Trending Now

Οι γιορτές του κουμπάρου

Και το δώρο του Άι Βασίλη

kwfos.jpg
Μπάμπης Κωφός
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
57890-115901.jpg

(Περίληψη προηγουμένου: Ο κουμπάρος φαντάζεται τον εαυτό του να τρέχει γυμνός σε ουζμπέκικα λιβάδια)


Ο πιτσιρικάς ήθελε από τον Άι Βασίλη ένα καραβάκι πειρατικό και ο κουμπάρος ένα καλό κορίτσι, να είναι κάπως εμφανίσιμο και να μπορούν να συνεννοούνται. Να τον αφήνει, δηλαδή, κάνα δυο φορές την εβδομάδα να βγαίνει και μόνος του για ποτό χωρίς να τον πρήζει. Η Κίκα ήταν μια καλή περίπτωση. Είχε κι εκείνη παιδί και δεν έβγαινε και πολύ. Όταν την πέτυχε πάλι στο τσατ είχαν τον εξής διάλογο:

Κουμπάρος: «Γεια σου Κίκα! Τι κάνεις; Πώς θα περάσεις τις γιορτές;»

Κίκα: «Γεια σου. Ήσυχα, οικογενειακά. Εσύ

Κουμπάρος: «Κι εγώ κάπως έτσι. Σκεφτόμουνα αν θέλεις να πάμε για κάνα κρασάκι, να γνωριστούμε και από κοντά!»

Κίκα: «Μπορείς να με παντρευτείς, σε παρακαλώ;»

Κουμπάρος: «Τι;»

Κίκα: «Θα σου υπογράψω και χαρτί ότι δεν θα έχω καμία απαίτηση από σένα. Μετά από ένα μήνα θα χωρίσουμε. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να βγάλω χαρτιά»

Κουμπάρος: «Με συγχωρείς, δεν θα ήθελα να το κάνω αυτό»

Κίκα: «Εντάξει, καταλαβαίνω»

Μετά με πήρε τηλέφωνο: «Έλα ρε μαλάκα, θέλει, λέει, να παντρευτούμε, για να βγάλει χαρτιά». «Θα πάτε για ποτό, τελικά;». «Δεν το βλέπω, της ξαναείπα αλλά έκανε την Κινέζα. Μόνο για γαμπρό ψάχνει, μου φαίνεται. Μήπως ψήνεσαι;».

Στο μεταξύ, μίλαγε και με μια άλλη κοπέλα στο τσατ. Ελληνίδα. Την Ελπίδα. Δεν είχε φωτογραφία, αλλά έλεγε στο προφίλ της ότι είναι 32 χρονών, ελκυστική και καλός άνθρωπος. Μιλάγανε κάμποσο κι εκείνη φαινόταν άνετη.

Κουμπάρος: «Δεν μου είπες, πώς είσαι εμφανισιακά; Κάνε μου μια περιγραφή»

Ελπίδα: «Είμαι 1,70, ξανθιά, με γαλάζια μάτια. Ωραία ακούγεται, αλλά δεν ξέρω πώς φαίνεται…»

Κουμπάρος: «Τι θα κάνεις σήμερα; Θα πας καμιά βόλτα;»

Ελπίδα: «Μπα, δε νομίζω, σπίτι θα κάτσω»

Κουμπάρος (μεταξύ σοβαρού και αστείου): «Εγώ θα βγω, έλα αν θέλεις για κάνα ποτάκι»

Ελπίδα: «Όχι μωρέ, θα κάτσω μέσα. Πάμε, όμως, αύριο για κάνα καφέ αν μπορείς»

Κουμπάρος: «Ωραία! Πάμε! Έχεις καμιά ιδέα;»

Ελπίδα: «Θέλεις να έρθεις Χαϊδάρι;»

Κουμπάρος (που βαριότανε να τραβιέται): «Δεν πάμε κέντρο καλύτερα, κάνα Μοναστηράκι;»

Ελπίδα: «Εντάξει»

Ήταν το πιο εύκολο ραντεβού που είχε κλείσει από το τσατ και του είχανε μπει ιδέες ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ειδικά αυτό το «ωραίο ακούγεται, αλλά δεν ξέρω πώς φαίνεται», τον είχε βάλει σε σκέψεις και με πήρε να το αναλύσουμε.

Μπάμπης: «Εντάξει ρε, αυτό πάει να πει ότι είναι ειλικρινής και έχει και χιούμορ»

Κουμπάρος: «Λες ρε μαλάκα; Κι άμα δε βλέπεται;»

Είχανε ραντεβού καθημερινή στο Μοναστηράκι στις 8 το βράδυ και ο κουμπάρος ήλπιζε ότι λόγω καθημερινής δεν θα είχε πολύ κόσμο, αλλά τελικά γινόταν χαμός. Έφτασε κάνα δεκάλεπτο νωρίτερα και ακούμπησε σε μία από τις πόρτες του μετρό που βγάζουν στην πλατεία και παρατήρησε ότι δεξιά, αριστερά, μπροστά, πίσω, παντού, κυκλοφορούσαν πολύ όμορφα κορίτσια που κι αυτά κάποιον περίμεναν και ο κουμπάρος αναρωτήθηκε γιατί δεν γινόταν να έχει κι αυτός ένα τόσο ωραίο κορίτσι, αλλά να κάθεται να περιμένει ποιος ξέρει τι θα εμφανιστεί. Εκείνη την ώρα παρατήρησε μια κοπέλα, ξανθιά, γαλανομάτα, γύρω στα 90 κιλά, θείτσα κανονική, με μια τσάντα που την πήγαινε πέρα δώθε και του έριχνε ματιές. Του κοπήκανε τα γόνατα. Γύρισε από τη μια, γύρισε από την άλλη, δεν γινότανε όλα αυτά τα ωραία κοριτσάκια τριγύρω να τον δούνε να αποχωρεί μαζί με την μπουρούχα.

Απομακρύνθηκε με τρόπο, πλησίασε έναν τύπο που έφτιαχνε σαλέπι, κρύφτηκε πίσω του και τον βασάνιζε η σκέψη ότι η ξανθιά με την τσάντα ήταν το ραντεβού του. Αν ήταν όντως αυτή, τι να έκανε; Να το έβαζε στα πόδια ή να πήγαινε για ένα καφέ; Δεν προλάβαινε να μου τηλεφωνήσει, έπρεπε να πάρει μια γρήγορη απόφαση και, στο μεταξύ, ο σαλεπιτζής είχε αρχίσει να τον κοιτάει περίεργα.

Συνεχίζεται

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ