Βιβλιο

Θοδωρής Τσεκούρας: Ο κύριος «Τυχαίο; Δεν νομίζω» και το νέο του βιβλίο

Επιτέλους! Ένας ευτυχισμένος άνθρωπος

atk_0452.jpg
Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 691
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
tsekouras_jpeg.jpg

Είναι ένας άνθρωπος έτοιμος να μιλήσει για τα πάντα. Για την ακρίβεια, μιλάει γρήγορα και ανάμεσα στα λόγια του κρύβει αστεία που δεν τα πιάνουν όλοι με την πρώτη. Σου καίει τον εγκέφαλο, με την καλή έννοια. Οι διαφημίσεις και τα σλόγκαν του συζητιούνται, τα λογοπαίγνιά του κάνουν το γύρο στα social, είναι ένας έξυπνος, ακαριαίος, πνευματώδης άνθρωπος που σου φτιάχνει τη μέρα. Στην ATHENS VOICE, πάντα μας σκιτσάρει ένα καλοκαιρινό στόρι για το τελευταίο τεύχος πριν τις διακοπές μας, είναι σαν γούρι. Από τη διαφήμιση μέχρι τα παιδικά βιβλία και τώρα, στο πρώτο του μυθιστόρημα, το «Αγριότρενο» (που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη), ο Θοδωρής Τσεκούρας μοιάζει να έχει ανακαλύψει ένα πολύτιμο μυστικό και να το μοιράζεται μαζί μας.

Θοδωρής Τσεκούρας

Όταν συστήνεσαι σε κάποιον υπάρχει εκεί γύρω και ο τύπος του «Τυχαίο; Δεν νομίζω»; Πώς τον αντιμετωπίζεις εσύ αυτόν τον ήρωα που, ίσως, σε ακολουθεί ακόμα;
Νομίζω ότι αυτός ο ήρωας είναι ένας ευτυχισμένος άνθρωπος που ζει σε ένα παράλληλο σύμπαν όπου μόνο οι αριθμοί έχουν νόημα. Μακάριοι οι άνθρωποι που παθιάζονται με κάτι σε βαθμό να φτιάχνουν τη δική τους πραγματικότητα. Το πρόβλημα βέβαια, είναι όταν αυτοί οι άνθρωποι γίνονται η πλειοψηφία. Ο ήρωας αυτός, όπως όλοι οι σωστοί ήρωες της μυθοπλασίας είχε γεννηθεί στο μυαλό μου με πλήρες βιογραφικό. Κάποια στιγμή μάλιστα σκεφτόμασταν ότι θα είχε πλάκα να φτιάχναμε μια ταινία μεγάλου μήκους με αυτόν. Ποτέ δεν ξέρεις. Κάποια μέρα μπορεί να γίνει.

Ποια ήταν τα βήματα από την παιδική σου ηλικία μέχρι την ηλικία που έγραψες παιδικά βιβλία;
Γεννήθηκα σε πολύ μικρή ηλικία στην Αθήνα το 1972. Τα πρώτα βιβλία που θυμάμαι στο σπίτι όταν ήμουν τριών ή τεσσάρων ήταν για κάποιο λόγο στα γαλλικά. Από μικρός λάτρευα τα βιβλία και τα κόμικς. Το πρώτο παιδικό παραμύθι, ένα έμμετρο ποίημα το έγραψα το καλοκαίρι του 2011. Ο πρώτος μου γιος ήταν ενός και θυμάμαι να γράφω το παραμύθι σε ένα καφέ στην Καρδαμύλη. Ακόμα δεν έχει εκδοθεί.

Πώς θα περιέγραφες το καθένα από τα παιδικά βιβλία που έχεις γράψει;
«Τα μαλλιά του Όλιβερ»: Ένα αγόρι που έχει φύλλα αντί για μαλλιά προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα παιδιά της καινούργιας του γειτονιάς που αντιμετωπίζουν εχθρικά το ότι είναι διαφορετικός.
«Η γιαγιά μας η καλή έχει ζώαααργκ». Μια γιαγιά έχει ζώα στο σπίτι της. Παντού. Σε κάθε δωμάτιο, σε κάθε γωνία. Ζώα απλά, ζώα σπάνια, ζώα που έχουν εξαφανιστεί και ζώα μυθικά.
«Το Απίθανο Βιβλίο Των Πιο Αστείων Υπερδυνάμεων»: Μικρές ιστορίες παιδιών με απρόσμενες πλην όμως άχρηστες υπερδυνάμεις. Αυτό που μας κάνει διαφορετικούς είναι αυτό που αποτελεί για τον καθένα την υπερδύναμή μας.
Σύντομα θα κυκλοφορήσει και ένα νέο βιβλίο, συνέχεια του «Απίθανου Βιβλίου Των Πιο Αστείων Υπερδυνάμεων» που όμως αυτή τη φορά θα είναι μια περιπέτεια.

Σε έχουν εμπνεύσει σε κάποια πράγματα και ιδέες οι δύο σου γιοι, ο Αύγουστος και ο Ωκεανός; Κάποια παραδείγματα;
Μαζί με τα παιδιά μου καταναλώνω πάρα πολύ πολιτισμό που απευθύνεται σε παιδιά. Και οφείλω να ομολογήσω ότι οι περισσότερες παιδικές σειρές και ταινίες είναι πολύ αστείες και πολύ έξυπνες. Αυτή η σκέψη ότι κάτι που είναι για παιδιά μπορεί να είναι αφελές ή αναμενόμενο είναι εντελώς λάθος. Στα παιδιά μας πρέπει να προσφέρουμε ό,τι καλύτερο. Ισχύει στο φαγητό. Γιατί όχι και στον πολιτισμό;
Πέρα όμως από το ότι εμπνέομαι γιατί βλέπουμε μαζί παιδικά, με εμπνέουν και με αυτά που λένε. Στο σπίτι ακούγονται ατάκες όπως "Μπαμπά, θες να γράψουμε ένα τραγούδι για ένα βελοσιράπτορα που είναι ράπτης;" Αύγουστος. Ή “Ο νυχτοφύλακας είναι κάποιος που κοιτάει δεξιά, αριστερά και μετά πέφτει κάτω.” Ωκεανός.

Μίλησέ μου για αυτά τα δύο ονόματα των γιων σου. Είναι εντελώς παραμυθένια.
Και η γυναίκα μου και εγώ δουλεύουμε ως κειμενογράφοι και μέρος της δουλειάς μας είναι να σκεφτόμαστε ονόματα. Για τα παιδιά μας είχαμε ένα πολύ ξεκάθαρο brief: Να είναι γνωστές λέξεις που να σου φτιάχνουν μια ωραία εικόνα στο μυαλό αλλά σπάνια ονόματα ώστε να ξεχωρίζουν. Έτσι, όποιος τα ακούσει δεν τα ξεχνάει. Πολλοί είναι της άποψης ότι τα παιδιά πρέπει να έχουν κοινά ονόματα για να μην τα κοροϊδεύουν οι συμμαθητές τους. Αυτοί που το λένε συνήθως αυτό δεν έχουν παιδιά ή δεν έχουν πάει σε σχολείο πρόσφατα. Τα ονόματα στα σχολεία έχουν αλλάξει. Πολλές φορές προστατεύουμε τα παιδιά μας από προβλήματα που ίσχυαν πριν 30 χρόνια. Επίσης, με ενοχλεί γιατί αυτή η κριτική αποδέχεται το bullying σαν φυσικό φαινόμενο. Σαν κάτι που υπάρχει και θα υπάρχει για πάντα και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κρυφτούμε, να πάρουμε ένα όνομα παραλλαγής ώστε να μην ξεχωρίσουμε. Γι αυτό τολμήσαμε να διαλέξουμε ονόματα που μας άρεσαν και αρέσουν και στα παιδιά.

Έχουμε όλοι καταλάβει πόσο βασικό είναι για σένα να κάνεις λογοπαίγνια και doodles, κυρίως τις εργάσιμες ώρες – αυτή την εντύπωση έχω. Ισχύει αυτό;
Κάνω λογοπαίγνια ασταμάτητα. Είναι σαν γενετική ανωμαλία. Το ονομάζω “Η νόσος των διττών”. Αυτό θα μπορούσε να είναι ο τίτλος της αυτοβιογραφίας μου. Τώρα όμως το αποκάλυψα και θα το πάρει άλλος. Δεν πειράζει. Θα σκεφτώ κάτι άλλο.

Πώς σου προκύπτουν τα λογοπαίγνια; Παίρνεις μια λέξη στο μυαλό σου και την παιδεύεις ή είναι ξαφνικές αναλαμπές;
Είναι ξαφνικές στιγμιαίες αναλαμπές που βγαίνουν από το στόμα μου σχεδόν ανεξέλεγκτα και συνήθως απολογούμαι στην ομήγυρη και συνεχίζω σα να μην τρέχει τίποτα. Τα καλύτερα, ή τουλάχιστον τα λιγότερο επίπονα για τα αυτιά του κόσμου τα καταγράφω στο twitter και το facebook.

Θοδωρής Τσεκούρας

Κάποια λογοπαίγνια που έχεις αγαπήσει;
Διεθνές συνέδριο σατανιστών: Εωσφόρουμ.
Θα ήθελα να κινηματογραφήσω το Βασίλη Λεβέντη με τηλεκατευθυνόμενο ελικοπτεράκι μόνο και μόνο για το λογοπαίγνιο: Ένωση και drone.
Είχα ένα γαϊδουράκι και του μάθαινα αγγλικά. Όλα πήγαιναν καλά αλλά όταν του έμαθα πως λέγεται η μέρα, έφυγε.

Τα λογοπαίγνια και η εύρεση νέων λέξεων είναι μέρος της δουλειάς σου σαν διαφημιστής;
Ναι, δυστυχώς. Ή ευτυχώς. Παρ’ όλα αυτά κρατιόμαστε γιατί η διαφήμιση έχει αλλάξει. Πλέον δεν ψάχνουμε να εντυπωσιάσουμε το κοινό αλλά να του πούμε μια αλήθεια. Η διαφήμιση μετακινείται από την κωμωδία της ατάκας σε observational comedy. Τα λογοπαίγνια τα κρατάμε για τις παρουσιάσεις, για να ψυχαγωγούμε τους πελάτες μας.

Έχουν χιούμορ οι πελάτες των διαφημιστικών εταιρειών;
Εννοείται. Γιατί, δεν είναι άνθρωποι και αυτοί; Ειλικρινά, και έχω παρουσιάσει αμέτρητες φορές, ποτέ δεν έχω γνωρίσει πελάτη που δεν ήταν δεκτικός στο χιούμορ. Τουλάχιστον σε προσωπικό επίπεδο. Από κει και πέρα δε σημαίνει ότι το χιούμορ είναι λύση για όλες τις περιπτώσεις. Το μόνο με το οποίο διαφωνώ είναι αυτή η κλασική φράση που ακούω ότι “Το αστείο ήταν πολύ καλό και έκλεψε την παράσταση από το brand.” Αυτό είναι σαν να θέτουμε σαν ταβάνι τη μετριότητα. Τα προϊόντα από μόνα τους δεν είναι αυτόφωτα, αντανακλούν τη λάμψη του μηνύματος που τα περιβάλλει. Αν το μήνυμα κάνει επιτυχία ανεβάζει και το προϊόν. Και ακόμα και αν μετά από καιρό θυμάσαι το αστείο αλλά όχι το προϊόν που το συνόδευε σίγουρα θυμάσαι ότι το προϊόν σε ψυχαγώγησε. Η καλή διαφήμιση χτίζει στον κόσμο μια καλή διάθεση προς το προϊόν. Το νιώθεις σαν ένα ευχάριστο και έξυπνο φίλο σου. Μπορεί να μη θυμάσαι ακριβώς ποια αστεία σου είπε την τελευταία φορά που τον είδες αλλά θυμάσαι ότι είχε χιούμορ και κοντά του ένιωθες όμορφα. Αυτό είναι επιτυχία.

Εδώ και χρόνια, ακόμα και πριν μπει η τηλεόραση στα σπίτια, οι διαφημίσεις έβγαζαν σλόγκαν. Θυμάμαι πρόχειρα το «Κωτσόβολος και στις τιμές καλόβολος» ή το «Είδες η ΔΕΗ;». Έχεις κάποια δικά σου ή άλλων που τα έχεις αγαπήσει;
Το “Είδες η ΔΕΗ;” το θυμάμαι από τις αρχές του ’80. Προσπαθήσαμε σε ένα βαθμό να το μιμηθούμε με την καμπάνια “Φταίει ο ΟΤΕ” το 2008. Επίσης, η φράση “στη μάνα σου το’πες;” είναι μέσα στην καρδιά μου γιατί βγήκε αυθόρμητα. Είναι μια φράση που θα έλεγε ο πατέρας μου. Μια άλλη ατάκα από μια διαφήμιση πάλι του ΟΤΕ μου έχει μείνει και δεν ξέρω αν τη θυμάται ο κόσμος. Ο ήρωας είναι ένας γόης (τον οποίο έπαιζε ανεπανάληπτα σε ένα από τους πρώτους ρόλους του σε διαφήμιση ο Λευτέρης Ελευθερίου) που μπαίνει η γυναίκα του και τον πιάνει στο κρεβάτι με μια άλλη. Ανάμεσα σε μια σειρά από ατάκες, η γυναίκα του τον ρωτάει το κλασικό “Μα, με την καλύτερή μου φίλη;” και εκείνος απαντάει ευθαρσώς “Μην το λες αυτό. Έχεις και καλύτερες.” Αυτή η ατάκα μου άρεσε πάντα γιατί λέει τόσα πολλά για το χαρακτήρα. Είναι τόσο νάρκισσος που όχι μόνο δε νοιάζεται που έχει πληγώσει τη γυναίκα του αλλά έχει βαθμολογήσει και όλες της τις φίλες. Για αυτόν, η λέξη “καλύτερη” σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό από το νόημα που δίνει η γυναίκα του. Είναι πάντα πολύ ωραία πρόκληση για ένα διαφημιστή αλλά και για ένα συγγραφέα να αξιολογεί τι σημαίνει η κάθε λέξη σε διαφορετικές περιστάσεις και διαφορετικά κοινά. Γιατί οι άνθρωποι από εποχή σε εποχή, από τη μια ηλικία στην άλλη αλλά και οι άνθρωποι από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα μιλάνε πολλές φορές διαφορετική γλώσσα. Φαντάσου πόσο διαφορετική αίσθηση προκαλεί η λέξη “λαός” σε έναν αριστερό και σε ένα δεξιό. Ή η λέξη αστυνομία. Με τούτα και με ‘κείνα άλλα με ρώτησες άλλα απάντησα.

Παρακολουθείς τις νέες λέξεις, την αργκό, τις διαλέκτους του internet; Με ποιόν τρόπο τις χρησιμοποιείς, αν ναι;
Ναι, εννοείται. Ανήκω σε μια γενιά που μεγάλωσε πριν την εποχή του internet αλλά επειδή πάντα είχα μανία με τους υπολογιστές, κάθε στάδιο του διαδικτύου το υποδέχθηκα με ενθουσιασμό και το αγάπησα. Από την πρώτη προ web εποχή, τις BBS (είναι θηλυκό γιατί είναι “βάση”), μέχρι τα blogs, τα portals, τα forums, τα social media, τα clickbaits και τα memes. Είμαι πολίτης του internet και παρακολουθώ τα πάντα. Η αλήθεια είναι ότι παρακολουθώ περισσότερο πράγματα που συμβαίνουν στην Αμερική. Σε ένα βαθμό επειδή με πληγώνουν λιγότερο. Όμως τα trends τα παρακολουθούμε και τα χρησιμοποιούμε όποτε μπορούμε. Ό,τι παρακολουθείς, σε ό,τι και να εκτεθείς, ό,τι και να αποτελεί το χόμπι, τη μανία ή την κουλτούρα σου είναι πρώτη ύλη για ιδέες στη διαφήμιση. Σε ένα βαθμό πρέπει να πατάς στο zeitgeist και να τολμάς να το πας ένα βήμα πιο πέρα. Αν απλά το αναπαράγεις, δεν θα πει κανένας όχι. Απλά δεν θα πέφτεις να κοιμάσαι και τόσο περήφανος το βράδυ. Και νομίζω, για τους δημιουργικούς ανθρώπους το πώς πέφτεις να κοιμηθείς τα βράδια είναι σημαντικό. Πάντα φέρνω στο μυαλό μου τη συμβουλή του Νίκου Γκάτσου στο Μάνο Χατζιδάκι: “Να σκέφτεσαι αδιάκοπα και τέλος, να κοιμάσαι κουρασμένος.”

Και ξαφνικά, από τον χώρο της διαφήμισης και των παιδικών βιβλίων έρχεσαι με ένα νέο βιβλίο –πώς να το πούμε;- φανταστικό μυθιστόρημα; Το «Αγριότρενο». Πώς περιγράφεις αυτό το βιβλίο;
Όσο το σκέφτομαι, τώρα που το ξαναδιαβάζω χωρίς την έγνοια να το συμπληρώσω ή να το διορθώσω, γιατί κακά τα ψέματα και ο συγγραφέας ένας αναγνώστης είναι, τώρα καταλαβαίνω ότι είναι ένα βιβλίο για το νόημα της ζωής. Ξέρω, ακούγεται βαρύ αλλά παρ’όλα αυτά είναι ένα πολύ ευχάριστο βιβλίο. Ένα βιβλίο που φιλοσοφεί και ψυχαγωγεί ταυτόχρονα. Είναι τόσο βαθύ, όσο ο αναγνώστης θέλει να το διαβάσει. Είναι ένα βιβλίο γεμάτο συμβολισμούς, με διπλές και τριπλές αναγνώσεις. Γι αυτό και ξεκινά με τη φράση του Kurt Vonnegut από το Breakfast of champions που λέει “Symbols can be so beautiful, sometimes.”
To Αγριότρενο έχει πολλά φανταστικά στοιχεία χωρίς να μιλάμε ωστόσο για λογοτεχνία του φανταστικού. Ο ήρωας βρίσκεται ξαφνικά σε ένα τόπο όπου τα πιο παράδοξα πράγματα δικαιολογούνται. Σε ένα βαθμό θυμίζει τους κόσμους που πλάθει στα βιβλία του ο Χαρούκι Μουρακάμι που ενώ μας παρουσιάζει μια καθημερινή ερωτική ιστορία, ξαφνικά, και χωρίς κανείς να εκπλήσσεται, μια γάτα αρχίζει να μιλάει.

img_7968.jpg
Ξεκινάς την ιστορία από μία εντελώς ρεαλιστική Αθήνα, για να την οδηγήσεις –πού; Πώς θα περιέγραφες αυτό το μέρος που βρίσκεται ο ήρωάς σου;
Ήθελα το βιβλίο να ξεκινάει ρεαλιστικά για να δείξει πόσο άβολα νιώθει ο ήρωας στην καθημερινότητά του. Περιγράφοντας ωμά τη ζωή σε μια διαφημιστική θέλω να δείξω έναν άνθρωπο παγιδευμένο σε μια κατάσταση που ενώ έχει τη στοιχειώδη εξυπνάδα να αναλύει, δεν έχει κανένα εφόδιο για να δραπετεύσει από αυτή. Αυτό δε σημαίνει ότι το βιβλίο είναι ένα “Κατηγορώ” για τη δουλειά του διαφημιστή. Απλά χρησιμοποίησα τις προσωπικές μου εμπειρίες για να φτιάξω έναν ήρωα όσο πιο ρεαλιστικά μπορούσα. Ο ήρωας του μυθιστορήματος δεν είμαι εγώ παρότι έχουμε κάποια κοινά στοιχεία. Η αλήθεια είναι ότι είμαι όλοι οι ήρωες του βιβλίου. Η Αθήνα του βιβλίου είναι η Αθήνα του 2007, με τις διαφημιστικές στην Κηφισίας. Με το ρέμα να διασχίζει το Μαρούσι σαν μια κρυφή ρυτίδα φύσης που μάθαμε να αγνοούμε. Οι διαφημιστικές μετακινήθηκαν αλλά τα ρέματα θα μείνουν εκεί για πάντα, έστω κρυμμένα. Θα μας θυμίζουν επώδυνα την ύπαρξή τους σε κάθε πλημμύρα. Μέσα από ένα τέτοιο ρέμα ο ήρωας βρίσκεται στο Υπερδάσος, ένα ατέλειωτο παρθένο δάσος όπου ζουν ελάχιστοι άνθρωποι. Ανάμεσά τους οι εναπομείναντες Αρχαίοι Έλληνες Θεοί, ο Μάντης Τειρεσίας, ένα ελάφι που μιλάει, η αρκούδα Καλλιστώ και ασφαλώς ένα τρένο που τρέχει ακυβέρνητο στο δάσος.

Πιστεύεις ότι υπάρχουν «πύλες» που συναντάμε στη ζωή μας και περνάμε σε μία άλλη κατάσταση ή φάση ή εμπειρία; Στη δική σου ζωή έχει συμβεί κάτι τέτοιο και που/πώς;
Οι πύλες μου είναι οι φίλοι μου, οι άνθρωποι που μου αλλάζουν τη γνώμη και την οπτική. Οι πύλες μου είναι τα ταξίδια, τα βιβλία, τα Audiobooks, το Reddit και ο κινηματογράφος. Τα παιδιά μου επίσης που από τη μία με διδάσκουν τι είναι ο άνθρωπος και από την άλλη μου φέρνουν στη μνήμη τη δική μου παιδική ηλικία. Επίσης, μια σημαντική πύλη είναι η φαντασία μου την οποία παρότι φανατικός ορθολογιστής την αγαπώ, την καλλιεργώ, την αφήνω ελεύθερη και ζω από αυτή.

Ο ήρωάς σου έχει μερικές ενδιαφέρουσες συναντήσεις μέσα στην εξέλιξη της ιστορίας, ας πούμε τη θεά Άρτεμη ή τον μάντη Τειρεσία. Πώς τα διάλεξες αυτά τα πρόσωπα; Τι συμβολίζουν;
Στο Αγριότρενο, ο ήρωάς μας συναντά στο δάσος τη θεά Άρτεμη και κάνουν παθιασμένο έρωτα. Αυτό είναι ελαφρώς ενάντια στους αρχαίους ελληνικούς μύθους που την παρουσιάζουν φανατικά παρθένα. Ωστόσο, μετά από 2500 χρόνια οι άνθρωποι (και οι θεοί) αλλάζουν. Ο Τειρεσίας εμφανίζεται μαζί με την κόρη του και μετά από ένα σύντομο stand-up comedy που κάνει μπροστά στον ήρωά μας του παρουσιάζει μια προφητεία για το μέλλον της Γης που είναι λίγο ζοφερή. Είναι ένα από τα πιο κωμικά και ταυτόχρονα τραγικά σημεία του βιβλίου. Αυτό το πάντρεμα των αντιφάσεων είναι και το σταθερό μοτίβο του βιβλίου. Ο άθεος μοναχός, ο αγριάνθρωπος καθηγητής πανεπιστημίου, το ελεύθερο τρένο, ο τυφλός μάντης που βλέπει το μέλλον, το υποβρύχιο στην κορυφή του βουνού και πολλά άλλα.

Μοιάζει σαν να έχεις αναζητήσει όλες τις σπουδαίες αλήθειες της ζωής και να τις έχεις ζιπάρει μέσα σε 275 σελίδες του βιβλίου. Είναι ένας είδος ιντερνετικής επιρροής αυτό; Ή είναι η ικανότητα του editing;
Αυτό το βιβλίο πήρε 13 χρόνια να γραφτεί. Έχω τόσο λίγο ελεύθερο χρόνο στη ζωή μου που δεν γνωρίζω αν θα μπορέσω να γράψω δεύτερο μυθιστόρημα. Ίσως γι αυτό προσπάθησα να βάλω μέσα όλες μου τις σκέψεις και όλους μου τους φιλοσοφικούς προβληματισμούς. Ταυτόχρονα είχα την ανάγκη να φτιάξω ένα βιβλίο διασκεδαστικό, γραμμένο για πολλά κοινά. Κάποιοι αναγνώστες θα το ευχαριστηθούν σε πρώτο επίπεδο, κάποιοι άλλοι θα εμβαθύνουν. Και, ναι σε ένα βαθμό αυτό το βιβλίο έχει την κουλτούρα του internet μέσα του. Άλλωστε η ιδέα για το Aγριότρενο γεννήθηκε από μια φωτογραφία που είδα το 2005 σε ένα blog.

Θοδωρής Τσεκούρας

Τι ρόλο παίζει το «Αγριότρενο» στη ζωή σου; Είναι ένα σπουδαίο βήμα; Είναι μία άσκηση; Ήταν ένας στόχος;
Μπορεί να μη μου φαίνεται αλλά δεν έχω στόχους στη ζωή μου. Δεν επιλέγω κορυφές. Μου αρέσουν οι ανηφόρες. Όσο μπορώ προχωράω. Οι στόχοι έχουν πολλά προβλήματα. Όταν τους φτάνεις, συχνά απογοητεύεσαι, όταν δεν τους φτάνεις νιώθεις αποτυχημένος. Εγώ έχω επιλέξει να ευχαριστιέμαι τη διαδρομή και να μη σταματάω να προσπαθώ. Αν κοιμάμαι το βράδυ κουρασμένος, τότε όλα πάνε καλά.

Κάνε μου κάστινγκ: Ποιος θα υποδυόταν σε μία ταινία τον ήρωα του βιβλίου; Και γιατί;
Ο χαρακτήρας του ήρωα “Σακάκι” στο Αγριότρενο (δεν γνωρίζουμε το κανονικό όνομά του) είναι μια αντισυμβατική επιλογή κεντρικού ήρωα. Δεν είναι ενεργητικός. Δεν παίρνει αποφάσεις. Επίσης, αποφεύγει την αντιπαράθεση. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα ήταν ένας βαρετός ήρωας. Έχει όμως μια υπερδύναμη: Ό,τι συμβαίνει γύρω του, του προκαλεί μια εσωτερική διαμάχη. Τα πιο απλά πράγματα για εκείνον είναι δύσβατα βουνά. Η ειρωνεία είναι ότι βρισκόταν ήδη σε ένα δάσος, πολύ πριν χαθεί στο κανονικό δάσος. Ακόμα και όταν βρισκόταν στους Αμπελόκηπους ζούσε σε μια ζούγκλα ανεξερεύνητων ανθρώπινων συμπεριφορών. Γι αυτό θα χρειαζόταν να είναι κάποιος ηθοποιός που να αποδίδει αυτή την ασταμάτητη εσωτερική διαμάχη. Κάποιος σαν το Μάκη Παπαδημητρίου για παράδειγμα.

Τι διαβάζεις αυτές τις μέρες;
Αυτές τις μέρες διαβάζω βιβλία για το πώς γράφεται ένα μυθιστόρημα. Ξέρω. Τα έκανα λίγο ανάποδα τα πράγματα.

Τι κάνεις αυτό τον καιρό; Πώς είναι η παρούσα ψυχολογική σου κατάσταση;
Είμαι πάντα χαρούμενος και ευδιάθετος. Όμως έχω σύστημα. Προσέχω τι βάζω μέσα στο μυαλό μου. Δεν βλέπω τηλεόραση και σίγουρα όχι ειδήσεις. Διαβάζω καταπληκτικά βιβλία και ακούω υπέροχη μουσική. Στο σπίτι, με τη γυναίκα μου απολαμβάνουμε το να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας και στο γραφείο δουλεύω με έξυπνους, δημιουργικούς και αστείους ανθρώπους. Όπως λέει και το τραγούδι του Gershwin “Who could ask for anything more?”

Μπορείς να μου σκιτσάρεις ένα τέρας της φαντασίας σου;
Έφτιαξα έξι τέρατα στην τιμή του ενός. Είναι τα τέρατα που με τρομάζουν. 

my_monsters.png

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ