Βιβλιο

«Το τραγούδι των δέντρων»: Συνομιλώντας με ένα δέντρο

Ο Αντόνιο Μορέσκο περιπλανιέται, ακούει τα δέντρα να του απευθύνονται εν χορώ και να του αφηγούνται τη γνωριμία τους με τους ανθρώπους

aris-sfakianakis.jpg
Άρης Σφακιανάκης
ΤΕΥΧΟΣ 771
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Το τραγούδι των δέντρων» Αντόνιο Μορέσκο, εκδόσεις Καστανιώτη

Αναγνώστης με αιτία: Ο Άρης Σφακιανάκης γράφει για το βιβλίο «Το τραγούδι των δέντρων» του Αντόνιο Μορέσκο, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη

Είμαι άνθρωπος της πόλης. Όταν σ’ ένα ταξίδι μου στην Αμερική αντιμετώπισα το δίλημμα Γκραν Κάνυον ή Σαν Φρανσίσκο, διάλεξα χωρίς δεύτερη σκέψη την πόλη των μπήτνικς. Γνωρίζω βέβαια τη διαφορά ανάμεσα σ’ ένα ελαιόδεντρο και μια συκιά και δεν θα διστάσω να ονομάσω ένα κυπαρίσσι ή ένα πεύκο αλλά εάν μου ζητηθεί –ακόμη κι αν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου– να υποδείξω μια μανόλια, μια φλαμουριά ή μια οξιά θα είναι σα να απαιτείται από μένα να μιλήσω κινέζικα.

Δεν χρειάστηκε ποτέ να συνομιλήσω μυστικά μ’ ένα δέντρο, να χαϊδέψω τον κορμό του ή να σκοντάψω στις ρίζες του. Θυμάμαι στη Γόρτυνα της νότιας Κρήτης το πλατάνι όπου κάτω από τη σκιά του άφησε ο Δίας την απαχθείσα Ευρώπη, μα ξέρω ότι ήταν πλατάνι μόνο και μόνο επειδή υπήρχε μια σχετική πλακέτα.

Οπότε, γιατί να αγοράσω ένα βιβλίο που έχει τίτλο «Το τραγούδι των δέντρων»; Το πήρα καχύποπτα στα χέρια μου και το άνοιξα στην πρώτη σελίδα – όπως κάνω πάντα. Διάβασα τις πρώτες αράδες:

«Είμαι φυλακισμένος στη Μάντοβα, την πόλη στην οποία γεννήθηκα και πέρασα την τρομερή παιδική ηλικία κι εφηβεία μου. Ολόγυρα ερήμωση, σιωπή. Τι συμβαίνει;»

Συμβαίνει ότι έχει ξεκινήσει η πανδημία κι έχει επιβληθεί καραντίνα στην Ιταλία. Εμένα πάλι μου αρκούσε ότι ο ήρωας του βιβλίου, ο συγγραφέας για την ακρίβεια, μιλούσε για τη Μάντοβα. Την πόλη όπου εξόρισε ο Σαίξπηρ τον Ρωμαίο του όταν χρειάστηκε να τον απομακρύνει λίγο από την Ιουλιέτα. Την πόλη που επισκέφτηκα με κάποια κοπέλα που αγάπησα – μα ποια ήταν; Θυμάμαι τον σταθμό του τρένου, θυμάμαι το Δουκικό παλάτι, θυμάμαι να περπατάμε πλάι στο ποτάμι πιασμένοι χέρι-χέρι αλλά η μορφή της μου διαφεύγει. Ας είναι. Πήρα το βιβλίο.

Ο συγγραφέας του, ένας σπουδαίος Ιταλός, ο Αντόνιο Μορέσκο, παραδέχεται από την αρχή κιόλας ότι δεν έχει καμιά ιδιαίτερη σχέση με τη χλωρίδα του τόπου του. Κι ωστόσο, για να έχει κάτι να ασχοληθεί όσο κρατάει η καραντίνα, αποφασίζει –με την προτροπή ενός φίλου του– να επιλέξει ένα δέντρο και να μιλήσει γι’ αυτό σ’ ένα βιβλίο.

Κι έτσι ξεκινάει ένα υπέροχο ταξίδι όπου ο συγγραφέας περιπλανιέται τα βράδια στην γενέθλια πόλη του –αποφεύγοντας τα μπλόκα της αστυνομίας–, συναντάει δέντρα και συνομιλεί μαζί τους. Ακούει τις φωνές τους που μιλούν τη γλώσσα του. Συναντάει ένα μικρό δέντρο που ξεπετάγεται από τον υπόνομο. Μιλάει με την ψίχα ενός εγκλωβισμένου δέντρου. Συντυχαίνει ένα παλαβό δέντρο και διαλογίζεται με τα λευκά κλαδιά κάποιου άλλου. Απευθύνει ερωτήσεις στο κίτρινο δέντρο και παίρνει απαντήσεις από το κόκκινο. Ακούει τα δέντρα να του απευθύνονται εν χορώ και να του αφηγούνται τη γνωριμία τους με τους ανθρώπους.

Με συγκίνησε βαθιά τούτο το βιβλίο, με έφερε μπροστά στον καθρέφτη της ανθρώπινης κατάστασης, με έκανε να σκεφτώ για τα επαναλαμβανόμενα λάθη του είδους μας και με οδήγησε να στοχαστώ πάνω στη μεταμόρφωση που έχει έρθει η ώρα να πραγματοποιήσουμε, αν επιθυμούμε τη συνέχεια της ιστορίας μας κι όχι το τέλμα και τον αφανισμό.

Τα δέντρα τραγουδούν. Γυρίζοντας τις σελίδες του βιβλίου –σελίδες φτιαγμένες από δέντρα– θα ακούσετε το τραγούδι τους που ηχεί σαν σινιάλο σειρήνας στη σκοτεινή θάλασσα της ανθρώπινης ύπαρξης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ