Βιβλιο

Ο Κωνσταντίνος Καμάρας μιλάει για το «Τελική τεθλασμένη», τη ματαίωση, την απώλεια – και τη λύτρωση

Το βιβλίο θα παρουσιαστεί την Πέμπτη 5 Μαΐου στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 825
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κωνσταντίνος Καμάρας - Τελική τεθλασμένη. Συνέντευξη με τον συγγραφέα του μυθιστορήματος, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ATHENS VOICE BOOKS.

Κάποτε ήταν μέσα στα πράγματα: αξιοσέβαστος οικονομικός συντάκτης και τραπεζικό στέλεχος, κυβερνητικός σύμβουλος και εξέχον μέλος μιας αθηναϊκής ελίτ που οι γόνοι της ανατράφηκαν, σπούδασαν και γαλουχήθηκαν με ιδέες ανωτερότητας.  Κατάφερε αρκετά, όχι όμως όλα όσα ήθελε. Σήμερα μονάζει και προσπαθεί να επιβιώσει με την πετσοκομμένη του σύνταξη. Υπάρχουν όμως περισσότερα πράγματα που τον βασανίζουν και του δημιουργούν πικρία και μια συνεχή αίσθηση αποσυνάγωγου της νέας εποχής.

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου «Τελική τεθλασμένη» μάς μυεί στον χαρακτήρα του: «Εβδομηντάρης αστός παλαιάς κοπής· σήμερα νεόπτωχος ευγενής. Ένας άριστος με ματαιωμένο πεπρωμένο, ηττημένος από "μάγκες" αχρείους και μέτριους με κονέ, προδομένος από τον δύστροπο χαρακτήρα και την έπαρσή του. Χήρος (και σιωπηλά ενοχικός για το πώς της φέρθηκε μέχρι και το τέλος), με σχέση οδυνηρά ανύπαρκτη με τον γιο του και μόνη ηλιαχτίδα του τη μοναχοκόρη του. Θα ζήσει την τραγωδία και, αναπάντεχα, θα αναζητήσει τη ζωή, δημιουργώντας μια νέα αρχή. Γιατί και στο βαθύτερο σκοτάδι υπάρχει φως, γιατί και την τελευταία στιγμή υπάρχει χρόνος». Ένας εσωτερικός μονόλογος, μια ανασκόπηση κομβικών στιγμών της ζωής του, και ορίστε ο ήρωας Αλκιβιάδης Παύλου. Ο συγγραφέας Κωνσταντίνος Καμάρας μας μυεί στα ενδότερα μιας αφήγησης που, παρότι «μαύρη» και μελαγχολική, στο τέλος της αφήνει την αγάπη και τη στοργή να ξεχειλίσουν, αφού βρουν τον δρόμο τους μέσα από τη χαραμάδα.

Ματαίωση, απώλεια, λύτρωση, και από το ξεκίνημα του βιβλίου σας τον καταρρακώνετε. Αναρωτιέμαι, τι ήταν αυτό που εμπόδιζε τον Αλκιβιάδη Παύλου να συνδεθεί ουσιαστικά με την οικογένειά του; Σχεδόν όλα τα καλά, τα χρυσά χρόνια της ζωής του, ήταν σαν να μην ήταν εκεί. Ακόμα και όταν δήλωνε παρών, στην ουσία ήταν ψυχικά απών...
Ένας διαχεόμενος, πολλές φορές σιωπηλός, ναρκισσισμός – κάτι που αποτελεί πολύ μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης συνθήκης από ό,τι συνήθως υποθέτουμε. Η ρίζα του είναι προφανώς δαιδαλώδης, αλλά το αποτέλεσμα σταθερά προκύπτει απαράλλακτο: η ενασχόληση με τον εαυτό μας, η αίσθηση ότι ο κόσμος γυρνάει γύρω μας και η στρέβλωση της πραγματικότητας για να έρθει αυτή στα μέτρα μας (άλλωστε ο ναρκισσισμός, ακόμα κι ο επιθετικός, ενίοτε συνιστά άμυνα), η αδιαφορία για τις ανάγκες και επιθυμίες των άλλων – όλη την ώρα ή σχεδόν. Αλλά η μέρα έχει μόνο 24 ώρες, αυτό δεν αλλάζει κι ας προσπαθεί, συχνά αλλά πάντα μάταια, ο άνθρωπος να τη διαστείλει.

Ο Αλκιβιάδης αναστοχάζεται το παρελθόν του και, εξαιτίας ενός κομβικά θλιβερού συμβάντος (δεν κάνω σπόιλερ), συνταξιούχος και εβδομηντακονταετής, έστω και άτσαλα, προσπαθεί να κάνει μια νέα αρχή. Ας πω ότι τον μαλακώνετε, τον προσγειώνετε από την αλαζονεία και τον σνομπισμό και στην πορεία τον μετατρέπετε σε έναν άλλο άνθρωπο, με ενσυναίσθηση και τρυφεράδα. Συμβαίνει λέτε και στην αληθινή ζωή τέτοια μεταστροφή στους ανθρώπους; Ο Αλκιβιάδης είναι ένας μυθιστορηματικός ήρωας, που τα πριν και μετά χαρακτηριστικά του τα δανειστήκατε από κάποια κοντινά σας παραδείγματα;
Το «δεν αλλάζει ο άνθρωπος» είναι μία αποστροφή που με βρίσκει εν (πάρα) πολλοίς σύμφωνο – το leitmotiv της ύπαρξής μας χαράσσεται υπερβολικά νωρίς. Οι εξαιρέσεις προκύπτουν μόνο μέσω ακραίων καταστάσεων, λ.χ., ο αλκοολικός που ανένηψε όταν έπιασε πραγματικά πάτο, αλλά… εγώ κι αν δεν θέλω να κάνω σπόιλερ! Σε ό,τι αφορά το λάξευμα του «πριν» Αλκιβιάδη Παύλου, μιλάμε για μωσαϊκό: στοιχεία από διαφορετικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει (κάποιοι όχι πλέον παρόντες), και αυτό προφανώς καταλήγει σε μία σύνθεση – το πόσο επιτυχής ή ενδιαφέρουσα, θα το κρίνουν οι αναγνώστες. Ο «μετά» χαρακτήρας δεν υπάρχει – θα αποτελούσε ούτως ή άλλως σπανιότατη περίπτωση. Περισσότερο νιώθω ότι ενσαρκώνει την ελπίδα – και την επιθυμία μας να υπάρχει πάντα ελπίδα...

Η Ελλάδα της οικονομικής κρίσης και τα απόνερα από την ξέσαλη εφαρμογή του «σοσιαλμπανανία αλά Γκρεκ» δεν κλονίζουν μόνο τη ζωή των ευάλωτων τάξεων, αλλά και τη μέχρι πρότινος μεγαλοαστική ζωή του ήρωα. Και πάλι θα επικαλεστώ το πρώτο μέρος του βιβλίου σας. Ο Παύλου κατατρύχεται από ποικιλίες βουβής οργής, όλοι και όλα τον εκνευρίζουν, μέχρι, στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, να συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα και να προσπαθήσει να τη μεταστρέψει για τους οικείους του. Θα αντιδρούσε συναισθηματικά και πρακτικά έτσι, αν δεν υπήρχε η κρίση;
Το «ημεδαπό» δράμα της δεκαετίας 2010-20 (γιατί έκτοτε τα δράματα είναι πλέον παγκόσμια…) είναι δυσανάγνωστο – και εν προκειμένω το βασικό ερώτημα είναι εάν υπήρξε θρυαλλίδα ή απλός επιταχυντής καταστάσεων και εξελίξεων. Το καλό είναι ότι κοιταχτήκαμε στον καθρέφτη, το κακό είναι ότι είδαμε διαφορετικά πράγματα. Πάντως η υλική ανέχεια του Παύλου είναι μόνο μία πρώτη ανάγνωση – η πραγματική φτώχεια, αυτή που θα υπήρχε και χωρίς κρίση, είναι μες στην ψυχή του. Και εδώ δεν υπάρχει (έστω με τη μορφή μνημονίου) έτοιμη συνταγή…

Η γραμμή του αίματος και ο άλλος, το εγγόνι του και η μετανάστρια οικιακή βοηθός: η πλήρης μεταστροφή του ήρωα συμβαίνει εξαιτίας τους. Αλλά και η Φολέγανδρος, μακριά από την Αθήνα. Ο Παύλου σαν να έρχεται στα συγκαλά του, η νέα αρχή γίνεται από εκεί. Μήπως η ιστορία μας έχει να κάνει με τις στρεβλώσεις, τις αυταπάτες και τον ρυθμό που επιβάλλει ο κάθε τόπος;
Όντως, σε πολύ μεγάλο βαθμό – όσο κι αν θέλουμε να πιστεύουμε στην αυτόνομή μας συγκρότηση και συνείδηση, η ανθρώπινη συνθήκη εξαρτάται απόλυτα από το περιβάλλον της και συχνά αυτό δρα καταλυτικά ακόμα κι αν ο αντίκτυπος δεν είναι πάντα εμφανέστατος. Σκεφθείτε το αλλιώς: πόσοι από εμάς αισθάνονται ακριβώς το ίδιο όταν κάθονται κάτω από ένα πλατάνι στο χωριό το Πάσχα και όταν είναι ακίνητοι πίσω από μια νταλίκα στον Κηφισό ένα πρωινό καθημερινής; Και εδώ η διαφορά δεν είναι μόνο οι εικόνες, τα χρώματα και τα αρώματα – είναι κυρίως αυτή η απροσδιόριστη αίσθηση βραδύτητας, η ψευδαίσθηση ότι η ζωή επιμηκύνεται...

Θα το πω λαϊκά: Μέχρι να συνταξιοδοτηθεί ο Αλκιβιάδης Παύλου, πίστευε πως κρατάει τον παπά από τα αρχ***. Δεν ήταν ανήθικος, κάθε άλλο, ούτε άμυαλος· απλώς η μέθη της όποιας επιτυχίας του δεν τον άφηνε να δει τη ζωή έξω από τα συγκεκριμένα παιχνίδια. Έχετε συναντήσει τέτοιους τύπους; Και αν ναι, πώς θα διαβάσουν και τι θα καταλάβουν (ή όχι) από το βιβλίο σας;
Η διαδρομή του (κάθε) Αλκιβιάδη είναι εκ των πραγμάτων μοναδική αλλά δεν είναι ασυνήθιστη: από την προσπάθεια για απόλυτη επιτυχία (όπου το νήμα πάει πάντα λίγο παραπέρα και η κούρσα δεν τελειώνει ποτέ), τη στρέβλωση των προτεραιοτήτων, την άρνηση στην πραγματικότητα, τη ροπή να εκλαμβάνονται άνθρωποι (και συνθήκες) ως δεδομένοι, στο ενδεχόμενο γεγονός που αλλάζει τα πάντα και η μέχρι πρότινος ζωή φαντάζει πλάνη. Ναι, τα γεγονότα, ειδικά τα τυχαία, αυτά που δεν ελέγχονται, εκείνα που τρέμουμε και μας κάνουν να νιώθουμε μικροί, βάζοντάς μας στη θέση μας – ενίοτε, δε, μπορεί να λειτουργήσουν εξίσου δραστικά όσο μία πολυετής ψυχανάλυση. Το τι θα καταλάβει από το βιβλίο ένας «Αλκιβιάδης» αναγνώστης εξαρτάται από το εάν έχει εκτεθεί σε γεγονός τέτοιου βεληνεκούς – ή, τουλάχιστον, εάν ζει με την επίγνωση (ή και τον φόβο) ότι αυτό μπορεί να συμβεί.

Πού ζείτε; Σε ποια περιοχή; Πόσο κοντά ή μακριά από τη μεθόριο του βιβλίου σας; Και πώς βλέπετε την Αθήνα και τη χώρα μετά από τόσα χρόνια κρίσης και απανωτών χτυπημάτων; Τι λέτε εσείς, αλλά και πώς θα απαντούσε ο Αλκιβιάδης Παύλου;
Περπατώ τους ίδιους δρόμους με τον Αλκιβιάδη Παύλου, άρα εδώ η μυθοπλαστική προσπάθεια ήταν ιδιαίτερα βατή – και, ως έναν βαθμό, πιθανόν να υπάρχει κάποιας μορφής σύμπλευση στη θεώρηση της μετα-κρίσης χώρας: δηλαδή μία χώρα που συνεχίζει να ταλανίζεται από τον διχασμό ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και ανατολίτική μας πλευρά – αυτή η διαπάλη βαστάει δύο αιώνες τώρα και αφορά σχεδόν τα πάντα. Ιδανικά θα προέκυπτε κάποτε μία διαλεκτική, γόνιμη σύνθεση αλλά η αλήθεια είναι πως, προς το παρόν, μόνο βασανιζόμαστε. Έχω την αίσθηση ότι συχνότερα κερδίζει η Ανατολή, απλά οι νίκες της Δύσης είναι πιο καθοριστικές. Και θα φανεί στα επόμενα χρόνια πόσο τα μνημόνια αλλά και η πανδημία (τα γεγονότα, δηλαδή) μας άλλαξαν – όχι προσωρινά αλλά οριστικά.

Από τις ευχαριστίες της έκδοσης καταλαβαίνω πως κάνατε διάφορες έρευνες: παιδοψυχολογία, πολεμικές τέχνες, ιστορία και τοπιογραφία. Πόσο καιρό σας πήρε να γράψετε το βιβλίο και ποιο ήταν το χρονικό διάστημα που το ξεκινήσατε;
Η βασική ιδέα γυρνούσε στο μυαλό μου για καιρό, αλλά επέμενα να τη βάζω στο περιθώριο. Μέχρι που, τα Χριστούγεννα του 2017, συγκεκριμένες δύσκολες καταστάσεις μού δημιούργησαν την ανάγκη να μιλήσω, να γράψω δηλαδή. Έστω μόνο κάποιες νύχτες, έστω σε αργή κίνηση – γιατί δεν λες γρήγορη μία (σχεδόν) τριετία μέχρι το πρώτο draft. Υπήρχαν στιγμές που αντηχούσε στο μυαλό μου η αποστροφή ενός φίλου, και κορυφαίου Έλληνα συγγραφέα, «λογοτεχνία σημαίνει δυστυχία», σαν η δημιουργία να χρειάζεται ή να προϋποθέτει μία υφέρπουσα μελαγχολία. Δεν ξέρω εάν συμφωνώ απόλυτα· πάντως το μόνο βέβαιο είναι ότι η ολοκλήρωση ενός έργου φέρνει μία αχνή υποψία ευτυχίας. Έστω παροδικής, όπως όλα άλλωστε...

Το βιβλίο «Τελική τεθλασμένη» του Κωνσταντίνου Καμάρα κυκλοφορεί από την Athens Voice Books. Μπορείτε να το παραγγείλετε εδώ


Παρουσίαση του βιβλίου «Τελική τεθλασμένη» του Κωνσταντίνου Καμάρα

Το βιβλίο «Τελική τεθλασμένη» θα παρουσιαστεί την Πέμπτη 5 Μαΐου στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη, Πλατεία Φιλικής Εταιρείας (Πλ. Κολωνακίου) 20, στις 18:30.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι δημοσιογράφοι Παύλος Τσίμας και Σοφία Παπαϊωάννου, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης και ο σκηνοθέτης Ηλίας Γιαννακάκης.