- CITY GUIDE
- PODCAST
-
14°
«Μοναδικός Αριθμός Ταυτοποίησης»: Το μυθιστόρημα της Λίντια Ντιμκόφσκα μας ξανασυστήνει στον εαυτό μας
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
«Μοναδικός Αριθμός Ταυτοποίησης»: Το πορτραίτο μιας γυναίκας που κουβαλά την ιστορία της χωρίς να τη διαφημίζει
Όταν άρχισα να διαβάζω το «Μοναδικός Αριθμός Ταυτοποίησης» της Λίντια Ντιμκόφσκα, δεν περίμενα ότι θα συναντούσα μέσα του μια αναφορά στην πόλη όπου γεννήθηκα — την Αμμόχωστο. Ήταν μια μικρή, σχεδόν τυχαία στιγμή, μα για μένα λειτούργησε σαν ηλεκτρική εκκένωση. Γιατί μέσα σε αυτό το βιβλίο, γραμμένο από μια συγγραφέα της Βόρειας Μακεδονίας, ένιωσα να καθρεφτίζεται κάτι από τη δική μας κυπριακή εμπειρία: Tο τραύμα της απώλειας, η αίσθηση της διχοτόμησης, αλλά και η βαθιά ανάγκη να συνεχίσουμε να υπάρχουμε — ακόμη και μέσα από τη σιωπή.
Η συγγραφέας, γεννημένη στα Σκόπια και εγκατεστημένη χρόνια στη Σλοβενία, γράφει για τη Βόρεια Μακεδονία, μα δεν γράφει μόνο γι’ αυτήν. Γράφει για κάθε μικρή χώρα που παλεύει να αναγνωριστεί, για κάθε λαό που, όπως και η Κύπρος, έχει διαιρεθεί ανάμεσα στην ιστορία και στην ανάγκη να προχωρήσει. Κι έτσι, διαβάζοντας την ιστορία της αφηγήτριας, αισθάνεσαι πως πίσω από τα πρόσωπα της Μακεδονίας αντανακλώνται τα πρόσωπα της Κύπρου. Η ίδια αγωνία για ταυτότητα. Η ίδια μνήμη μιας χώρας που προσπαθεί να σταθεί ανάμεσα στην πολιτική και την ψυχή.
Η Λίντια Ντιμκόφσκα δεν μιλά για μεγάλες μάχες ούτε για ήρωες. Μιλά για τους ανθρώπους που μένουν πίσω. Για εκείνους που μαζεύουν τις σιωπές των άλλων και τις κάνουν καθημερινότητα. Η αφηγήτριά της είναι γυναίκα, μορφωμένη, με όνειρα που κάποτε είχαν φτερά. Μα οι φτερούγες κόπηκαν σιγά-σιγά, όχι με πόλεμο, αλλά με γραφειοκρατία, με εξευτελισμούς, με τη φθορά του να νιώθεις πως είσαι «περιττός» μέσα στο ίδιο σου το σύστημα. Το προσωπικό της γίνεται έτσι ένα κοινωνικό πορτρέτο μιας χώρας που ψάχνει εαυτό και μιας εποχής που μας ζητά συνεχώς να αποδεικνύουμε ποιοι είμαστε, με χαρτιά, αριθμούς και κωδικούς.
Κι εδώ έρχεται ο τίτλος: Μοναδικός Αριθμός Ταυτοποίησης. Ένας αριθμός που σε ακολουθεί από τη γέννηση ως τον θάνατο. Που ορίζει ποιος είσαι μέσα σε ένα μηχανισμό που δεν σε γνωρίζει. Όμως στη λογοτεχνία της Ντιμκόφσκα, αυτός ο αριθμός γίνεται σύμβολο μιας υπαρξιακής ειρωνείας: είμαστε μοναδικοί μόνο ως αριθμοί, ποτέ ως άνθρωποι.
Εδώ αρχίζει και η γέφυρα με την Κύπρο. Διότι κι εμείς, σε μιαν άλλη γωνιά του ίδιου παράλληλου, γνωρίσαμε τι σημαίνει να ζεις με αμφισβητούμενη ταυτότητα, σύνορα αόρατα και με μνήμες που χωρίζουν γειτονιές. Η Κύπρος και η Βόρεια Μακεδονία συναντιούνται στη διχοτόμηση της ψυχής, στη συνύπαρξη πολλών ταυτοτήτων που ζητούν συμβιβασμό.
Η Ντιμκόφσκα δεν γράφει ως πολιτικός. Γράφει ως γυναίκα που βλέπει γύρω της μια κοινωνία κουρασμένη από τις ταμπέλες και τους ορισμούς. Η ηρωίδα της ζει σε ένα διαμέρισμα, σε μια πόλη χωρίς ορίζοντα, κι από το παράθυρο βλέπει μόνο άλλες ζωές, άλλες μοναξιές. Δεν έχει σημασία αν το παράθυρο ανοίγει στα Σκόπια, στη Λευκωσία ή στη Λιουμπλιάνα· το τοπίο είναι το ίδιο: μια Ευρώπη σε μετάβαση, όπου οι άνθρωποι μετακινούνται, αλλά δεν συναντιούνται.
Η συγγραφέας το γνωρίζει: η πραγματική αποξένωση δεν είναι πολιτική — είναι κοινωνική και ψυχική
Στις σελίδες του βιβλίου, ο έρωτας μοιάζει να έχει απολέσει το σώμα του, η φιλία να έχει γίνει είδος πολυτελείας, και η γλώσσα να λειτουργεί σαν φράγμα αντί για γέφυρα.
Η συγγραφέας το γνωρίζει: η πραγματική αποξένωση δεν είναι πολιτική — είναι κοινωνική και ψυχική. Γι’ αυτό και στο βάθος του μυθιστορήματος υπάρχει μια λέξη που δεν ειπώνεται συχνά, αλλά υπονοείται συνεχώς: ερμοτοπιά. Δεν υπάρχει στα λεξικά, αλλά υπάρχει μέσα μας. Είναι η αίσθηση του ανθρώπου που ζει μέσα σε τόπο, αλλά χωρίς τόπο.
Αυτή την ερμοτοπιά την ξέρουμε κι εμείς, όσοι μεγαλώσαμε σε μέρη που άλλαξαν χάρτες και σύνορα χωρίς να αλλάξουν ψυχές. Η Κύπρος και η Βόρεια Μακεδονία συναντιούνται μέσα σε αυτή την αδιόρατη σιωπή.
Η Ντιμκόφσκα, με μια γλώσσα καθαρή, σχεδόν χειρουργική, σκιαγραφεί το πορτραίτο μιας γυναίκας που κουβαλά την Ιστορία της χωρίς να τη διαφημίζει. Δεν υπάρχει ρητορική, δεν υπάρχει στόμφος· μόνο η απλή καθημερινότητα μιας ύπαρξης που ξέρει πως το να επιβιώνεις δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ζεις. Μέσα από αυτή την ήρεμη γραφή, η συγγραφέας κατορθώνει να αναδείξει τη βία της κανονικότητας, τη βία που δεν φαίνεται, αλλά συντρίβει.
Η αφηγήτρια ζει ανάμεσα. Ανάμεσα σε χώρες, γλώσσες, ρόλους, συναισθήματα. Ανάμεσα στο είμαι και στο ανήκω. Η Ντιμκόφσκα τη βάζει να ζει μέσα σε ένα περιβάλλον γραφειοκρατίας και αποξένωσης, όπου το κράτος γνωρίζει τα πάντα για τον πολίτη, αλλά κανείς δεν γνωρίζει τίποτα για τον άνθρωπο. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο το βιβλίο αποκτά πολιτική διάσταση — χωρίς να είναι ποτέ πολιτικό μανιφέστο.
Καθώς προχωρά το μυθιστόρημα, συνειδητοποιούμε ότι η Ντιμκόφσκα δεν γράφει απλώς μια ιστορία ταυτότητας· γράφει για την κληρονομιά της μνήμης. Οι χαρακτήρες της κουβαλούν μέσα τους όχι μόνο το παρελθόν της οικογένειας, αλλά και την Ιστορία μιας χώρας που αναζητεί τη θέση της στον κόσμο. Η αφηγήτρια θυμάται, θυμάται ασταμάτητα κι αυτή η μνήμη είναι ταυτόχρονα λύτρωση και κατάρα. Όπως σε κάθε τόπο που έχει περάσει διαίρεση —όπως στην Κύπρο— η μνήμη δεν είναι ποτέ ουδέτερη. Είναι μια μορφή αντίστασης, αλλά και ένας τρόπος να παρατείνεται ο πόνος.
Μήπως κι εγώ, μέσα στη δίνη της εποχής, έχω γίνει απλώς ένα προφίλ, ένα όνομα σε λίστα, ένα δελτίο παρουσίας;
Η συγγραφέας, χωρίς να το διακηρύσσει, δείχνει πως οι μεταπολεμικές κοινωνίες μοιάζουν σαν παραλλαγές της ίδιας πληγής· της ακαθόριστης ταυτότητας· και οι άνθρωποι, στο ενδιάμεσο, να προσπαθούν να συνεχίσουν μια κανονικότητα που δεν τους ανήκει. Η συγγραφέας το λέει με άλλους τρόπους, αλλά το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: οι μικρές χώρες είναι πάντα μεγάλες σε μνήμη, αλλά μικρές σε λήθη – στη δυνατότητα να συγχωρήσουν, να κοιτάξουν κατάματα και τα δικά τους λάθη και να συμφιλιωθούν.
Η κοινωνική ειρωνεία είναι διαρκής: Όσο πιο πολλά γνωρίζει το κράτος για τον πολίτη, τόσο λιγότερο γνωρίζει τον άνθρωπο. Όσο πιο διαφανείς γινόμαστε, τόσο πιο αόρατοι αισθανόμαστε. Η συγγραφέας μάς καλεί να αναλογιστούμε πόσο εύκολα η ζωή μετατρέπεται σε στατιστική, σε καταγραφή, σε κωδικό. Σ’ αυτό το σημείο, η λογοτεχνία αγγίζει τη φιλοσοφία: τι σημαίνει να είσαι πρόσωπο σε μια εποχή που τα πάντα μεταφράζονται σε δεδομένα;
Η γυναικεία ματιά της Ντιμκόφσκα είναι επίσης καθοριστική. Η αφηγήτρια κινείται μέσα σε έναν κόσμο όπου η γυναίκα εξακολουθεί να μετριέται με ρόλους — μητέρα, κόρη, υπάλληλος. Δείχνει πώς η καθημερινή ζωή μπορεί να γίνει πεδίο πολιτικής συνείδησης. Η γυναίκα της Ντιμκόφσκα αντέχει — κι αυτό είναι το πιο ριζοσπαστικό στοιχείο του βιβλίου.
Κάπου προς το τέλος, το βιβλίο αποκτά έναν σχεδόν ποιητικό τόνο. Δεν προσφέρει λύση· προσφέρει επίγνωση. Μια υπόμνηση ότι, όσο κι αν οι αριθμοί πολλαπλασιάζονται, η ανθρωπιά δεν μπορεί να καταγραφεί σε κανένα μητρώο. Κι ίσως εκεί βρίσκεται η πραγματική ελπίδα: όχι στην αλλαγή του συστήματος, αλλά στην επιμονή της καρδιάς. Γιατί στις κοινωνίες μας, η ανθρωπιά είναι διαρκώς υπό διαπραγμάτευση.
Η Ντιμκόφσκα δεν μας προσφέρει παρηγοριά, αλλά κάτι πιο τίμιο: αναγνώριση. Μας κοιτά στα μάτια και μας λέει ότι δεν είμαστε μόνοι στην αμφιβολία μας, στη σιωπή μας, στην προσπάθειά μας να θυμηθούμε ποιοι είμαστε. Κι ίσως αυτό είναι το πιο βαθύ κοινωνικό μήνυμα της λογοτεχνίας: να μας ξανασυστήνει στον εαυτό μας.
Το βιβλίο της Λίντια Ντιμκόφσκα είναι, τελικά, μια ανθρώπινη μαρτυρία για την εποχή της αβεβαιότητας. Ένα μυθιστόρημα που συνδέει τη Βόρεια Μακεδονία με την Κύπρο, τα Βαλκάνια με την Ευρώπη, το ατομικό με το συλλογικό. Και μας θυμίζει ότι η λογοτεχνία —όταν είναι αληθινή— δεν χωρίζεται σε εθνικές ή γεωγραφικές κατηγορίες. Είναι το σημείο όπου οι φωνές των χωρισμένων τόπων συναντιούνται, και όπου ο αναγνώστης, για λίγο, δεν αισθάνεται πια μόνος.
* Η Λίντια Ντίμκοφσκα (Lidija Dimkovska) είναι συγγραφέας, ποιήτρια και μεταφράστρια από τη Βόρεια Μακεδονία. Έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων. Για το έργο της έχει λάβει πολυάριθμα βραβεία.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ο τόμος προς τιμήν του σε επιμέλεια των πανεπιστημιακών καθηγητών Burkhard Fehr και Παναγιώτη Ροϊλού
Ποτέ δεν με απογοήτευσε αυτός ο Εβραίος συγγραφέας από την Πολωνία, που το 1978 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Δεν πρόκειται για μια αυστηρή πραγματεία, αλλά για ένα βιβλίο που μετατρέπει τη σύνθετη διαδικασία της αγοράς κατοικίας σε ανθρώπινη κουβέντα.
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
Ένα μυθιστόρημα για όλους όσοι ζουν «σημαδεμένοι» — από την εμφάνιση, από το παρελθόν, από τις συνθήκες
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Gutenberg
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Το δοκίμιο της συγγραφέα και ιστορικού που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Bell
H συλλογή διηγημάτων «Ουμπίκικους» του Γιώργου Τσακνιά (192 σελίδες, Εκδόσεις Κίχλη), κυκλοφορεί στις 5 Δεκεμβρίου
Η τιμητική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου 2025
Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου
Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το «Last Rites» είναι το βιβλίο που έγραψε ο Όζι λίγο πριν φύγει από τη ζωή
Από ένα δάνειο 70.000 λιρών σε πέντε Νόμπελ Λογοτεχνίας
Ο συγγραφέας αναδεικνύει τους δεσμούς ανάμεσα στον Γάλλο συγγραφέα και τον Έλληνα ποιητή
Ο συγγραφέας διερευνά πώς ο σύγχρονος άνθρωπος, υπό την πίεση της επιβίωσης, γίνεται «μηχανιστικός» και χάνει την επαφή με τον εαυτό του
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.