(Περίληψη προηγούμενου: Η Καρέτα-Καρέτα εγκαταλείπει σπίτι, άντρα και παιδιά και τα φτιάχνει με τον Μονάχους-Μονάχους για να γίνει η απόλυτη σταρ)
Τα μικρά Καρετάκια
στου γιαλού τα βοτσαλάκια
πεινασμένα και χλωμά
τον Καρέτο-Καρέτο
τον τραβούν απ’ το πέτο
και ρωτούν: «Πού είναι η μαμά;»
Ένα βράδυ τη βρίσκει
στο αψέντι, στο ουίσκι
να ’χει πια παραδοθεί
ο Μονάχους-Μονάχους
με πελάτες μονάχους
την ανάγκαζε να κοιμηθεί
Στον Καρέτο-Καρέτο
μ’ ένα τόσο δα στιλέτο
ο Μονάχους-Μονάχους ορμά
μα οι μπάτσοι προφταίνουν
το στιλέτο του παίρνουν
και του βάζουν στα χέρια δεσμά
Η Καρέτα-Καρέτα
σταματάει την κουραβέλτα
και γυρνάει στο σπιτικό
στα μικρά Καρετάκια
που ’ναι πια αλητάκια
κι έχουν πάρει δρόμο κακό.
Στον Καρέτο-Καρέτο
μαγειρεύει ένα μπουρδέτο
όπως πάντοτε κουλό
και σε κρίσεις του άγχους
τον Μονάχους-Μονάχους
ξαναφέρνει ευθύς στο μυαλό
Κι ο Μονάχους-Μονάχους
με προβλήματα του πάχους
είναι να τον λυπηθείς
και πουλάει στιλέτα
που «Καρέτα-Καρέτα»
χαραγμένο στη λάμα θα δεις