Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Γιατί όλοι αγαπούν τα Moleskine;
Moleskine: Η ιστορία του και η σημασία του, όπως τα περιγράφει στο βιβλίο του «The Notebook: A History of Thinking on Paper» ο Roland Allen.
Το 2023 κυκλοφόρησε το βιβλίο «The Notebook: A History of Thinking on Paper» από τον Βρετανό συγγραφέα Roland Allen, το οποίο εξετάζει τη σχέση μεταξύ σκέψης και γραφής και πιο συγκεκριμένα την εξέλιξη της χρήσης των σημειωματάριων ως μέσου για την καταγραφή και ανάπτυξη σκέψεων. Ημερολόγια, σημειωματάρια, τετράδια, μπλοκ με σκίτσα και ημερολόγια πλοίων: πώς το βιβλίο με τις κενές σελίδες άλλαξε τον τρόπο που σκεφτόμαστε και μας βοήθησε να αλλάξουμε τον κόσμο. Είναι πιο γοητευτικό από όσο ακούγεται κυρίως γιατί παρασύρει τον αναγνώστη σε μία αγάπη για αυτό το φετίχ: το μικρό, μαύρο σημειωματάριο. Ένα βιβλίο για όλους όσοι αγόρασαν ποτέ ένα Moleskine και μετά αναρωτήθηκαν πώς να το γεμίσουν.
Ο Allen, στον πρόλογο του βιβλίου, μας διηγείται μία ιστορία: Το καλοκαίρι του 1995 μια Ιταλίδα μεταφράστρια με επιτυχημένη καριέρα, η Maria Sebregondi, ταξίδευε με ένα σκάφος και τους φίλους της στα ανοιχτά των ακτών της Τυνησίας. Στα τριάντα έξι της χρόνια είχε ήδη μεταφράσει στα ιταλικά τη Μαργκερίτ Ντυράς, τον Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ και τον Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ. Τη γοήτευαν ιδιαίτερα οι δύο Γάλλοι συγγραφείς Georges Perec και Raymond Queneau, που έγραφαν μυθιστορήματα και ποίηση χρησιμοποιώντας διάφορους περιορισμούς στον τύπο της γλώσσας ως κίνητρο για τη δημιουργικότητά τους. Ο Perec είχε γράψει ένα ολόκληρο μυθιστόρημα, το «La disparition», χωρίς να χρησιμοποιήσει το γράμμα «e» ενώ στο «Exercices de style», ο Queneau αφηγούταν την ίδια απλή ιστορία σε ενενήντα εννέα εκδοχές, χρησιμοποιώντας διαφορετική πεζογραφική μορφή για κάθε μία. Αυτό το γλωσσικό τους παιχνίδι οι δύο συγγραφείς το ονόμασαν Oulipo, ένα ακρωνύμιο που προέρχεται από τα γαλλικά και σημαίνει «εργαστήριο δυνητικής λογοτεχνίας». Έτσι, η Sebregondi ήταν συνηθισμένη στη δημιουργία ιδεών μέσα σε καθορισμένες παραμέτρους και εκείνη τη ζεστή βραδιά αντιμετώπιζε ακριβώς μια τέτοια πρόκληση. Βρέθηκε μπροστά σε ένα δύσκολο ερώτημα που μοιράστηκε μαζί της ένας από τους συνταξιδιώτες της.
Ο Francesco Franceschi, του οποίου η εταιρεία Modo & Modo πουλούσε επώνυμα δώρα, προσπαθούσε να βρει έναν τρόπο ώστε η επιχείρησή του να μην εξαρτάται από άλλους ανθρώπους που σχεδίαζαν και κατασκεύαζαν προϊόντα για να τα πουλήσει, κάτι που κρατούσε χαμηλά τα περιθώρια κέρδους του. Τι θα μπορούσε να κατασκευάζει η Modo & Modo μόνη της και έτσι να πουλάει πιο κερδοφόρα, ρώτησε ο Franceschi. Η ομάδα αντάλλαζε ιδέες μέχρι αργά τη νύχτα, συζητώντας για τις τάσεις που υπήρχαν εκείνη την εποχή όπως τα κινητά τηλέφωνα, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και οι φθηνές πτήσεις. Αποφάσισαν ότι ο καταναλωτής στον οποίο ήθελαν να απευθυνθούν με ένα υποθετικό νέο προϊόν ανήκε σε αυτή τη νέα εποχή: δημιουργικός, ελεύθερο πνεύμα και ταξιδιώτης. Η Sebregondi ονόμασε αυτόν τον πελάτη τους με το ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς το design «σύγχρονο νομά». Οι διακοπές τελείωσαν γρήγορα, χωρίς εκείνη η παρέα να καταφέρει να καταλήξει σε κάτι.
Ο Bruce Chatwin και το αγαπημένο του σημειωματάριο Moleskine
Η Maria επέστρεψε στο σπίτι της με τα παιδιά της στη Ρώμη, το ερώτημα όμως την απασχολούσε επί εβδομάδες και έπαιζε με ιδέες, όπως μια ταξιδιωτική εργαλειοθήκη που θα περιείχε εξαιρετικού design στιλό, τσάντες, μπλουζάκια, σουγιάδες και άλλα. Ωστόσο, τίποτα δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της περιγραφής του Franceschi, ο οποίος αναζητούσε ένα προϊόν που θα ήταν εύκολο να παραχθεί αλλά θα προσέφερε παράλληλα μεγάλες εμπορικές δυνατότητες. Τότε έπεσε τυχαία πάνω σε δύο αποσπάσματα από το βιβλίο που διάβαζε για δική της ευχαρίστηση, «The Songlines» του Bruce Chatwin, ένα παγκόσμιο μπεστ σέλερ που είχε εκδοθεί οκτώ χρόνια πριν (1987). Στο βιβλίο, σε μια ελαφρώς μυθιστορηματική εκδοχή ο Chatwin εξερευνά την αυστραλιανή ενδοχώρα, κατανοώντας ότι η κουλτούρα των ιθαγενών της προσφέρει μια εικόνα για τις ρίζες του ανθρώπινου πολιτισμού - και ίσως για την ίδια την ανήσυχη φύση του ανθρώπου. Έντονα «δημιουργικός, ελεύθερο πνεύμα και ταξιδιώτης», ο ίδιος ο Chatwin έμοιαζε να ταιριάζει απόλυτα στον «σύγχρονο νομά». Στο βιβλίο περιγράφει τα αγαπημένα του σημειωματάρια, τα moleskine, τα οποία αγόραζε από διάφορα παρισινά βιβλιοπωλεία:
Στη Γαλλία, αυτά τα σημειωματάρια είναι γνωστά ως carnets moleskine, όπου “moleskine” στην προκειμένη περίπτωση είναι η μαύρη βιβλιοδεσία από λινάτσα. Κάθε φορά που πήγαινα στο Παρίσι αγόραζα ένα καινούργιο απόθεμα από ένα χαρτοπωλείο στην Rue de l'Ancienne Comédie. Οι σελίδες ήταν τετραγωνισμένες - μιλιμετρέ και τα καπάκια του συγκρατούνταν στη θέση τους με μια ελαστική ταινία. Τα είχα αριθμήσει σε σειρά. Έγραφα το όνομά μου και τη διεύθυνσή μου στην πρώτη σελίδα, προσφέροντας και αμοιβή στον ανεύρετη αν τα έχανα. Το να χάσει κανείς ένα διαβατήριο ήταν το λιγότερο που τον απασχολούσε: το να χάσει ένα σημειωματάριο ήταν καταστροφή.
Ο Chatwin παραδέχεται ότι αν τον ρωτούσε κάποιος για το σημειωματάριό του κι εκείνος έλεγε ότι είναι από το Παρίσι μπορεί να αντιμετώπιζε ένα ανασήκωμα φρυδιού απέναντι σε κάτι υπερφίαλο. Τότε ακόμα moleskine ήταν ένα πυκνό βαμβακερό ύφασμα με μια απαλή, βελούδινη υφή στην εξωτερική του επιφάνεια που έμοιαζε με το δέρμα του τυφλοπόντικα (εξ ου και το όνομα, από το αγγλικό "mole" = τυφλοπόντικας). Χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά για ανθεκτικά ρούχα εργασίας ή επένδυση επίπλων.
Παρακάτω στο βιβλίο, ο Chatwin επεκτείνει την ιστορία:
Μερικούς μήνες πριν φύγω για την Αυστραλία, η ιδιοκτήτρια του χαρτοπωλείου μου είπε ότι το “vrai moleskine” γινόταν όλο και πιο δύσκολο να το βρει. Υπήρχε μόνο ένας προμηθευτής: μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση στην Τουρ. Οι οποίοι απαντούσαν πολύ αργά στις επιστολές. «Θα ήθελα να παραγγείλω εκατό», είπα στην κυρία. «Εκατό θα μου φτάσουν για μια ζωή». Υποσχέθηκε να τηλεφωνήσει αμέσως στην Τουρ το ίδιο απόγευμα. Στις πέντε, πήγα στο ραντεβού μου με την κυρία. Ο κατασκευαστής είχε πεθάνει. Οι κληρονόμοι του είχαν πουλήσει την επιχείρηση. Έβγαλε τα γυαλιά της και, σχεδόν με πένθιμο ύφος, είπε: “Le vrai moleskine n'est plus” ("Το αυθεντικό moleskine δεν υπάρχει πια").
Ο Chatwin έμοιαζε να προμηνύει τον πρόωρο θάνατό του, μόλις ενάμιση χρόνο μετά την έκδοση των Songlines. Αλλά για τη Sebregondi η αναφορά του στα σημειωματάρια την άγγιξε προσωπικά επειδή τα γνώριζε από την εποχή που ήταν φοιτήτρια στο Παρίσι. Και πράγματι, είχε ακόμη αρκετά. Ξεθάβοντάς τα μέσα από παλιά κουτιά, τα κοίταξε για πρώτη φορά μετά από χρόνια -και με νέα ματιά. Γιατί ο Chatwin είχε δεθεί τόσο πολύ με αυτό το συγκεκριμένο μοντέλο ώστε να παραγγείλει εκατό αντί να ρισκάρει να του τελειώσουν; Πώς μπορούσε ένα τόσο χρηστικό αντικείμενο να αποκτήσει τέτοια σημασία; Τότε της ήρθε στο μυαλό ότι μπορεί να είχε βρει τη λύση στην πρόκληση του Franceschi - ένα απλό προϊόν, εύκολο στην κατασκευή, ελκυστικό για τους δημιουργούς και με υποσχέσεις ταξιδιού, γοητείας, ανακάλυψης.
Πώς άρχισαν όλα
Η Maria, γνωρίζοντας ότι ο Chatwin προτιμούσε πάντα μια καλή ιστορία από την κυριολεκτική αλήθεια, έκανε τη λογική κίνηση να τηλεφωνήσει στη Γαλλία για να επιβεβαιώσει ότι τα σημειωματάρια αυτά δεν κυκλοφορούσαν πλέον. Θυμήθηκε όμως ότι η ίδια είχε συναντήσει το “γνήσιο moleskine" σε διάφορα άλλα πλαίσια: σε εκθέσεις με τα τετράδια σκίτσων του Matisse και του Picasso, σε μια φωτογραφία του Hemingway εν ώρα εργασίας... Συνειδητοποίησε ότι αυτό το προϊόν είχε ήδη ένα γενεαλογικό δέντρο. Και πιο συγκεκριμένα, είχε εμπορική προοπτική, καθώς εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο είχαν ήδη διαβάσει την αγάπη του Chatwin προς αυτό. Μάλιστα, το moleskine ήταν σύμφωνο με τις κλασικές αρχές του ιταλικού design: όπως ένας εσπρέσο, ένα ζευγάρι γυαλιά ηλίου Persol ή ένα φόρεμα Prada, το le moleskine ήταν κι αυτό μίνιμαλ, λειτουργικό και επιβλητικά μαύρο. Και όμως, ως εκ θαύματος, κανείς δεν το έφτιαχνε πια.
Η Sebregondi πήγε την ιδέα στο Μιλάνο, όπου ο Franceschi συνειδητοποίησε ότι είχαν στα χέρια τους μια πολύ καλή ιδέα. Με τον Chatwin να έχει ήδη λύσει το πιο ακανθώδες πρόβλημα που αντιμετωπίζει οποιοσδήποτε πουλάει ένα νέο προϊόν (πώς να το ονομάσει το καταραμένο πράγμα), οι δυό τους μπήκαν σε μια διετή διαδικασία σχεδιασμού προϊόντος, η οποία κατέληξε στο κλασικό σημειωματάριο Moleskine. Με κεφαλαίο Μ.
Ένα από τα μυστικά του Moleskine είναι το πόσο επίμονα στέλνει μηνύματα στον σύγχρονο νομάδα ο σχεδιασμός του. Το μίνιμαλ μαύρο εξώφυλλο μοιάζει, με την πρώτη ματιά, σαν να είναι δερμάτινο: στιβαρό αλλά και πολυτελές. Οι μη τυποποιημένες διαστάσεις, μερικά εκατοστά στενότερες από το γνωστό A5, σας επιτρέπουν να βάζετε το σημειωματάριο στην τσέπη ενός σακακιού - σε αυτό βοηθούν και οι στρογγυλεμένες γωνίες που βέβαια αυξάνουν σημαντικά το κόστος παραγωγής. Επίσης, εμποδίζουν τις σελίδες να φθείρονται στις άκρες και, μαζί με το ελαστικό λουράκι και τα αρκετά σκληρά χαρτόνια στα εσώφυλλα, επιβεβαιώνουν ότι το σημειωματάριο είναι έτοιμο για ταξίδι. Οι άκρες του εξωφύλλου εφαρμόζουν στο ίδιο επίπεδο με το μπλοκ των σελίδων, διασφαλίζοντας ότι το Moleskine σας δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί τυπωμένο βιβλίο.
Κατά τη χρήση, βρίσκεται πειθήνια ανοιχτό και επίπεδο, και η τσέπη που είναι κολλημένη στο πίσω εσώφυλλο σας προσκαλεί να κρύψετε αναμνηστικά - φωτογραφίες, αποκόμματα εισιτηρίων, τηλέφωνα όμορφων αγνώστων. Διακόσιες σελίδες υποδηλώνουν ότι έχετε πολλά να γράψετε- το ίδιο το χαρτί, χρωματισμένο σε μια αριστοκρατική ιβουάρ απόχρωση και ασυνήθιστα λείο στην αφή, υποδηλώνει ότι οι ιδέες σας αξίζουν μόνο το καλύτερο, και ο σελιδοδείκτης με κορδέλα σας βοηθά να πλοηγηθείτε στους συλλογισμούς σας. Μπορεί να φαίνεται διακριτικά μίνιμαλ, αλλά το όλο πακέτο είναι τόσο γεμάτο με μηνύματα της μάρκας του όσο και οποιοδήποτε άλλο προϊόν φέρει την ετικέτα Nike, Mercedes ή Apple - και, όπως στις καλύτερες υποδείξεις, τα μηνύματα λειτουργούν σε υποσυνείδητο επίπεδο.
Επιπλέον, η Moleskine περιγράφει τις αξίες της μάρκας της στο μικρό διπλωμένο φυλλάδιο, το οποίο ο νέος ιδιοκτήτης του σημειωματάριου θα “ανακαλύψει” -όπως λέει χαρακτηριστικά η Sebregondi- κρυμμένο στην τσέπη του εσωφύλλου. Το κείμενο του φυλλαδίου εξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου, και όλο και περισσότερες γλώσσες προστέθηκαν σε αυτό, αλλά το κεντρικό μήνυμα έχει αλλάξει ελάχιστα από την πρώτη, μόνο στα ιταλικά, έκδοση:
Το Moleskine είναι μια ακριβής αναπαραγωγή του θρυλικού σημειωματάριου των Chatwin, Hemingway, Matisse. Ανώνυμος θεματοφύλακας μιας εξαιρετικής παράδοσης, το Moleskine είναι ένα απόσταγμα λειτουργίας και ένας συσσωρευτής συναισθημάτων που απελευθερώνει το φορτίο του με την πάροδο του χρόνου. Από το πρωτότυπο σημειωματάριο γεννήθηκε μια οικογένεια βασικών και αξιόπιστων βιβλίων τσέπης. Σκληρό εξώφυλλο καλυμμένο με Moleskine, ελαστικό κλείσιμο, βιβλιοδεσία με κλωστή. Εσωτερική φουσκωτή τσέπη από χαρτόνι και καμβά. Αφαιρούμενο φυλλάδιο με την ιστορία της Moleskine. Μορφή 9 x 14 cm.
Λέξη προς λέξη, αυτό το μικρό κείμενο αποδείχθηκε από τα πιο αποτελεσματικά εμπορικά κείμενα όλων των εποχών, συνδέοντας γρήγορα τις άυλες ιδιότητες του προϊόντος -χρησιμότητα και συναίσθημα- με τις υλικές προδιαγραφές του, πουλώντας έτσι τόσο το προϊόν όσο και την εμπειρία. Οι Sebregondi και Franceschi επέλεξαν έξυπνα τρία διεθνή ονόματα για να αναφέρουν στο φυλλάδιο: έναν Άγγλο, έναν Αμερικανό και έναν Γάλλο που ενθαρρύνουν τις κοσμοπολίτικες ιδέες του αγοραστή. Το “Made in China”, από την άλλη πλευρά, δεν τις ενθαρρύνει οπότε το άφησαν έξω.
Η Modo & Modo παρήγγειλε την αρχική παραγωγή 3.000 σημειωματάριων το 1997 και το νέο Moleskine κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στο Μιλάνο, σε ένα μικρό βιβλιοπωλείο στην Corso Buenos Aires. Ξεπούλησε την παρτίδα του μέσα σε λίγες ημέρες. Αποφεύγοντας τα παραδοσιακά χαρτοπωλεία, η εταιρεία στόχευσε σε καταστήματα λιανικής πώλησης design αντικειμένων και βιβλιοπωλεία: η στρατηγική απέδωσε και την επόμενη χρονιά, το 1998, πούλησε 30.000 σημειωματάρια. Από το 1999, χρησιμοποίησαν τα υπάρχοντα δίκτυά τους για να διανέμουν σε όλη την Ευρώπη και στη συνέχεια πέρα από τον Ατλαντικό. Μέσα σε δέκα χρόνια, η αμερικανική αλυσίδα βιβλιοπωλείων Barnes & Noble είχε γίνει ο μεγαλύτερος συνεργάτης λιανικής της μάρκας. Όπως ακριβώς ήλπιζε ο Franceschi, τα υψηλά περιθώρια κέρδους μεταμόρφωσαν την τύχη της Modo & Modo. Το 2006, μια ιδιωτική εταιρεία συμμετοχών την εξαγόρασε και οι πωλήσεις συνέχισαν να αυξάνονται.
Το 2013, η Moleskine SpA εισήχθη στο ιταλικό χρηματιστήριο και το 2016, ένας Βέλγος διανομέας αυτοκινήτων αγόρασε την εταιρεία έναντι μισού δισεκατομμυρίου ευρώ. Δεν είναι περίεργο που η ιστορία αυτή διδάσκεται πλέον στις σχολές διοίκησης επιχειρήσεων ως παράδειγμα επιτυχημένου σχεδιασμού και μάρκετινγκ προϊόντος.
Το 2017 η Moleskine κυκλοφόρησε μια συνεργασία με την Vintage Books για να γιορτάσει την 20ή επέτειο της Moleskine και την 30ή επέτειο του βιβλίου “The Songlines”. Το αποτέλεσμα είναι εκπληκτικό και ίσως λίγο προκλητικό. Η έκδοση του “The Songlines” που μοιάζει με ένα σκληρόδετο Moleskine, συμπεριλαμβανομένης της ελαστικής ταινίας και της πίσω τσέπης, και περιέχει το πλήρες κείμενο του βιβλίου, ένα απόσπασμα από τη βιογραφία του Chatwin για το ταξίδι του στην Αυστραλία, μια εξήγηση για το τι οφείλουν σε αυτό το κείμενο και πώς βλέπουν το μέλλον του, καθώς και αρκετές κενές σελίδες για σημειώσεις. Στην έκδοση αυτή επισυνάπτεται και ένα απλό, μεγάλο, με μαλακό εξώφυλλο Moleksine, με ανάγλυφη στο εξώφυλλο -κάτι για το οποίο ο Chatwin σίγουρα θα είχε αντιδράσει- τη φράση “Enjoy your travel writing”.
Η ίδια η Sebregondi παρέμεινε αμείλικτα αφοσιωμένη σε αυτό το μήνυμα για δύο δεκαετίες, δίνοντας δεκάδες συνεντεύξεις, των οποίων το επαναλαμβανόμενο θέμα ήταν ότι το Moleskine ήταν “πρώτα απ' όλα, ένα μέσο που επιτρέπει τη δημιουργικότητα”. Η ίδια, αφού παρέμεινε στην επιχείρηση σε διάφορες εκδοχές της, αποχώρησε το 2017 και σήμερα αφιερώνει το χρόνο της στο φιλανθρωπικό ίδρυμα Moleskine Foundation, το οποίο έχει ως στόχο να προωθήσει την κοινωνική αλλαγή, ιδίως στην υποσαχάρια Αφρική και την Ανατολική Ευρώπη, μέσω της φυσικής δημιουργικότητας. Παραμένει επίσης αναμεμειγμένη με την Oplepo, το ιταλικό παρακλάδι της Oulipo. Η πιο πρόσφατη μετάφρασή της είναι του βιβλίου “Εκατό χιλιάδες δισεκατομμύρια ποιήματα” του Queneau, στο οποίο ο αναγνώστης παράγει τυχαία σονέτα από τις χιλιάδες ομοιοκατάληκτες γραμμές του βιβλίου, με περιορισμούς που αποδεικνύονται δημιουργικοί.
Το προϊόν και το μήνυμα
Ο Roland Allen λέει στον πρόλογο του βιβλίου του: Αγόρασα το πρώτο μου Moleskine κατά τα πρώτα χρόνια αυτής της έκρηξης και, λίγο αργότερα, βρέθηκα να εργάζομαι σε έναν εκδότη βιβλίων που ήθελε να συμμετάσχει στην ανάπτυξη της αγοράς χαρτικών ειδών υψηλής ποιότητας, η οποία οφειλόταν στο Moleskine. Τα σημειωματάρια, σκεφτήκαμε, δεν είχαν λέξεις και εικόνες – αυτά τα δύσκολα, ακριβά πράγματα που κάνουν τα “πραγματικά” βιβλία τόσο δύσκολο να αποφέρουν κέρδος. Δημιουργήσαμε λοιπόν μια σειρά από σημειωματάρια με όμορφα, φωτεινά χρώματα και σχεδιασμό και γεμάτα τεχνάσματα, και δώσαμε μια σημαντική παραγγελία στο τυπογραφείο. Μου ανατέθηκε να επισκεφθώ τα κεντρικά γραφεία της Barnes & Noble στην Πέμπτη Λεωφόρο της Νέας Υόρκης για να παρουσιάσω τα προϊόντα μας και πρότεινα ότι το πολύχρωμο προϊόν μας θα μπορούσε να προσφέρει υγιή τζίρο αν τοποθετούνταν δίπλα στη Moleskine στα καταστήματά τους.
Ο αγοραστής με κοίταξε σκεφτικός. “Μαζί με τα Moleskine..”, είπε. “Ξέρετε ότι υπάρχει ένα κομμάτι των πελατών μας που αγοράζει ένα καινούργιο Moleskine κάθε φορά που μπαίνει στο κατάστημα; Κάποιοι και μια φορά την εβδομάδα. Δεν έχουμε ιδέα τι τα κάνουν”.
Τους παρουσίασα τα δείγματά μου, δίνοντας έμφαση στο κρεμ χαρτί, τους σελιδοδείκτες με κορδέλα και τα εντυπωσιακά σχέδια εξωφύλλων που υποτίθεται ότι ξεχωρίζουν το εμπορικό σήμα μας. Κούνησε το κεφάλι του και μου έδωσε ως απάντηση ένα από τα γνωστά μαύρα σημειωματάρια. “Το βλέπεις αυτό;” είπε. “Τα φτιάχνουμε μόνοι μας, με τη δική μας μάρκα. Το ίδιο μέγεθος, ο ίδιος αριθμός σελίδων. Χρησιμοποιούμε το ίδιο χαρτί, τα ίδια χαρτόνια, τα φτιάχνουμε στα ίδια εργοστάσια στην Κίνα. Είναι εξίσου καλά με τα Moleskine και τα πουλάμε στη μισή τιμή από αυτά”. Έκανε μια παύση για να δώσει έμφαση. “Και η Moleskine εξακολουθεί να μας ξεπερνάει σε πωλήσεις. Και εσείς μου ζητάτε να σας δώσω χώρο στο ίδιο ράφι;”
Μόλις είχα πάρει ένα σκληρό μάθημα για τη δύναμη της μάρκας. Άλλοι, ωστόσο, τα κατάφεραν καλύτερα. Από το 2005, η Leuchtturm, της οποίας η ειδικότητα ήταν τα άλμπουμ συλλεκτών γραμματοσήμων, τα έβαλε με τη Moleskine, ταυτιζόμενη μαζί της στην ποιότητα, προσφέροντας -τι χυδαιότητα!- σημειωματάρια σε μια γκάμα χρωμάτων ενώ και παλαιότερες εταιρείες όπως η Clairefontaine, η Rhodia και η Paperblanks ανανέωσαν τα προϊόντα τους. Οι δυτικοί hipsters, πάντα σε εγρήγορση για το high-end ιαπωνικό design, άρχισαν να εισάγουν σημειωματάρια από εταιρείες όπως η Midori, η Hobonichi και η Stalogy, οι οποίες ξεπερνούσαν οποιαδήποτε από τις ευρωπαϊκές μάρκες με τα εξαιρετικά χαρτιά και τις βιβλιοδεσίες τους (η Moleskine και η Leuchtturm χρησιμοποιούν κυρίως χαρτί από την Ταϊβάν). Στις ΗΠΑ, η Field Notes χτύπησε έξυπνα κυκλοφορώντας σημειωματάρια με μια αισθητική των μέσων του προηγούμενου αιώνα. Όλες οι εταιρείες παρουσίασαν μια νέα εκδοχή του βασικού προϊόντος και όλες επωφελήθηκαν από την ανάπτυξη του προϊόντος που είχε κάνει η Moleskine. Αν σας ενδιέφεραν τα χαρτικά υψηλής ποιότητας, η δεκαετία του 2010 ήταν μια χρυσή εποχή.
Ταυτόχρονα, το Moleskine έγινε ένα ισχυρό σύμβολο κύρους. Τα κρατούσαν στο χέρι τους από τεχνοκράτες CEO μέχρι σχεδιαστές, δημοσιογράφοι και συγγραφείς ακριβώς όπως η Sebregondi είχε οραματιστεί - και ακόμη περισσότεροι άνθρωποι των οποίων οι φιλοδοξίες ίσως ξεπερνούσαν την πραγματική τους δημιουργικότητα. Τα έβλεπες να τα κρατάνε άνθρωποι στα Starbucks της γειτονιάς σου, και αυτοί οι χαρακτήρες ήταν εύκολος στόχος σάτιρας: η σατιρική ιστοσελίδα Stuff White People Like (Πράγματα που αρέσουν στους λευκούς) ασχολήθηκε με τα αξεσουάρ τους, όπως και ο δεξιός πολιτικός Karl Rove, ο οποίος είπε κάποτε στο ακροατήριό του στο Γέιλ ότι τους θεωρούσε φαντασμένους εξαιτίας των Moleskine τους. Η κοροϊδία πάντως δεν έβλαψε καθόλου τις πωλήσεις.
Ούτε το αυξανόμενο ενδιαφέρον, από ψυχολόγους και γκουρού του lifestyle, για την πρακτική αποτελεσματικότητα του σημειωματάριου. Η ίδια η Sebregondi πρότεινε ότι η μίνιμαλ μορφή του σημειωματάριου το καθιστούσε ένα τέλειο δημιουργικό εργαλείο, μιλώντας γι' αυτό με τους ίδιους όρους που χρησιμοποιούσε ο Queneau για το σκόπιμα περιορισμένο λεξιλόγιο στο έργο του: “ένα απλό αντικείμενο”, που της δίνει την “αίσθηση της εξαιρετικής δυνατότητας που γεννιέται από τα μικρά πράγματα”. Ο γκουρού της παραγωγικότητας Ντέιβιντ Άλεν συνιστούσε να συντάσσουμε λίστες σε σημειωματάρια, όπως και ο νευροεπιστήμονας Ντάνιελ Λεβίτιν- ο δημοσιογράφος Ντέιβιντ Σαξ έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο “Η εκδίκηση των αναλογικών”, στο οποίο απεικονίζονται τα χάρτινα σημειωματάρια (μαζί με τα LP βινυλίου, τα επιτραπέζια παιχνίδια και τις κινηματογραφικές μηχανές) να προβάλλουν σθεναρή αντίσταση στην ψηφιακή αντικατάσταση. Έγινε κοινός τόπος η αντιπαράθεση της παλιάς τεχνολογίας με τη νέα. Το αρχικό Moleskine είχε κυκλοφορήσει την ίδια εποχή με το Palm Pilot, τον πρώτο φορητό ψηφιακό organizer, και είχε, από την πρώτη μέρα, αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό από όλο και πιο ισχυρές συσκευές. Ο φορητός υπολογιστής, το BlackBerry, το iPhone και το iPad έμοιαζαν να προσφέρουν πολύ μεγαλύτερη λειτουργικότητα από τον χάρτινο πρόγονό τους, αλλά μια ομάδα πεισμωμένων χρηστών αρνιόταν να μεταβεί στην ψηφιακή σφαίρα, και πολυάριθμες μελέτες με κριτές έδειξαν σύντομα ότι η εμμονή τους είχε νόημα. Κάτι ιδιαίτερο που έχει να κάνει με την ίδια την πράξη της γραφής με το χέρι και τη δημιουργία ενός φυσικού, απτού αντικειμένου, κάνει την παλαιότερη τεχνολογία πιο αποτελεσματική από τη νέα. Η Sebregondi είχε, άθελά της, προκαλέσει μία σοβαρή έρευνα σχετικά με τη λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου.
Ο Roland Allen γράφει ότι το ενδιαφέρον του για τα σημειωματάρια είχε αρχίσει να γίνεται όλο και πιο έντονο, ανακάλυψε τα εντυπωσιακά προπολεμικά ημερολόγια του παππού του και ξεκίνησε να κρατάει το δικό του ημερολόγιο από το 2002, προσθέτοντας κάθε χρόνο άλλο ένα Moleskine στη στοίβα με τα ταλαιπωρημένα, "μάχιμα" σημειωματάρια. Το να γράφει ημερολόγιο τον έκανε πιο ευτυχισμένο, το να τηρεί τις λίστες με τα πράγματα που πρέπει να κάνει τον έκανε πιο αξιόπιστο (πράγμα που, με τη σειρά του, έκανε τους γύρω του πιο ευτυχισμένους), και έμαθε να μην πηγαίνει ποτέ σε ραντεβού με γιατρό ή σε οποιαδήποτε συνάντηση χωρίς να κρατάει σημειώσεις από όσα άκουσε. Άρχισε να παρατηρεί όμως και τα δημιουργικά οφέλη. Κάθε καλλιτέχνης που συναντούσε φαινόταν να έχει ένα τετράδιο για σκίτσα ανά χείρας, όπως και οι γραφίστες -ακόμη και οι σχεδιαστές ιστοσελίδων, των οποίων το προϊόν ήταν εξ ολοκλήρου ψηφιακό. Ξαφνικά έβλεπε ότι όλοι οι συγγραφείς κρατούσαν σημειωματάρια, όπως και οι δημοσιογράφοι, οι κριτικοί και άλλοι δημιουργικοί τύποι - και όσο πιο επιμελώς χρησιμοποιούσαν αυτά τα σημειωματάρια, τόσο καλύτερη φαινόταν να είναι η δουλειά τους. Διαπίστωνε ότι οι παιχνιδιάρικες λίστες, τα διαγράμματα και τα σκίτσα στις ιβουάρ σελίδες, αποκάλυπταν συχνά εκπληκτικά καλές ιδέες.
Όταν βγαίνουν τα σημειωματάρια, συμβαίνουν ενδιαφέροντα πράγματα. Για να ανοίξει κανείς την κενή σελίδα και να αλληλεπιδράσει μαζί της χρειάζεται ενέργεια και μερικές φορές λίγο θάρρος. Αλλά η ανταμοιβή μπορεί να εκπλήξει.
* Το βιβλίο The Notebook: A History of Thinking on Paper του Roland Allen κυκλοφορεί στα αγγλικά από την Profile.
* Τα Moleskine στην Ελλάδα φέρνει η εταιρεία Stormy (Κανάρη 14, Κολωνάκι 2103618523 www.mahjong-boutique.gr
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της