Βιβλιο

Γρηγόρης Αζαριάδης: «Το σκοτάδι νικάει όταν τελικά γίνεις κι εσύ ένας από αυτούς»

Ο συγγραφέας της «Οργάνωσης» ρίχνει φως στις κατάμαυρες σελίδες του τελευταίου του μυθιστορήματος

Στέφανος Τσιτσόπουλος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Γρηγόρης Αζαριάδης - Η οργάνωση: Συνέντευξη με τον συγγραφέα του αστυνομικού μυθιστορήματος που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell.

Αστυνομικό, σκληρό, κατάμαυρο, δυστοπικό, αφιονισμένο και εφιαλτικό ως προς το σενάριό του, αφού θέλει την πόλη και τη χώρα να κυβερνιώνται όχι από την εκλεγμένη κυβέρνηση, αλλά από μια ασύλληπτα οργανωμένη υπερμαφία, το τελευταίο βιβλίο του Γρηγόρη Αζαριάδη, διαθέτει όλα εκείνα που θέλει ο «αστυνομικάκιας» αναγνώστης: γρήγορη πλοκή, έγκλημα και παρακράτος, πολιτική και διαπλοκή, συμμορίτες που λυμαίνονται κάθε παράνομη δραστηριότητα σε ό,τι έχει να κάνει με τζόγο, πορνεία και ναρκωτικά, πτώματα, αίματα, κυνηγητά και φυσικά την υπερηρωίδα Αστυνόμο Τρύπη, που καθ’ όλη τη διάρκεια της εξιχνίασης αυτής της τρελής συνωμωοσίας πίνει τον περίφημο φραπέ Τρύπη. Ήτοι: δυο γεμάτες κουταλιές νες, τέσσερις ζάχαρη και πολύ λίγο νερό, ώστε η ίδια να ρυθμίζει το πόσο γεμάτο θα είναι το ποτήρι της, προκειμένου η καφεΐνη να μην τελειώνει ποτέ, το μάτι να είναι άγρυπνο και το χέρι να μην τρέμει όταν επιβάλλεται να τραβήξει πιστόλι πρώτη. 

Περισσότερα για την «Οργάνωση», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell, στη συνέντευξη με τον συγγραφέα που ακολουθεί. Warning: πολύ πτώμα, πολύ αίμα, πολύ πιστολίδι, προειδοποιηθήκατε! Let’s get the crime party started!

Στην «Οργάνωση» κάνεις λόγο για μια Υπερκυβέρνηση του οργανωμένου εγκλήματος, που κατευθύνει την τύχη της χώρας, δομημένη στα πρότυπα μιας πολυεθνικής εταιρείας. Διεφθαρμένοι και εξαγορασμένοι πολιτικοί και δικαστικοί, δημοσιογράφοι, συμμορίες στυγνών πιστολάδων και έμποροι ναρκωτικών, προαγωγοί και πολυποικιλία καθαρμάτων συνασπίστηκαν και μας κυβερνάνε. Σε σύγκριση με τα προηγούμενα βιβλία σου, πόσο κοντά τους ή μακριά τους κρίνεις πως είναι το τελευταίο σου;
Δεν μου αρκεί απλά η αντιγραφή μιας επιτυχημένης συγγραφικής συνταγής. Μου αρέσει πάντα να πειραματίζομαι. Στα τελευταία βιβλία υπήρχαν έντονα στοιχεία κοινωνικού σχόλιου και κριτικής. Είναι άλλωστε ενταγμένα σε αυτό που αποκαλώ (μονολεκτικά) κοινωνικοαστυνομικό μυθιστόρημα. Εδώ, στην «Οργάνωση», το κοινωνικό σχόλιο κλιμακώνεται και η αναφορά στη διαφθορά αγγίζει πλέον και το πολιτικό επίπεδο. Η διαφθορά είναι πλέον ένας πολυπλόκαμος οργανισμός, που δεν αφήνει τίποτα απ' έξω...

Πώς σου ήρθε η ιστορία και πώς προχώρησε στη διάρκεια του γραψίματος; Την είχες από την αρχή τελειωμένη στο μυαλό σου ή σε πήγε αυτή εκεί που ήθελε;
Είχα στο μυαλό μου ότι κάποιος έπρεπε να τολμήσει να γράψει για τη σύγχρονη κοινωνία μας και αυτά που συμβαίνουν πραγματικά γύρω μας. Να αγγίξει θέματα που καίνε, αλλά τα προσπερνάμε διακριτικά, λόγω του φόβου μας, και σφυρίζουμε αδιάφορα. Η ιστορία λοιπόν μου ήρθε όταν αποφάσισα να το κάνω εγώ. Υπαρκτό θέμα, σκληρό, ζόρικο και σκοτεινό και απαιτεί τόλμη... και φαντασία. Η «Οργάνωση» είναι ένα παιδί της πανδημίας και του σκληρού lockdown. Δεν μπορεί να θεωρηθεί λοιπόν «φυσιολογικό παιδί», καθώς κουβαλάει τα προβλήματα από την περίοδο του εγκλεισμού! Κάθε συνταγή πήγε περίπατο. Μετά την αρχική σύλληψη της κεντρικής ιδέας, ακολούθησε ένα προϊόν μιας αχαλίνωτης αίσθησης φαντασίας, λες και κάποιο αόρατο χέρι καθοδηγούσε το δικό μου να βασανίζει το πληκτρολόγιο του λάπτοπ. Ακολουθούσε ένα μικρό διάστημα ηρεμίας και περισυλλογής για την απαραίτητη έρευνα (και τις επαφές με τον κόσμο που περιγράφεται). Μετά, πάλι ενσωμάτωση των στοιχείων της έρευνας στο κείμενο και πάλι πίσω στη δημιουργική συγγραφική φαντασία... Και στο τέλος, βέβαια, μην το ξεχνάμε, οι ήρωες αυτονομούνται… Μέχρις ενός σημείου τουλάχιστον.

Τι από όλα πιστεύεις ότι ταιριάζει περισσότερο κάτω από το ταγκ «Το σκοτάδι νικάει όταν τελικά γίνεις κι εσύ ένας από αυτούς»; Ρίχνω μερικές ιδέες: μια ιστορία εκδίκησης, ένα μεσογειακό πολιτικό pulp θρίλερ, ένα μαύρο και αιματοβαμμένο σενάριο όπου όλα οδηγούν στην παραδοχή πως δεν υπάρχει μέλλον, σημειώσεις με ήρωες και γεγονότα για μια ταινία που ο σκηνοθέτης θα είναι ένα υβρίδιο Γιάννη Οικονομίδη και Κουέντιν Ταραντίνο, τι; 
«Το σκοτάδι νικάει όταν τελικά γίνεις κι εσύ ένας από αυτούς»… Σωστά. Μια φράση που συμπυκνώνει την κεντρική ιδέα της ιστορίας. Και ναι σε όλα… Οι αναφορές σου κολλάνε γάντι στην πλοκή. Μια ιστορία σκληρής εκδίκησης που οδηγεί στην προσωπική καταβύθιση του ήρωα σε σκοτεινές κατακόμβες, στο Σκοτάδι, στο πλαίσιο ενός μεσογειακού, κοινωνικοπολιτικού θρίλερ σε νουάρ ατμόσφαιρα, με σκηνοθέτη ένα υβρίδιο Ταραντίνο και Οικονομίδη και με ολίγον από Πέκινπα και Νικολαΐδη! Το σκηνικό από σκοτεινό έως μαύρο και ζοφερό, με ένα πέπλο ματαιότητας να σκεπάζει τη νύχτα της πόλης και να μην επιτρέπει τη διείσδυση κάποιας φωτεινής δέσμης (διάβαζε ελπίδας…) Κάτι σαν τη νομοτέλεια της διαφθοράς και του εγκλήματος.

Μέτρησες τους ήρωες, κεντρικούς και περιφερειακούς; Νομίζω πως είναι πάνω από πενήντα! Πέφτουν τα πτώματα σαν χαλάζι και πάει η σφαίρα σύννεφο. Πώς ξεφύτρωναν από σκηνή σε σκηνή και γιατί τόσοι πολλοί πρέπει να «χαιρετάνε»; Πιστολίδι για το πιστολίδι, ή έτσι έπρεπε για να φτιαχτεί ένα κλίμα, που αναρωτιέμαι και αυτό πώς το είχες στο μυαλό σου.
Όταν μιλάμε για εγκληματική «Οργάνωση», δεν έχουμε στο μυαλό μας κάποιο πολιτιστικό σύλλογο ή κάποια λέσχη ανάγνωσης αστυνομικής λογοτεχνίας. Εδώ μιλάμε για μια ανώνυμη εταιρεία με συγκεκριμένα, και σημαντικά, οικονομικά ενδιαφέροντα και αντίστοιχους στόχους. «Είναι πολλά τα λεφτά, Άρη», που έλεγε και η αείμνηστη ατάκα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Όποιος λοιπόν μπαίνει εμπόδιο στους συγκεκριμένους στόχους, ή θα πρέπει να συμμορφωθεί μετά από κάποιο στάδιο απειλών ή θα έχει… δυσάρεστη κατάληξη. Προφανώς η υπερβολή στον αριθμό των θυμάτων, η οποία μπορεί και να αγγίξει συνειδητά τα όρια του σουρεαλισμού, αντανακλά και την επιθυμία του συγγραφέα να κλιμακώσει την ένταση και να απειλήσει τον εφησυχασμό του αναγνώστη.

Από την αρχή ξέρουμε ποιος σκότωσε την οικογένεια του Μαύρου, αλλά και στη συνέχεια παρακολουθούμε ξεκάθαρα ποιος και γιατί καθαρίζει ποιον. Δεν υπάρχει who done it, παρά μόνο μια αγωνία ως προς το πώς και άμα η ομάδα της αστυνόμου Τρύπη καταφέρει να φτάσει και να εξαρθρώσει την κεφαλή της Οργάνωσης. Μήπως τελικά η πρόθεσή σου ήταν από την αρχή να γράψεις ένα ξεκάθαρα κοινωνικοαστυνομικό μυθιστόρημα;
Το who done it έχει πια περάσει στην ιστορία της αστυνομικής λογοτεχνίας. Τώρα μιλάμε για το why done it. Αναζητάμε τους λόγους, τα κοινωνικά αίτια που κρύβονται πίσω από μια εγκληματική πράξη. Τα κίνητρα. Ακόμα και στην περίπτωση του οργανωμένου εγκλήματος, πρέπει να ερευνήσουμε την κοινωνική συγκυρία, τις κοινωνικές συνθήκες που συντέλεσαν στη δημιουργία του. Η ομάδα της αστυνόμου Τρύπη παλεύει απεγνωσμένα με αυτή την πολυπλόκαμη «Οργάνωση» και, παρά τα εμπόδια που αντιμετωπίζει, καταφέρνει αρκετά χτυπήματα σε βάρος των ανθρώπων της. Αλλά, η αστυνομία από μόνη της δεν μπορεί να λειτουργήσει εν κενώ. Υπάρχει αυτή η καταραμένη κοινωνική συγκυρία, που ευνοεί την ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος. Και τελικά, όπως σωστά αναφέρεις, η πρόθεσή μου ήταν να αναδείξω αυτό το πρόβλημα, μέσα από ένα καθαρά κοινωνικοαστυνομικό μυθιστόρημα.

Sopranos, Ellroy, Manchette και The Wire: Βρίσκω συνάφειες ως προς την υπόθεση της «Οργάνωσης». Θα μπορούσες να ρίξεις μερικά ακόμα ονόματα σειρών ή συγγραφέων που η «Οργάνωση» θα ήθελε πολύ να συγκατοικεί σε ένα ράφι μαζί τους ή σε μια πλατφόρμα μετάδοσης σειρών και ταινιών;
Εξαιρετικές αναφορές. Στους «Sopranos» και «The wire», θα πρόσθετα το υποδειγματικό βρετανικό «Line of duty» και το δυνατό κορεάτικο «The lies within». Στον Ellroy και τον Manchette, θα έβαζα παρέα τον Arne Dahl και τον Herve Le Corre… Όλα αυτά λόγω σκοτεινής ατμόσφαιρας, εγκληματικότητας στο πλαίσιο μιας διεφθαρμένης κοινωνίας και γενικότερα λόγω του όχι και τόσο αισιόδοξου φινάλε. Αν το διευρύνουμε, θα ονειρευόμουνα (πέρα από κάθε τρελή προσδοκία!) συγκάτοικους στο ράφι κάτι υπέροχους τύπους, όπως Chandler και Hammett, Fajardie, Mankell, Sjowall Wahloo και νεότερους όπως Mc Kinty, MacKay και πολλούς νέους Έλληνες ομότεχνους.

Πολλούς αγαπημένους σου ξένους αστυνομικούς συγγραφείς τους εξελλήνισες και έδωσες το επίθετό τους σε κάποιους από τους ήρωες. Φόρος τιμής σε ποιους και γιατί;
Ναι. Από τον Πουαρίδη για την Άγκαθα Κρίστι, μέχρι τον Μαιγκρέ και τον Σιμενό για τον Ζωρζ Σιμενόν, τα ονόματα αποτελούν φόρο τιμής και υπόκλιση με σεβασμό στους μεγάλους της αστυνομικής λογοτεχνίας. Έστω και με υπερβολή και κλασικό αποτυχημένο χιούμορ Αζαριάδη.

Από την πρώτη ως και την τελευταία σελίδα, ρίχνεις χιούμορ και γκροτέσκ, σαν να θέλεις να δηλώσεις πως όλο αυτό δεν είναι παρά ένα παιχνίδι και μια εγκεφαλική σύλληψη περισσότερο, παρά μια αληθινή ιστορία. Την ίδια στιγμή, με όλα αυτά που διαβάζουμε να συμβαίνουν στα αληθινά αστυνομικά δελτία, η «Οργάνωση» αφήνει, υπαινικτικά πολλές φορές και ντιρέκτ κάποιες άλλες, την ιδέα πως το σενάριό της μπορεί και να είναι το ίδιο αληθινό, όπως και τα «θέματα» της τρέχουσας επικαιρότητας. Παιχνίδι;
Εδώ ο συγγραφέας, για να αποφύγει κι οποιεσδήποτε περίεργες και δυσάρεστες καταστάσεις, δηλώνει το κλασικό «"Η οργάνωση" αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας και οποιαδήποτε ομοιότητα με αληθινά πρόσωπα ή καταστάσεις είναι τυχαία μπλα μπλα». Αλλά τελικά, τα γεγονότα τα ίδια μας διαψεύδουν. Γιατί ακριβώς το οργανωμένο έγκλημα με τις δραστηριότητές του, άλλοτε υπαινικτικά κι άλλοτε άμεσα, δηλώνει την παρουσία του. «Είμαι εδώ» φωνάζει, «ενωμένο και πανίσχυρο»! Κι όπως ακριβώς λες κι εσύ, το σενάριο μπορεί να μην είναι και τόσο φαντασικό, αλλά να πλησιάζει τα όρια του πραγματικού. Το χιούμορ, μαύρο και γκροτέσκ και κάποιες στιγμές οι σουρεαλιστικές περιγραφές, πέρα από την πρόθεση να τονίσουν ότι όλο αυτό είναι μια εγκεφαλική σύλληψη ενός διαστροφικού συγγραφικού εγκεφάλου, υπηρετούν και την ανάγκη να δώσω ανάσες και ευχάριστες οάσεις μέσα στη μαύρη, κατάμαυρη έρημο του οργανωμένου εγκλήματος, που μας περιμένει απειλητική στα όρια της πόλης.

Φέτος η Bell κυκλοφόρησε ανατυπωμένο και το πρώτο σου μυθιστόρημα. Γιατί διάλεξες τον συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο, η «μεταγραφή» σου ξέρεις πως συζητήθηκε από κοινό και συναδέλφους...
Δεν χρειάστηκα να το σκεφτώ πολύ. Από την πρώτη συνάντηση με τον εκδότη, τον Χάρη Νικολακάκη, υπήρξε μια απόλυτη χημεία. Ο Χάρης πέραν του γεγονότος ότι είναι ωραίος τύπος, συμφώνησε άμεσα στην αρχή του αλληλοσεβασμού και το απέδειξε από την πρώτη στιγμή των επαφών μας. Δεν ξέρω βέβαια αν κατάλαβε ότι φορτώθηκε ένα υπερήλικα συγγραφέα, καθώς του έκρυψα την ηλικία μου. Επιπλέον, οι Εκδόσεις BELL κάνουν ένα πραγματικά μεγάλο και γενναίο άνοιγμα στη λογοτεχνία crime, έχουν συγκεντρώσει ένα μεγάλο και πολύ ταλαντούχο ρόστερ νέων Ελλήνων συγγραφέων του χώρου και ο Χάρης χρειαζόταν ένα υπερήλικα να παίξει, και καλά, τον ρόλο του μέντορα… Ας πρόσεχε!

Γρηγόρης Αζαριάδης

Ελληνικό crime fiction: το υπηρετείς και το παρακολουθείς από κοντά εδώ και πολλά χρόνια. Αρετές και παθογένειες, πορεία και εξέλιξη, ονόματα και τίτλοι που συστήνεις, αφού του καλοκαιριού η αστυνομική λογοτεχνία τού πάει πολύ!
Εδώ και κάμποσα χρόνια ακολουθώ ένα μοναχικό μονοπάτι, που η ταμπέλα στην είσοδό του γράφει «προώθηση του ελληνικού αστυνομικού μυθιστορήματος». Δύσκολο και απόκρημνο, ειδικά όταν το περπατάς μόνος. Νιώθεις λίγο σαν τον έρημο τον Δον Κιχώτη. Η σύγχρονη ελληνική σκηνή του αστυνομικού μυθιστορήματος έχει πολλούς και αξιόλογους νέους συγγραφείς, που ακολουθούν διαφορετικές τάσεις, αλλά έχουν κοινή συνισταμένη το ταλέντο τους. Γράφουν καλά, πολύ καλά. Και το λέω συνεχώς, δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τον μέσο όρο των ξένων συναδέλφων τους. Εννοώ τον μέσο όρο. Μην πάμε σε σύγκριση με τον Arne Dahl, τον Ian Rankin ή τον Henning Mankell… Η νέα γενιά έχει πολλούς ταλαντούχους εκπροσώπους. Όσο για τις παθογένειες, θα προσπαθήσω να είμαι λίγο διακριτικός. Πρώτη είναι η υπερπαραγωγή. Πολλοί νέοι ομότεχνοι θεωρούν υποχρέωσή τους να εκδίδουν ένα βιβλίο τον χρόνο. Θεωρώ ότι είναι λίγο δύσκολο να είσαι 35 χρόνων, να έχεις εκδώσει ήδη 10 βιβλία και να είναι όλα καλά! Λίγη αυτοσυγκράτηση είναι επιβεβλημένη. Και δεύτερη είναι η τάση να μη διαβάζουμε βιβλία μεγάλων συγγραφέων, όχι μόνο αστυνομικά αλλά και κλασικά, αλλά να παρακολουθούμε μανιωδώς σειρές, με αποτέλεσμα πολλά σύγχρονα μυθιστορήματα να συγκλίνουν σε σενάρια τηλεοπτικών σειρών. Όσο για προτάσεις, για να αποφύγω την ονοματολογία, ρίξτε μια ματιά στις πρόσφατες κυκλοφορίες ελλήνων συγγραφέων αστυνομικών κι επιλέξτε άφοβα δυο τρία από αυτά. Δεν θα χάσετε!

Το αστυνομικό μυθιστόρημα «Η οργάνωση» του Γρηγόρη Αζαριάδη παρουσιάζεται τη Δευτέρα 6 Ιουνίου, στις 19:30, στο εξωτερικό Αμφιθέατρο Δήμου Παπάγου-Χολαργού (Περικλέους 55, Χολαργός)