Οι Ιστοριες σας

Καλοκαίρι 6 ημερών

«Το ανάγλυφο στο μάρμαρο παρίστανε χαρούμενους χορευτές. Στο κάστρο ανεβήκαμε μέσα στη ζέστη με δυσκολία. Χωρίς νερό»

32014-72458.jpg
A.V. Guest
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
mani
© Ian Kuik / Unsplash

Διαγωνισμός μικρού διηγήματος της ATHENS VOICE: Ο Παράσχος Μπερμπέρογλου γράφει τη δική του ιστορία για το ιδιαίτερο καλοκαίρι του 2020

Το περίμενα πώς και πώς από πέρυσι. Παρατεταμένο το εαρινό εξάμηνο στο ΑΠΘ, με κούρασε. Όπως κι ο κορωνοϊός. Αχ, αυτός ο ιός! Και τα παρελκόμενά του! Μάσκες, γάντια, αντισηπτικό. Καραντίνα και βεβαίωση μετακίνησης. Άδεια εξόδου στον Στρατό. Είχα μπουχτίσει πια. Με όλα. Κι όταν μπόρεσα, πήρα το κορίτσι μου κι έφυγα. 

Μόλις φτάσαμε στην Πελοπόννησο επισκεφθήκαμε αμέσως την καστροπολιτεία του Μυστρά, μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Ψηνόταν ο τόπος, μιας και πήγαμε μεσημέρι, αλλά τον περπατήσαμε όλον! Πήγαμε σε κάθε εκκλησιά, πατήσαμε σε κάθε  πέτρα. Στις βρύσες ξαποσταίναμε για νερό μέσα στην κάψα του ήλιου. Πέτρα παντού και χώμα ξερό, μαύρες, βαθιές σκιές και αλύπητο φως του ήλιου να μας χτυπά κατακούτελα. Μια  σαρκοφάγος ρωμαϊκή που την έκαναν στέρνα, για να πίνουν νερό τα ζώα.

Το ανάγλυφο στο μάρμαρο παρίστανε χαρούμενους χορευτές. Στο κάστρο ανεβήκαμε μέσα  στη ζέστη με δυσκολία. Χωρίς νερό. Η θέα υποβλητική. Δεν είναι μόνο το να φτάσεις κάπου,  είναι και το πώς θα γυρίσεις. 

Την άλλη μέρα πήγαμε στο σπήλαιο του Διρού. Λόγω κορωνοϊού περιηγηθήκαμε στο μισό.

Φορώντας μάσκες. Με βάρκα και με τα πόδια. Θεαματικό. Αρεόπολη. Καταπληκτικά στενά  σοκάκια που θυμίζουν νησί. Πέτρινα σπίτια. Χρώματα. Ευχάριστες μυρωδιές.  Μπουκαμβίλιες. Κι ένας ήλιος ανηλεής. 

«Να πάτε οπωσδήποτε στο Γύθειο», μου διαμήνυσε φίλος καλός από τη Γερμανία. Και πήγαμε. Σα ζωγραφιά τα σπίτια στην παραλία. Οι βάρκες παραταγμένες στο λιμάνι σαν  καλά παιδιά. Πλοκάμια χταποδιών λιάζονταν κρεμασμένα. Και τσίκνα από τις ψαροταβέρνες μάς έσπαγε τα ρουθούνια ανοίγοντάς μας ακόμη πιο πολύ την όρεξη. 

Μαγευτικό το λιμανάκι του Γερολιμένα. Πεντακάθαρα νερά το απόβραδο. Δροσιά και χρώματα ζεστά απέναντι, στα μαγαζιά. Ένα αεράκι απαλό το δώρο μας της μέρας. 

Επιβλητικός ο βράχος της Μονεμβασιάς ορθώθηκε μπροστά μας. Στην αρχή μάς φάνηκε  έρημος κι ακατοίκητος, μα μόλις περάσαμε την πύλη της καστροπολιτείας, ξεπρόβαλαν  μαγευτικά, όλο ζωή, ομορφιά και χρώμα, παλιά αρχοντικά, στενά πέτρινα δρομάκια και  βυζαντινές εκκλησιές. Αγέρωχη η προτομή του Ρίτσου αγνάντευε τη θάλασσα. Το σπίτι του λιτό. Δεν το περίμενα αλλιώς. Πέτρα, αέρας, θάλασσα. Το τελευταίο απλό καφέ, πάνω, ψηλά,  μας αντάμειψε για την κούραση της μέρας. Πίνοντας παγωμένες μπίρες αγναντεύαμε τη  θάλασσα, έχοντας στα πόδια μας την Κάτω Πόλη. Και κάποια στιγμή, έτσι, ξαφνικά, πίστεψα πως ο κορωνοϊός πια δεν υπήρχε. Πως ήταν άλλο ένα καλοκαίρι ήρεμο, «κανονικό» κι απολαυστικό. Πως ότι ζήσαμε τους τελευταίους μήνες ήταν ένας εφιάλτης και πως μόλις είχαμε ξυπνήσει, χαρούμενοι που όλα ήταν ένα όνειρο κακό…

Το πέρασμα με ferry boat από το λιμανάκι της Πούντας απέναντι, στην Ελαφόνησο, μας «ταρακούνησε». Όλοι φορούσαμε μάσκες και «προσγειωθήκαμε» ξανά στη  «νέα κανονικότητα». Δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου πιο κρυστάλλινα, πιο τιρκουάζ και πιο καθαρά νερά από την παραλία του Σίμου! Δροσιά απογευματινή, ανεμελιά και άφημα.

Η νοτιοανατολική Πελοπόννησος, τόπος ευλογημένος. Φορτωμένες πορτοκάλια πορτοκαλιές και ελαιώνες στο διάβα μας, βουνό και θάλασσα, κι ο κόσμος ήρεμος, ευγενικός και χαλαρός. Ανεξάντλητη η Ελλάδα όλη και γεμάτη εκπλήξεις και ομορφιά και γωνιές που θέλουν να ανακαλυφθούν. «Κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει», που λέει ο Διονύσης Σαββόπουλος.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ