Βιβλιο

Λευκός ωκεανός: Ο Νορβηγός Ρόυ Γιάκομπσεν μας μεταφέρει στις βόρειες θάλασσες

Η ιστορία της Νορβηγίας μέσα από τη ζωή της Ίνγκρι Μπαρόυ.

aris-sfakianakis.jpg
Άρης Σφακιανάκης
ΤΕΥΧΟΣ 869
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Λευκός ωκεανός» του Ρόυ Γιάκομπσεν, εκδόσεις βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ

Αναγνώστης με αιτία: Ο Άρης Σφακιανάκης γράφει για το βιβλίο «Λευκός ωκεανός» του Ρόυ Γιάκομπσεν, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ.

Υπάρχουν κάποια πράγματα που σε στοιχειώνουν από μικρό παιδί. Άλλοι θέλουν να ανέβουν στο Μάτσου Πίτσου, άλλοι, σαν τον Γκωγκέν, να ζήσουν στην Ταϊτή, μερικοί να επισκεφτούν το Γκραν Κάνυον. Εγώ είχα βάλει στο νου μου να δω κάποτε με τα ίδια μου τα μάτια το Βόρειο Σέλας. Υπήρχε, ωστόσο, ένα μικρό πρόβλημα που με απέτρεπε διαρκώς: το Βόρειο Σέλας, όπως δηλώνει απερίφραστα και η ονομασία του, εμφανίζεται στον Βορρά. Στον μακρινό Βορρά, για την ακρίβεια. Στον Αρκτικό κύκλο, με άλλα λόγια. Σε τόπους καταψύξεως – κι εγώ απεχθάνομαι το κρύο.

Οπότε, ανέβαλλα διαρκώς το ταξίδι ώσπου συνάντησα μια νέα γυναίκα που απεχθανόταν τη ζέστη, κι έτσι με παρέσυρε στα βόρεια της Νορβηγίας – δεν μπορείς να πεις όχι σε μια γυναίκα. Πετάξαμε από το Όσλο στο μακρινό Τρόμσο, ένα ψαροχώρι στα ενδότερα του Αρκτικού κύκλου. Συνέπιπταν τα γενέθλιά μου με μια εβδομάδα εορτών για το Βόρειο Σέλας στη Νορβηγική αυτή πολίχνη. Είχα πάρει μαζί μου κάθε ισοθερμικό που βρήκα στην αγορά.

Στην καρδιά του χειμώνα, Γενάρη μήνα, το σκοτάδι έπεφτε νωρίς στο χιονοσκεπές Τρόμσο. Στις τέσσερις το απόγευμα, το έτσι κι αλλιώς αχνό φως της μέρας είχε κρυφτεί. Ήταν η στιγμή που έβγαιναν από τα ξενοδοχεία τους οπλισμένοι με βαρύ φωτογραφικό εξοπλισμό οι κυνηγοί του Βόρειου Σέλαος. Μιλάω για κυνηγούς γιατί για κυνήγι πρόκειται. Το σέλας δεν μένει καρφιτσωμένο στον ουρανό σαν καρτ ποστάλ. Το σέλας είναι παιχνιδιάρικο, κάνει αστραπιαίες εμφανίσεις κι ύστερα χάνεται, δεν δίνει συγκεκριμένα ραντεβού, είναι μια άπιαστη ερωμένη, ένα όραμα σαν το «Εν τούτω Νίκα», τρόπον τινά, μια οπτασία. Κοντολογίς, τρεις νύχτες το κυνηγούσαμε σε απόκρημνες παραλίες ενώ μας έδερνε το ξεροβόρι, πάνω σε κρυσταλλιασμένες λίμνες, πίσω από χιονισμένα μνήματα στο ντόπιο νεκροταφείο. Το αντικρίσαμε εντελώς αιφνίδια πάνω από το Τρόμσο μια στιγμή που επιστρέφαμε αποκαμωμένοι στο κατάλυμά μας. Ήταν πράγματι εντυπωσιακό αλλά φοβάμαι ότι επρόκειτο για κάποιο τέχνασμα του δημάρχου με προβολείς ώστε να μη φεύγουν δυσαρεστημένοι οι τουρίστες.

«Λευκός ωκεανός» του Ρόυ Γιάκομπσεν, εκδόσεις βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ

Ο αναγνώστης δεν θα μείνει απογοητευμένος διαβάζοντας το μυθιστόρημα «Λευκός ωκεανός» του Νορβηγού συγγραφέα Ρόυ Γιάκομπσεν, ο οποίος βάζει την ηρωίδα του να επιστρέφει μόνη στο ερημωμένο νησί της θνήσκοντος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Μαζί της μεταφέρθηκα κι εγώ ξανά σε εκείνες τις βόρειες θάλασσες όπου τον χειμώνα λυσσομανούν οι άνεμοι, στροβιλίζονται οι χιονονιφάδες, το σκοτάδι απλώνεται νωρίς και τα ξύλα στο τζάκι επιχειρούν να διώξουν το κρύο.

Η ηρωίδα του βιβλίου περιφέρεται μόνη στο νησί, ρίχνει δίχτυα και πιάνει βακαλάους, μαστορεύει το σπίτι της  και συναντάει στην ακρογιαλιά έναν πληγωμένο άντρα που αφού τον συνεφέρει από τα τραύματά του, τον φιλοξενεί στην κλίνη και στην αγκαλιά της. Μάλιστα τον ερωτεύεται, όμως ο άντρας αυτός –φοβισμένος μην ανακαλυφθεί από τους Ναζί– εγκαταλείπει ερωμένη και νησί και χάνεται. Έκτοτε η νεαρή νησιώτισσα προσπαθεί να συνέλθει και να ξεχάσει τον φυγάδα, όμως θα δυσκολευτεί λιγάκι καθώς φέρει εντός της το παιδί που της έχει φυτέψει ο απρόσκλητος επισκέπτης.

Και ενώ το βιβλίο με μετέφερε ευφρόσυνα στην Απώτατη Θούλη, μια καινούργια ιδέα άρχισε να με ταλανίζει. Να επισκεφτώ και να μείνω για κάμποσο διάστημα στις νήσους Λοφότεν. Έχει αρχίσει πια να μου αρέσει το κρύο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ