Βιβλιο

Οι 10 + 1 φυλές των αναγνωστών

Ποιοι διαβάζουν, πώς διαβάζουν, και γιατί

Κυριάκος Αθανασιάδης
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αναγνώστες: Πώς να τους αναγνωρίσετε και να τους κατηγοριοποιήσετε

Υπάρχουν πολλοί τύποι αναγνωστών. Κι αυτό είναι καλό, γιατί είναι καλό να υπάρχουν αναγνώστες. Και είναι και περίεργο, γιατί είναι ΤΟΣΟ λίγοι που θα περίμενε κανείς να ανήκουν όλοι σε μία μόνο φυλή. Αλλά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Συμβαίνει το αντίθετο: ανήκουν σε πολλές. Νά πάνω-κάτω σε ποιες:

1. Οι Ρακοσυλλέκτες
Έχουν περισσότερα βιβλία από όσα διαβάζουν ή από όσα μπορούν ή προλαβαίνουν να διαβάσουν. Ψέματα: έχουν ΠΟΛΥ περισσότερα. Τα βιβλία στο σπίτι τους έχουν ξεφύγει εδώ και χρόνια από τις βιβλιοθήκες, και έχουν αναπτυχθεί σε στοίβες Τζένγκα σε όλα τα έπιπλα και όλα τα πατώματα. «Ποτέ δεν μπορείς να έχεις αρκετά βιβλία»: αυτή η επιγραφή είναι αναρτημένη πάνω από το καζανάκι του μπάνιου. Γιατί έχουν βιβλία και στο μπάνιο. Έχουν βγάλει τον παπαγάλο τους Τσουντόκου, όπως έλεγαν και τη γάτα τους. Η οποία έφυγε από το σπίτι γιατί δεν έβρισκε πού να κάτσει, και τώρα μένει προσωρινά στης γειτόνισσας. Οι Ρακοσυλλέκτες δεν διαβάζουν ποτέ, γιατί δεν τους ενδιαφέρουν τα γράμματα που περιέχουν τα βιβλία. Τους ενδιαφέρουν ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ. Και τα βιβλία ποτέ δεν είναι αρκετά. Οπότε θα πάρουν κι άλλα. Μερικοί από αυτούς έχουν θαφτεί μέσα στα βιβλία τους, ενώ πολλοί αστικοί θρύλοι μιλούν για ανθρώπους που δεν βρήκαν την εξώπορτα του διαμερίσματός τους και έμειναν για πάντα εκεί, γιατί είχαν καλύψει όλο τους το σπίτι με βιβλία. Και, με έναν μαγικό τρόπο, με ακόμη περισσότερα.

2. Οι Σνομπ
Διαβάζουν μόνο ό,τι αξίζει. Και λίγα πράγματα αξίζουν, λένε: στατιστικώς, ένα ασήμαντο κομμάτι της παγκόσμιας βιβλιογραφίας. Όλα τα άλλα είναι για πέταμα. Αυτό το μυθιστόρημα που πούλησε εκατό εκατομμύρια αντίτυπα σε εξήντα χώρες; Μια αηδία. Εκείνος ο συγγραφέας με τα τρία Μπούκερ; Το «υπερτιμημένος» είναι πολύ γι’ αυτόν, θα σου πουν. Βλέπουν με μισό μάτι και ανασηκωμένο φρύδι τις λίστες ευπωλήτων στις κυριακάτικες εφημερίδες, και γελούν ειρωνικά ακούγοντας για τις προτάσεις με τα 100 Καλύτερα Μυθιστορήματα της Χρονιάς. Κατ’ αυτούς, η μόνη σωστή λίστα είναι αυτή με τα 100 Χειρότερα Αναγνώσματα του Μήνα. Ή της Ημέρας. Σιχαίνονται όλους τους άλλους αναγνώστες, πολύ περισσότερο από τους μη αναγνώστες. Τους θεωρούν μιαρούς και βαρβάρους. Τελικά, δεν ήταν και πολύ καλή ιδέα η εφεύρεση της τυπογραφίας, σκέφτονται όταν πίνουν ένα δεύτερο φλιτζάνι μάτσα: έβαλε στο παιχνίδι τον πάσα έναν. Όταν αποφασίσουν οι ίδιοι να διαβάσουν ένα βιβλίο, θα προμηθευτούν όλες του τις μεταφράσεις (όχι μόνο στη γλώσσα τους: σε όλες τις γλώσσες) και θα τις απλώσουν στο πάτωμα για να τις αντιπαραβάλουν πρόταση-πρόταση. Δυσκολεύονται με τα πολωνικά, αλλά τα κουτσοκαταφέρνουν. Ένας-δυο από αυτούς στο παρελθόν έκαναν στη συνέχεια καριέρα σίριαλ-κίλερ.

3. Οι Παμφάγοι
Διαβάζουν τα πάντα. Και τους αρέσουν τα πάντα. Διαβάζουν παράλληλα διάφορα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους βιβλία. Είναι σίγουροι πως όλα τα υπάρχοντα βιβλία συνιστούν ένα μεγα-βιβλίο που οφείλουν να διαβάσουν. Ή έστω να προσπαθήσουν. Γιατί, και τι άλλο να κάνεις σ’ αυτή τη ζωή; Να παίζεις Σκρμπλ; Να ασχολείσαι με την ικεμπάνα; Για όνομα του καλού Θεού. Αν τους δώσεις την Μπαγκαβάτ Γκιτά, θα σταματήσουν ό,τι κάνουν και θα αρχίσουν να τη διαβάζουν από τον πρώτο στίχο, λες και είναι μυθιστόρημα της Άγκαθα Κρίστι. Φυσικά έχουν διαβάσει τα άπαντα της Άγκαθα Κρίστι. Όμως και το Tractatus Logico-Philosophicus είναι μέσα στα ενδιαφέροντά τους. Θα το διαβάσουν κι αυτό. Και τη σχετική βιβλιογραφία. Ο Λουίς Λ’Αμούρ είναι κορυφαίος, λένε. Και ο Μπέρνχαρντ: δικός μας άνθρωπος. Η Μαντά έχει γράψει μερικά αριστουργήματα. Κι αυτοί που βγάζουν πληρωμένες εκδόσεις σε εκείνο το εκδοτικό; Φίλε, πολλά από αυτά είναι διαμαντάκια. Διαβάζουν στο τρόλεϊ πηγαίνοντας στη δουλειά, διαβάζουν στην επιστροφή από τη δουλειά, και διαβάζουν και κρυφά στην ίδια τη δουλειά. Διαβάζουν τα πάντα. «Αν είναι βιβλίο, είναι καλό». Αυτό είναι το μότο τους. Αν δεν έχουν ένα βιβλίο κοντά τους, μπορεί να τρελαθούν. Ή να αρχίσουν να μιλάνε σε γλώσσες που δεν γνωρίζουν. Ελλείψει βιβλίων, δώστε τους να διαβάσουν τις παρενέργειες του Ντεπόν για να συνέλθουν.

4. Οι Ειδικοί
Διαβάζουν μόνο ένα είδος, γιατί κανένα από τα υπόλοιπα δεν τους λέει κάτι. Μπορούν να διαβάζουν μόνο γουέστερν, ή μόνο γαλλική λογοτεχνία, ή μόνο αστυνομικό, ή τρόμου, ή ρομάντζα, ή πραγματείες για τα οστρακόδερμα, ή κείμενα για τον όψιμο ρομαντισμό. Δεν μπορούν να σκεφτούν τον εαυτό τους να υφίσταται την αναγνωστική βάσανο ενός είδους που δεν ξέρουν, που ποσώς τούς ενδιαφέρει, και που, ενδεχομένως, μισούν. Γιατί να διαβάσουν επιστημονική φαντασία όταν όλα τα βιβλία επιστημονικής φαντασίας είναι Τόσο Κακά; Γιατί να διαβάσουν αστυνομικό όταν όλα τα αστυνομικά είναι Τόσο Χειρότερα Και Από Της Επιστημονικής Φαντασίας; Ήμαρτον. Αντιθέτως, κάθονται αναπαυτικά και χουχουλιάρικα στην πολυθρόνα τους και διαβάζουν μόνο τα βιβλία του είδους που αγαπούν και που ξέρουν τόσο καλά. Πιο μετά, θα μπουν με τη σειρά και στις δώδεκα ομάδες του Facebook όπου είναι μέλη, και θα ανεβάσουν για εξηκοστή φορά το ίδιο εξώφυλλο ενός από τα βιβλία που λατρεύουν, γράφοντας έναν σχετικό ύμνο. Και θα τσακωθούν για ψύλλου πήδημα με άλλους σαν κι αυτούς. Είναι κάτι που τους αρέσει να κάνουν. Είναι καλό. Και δεν ενοχλούν κανέναν. Όλοι οι άλλοι είναι που τους ενοχλούν, με τις αηδίες που διαβάζουν. O tempora, o mores.

5. Οι Ντροπαλοί
Μπαίνουν στα βιβλιοπωλεία λες και έχουν ξεχάσει να φορέσουν το παντελόνι τους, ή σαν να τους λείπει κάποιο μπροστινό δόντι. Βλέπουν με δέος τους υπόλοιπους πελάτες που ξεφυλλίζουν τα βιβλία στους πάγκους και συζητάνε με τον βιβλιοπώλη σαν να είναι στο γήπεδο και να έχει σφυρίξει ημίχρονο ο διαιτητής. «Μα, πώς το κάνουν αυτό;» αναρωτιούνται. Οι ίδιοι νιώθουν πως τους έπιασαν στα πράσα να κλέβουν εκκλησία. Θέλουν τρομερά να ψάξουν όλες τις νέες εκδόσεις, και ίσως να ρίξουν και μια ματιά και στα ράφια με τις παλαιότερες, αλλά δεν έχουν το ψυχικό σθένος. Είναι ήδη τρομερό που τόλμησαν να κατέβουν αυτά τα σκαλιά και να μπουν στον πιο ιερό από τους ιερούς χώρους. Σε αυτό το άδυτο του Λόγου. Όμως τώρα… τώρα πρέπει να φύγουν. Να ξεγλιστρήσουν από εκεί, στα μουλωχτά. Τους έχουν πάρει όλοι οι άλλοι χαμπάρι και τους κοιτάνε με λοξό μάτι. Βιβλιοπώλες και πελάτες. Άλλωστε, θέλουν τουλάχιστον είκοσι βιβλία, και τα λεφτά τους φτάνουν για δύο ή τρία το πολύ. Καλύτερα ας μην αγοράσουν κανένα. Μιαν άλλη φορά, ίσως. Απλώς ας φύγουν από κει. Έχουν άλλωστε μια Τζέιν Όστεν σπίτι τους, που έχουν καιρό να την ξαναδιαβάσουν. Γιατί; Κακή είναι η Τζέιν Όστεν; Όχι βέβαια!

6. Οι Πιστολέρο
Διαβάζουν πιο γρήγορα και από τη σκιά τους. Ξεπετάνε ένα ακόμα κεφάλαιο την ώρα που ζεσταίνουν το φαγητό τους στον φούρνο μικροκυμάτων. Δεν είναι σίγουροι τι φαγητό είναι αυτό — μπορεί να είναι και της γάτας. Δεν τους νοιάζει. Τους νοιάζει να τελειώσουν αυτό το βιβλίο. Και όχι γιατί τούς ξετρελαίνει. Αλλά γιατί έχουν σειρά πολλά ακόμη στη συνέχεια. Πρέπει να τα διαβάσουν κι αυτά. Να τα διαβάσουν όλα. Το ακρωνύμιο που αγαπούν είναι το TBR. Και το δικό τους TBR έχει το ύψος του Πύργου της Βαβέλ. Ή θα το είχε, αν δεν ήταν πολύ μεγαλύτερο. Διαβάζουν στο ασανσέρ, και δόξα τω Θεώ που βγήκαν τα audio books και μπορούν να διαβάσουν και όταν τρέχουν στην παραλία, γιατί είχαν γίνει εκατό κιλά. Και ποιος θέλει να είναι εκατό κιλά; Η παχυσαρκία μπορεί να τους στείλει μιαν ώρα αρχύτερα στα θυμαράκια, και εκεί δεν υπάρχουν βιβλιοθήκες. Αλίμονο, δεν υπάρχει καιρός για χάσιμο: θα ζήσουν το πολύ εκατό χρόνια, και με αυτούς τους ρυθμούς δεν θα έχουν διαβάσει περισσότερα από 10.000 βιβλία: μια σταγόνα στον ωκεανό. Και πολλά λέμε. Ω Θε μου, δεν θα προλάβουν. Δεν θα προλάβουν! Πρέπει κάτι να κάνουν γι’ αυτό. Πρέπει να διαβάζουν ακόμη και στον ύπνο τους. ΥΓ. Τελικά ήταν πράγματι το φαγητό της γάτας. Καθόλου άσχημο, εδώ που τα λέμε.

7. Οι Τρωγλοδύτες
Συχνάζουν στα παλαιοβιβλιοπωλεία και στους υπαίθριους πάγκους βιβλίων από δεύτερο χέρι. (Το «δεύτερο» είναι ευφημισμός για το «πολλοστό». Και το «χέρι» για διάφορα είδη τρωκτικών που κατά καιρούς γεύτηκαν τις σελίδες τους ή έκοψαν την ακρούλα από το εξώφυλλο). Ξετρυπώνουν τεύχη λογοτεχνικών περιοδικών που ποτέ δεν έχουν καταλογογραφηθεί. Μερικά από αυτά ίσως να μην υπήρξαν καν, και να επινοήθηκαν από κάποια παραξενιά της στιγμής. Μα οι ίδιοι είναι ευτυχισμένοι με αυτό. Το σπίτι τους μοιάζει επίσης με παλαιοβιβλιοπωλείο. Παντού βλέπεις βιβλία σε διάφορα στάδια φθοράς. Κάποια, δεν μπορείς καν να τα ανοίξεις: θα γίνουν σκόνη με το που τα πιάσεις. Οι συμπαθείς Τρωγλοδύτες δεν έχουν καμία πρώτη έκδοση, εκτός από κάποια πολύ φτηνά βιβλία τσέπης, γιατί δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν πρώτες εκδόσεις. Τους τα ’χουν φάει, όλα, τα βιβλία: μέχρι πεντάρας. Όμως δεν τους νοιάζει. Σημασία έχει να πάνε ακόμα μια Κυριακή στο Γιουσουρούμ και να ανακαλύψουν ακόμη έναν έντυπο θησαυρό. Μια έκδοση της Καλύβας του Μπαρμπα-Θωμά έκτασης 100 σελίδων, περικεκομμένη και συντομευμένη μέχρι αηδίας; Εύρηκα! Το πρώτο (και τελευταίο) τεύχος ενός εικονογραφημένου περιοδικού για παιδιά με τον τίτλο του σε πολυτονικό; Ανεκτίμητο! Ένα μάτσο καρτ-ποστάλ που εστάλησαν από την Ιστανμπούλ στην Αθήνα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα; Δεν είναι βιβλίο, αλλά μπορούν να το διαβάσουν. Τι τύχη, τι ευτυχία. Αρκεί μόνο να βρουν πού θα τα βάλουν κι αυτά, γιατί πια δεν υπάρχει χώρος στο σπίτι ούτε για δείγμα. Μήπως να πουλούσαν κάποια; Όχι. Όχι. Όχι!

8. Οι Στοίχιμαν
Παίρνουν μέρος σε όλους τους διαγωνισμούς και τις κληρώσεις που γίνονται από εκδότες, ομάδες του Facebook, λογαριασμούς του Instagram κλπ., οπουδήποτε τέλος πάντων δίνεται σαν δώρο ένα βιβλίο. Δεν τους νοιάζει τι βιβλίο είναι αυτό. Μπορεί να είναι ένα αστυνομικό της μόδας. Μπορεί να είναι ένα παιδικό βιβλίο. Ή ένα βιβλίο αυτοβοήθειας. Ή η βιογραφία ενός στρυφνού επιστήμονα θεωρητικής φυσικής. Ή κάποιο που περιγράφει την παντόφλα του Άγιου Παΐσιου. Ή κάποιες από τις προφητείες που ποτέ του δεν έκανε, μα που βγήκανε με κάποιον τρόπο. Δεν τους καίγεται καρφάκι. Θέλουν το βιβλίο, και παρακαλούν τους θεούς να σταθούν για μια φορά στο πλάι τους. Πηγαίνουν κάτω από την ανάρτηση και γράφουν, «Πόσο τέλειο δώρο! Ελπίζω να σταθώ τυχερή/τυχερός». Έχουν και δεύτερους και τρίτους λογαριασμούς, για να πολλαπλασιάζουν τις πιθανότητες επιτυχίας τους. Σπανίως κερδίζουν, αλλά αυτό δεν τους πτοεί. Θα πάρουν μέρος και στον επόμενο διαγωνισμό. Και στον μεθεπόμενο. Και σε ΟΛΟΥΣ. Κι όταν δουν ότι κάποια ομάδα δεν έκανε την κλήρωση τη συμφωνημένη μέρα και ώρα, θα γράψουν ένα αυστηρό μήνυμα στον διαχειριστή της σελίδας, κρατώντας και ένα εξώδικο στο χέρι: «Έγινε η κλήρωση;…» Είναι βέβαιοι πως όλα είναι στημένα, για να πηγαίνουν τα βιβλία μόνο στους δικούς. Άτιμη κοινωνία!

9. Οι Αναγνώστες-Συγγραφείς
Έχουν μεράκι να γράψουν και αυτοί, και διαβάζουν μόνο ό,τι πιστεύουν πως βοηθά τη συγγραφική τους καριέρα, κι ας μην άρχισε ακόμη. Δεν πειράζει, κάποια στιγμή θ’ αρχίσει. Οι ίδιοι δεν διαβάζουν ακριβώς, όχι όπως διαβάζει ένας νορμάλ αναγνώστης, αλλά μελετούν τα βιβλία κρατώντας ένα ανατομικό νυστέρι στο χέρι, ψάχνοντας τα σημεία καμπής, εντοπίζοντας τα μέρη όπου εξελίσσεται καθαρά ένας χαρακτήρας, ανακαλύπτοντας όλα τα κόλπα του ανθρώπου που το έγραψε, και διαβλέποντας πού έβαλε το χέρι του ο επιμελητής. («Μα είναι τόσο προφανές…») Ξέρουν τι γίνεται και γιατί γίνεται, και ακονίζουν το ειρωνικό τους ταμπεραμέντο όπως ο χασάπης τα μαχαίρια του. Συχνά τρίζουν τα δόντια — ακόμη και στον ύπνο τους. Όταν ο σύντροφός τους τους παροτρύνει να προμηθευτούν το ειδικό μασελάκι για τον βρυγμό οδόντων, του γυρίζουν την πλάτη, ή τον χωρίζουν. Έχουν διαβάσει όλους τους οδηγούς συγγραφής, και τους βρήκαν όλους απαίσιους, και αντιγραμμένους τον έναν από τον άλλον. Σκέφτονται να παρακολουθήσουν κάποιο σεμινάριο δημιουργικής γραφής, αλλά δεν το παίρνουν απόφαση γιατί φυσικά ξέρουν περισσότερα από τους διδάσκοντες. Το μόνο που τους μένει είναι να γράψουν το ρημάδι το βιβλίο (το Μεγάλο Ελληνικό Μυθιστόρημα), και μετά θα βρουν καιρό και για διάβασμα. Ή ίσως και όχι.

10. Οι Κολλιτσίδες
Παθιάζονται τόσο με τα βιβλία τους, που δεν σταματούν να μιλάνε γι’ αυτά. Γίνονται ενοχλητικοί, αλλά δεν το καταλαβαίνουν. Ή, αν τύχει και το καταλάβουν, δεν τους νοιάζει. Θεέ μου, γιατί δεν μιλούν ΟΛΟΙ γι’ αυτό το βιβλίο; «Διαβάστε το! Είναι τρομερό! Τρομερόοο!» Γράφουν κατεβατά στο Goodreads, αποκαλύπτοντας ακόμη και το τέλος — κι ας είναι αστυνομικό. Πηγαίνουν σε όλες τις ομάδες (είναι μέλη σε ΟΛΕΣ τις ομάδες) και μιλούν γι’ αυτό, ακόμη και σε άσχετες αναρτήσεις. «Ναι, αλλά εδώ μιλάμε για τον Πίντσον», τους λένε. Ε ΚΑΙ; απαντούν αυτοί. Κάθε βιβλίο που αγαπούν, ή που μισούν, σημαίνει γι’ αυτούς τα πάντα, και οφείλουν να επικοινωνήσουν αυτά τα πάντα, βρέξει-χιονίσει. Είναι οι Ιεραπόστολοι της Λογοτεχνίας. Έχουν κάτι από σαλό Μεσσία, κι αυτό φαίνεται στα μάτια τους: το βλέμμα τους καίει, και εκπέμπει μια παράξενη λάμψη. Είναι από τα καλύτερα δείγματα σε ζωολογικούς κήπους εξωγήινων πολιτισμών, εξ ου και μεγάλο ποσοστό απαχθέντων από UFO είναι Κολλιτσίδες. «Μαμά, τι είναι αυτός ο κύριος;» «Είναι από τον πλανήτη Γη, Ζουνγκρ. Μιλάει συνέχεια για το βιβλίο που διαβάζει». «Γιατί, μαμά;» «Δεν ξέρω, Ζουνγκρ αγάπη μου. Έλα, πάμε να φάμε κανένα φίδι. Ή μήπως θέλεις πέτρες σήμερα;» «Φίδι». «Ωραία, άντε πάμε. Γιατί μάς κοιτάζει παράξενα αυτός — μάλλον θέλει να μας μιλήσει για το βιβλίο του».

Και το αναπόφευκτο +1:

10 + 1. Οι Κρεβατωμένοι
Διαβάζουν κυρίως το βράδυ, όταν πέφτουν για να κοιμηθούν. Ήταν άλλη μια δύσκολη ημέρα κι αυτή, γεμάτη υποχρεώσεις, αλλά διάολε: μπορεί να τελειώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αυτό το μυθιστόρημα —δες το— εκπέμπει μια ζεστασιά, έχει μιαν άλω, κάτι, που γλυκαίνει την καρδιά σου. Το ήθελαν αυτό το βιβλίο από τη μέρα που διάβασαν σε εκείνο το δελτίο Τύπου πως θα εκδοθεί. Και τώρα, επιτέλους, είναι εδώ, οι δυο τους. Και είναι στ’ αλήθεια ωραίο βιβλίο, πανάθεμά το. Αυτό ακριβώς που ήθελαν. Αυτό που αποζητούσαν. Του στιλ τους, 100%. Ένα ωραίο βιβλίο. Ας διαβάσουν μια σελίδα ακόμη… ή μια παράγραφο έστω… ή μια…

H εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα Bing