Βιβλιο

Blonde, Τζόις Κάρολ Όουτς και Άντρου Ντόμινικ

Ένα μυθιστόρημα 939 σελίδων και μια ταινία σχεδόν τριών ωρών: σαπουνόπερα, tabloid glamour, φεμινισμός της κλάψας

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 852
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τζόις Κάρολ Όουτς
Τζόις Κάρολ Όουτς © Leonardo Cendamo/Getty Images

Blonde: Σχόλιο για το βιβλίο της Joyce Carol Oates και την ταινία του Andrew Dominik με κεντρική ηρωίδα τη Μέριλιν Μονρόε.

Πιστεύω ότι η Joyce Carol Oates είναι μια από τις πιο υπερεκτιμημένες Αμερικανίδες συγγραφείς: το να παράγεις 3.000 σελίδες μυθοπλασίας ετησίως δείχνει περισσότερο γραφομανία παρά συγγραφικό ταλέντο. Εξάλλου, η αυτοαποκαλούμενη «προλετάρια συγγραφέας» έχει την ακαταμάχητη τάση να σκαρώνει ιστορίες γύρω από αληθινά πρόσωπα στα οποία προσδίδει ιδιότητες βγαλμένες από την αχαλίνωτη φαντασία της. Νοσηρή φαντασία: βιασμοί, αιματοχυσία, αιμομιξία, διαστροφές – αυτή είναι η εικόνα που έχει για τον κόσμο η Olive Oyl της αμερικανικής λογοτεχνίας. Οι αρνητικές κριτικές δεν λείπουν: μερικές επισημαίνουν τον σαδομαζοχισμό της, τη σχεδόν πορνογραφική συναισθηματική της υστερία και την επιδίωξη του εντυπωσιασμού. Συχνά, η JCO απαντάει στις κριτικές επιβεβαιώνοντας τα παραπάνω ψυχικά χαρακτηριστικά της.

Τα γράφω αυτά επειδή είδα, καθυστερημένα, την ταινία του Andrew Dominik «Blonde» η οποία νομίζω πως παραβιάζει τη δεοντολογία που πρέπει να ακολουθεί κάθε δημιουργός. Τόσο το μυθιστόρημα του 2000 (που είχε μεταφερθεί στην οθόνη σε μια ελαφρώς διαφορετική ανάγνωση το 2001), όσο και η σχεδόν τρίωρη ταινία που προβλήθηκε στο Netflix αφηγούνται μια ιστορία, η οποία, αν και γεννήθηκε στο μυαλό της JCO, διατηρεί τα ονόματα των αληθινών προσώπων: της κεντρικής ηρωίδας Μέριλιν Μονρόε, των Κένεντι, του παραγωγού της Twentieth Century Fox, Nτάριλ Φ. Ζάνουκ, του Άρθουρ Μίλερ, του Τζο Ντιμάτζο κτλ – κανείς τους δεν ζει για να αντιδράσει· οι νεκροί έχουν πάντοτε άδικο.

BLONDE | Official Trailer | Netflix

Παλιότερα, η JCO είχε αναζητήσει έμπνευση στην ιστορία της Μαίρη Τζο Κόπετσνι –μιας ακόμα ευάλωτης κοπέλας– που πνίγηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα στον Κόλπο του Ναντάκετ: το όχημα οδηγούσε ο Έντουαρντ Κένεντι, ο οποίος, σύμφωνα με την εκδοχή της JCO στη νουβέλα «Μαύρο νερό», εκμεταλλευόταν σεξουαλικά την 28χρονη Κόπετσνι. Στο «Αδελφή μου αγάπη μου», η JCO αφηγούνταν τη δολοφονία μιας μικρής πρωταθλήτριας του παιδικού καλλιτεχνικού πατινάζ, με αναφορές σε όλα, σε σχεδόν όλα, τα ανθρωπολογικά ταμπού. Σε καμιά πενηνταριά πολυσέλιδα μυθιστορήματα της JCO, τα παιδιά, ιδιαίτερα τα κορίτσια, ζουν σε εφιαλτικούς κόσμους γεμάτους σκοτεινά μυστικά: «Παράνομο πάθος», «Παζλ κοντά στο ποτάμι», «Καρχηδόνα», «Baby-sitter», «Ο κήπος των επίγειων ηδονών», «Sexy», «Ο βιασμός», «Ο πρώτος έρωτας» – σταματώ εδώ. Το είδος της είναι το παλιομοδίτικο gothic στο οποίο προσθέτει μια δόση γκλάμουρ και reality show – κάτι που, εκ των πραγμάτων, έκανε και στο «Blonde» όπου αφηγήθηκε τη δική της φαντασίωση για τη ζωή της Μέριλιν Μονρόε: μια διαδοχή από βιασμούς, κακοποίηση, θυματοποίηση, δάκρυα, αποβολές, εκτρώσεις, χαστούκια και ψυχοτρόπα φάρμακα. H JCO κατάφερε να μεταμορφώσει ένα από τα πιο χαριτωμένα πρόσωπα του Χόλιγουντ στην απόλυτη παθούσα του σεξισμού και της δημοσιότητας: της διέφυγε εντελώς το πώς η Μονρόε συνεργάστηκε στη δημιουργία της δημόσιας εικόνας της και το πόσο απολάμβανε το στάτους του sex symbol, το ότι ζούσε για τα βλέμματα τα οποία σήμερα κρίνονται politically incorrect.

Joyce Carol Oates «Blonde»

Το μυθιστόρημα «Blonde» –σχεδόν 1.000 σελίδες: η JCO δεν μπορεί να περικόψει τα κείμενά της, τα θεωρεί ιερά· κάθε λέξη είναι μια κατάθεση ψυχής – μου φαίνεται αναίσχυντα εντυπωσιθηρική απόδοση μιας συνηθισμένης χολιγουντιανής ιστορίας η οποία υποθέτω ότι είχε τις υπέροχες στιγμές της, όπως και τις στιγμές εξευτελισμού και αποτυχίας· που δεν λείπουν από τη ζωή κανενός. Όντως ο Ζάνουκ βίασε τη Μέριλιν Moνορόε πάνω στο γραφείο του; Όντως ο Τζον Κένεντι την περιφρονούσε αλλά τον ξετρέλαιναν τα οπίσθιά της; Πώς τα ξέρει αυτά η JCO; Προφανώς, τέτοια είναι τα δικά της συναισθήματα, οι δικές της παρορμήσεις έναντι αυτής της τόσο σέξι εικόνας: η JCO ομολογείτις επιθυμίες της μεταθέτοντάς τες σε άλλους· είναι ηδονοβλεψίας.

Ομοίως, η ταινία του Andrew Dominik, που περιλαμβάνει σκηνή αναγκαστικής έκτρωσης –λίγη διακριτικότητα δεν θα έβλαπτε– υποτίθεται ότι εξερευνά την «ιδέα» της Μέριλιν Μονρόε. Αλλά, εφόσον δεν πρόκειται για κινηματογραφική βιογραφία, δεν θα έπρεπε οι χαρακτήρες να έχουν διαφορετικά ονόματα; Να θυμίζουν κάτι χωρίς να είναι αυτό το κάτι; Μόνον έτσι θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η ανάμειξη πραγματικών γεγονότων με τις εξεζητημένες εικασίες που συνθέτουν την ταινία όσο και μυθιστόρημα στο οποίο βασίστηκε.

Η Ana de Armas είναι εξαιρετικά ελκυστική· την είχαμε δει στο «Knives-Out» – έχει, μεταξύ άλλων, πολύ ενδιαφέρον στόμα. Εδώ μοιάζει με σωσία της Μονρόε που κλαίει ασταμάτητα· όταν δεν κλαίει, είναι γυμνή· μερικές φορές κλαίει και είναι γυμνή· κάπου κάπου κλαίει, είναι γυμνή και ματωμένη μαζί. Μέσα στην ταλαιπωρία ξεγλιστράει κάπου η κουβανέζικη προφορά της· αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Η ταινία, ένα πυρετικό όνειρο από ιμπρεσιονιστικούς ήχους και χρώματα, αναδεικνύει ένα και μοναδικό πράγμα: το πώς το Χόλιγουντ και οι κακοί άνδρες –βιαστές, εκμεταλλευτές, βάναυσοι, «γουρούνια» κτλ– μάσησαν και έφτυσαν τη Μέριλιν, η οποία εμφανίζεται σαν ένας εύθραυστος άγγελος που αναζητεί μια πατρική φιγούρα για να την αγαπήσει και να την προστατεύσει. My heart belongs to daddy: πολύ μπανάλ ψυχανάλυση. Για να δείξουν σε ποιο βαθμό εμπορευματοποίησαν τη Μονρόε οι μηχανισμοί του Χόλιγουντ, η JCO και ο Andrew Dominik, την εμπορευματοποιούν ακόμα πιο χυδαία.

Η JCO ζει στο ειδυλλιακά φυλλώδες Πρίνστον όπου γράφει τα grand guignol της επιμένοντας ότι η κοινωνία μεταχειρίζεται τα καημένα τα κορίτσια σαν κομμάτια κρέας· η θηλυκότητα είναι μια παγίδα· οι εκτρώσεις ένα θέατρο φρίκης· οι άνδρες αρπακτικά· πίσω από κάθε ευτυχισμένη οικογένεια κρύβεται ένα βδέλυγμα· το σεξ είναι αμαρτωλό, πηγή τραγωδίας. Η JCO είναι πουριτανή· της λείπει εντελώς το χιούμορ· δεν είναι συγγραφέας, είναι γραφιάς.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ