και οι τεχνολογίες της ηχογράφησης. Αυτό είναι µια σοβαρή βάση δεδοµένων, που προσφέρεται ηλεκτρονικά ως πηγή ενηµέρωσης για µουσικούς και ερευνητές.
Τελειώνοντας, θέλω να αναφερθώ στην αγωνία του, που συµµερίζοµαι απόλυτα, να αναγνωρισθούν από την πολιτεία τα λαϊκά και παραδοσιακά όργανα. Είναι πραγµατικά κρίµα να χορηγούν πτυχίο τζαζ και κλασικής κιθάρας και όχι λαϊκής. Συµπερασµατικά, το κλειδί αυτού του διδακτορικού έγκειται στο γεγονός ότι ο ερευνητής συνδύασε το καθαυτό µέρος δράσης του λαϊκού τραγουδιού, δηλαδή το πάλκο, µε την ακαδηµαϊκή µεθοδολογία και την έρευνα. Τον συγχαίρω για την προσπάθειά του και του εύχοµαι από καρδιάς καλή δύναµη και επιτυχία στο µέλλον. Έχουµε µεγάλη ανάγκη από τέτοιους µουσικούς και επιστήµονες.