Βιβλιο

Γιατί αξίζει να διαβάσεις το «Φοβού τα βρέφη» του Γιάννη Πάσχου;

Ένα «ακριβό» βιβλίο του εκδοτικού οίκου Περισπωμένη

Στέφανος Τσιτσόπουλος
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Διαβάσαμε το βιβλίο του Γιάννη Πάσχου «Φοβού τα βρέφη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Περισπωμένη, και πήραμε συνέντευξη από τον συγγραφέα.

Οι εκδόσεις Περισπωμένη εκφράζουν μια πολύ συγκεκριμένη αισθητική. Διακονούν την υψηλή τυποτεχνία και το πολυτονικό, σε μια εποχή όπου το βιβλίο έπαψε να συνδιαλέγεται με την τυπογραφική παράδοση των πρώτων ημερών του Γουτεμβέργιου. Η πλειονότητα των σημερινών κειμένων και εκδόσεων δεν εκφράζει ή, καλύτερα, δεν προκρίνει τη σκέψη ως πρωταρχικό μέλημα - η ελληνική εκδοτική ήταν συγχρωτισμένη κάποτε με τον παγκόσμιο κανόνα. Στη χώρα μας έβγαιναν κάποτε βιβλία όπου ο κόσμος, η ομορφιά και οι αγωνίες του κινούνταν στο μυστηριακό tremendum του κανόνα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και της τέχνης, που σκοπός είναι να «στραγγίζουν μόρια φωτός μέσα στο αόρατο σκοτάδι» ( Κιτς). Η ποίηση που μελωδεί την αθέατη πλευρά των πραγμάτων, η αληθινή δημιουργία μοιάζει πλέον με έναν ξεχασμένο, ξεπερασμένο και γι’ αυτό και παρατημένο μεταφυσικό αυλό. Σε αυτήν την παγκόσμια τυπογραφική και αισθητική συνθήκη του πρόχειρου μαζικού φασόν, ο εκδοτικός οίκος Περισπωμένη προτάσσει τόσο το πολυτονικό σύστημα γραφής όσο και την κομψή γυναικεία κεφαλή χαραγμένη με σινική μελάνι στο λογότυπο, που ξεκαθαρίζουν τη στάση και τη θέση της. Το μήνυμα της Περισπωμένης εφάπτεται με τις Ελεγείες του Ντουίνο του Ρίλκε, «πίστη στο μεγάλο». Το ψυχικό και το ποιητικό είναι το «προϊόν» που προσφέρει, εμμένοντας σε ένα  εκδοτικό μεγαλείο (ας μου επιτραπεί) που δεν κάνει εκπτώσεις. 

Ακόμα και η έδρα της Περισπωμένης, λίγα μέτρα από τα γραφεία της A.V., εκεί όπου διασταυρώνονται η Ζωδόχου Πηγής με τη Γεωργίου Γενναδίου κι η Φειδίου με την Ακαδημίας συνομολογώντας έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους αισθητικούς πυρήνες της βιβλιοφιλικής Αθήνας —πάμπολλοι εκδοτικοί οίκοι έχουν την έδρα τους εδώ— είναι συντονισμένη με το μανιφέστο και τον «κόσμο» που διάλεξε να τυπογραφεί και να προάγει ο εκδότης Σωτήρης Φασούλας: ένα παλιό αθηναϊκό αριστοκρατικό σπίτι όπου όλα συμβαίνουν εντός του, η αναζήτηση σπάνιων τίτλων, η χειρωνακτική και καλλιτεχνική παραγωγή με ήθος, κανόνα και αφοσίωση σε μια γραμμή - κάθε άλλο παρά εμπορική (με τρέχοντες όρους αγοράς) θα την αποκαλούσες. Η Περισπωμένη μου θυμίζει την δισκογραφική εταιρεία 4AD. Οι σπαραξικάρδιας ομορφιάς λέξεις-τίτλοι της συνομιλούν ευθέως με τους ήχους μιας εταιρείας που ποτέ δεν νέρωσε ή δεν υπέστειλε ούτε κατά έναν πόντο τον αισθητικό σχηματισμό της σημαία της. Δεν είναι τυχαίο, θεωρώ, που στον κατάλογο των εκδόσεών της συμπεριλαμβάνεται κι άλλο ένα μνημειακό του Ρίλκε, τα «Κείμενα για τη Μουσική». Έκρινα απαραίτητο να τα γράψω όλα τούτα εν είδει εισαγωγής για το βιβλίο «Φοβού τα Βρέφη» του Γιάννη Πάσχου, για να αντιληφθείτε τη συνάφεια περιεχομένου, «περιτυλίγματος» και περιδίνησης. Ο συγγραφέας, ο εκδοτικός οίκος αλλά και ο αναγνωστικός πυρήνας της Περισπωμένης παίζουν αντίστιξη με τη μαζική παραγωγή. 

Το κοντράστ τους με το μέγεθος αλλά και τη φιλοσοφία της αγοράς είναι τέτοιο που δεν θα αποκαλούσες το «Φοβού τα βρέφη» ένα εύκολο βιβλίο. Όλη αυτή η σπουδή στην ανθρώπινη παθογένεια, όπως την ακτινογραφεί σε επτά πράξεις-κεφάλαια ο Γιάννης Πάσχος, απαιτεί ειλικρινές δόσιμο του αναγνώστη στο κείμενο, μακριά από τις ξέγνοιαστες τελευταίες γαλάζιες θάλασσες του Σεπτέμβρη. Αυτή την εποχή, ηρωική πράξη είναι να κατανοήσεις τον άνθρωπο, γράφει ο συγγραφέας, ας μου επιτρέψει όμως να τον παραφράσω: Αυτή την εποχή, ηρωική πράξη είναι που τέτοια δύσκολα βιβλία ευτυχούν να εκδοθούν όπως τους αξίζει, αδιάβλητα και αδιαμεσολάβητα, αφού τίποτα δεν παρεμβάλλεται ανάμεσα στη γραφή,το νόημα του «Φοβού» και τον δυνητικό αναγνώστη. Μια μεγαλειώδης λογοτεχνία και σπουδή στο «μαύρο». Περισσότερα από τον ίδιο τον Γιάννη Πάσχο, που η κατάργηση των ορίων μεταξύ ποίησης και πεζού λόγου- γραφής και ζωής μοιάζει με κερδισμένο στοίχημα. Ένας sui generis λογοτέχνης της περιφέρειας (πατρίδα και έδρα του τα Ιωάννινα) που ευτύχησε να τυπώνεται καλλιτεχνικά όπως του αρμόζει. Το «Φοβού τα βρέφη» είναι ένα πόνημα συγκλονιστικό...

Το προηγούμενο βιβλίο σου, «Οι μαγικές ιστορίες του Δον Ντομίνγκο», φαντάζει σαν ένα μανιφέστο αισιοδοξίας μπροστά στο «μαύρο» που είναι διάχυτο στο «Φοβού τα βρέφη». Μπορείς να ανακαλέσεις την ψυχολογία σου τις ημέρες συγγραφής των δύο βιβλίων; Έχω την εντύπωση πως τα έργα σου άγονται και φέρονται από τους «καιρούς σου» - ο πυρήνας της δημιουργίας σου έχει πάντα στο ευδιάκριτο κέντρο του τον προμηθεϊκό άνθρωπο, αλλά εδώ νομίζω πως, όταν έγραφες τα «Βρέφη», ο «καιρός σου» ήταν ιδιαίτερα βεβαρημένος…
Το «Φοβού τα βρέφη» είχε ήδη γεννηθεί στο μυαλό μου τον καιρό που έγραφα τις «Μαγικές ιστορίες του Δον Ντομίνγκο», η ίδια πλεύση σε άλλες θάλασσες, με το ίδιο σκαρί. Δεν ακολουθώ τον «καιρό μου». O «καιρός μου» με ακολουθεί, πότε με δυσκολεύει και πότε με διευκολύνει να στρέφω τη ματιά πέρα από μένα, πέρα από αυτό που με κατατρέχει, πέρα από το εδώ, χωρίς να υποτιμώ το σήμερα. Τις πιο καθαρές μέρες, τις πιο αισιόδοξες στιγμές, ας πούμε, έχω πιο ξεκάθαρη ματιά στο «μαύρο», ζω μαζί του, είναι μέρος μου και είμαι μέρος του, μέρος ενός φωτεινού «μαύρου». Οι «καιροί» μου διαδέχονται ο ένας τον άλλον, μια αλυσίδα, πότε ανάλαφρη, πότε ασήκωτη, διαλύεται και επανασυνδέεται με διαφορετικούς τρόπους, όλα αλλάζουν… 

Η πρόζα σου είναι σκληρή, η περιγραφή του κόσμου και του ανθρώπινου βίου όπως τον αποτιμάς εμπεριέχει μηχανισμούς καταπίεσης και καταστολής της επιθυμίας, βία και απομάγευση, ασφυξία που, από την αρχή της ζωής, μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας, σαρώνει κάθε ελπίδα διαφορετικής πράξης: μανιφέστο απελπισίας ή κάλεσμα για ανατροπή; Ποιο από αυτά τα δύο διαλέγεις σαν κλειδί-εισαγωγή για τον αναγνώστη ώστε να μπει ευκολότερα στο πνεύμα των «Βρεφών»;
Και κάλεσμα ανατροπής και μανιφέστο απελπισίας. Πολλές φορές μου πέρασε από τη σκέψη να γράψω, για παράδειγμα, «Επτά ιστορίες ανατροπής» αντί για τα «Επτά θαύματα της αποτυχίας». Κράτησα το δεύτερο γιατί μου φάνηκε πιο ξεκάθαρο, μου ταίριαζε καλύτερα, έμοιαζε με εκπυρσοκρότηση σε γραμμή εκκίνησης, σαν ένα σήμα κάπως, για να εγκαταλείψουμε την έρημο και υπό την έννοια αυτή, το «Φοβού τα βρέφη» είναι μια απελπιστικά αισιόδοξη στιγμή, μια πρόσκληση, ναι, το βιβλίο καταλήγει σε μια ευχή. Θέλησα να αναδείξω τον πυρήνα του προβλήματος, τις δομές που γεννούν ασφυξία και απομάγευση, γελοιότητα και ανοησία, να κάνω απολύτως ορατή τη σκηνή που έχουν στήσει οι άνθρωποι-βρέφη που εξουσιάζουν. Το κακό είναι που τους συναντάς παντού, έχουν τεράστια κοινωνική διασπορά κι εμείς έχουμε εθιστεί στην παρουσία τους, πράγμα τραγικό αλλά λογικό και αναμενόμενο συνάμα. Ο άνθρωπος-βρέφος δεν μας εκπλήσσει πια, δυστυχώς μας φαίνεται φυσιολογικός, πολλοί από εμάς επιθυμούμε διακαώς να του μοιάσουμε, να καρπωθούμε λίγη από την ανυπόστατη αίγλη του. 

Γκρούπαρες ξεκάθαρα υπό τον περιεκτικό τίτλο «Τα 7 θαύματα της αποτυχίας» και τις 7 ιστορίες σου: Ο κόσμος είναι μελαγχολικός και η εξελικτική διαδικασία μαθηματικά οδηγεί στην παραμόρφωση μυαλού των αισθήσεων, τα «Βρέφη» είναι ένας «διαυγής εφιάλτης», όπως έγραψε και στο επίμετρο ο Κώστας Καραβίδας. Προς τι αυτή η ματιά απελπισίας;
Πράγματι, ο κόσμος είναι μελαγχολικός, η εσωτερικότητα δοκιμάζεται, το ανθρώπινο σώμα δοκιμάζεται, η παραμόρφωση είναι πια πολύ φανερή. Το φως του κόσμου αυτού είναι φως αστεριών που πέθαναν πριν πολλά χρόνια, παλιά πράγματα. Υπάρχουν βέβαια και οι μηχανισμοί που τροφοδοτούν το σκοτάδι, ταΐστρες όλων των ειδών είναι μόνιμα ανοιχτές… Ο κόσμος όμως δεν έχει όρια, δεν καταδυναστεύεται, η απελπισία δεν είναι κατάρα, ούτε ευχή. Από τη χούφτα της απελπισίας όποιον δρόμο και αν τραβήξεις κάπου σε βγάζει… Η απελπισία είναι ίσως σημείο συνάντησης, ναι, τώρα είναι ιδανικός καιρός να συναντηθούμε, τώρα που οι αποστάσεις μεταξύ μας έχουν μεγαλώσει τόσο, ώστε να μπορούμε να δούμε ο ένας τον άλλον ολόκληρον… Τώρα «ηρωική πράξη είναι να κατανοήσεις τον άνθρωπο». Είμαι τόσο απαισιόδοξος όσο και αισιόδοξος. 

Ποίηση, μαγικός ρεαλισμός, σουρεαλισμός και υπερρεαλισμός, καυστική γραφή που παλαντζάρει ανένταχτη ως και στην επιστημονική φαντασία, αν μου επιτρέπεις, αλλά και μια πολιτικά ριζοσπαστική θέαση, ένα πρόταγμα από πλευράς σου, μιας και σε κάθε σελίδα σου οι λέξεις σου δεν παύουν να ονειροπολούν για μια τρυφερή ανατροπή. Πώς ακριβώς φαντάζεσαι πως μπορεί να επέλθει μέσα από όλην αυτήν την κατεστημένη τάξη των αιώνων;
Εμπιστεύομαι τον άνθρωπο, εμπιστεύομαι τη φαντασία του, τις ανάγκες του, εμπιστεύομαι την απελπισία του, εμπιστεύομαι τις δυνάμεις του, τη λαχτάρα του, την αντοχή του να σηκώνει αιώνες τη μοίρα της ήττας της φυλής μας κι ας τρώει τόσα sms και φωτογραφίες στo instagram. Δεν έχει ειπωθεί η τελευταία λέξη, καμιά ανατροπή παρεπιπτόντως δεν είναι τρυφερή, το παιχνίδι είναι σκληρό αλλά ανοιχτό, η τελευταία λέξη δεν θα ειπωθεί ποτέ, οι παίχτες πέθαναν, κουράστηκαν, αποχώρησαν, κάποιοι άλλοι πήραν τη θέση τους, το τραπέζι όμως μεγάλωσε, όλο και περισσότεροι είναι παρόντες, ίσως αδιάφοροι, αμίλητοι, μα όρθιοι, περιμένουν… Αν και με φανερές τις αναπηρίες μας είμαστε παρόντες. Κανείς δεν ξέρει, το παιχνίδι μας ξεπερνά. Κάθε παιχνίδι κρύβει ανατροπές, μόνο ανατροπές.

Το βιβλίο γράφτηκε να υποθέσω προ Covid19. Ο ιός και η πανδημία όμως, λένε, πως παρά τον τρόμο που διασπείρει κάνει πολλούς ανθρώπους να αναστοχαστούν για τη ρότα του είδους μας; Συμφωνείς, διαφωνείς ή… θα δείξει; 
Ναι, το βιβλίο γράφτηκε πολύ πριν την πανδημία. Σίγουρα, η πανδημία είναι μια μεγάλη δοκιμασία, δεν είναι εύκολο όντας μέσα στη δοκιμασία να δεις ξεκάθαρα το τώρα και το μετά. Δεν νομίζω ότι θα υπάρξουν μεγάλες αλλαγές και αναστοχασμοί για τη ρότα του είδους λόγω της πανδημίας, αργά η γρήγορα θα επανέλθουμε στα ίδια, ίσως και χειρότερα. Η μεγάλη εικόνα όμως του σήμερα, η μεγάλη εικόνα του αύριο είναι χρέος ζωής, ο ορειβάτης της στιγμής ίσως να έχει την καλύτερη θέα…